Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

Ο έρωτας και ο γάμος κατά την Ορθοδοξία

oikogeneia_0871
Ο ισχυρισμός ότι ο Χριστιανισμός διέστρεψε την περί έρωτος αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων δεν ευσταθεί, για τον απλούστατο λόγο, ότι στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε μία συγκεκριμένη, αλλά πολλές αντιλήψεις περί έρωτος. Ο Χριστιανισμός, αντίθετα, έχει μία συγκεκριμένη και διαχρονική αντίληψη στο θέμα. Όπως είναι γνωστό, στην αρχαία Ελλάδα συναντάμε αντιλήψεις και πρακτικές από τις πιο ακραίες για τα χριστιανικά δεδομένα, όπως η πορνεία, η ομοφυλοφιλία, η παιδεραστία, ο βιασμός κ.λπ., μέχρι αντιλήψεις παραπλήσιες με τη χριστιανική ή και πιο «ασκητικές» από τη χριστιανική.
Για παράδειγμα, από τη μια πλευρά οι πρόγονοί μας είχαν ιεροποιήσει η θεοποιήσει τα σαρκικά πάθη, με την έννοια ότι αυτά τα συναντά κανείς ακόμη και στον «τέλειο» κόσμο των θεών. Έτσι ο Δίας, ο μέγας θεός των αρχαίων, μοιχεύει επανειλημμένα με θεές (Δήμητρα, Θέμιδα, Μνημοσύνη, Λητώ, Αίγινα, Καλλιστώ κ.α.) και θνητές (Νιόβη, Λύδα, Δανάη, Λάρισα, Νέμεση, Ευρώπη, Λαοδάμεια, Ιώ κ.α). Όταν συναντά εμπόδια, μεταμορφώνεται (συνήθως σε ζώο), για να πετύχει τον σκοπό του. Σε κάποια περίπτωση, για να παραπλανήσει την Ήρα, μεταμόρφωσε την ερωμένη του σε αρκούδα. Οι θεοί διδάσκουν επίσης την παιδεραστία και την ομοφυλοφιλία: Ο Απόλλων επιθυμεί τον Υάκινθο και κακοποιεί τον αντίζηλό του ποιητή Θάμυρι. Ο Δίας θέλγεται από τον ωραίο Γανυμήδη και τον απαγάγει με δόλο. Το ίδιο συμβαίνει και με την αιμομιξία: Ο Ποσειδώνας καταδιώκει ερωτικά την αδελφή του Δήμητρα, που μεταμορφώνεται σε φοράδα για να τον αποφύγει. Ο Δίας επίσης συνέρχεται με την αδελφή του και γεννιέται η Περσεφόνη. Η Αφροδίτη εμπνέει σε μια θνητή, τη Σμύρνα, αιμομικτικό έρωτα προς τον πατέρα της.
Από την άλλη πλευρά, εκπρόσωποι του αρχαίου ελληνισμού εκφράζουν αντιλήψεις σχεδόν ταυτόσημες με τις χριστιανικές. Ο Πυθαγόρας συμβούλευε τις μαθήτριές του «να προσέχουν και τούτο: να έχουν σχέσεις μόνο με τους συζύγους τους». Ο ίδιος πίστευε ότι «το μικρό αγόρι πρέπει ν’ ανατρέφεται μ’ αυτόν τον τρόπο, ώστε να μην αναζητά στα πρώτα του 20 έτη την συνουσία … (Οι Πυθαγόρειοι) θεωρούσαν ότι πρέπει να περισταλούν όλες οι παρά φύση γεννητικές λειτουργίες, καθώς και αυτές που γίνονται με ακόλαστο τρόπο, και να παραμείνουν όσες γίνονται με σωφροσύνη και νομιμότητα, όσες δηλαδή στοχεύουν στην τεκνοποιία». Ο Δημόκριτος αποδοκίμαζε τις σαρκικές απολαύσεις, διότι, έλεγε, καταβάλλουν τη συνείδηση δια της ηδονής. Ακόμη και ο Επίκουρος, ο εκπρόσωπος του ηδονισμού, έλεγε ότι «ο σοφός δε θα συνευρεθεί με γυναίκα, με την οποία οι νόμοι απαγορεύουν κάτι τέτοιο … Οι Επικούριοι πιστεύουν ότι ο σοφός δε θα ερωτευτεί. Ακόμη, ότι ο έρωτας δεν είναι θεόπεμπτος … Η συνουσία ποτέ δεν ωφέλησε. Καλό θα ήταν και να μην έβλαπτε».
Έννοια και ουσία της χριστιανικής αγάπης
Η Ορθόδοξη Παράδοση, όταν ερευνά τον άνθρωπο για να κατανοήσει το βάθος και την ουσία του, δεν ξεκινά από περιγραφές της ανθρώπινης συμπεριφοράς στην παρούσα κατάσταση του ανθρώπου. Η παρούσα κατάσταση είναι η μεταπτωτική (η μετά την πτώση των Πρωτοπλάστων), η οποία αποτελεί αρρωστημένη κατάσταση, αφού με την πτώση «κατηρρώστησεν του ανθρώπου η φύσις», όπως λέει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας. Κατά συνέπειαν, κάθε ανθρωπολογική ανάλυση, που βασίζεται στον μέσο όρο της συμπεριφοράς του σύγχρονου (μεταπτωτικού) ανθρώπου, δεν είναι τίποτε άλλο από περιγραφή της ασθένειας ως υγείας, του παρά φύσιν ως φυσιολογικού. Κατά την Ορθόδοξη Παράδοση, ο αυθεντικός άνθρωπος, ο φυσικός άνθρωπος είναι ο προπτωτικός, δηλ. η κατάσταση του ανθρώπου πριν παρεμβληθεί η ασθένεια της πτώσεως.
Η πτώση διέστρεψε όλες σχεδόν τις φυσιολογικές λειτουργίες του ανθρώπου. Έτσι και ο θείος έρωτας μετεστράφη σε έρωτα και αγάπη του ανθρώπου προς τον εαυτό του. Ο μεταπτωτικός άνθρωπος δεν αγαπά πλέον τον Θεό, αλλά τον εαυτό του (διέπεται από το ένστικτο της αυτοσυντηρήσεως λόγω της θνητότητάς του), μέσω δε του εαυτού του αγαπά πράγματα που τον περιβάλλουν και, δια της ιδιοτελούς αγάπης, συνδέεται με τα πράγματα του κόσμου μέσω ιδιοτελών (εμπαθών) σχέσεων. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος της πτώσεως και της αμαρτίας, ο μέσος άνθρωπος που γνωρίζουμε, συνεχίζει να αγαπά, αλλά η αγάπη του αυτή δεν είναι η γνήσια χριστιανική αγάπη, η οποία κατά τον απόστολο Παύλο (Α’ Κορ. 13,5) «ου ζητεί τα εαυτής» (δεν ζητά ανταπόδοση), αλλά η ιδιοτελής μεταπτωτική αγάπη, που «ζητεί τα εαυτής» (ζητά ανταπόδοση και ικανοποίηση). Στην αυθεντική αγάπη παρεισφρύει το στοιχείο του πάθους. «Πάθος εστί κίνησις ψυχής παρά φύσιν, η επί φιλίαν άλογον, η επί μίσος άκριτον, η τινος, η δια τι των αισθητών» (το πάθος είναι κίνηση της ψυχής παρά φύσιν, είτε προς μια παράλογη αγάπη, είτε προς ένα άκριτο μίσος για κάποιο από τα αισθητά), κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή. Το πάθος είναι ασθένεια της ψυχής. Το πάθος είναι εμπόδιο μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Το πάθος τυφλώνει τον πνευματικό οφθαλμό, ώστε ο άνθρωπος ούτε βλέπει, ούτε αισθάνεται τον Θεό.
Ό,τι συμβαίνει στις άλλες μορφές αγάπης, συμβαίνει και στον ανθρώπινο έρωτα, την αγάπη μεταξύ προσώπων του άλλου φύλου. Ο «αγνός» και «ιδανικός» έρωτας, ο οποίος ενδεχομένως δεν συνδέεται με σαρκικές σχέσεις και ο οποίος έχει τόσο υμνηθεί από ποιητές και καλλιτέχνες, δεν είναι τόσο ιδανικός, όσο φαίνεται με την πρώτη ματιά. Αντίθετα, έχει έντονα τα στοιχεία της ιδιοτέλειας και του πάθους (πάθους, με την ορθόδοξη, πατερική έννοια). Κέντρο της σχέσης δεν είναι το άλλο πρόσωπο, για το οποίο κάποιες φορές «θυσιάζεται» κάποιος, αλλά το εγώ, το οποίο θέλει να ικανοποιηθεί μέσω του αγαπώμενου προσώπου. Πρόκειται για αγάπη, που οπωσδήποτε «ζητεί τα εαυτής» (την ανταπόδοση και ικανοποίηση). Για να αντιληφθούμε τον κατά βάθος εμπαθή χαρακτήρα αυτής της σχέσης, ας αναλογισθούμε πως αισθάνεται κάποιος αν το αγαπώμενο απ’ αυτόν πρόσωπο αγαπάται εξ ίσου και με την ίδια ένταση και από κάποιον άλλο, τον φίλο η τον «πλησίον» του, η αν το αγαπώμενο πρόσωπο μοιράζει εξ ίσου την αγάπη του στον αγαπώντα και σε άλλα πρόσωπα.
“Καρδία ελεήμων είναι η καρδιά που καίγεται για ολόκληρη την κτίση, για τους ανθρώπους, για τα όρνια, για τα ζώα, για τους δαίμονες και για όλα τα κτίσματα. Στην ανάμνηση και στη θέα τους τρέχουν από τα μάτια δάκρυα κι από την πολλή και σφοδρή αγάπη, που συνέχει την καρδιά, δεν μπορεί να ανεχθεί ή να ακούσει ή να δει κάποια βλάβη ή μικρή φθορά μέσα στην κτίση. Γι’ αυτό και για τα άλογα ζώα και για τα ερπετά και για τους εχθρούς της αληθείας και γι’ αυτούς που τον βλάπτουν, κάθε στιγμή προσφέρει προσευχή με δάκρυα, για να τους διαφυλάξει και να τους ελεήσει ο Θεός) (Ασκητικά, Λόγος πατερικός” – Άγιος Ισαάκ ο Σύρος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου