Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΣΕΡΒΙΑΣ ΠΑΥΛΟΣ Β΄




ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΣΕΡΒΙΑΣ ΠΑΥΛΟΣ ΙΙ
=============

Νοέμβριος του 1990 και ή Ιερά Σύνοδος της Σερβικής Εκκλησίας συνεδριάζει για την εκλογή Πατριάρχη. Σύμφωνα με το καταστατικό, υποψήφιοι για την τελική κλήρωση θα είναι οι τρεις μητροπολίτες, πού θα συγκεντρώσουν τους περισσοτέρους σταυρούς, με κατώτερο όριο τους 13 ψήφους. Στον α' γύρο αναδεικνύονται μόνο δυο υποψήφιοι. Ο τρίτος σε ψήφους, ο επίσκοπος Ράσκας και Πρίζρεν Παύλος, λόγω ανεπαρκείας ψήφων (11) παραμένει εκτός. Μόνο στον 9ο γύρο θα εισέλθει στην τριάδα των υποψηφίων με 20 ψήφους.

Θα ακολουθήσει η τελική φάση της εκλογής δια κλήρου, δηλαδή δια του αποστολικού τρόπου: ο ηγούμενος της μονής Τρόνοσσα, κατόπιν προσευχής, βγάζει από το βιβλίο του Ευαγγελίου τρεις σφραγισμένους φακέλους και παραδίδει ένα στον προεδρεύοντα αρχιερέα, ο οποίος ανοίγει τον φάκελο προ της Ωραίας Πύλης και ανακοινώνει: «αρχιεπίσκοπος του Πεκίου, μητροπολίτης του Βελιγραδίου και των Κάρλοβτσι και Πατριάρχης της Σερβίας είναι ο επίσκοπος της Ράσκας και του Πρίζρεν Παύλος!».

15 χρόνια αργότερα, ο Μητροπολίτης Μαυροβουνίου κ. Αμφιλόχιος έγραφε: «Ο μοναδικός άνθρωπος, ο οποίος δεν ήθελε πράγματι να γίνει Πατριάρχης, ήταν ο Παύλος!».

Μετά την εκλογή ο νέος Πατριάρχης απευθυνόμενος στην Ιερά Σύνοδο θα πει: «Αι δυνάμεις μου είναι μικραί και σεις το γνωρίζετε. Εγώ εις αυτάς δεν ελπίζω. Ελπίζω εις την βοήθειάν σας και, επαναλαμβάνω, εις την βοήθειαν του Θεού, με την οποίαν Εκείνος μέχρι σήμερον με υπεστήριζεν...».

Την επόμενη, ημέρα της ενθρονίσεως, θα ανακοινώσει το ολιγόλογο πρόγραμμα του: «Ανερχόμενος εις τον θρόνο του Αγίου Σάββα δεν έχω κανένα δικό μου πρόγραμμα δια το πατριαρχικό έργο. Το πρόγραμμα μου είναι το Ευαγγέλιον του Χριστού...».

Ό Παύλος θα διατελέσει Πατριάρχης Βελιγραδίου και πάσης Σερβίας από την 1η Δεκεμβρίου 1990 έως τις 15 Νοεμβρίου 2009, ήμερα της κοιμήσεως του. Ο λαός της Σερβίας τον αγάπησε πάρα πολύ. Στην τελετή της κηδείας του, στην οποία χοροστάτησε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, συγκεντρώθηκε τεράστιο πλήθος (άνω των 600.000 ατόμων).

Ό Παύλος (κατά κόσμον Γκόικο Στόιτσεβιτς) γεννήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 1914 στο χωριό Κούτσαντσι τής Σλαβονίας (σήμερα ανήκει στην Κροατία). Έμεινε ορφανός σε μικρή ηλικία. Σπούδασε στη θεολογική Σχολή του Βελιγραδίου. Μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο πήγε ξανά στο Βελιγράδι ως πρόσφυγας και εργάστηκε σε διάφορες δουλειές (ακόμη και οικοδόμος) για να επιβιώσει. Το 1948 εκάρη μοναχός, το 1954 χειροτονήθηκε ιερομόναχος και το 1957 χειροθετήθηκε αρχιμανδρίτης. Από το 1955 ως το 1957 έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του, εξελέγη επίσκοπος Ράσκας και Πρίζρεν, στο Κόσσοβο.


Περιστατικά από τη διακονία του

Ό Παύλος υπήρξε οσιακή μορφή. Η διακονία του ως επισκόπου Ράσκας και Πρίζρεν ήταν μαρτυρική εν μέσω προπηλακισμών και διωγμών. Μια φορά σε στάση λεωφορείου στο Πρίζρεν κάποιος Αλβανός τον χαστούκισε. Το καλυμμαύχι και ο Επίσκοπος επήγαν σε αντίθετη κατεύθυνση! Ο αρχιερέας σηκώθηκε, πήρε το καλυμμαύχι, και συνέχισε τον δρόμο του.

Φρόντιζε πολύ περισσότερο για τούς άλλους, παρά για τον εαυτό του. Τον έβλεπαν πολλές φορές στη σκαλωσιά να επιδιορθώνει τις στέγες των ναών. Στην έδρα της επαρχίας του δεν είχε αρχιεπισκοπικό μέγαρο, αλλά ένα κελί, χωρίς τηλέφωνο και χωρίς προσωπικό γραμματέα, μόνον μία γραφομηχανή, όπου ο ίδιος έγραφε τις επιστολές. Ταξίδευε πολλές φορές σε βαγόνια με κατεστραμμένα παράθυρα, όπου το χιόνι σκέπαζε τα καθίσματα. Πολλούς, ακόμη και μεταξύ των Επισκόπων, αιφνιδίασε το ότι ό Παύλος εξελέγη στον Πατριαρχικό θρόνο. Δεν είχε προβληθεί καθόλου από τα ΜΜΕ!

Ανέλαβε τα πατριαρχικά του καθήκοντα σε μια από τις δυσκολότερες περιόδους της σερβικής ιστορίας και υπήρξε σύμβολο ενότητας τού σερβικού λαού. Παρά τις πολλές υποχρεώσεις του, ζούσε γνήσιο μοναχικό βίο. Λειτουργούσε κάθε πρωί στο παρεκκλήσιο τού Πατριαρχείου και κάθε βράδυ ήταν παρών στον Μητροπολιτικό ναό κατά την εσπερινή ακολουθία. Χαρακτηριστικά είναι και τα ακόλουθα περιστατικά:

Κατά την παραμονή του στην Ελλάδα για μεταπτυχιακές σπουδές, όποτε περνούσε το λεωφορείο έξω από Εκκλησία σηκωνόταν όρθιος για να κάνει τον σταυρό του. Σε ερώτηση αγιορείτη συνοδού του εξήγησε: Μα οι στρατιώτες, όταν συναντούν αξιωματικό σηκώνονται όρθιοι. Πόσο μάλλον εμείς οι χριστιανοί όταν συναντάμε τον Δεσπότη Χριστό, ο Οποίος βρίσκεται ένσαρκος μέσα στα αρτοφόρια των εκκλησιών μας.

Τελειώνοντας κάποτε τη συνεδρίαση της Σερβικής Συνόδου, ξεκίνησε κατά τη συνήθεια του να πάει στον Εσπερινό στον Καθεδρικό Ναό. Βγαίνοντας είδε στο πάρκινκ ένα πλήθος από πολυτελή αυτοκίνητα και ρώτησε:

-Σε ποιόν ανήκουν αυτά τα αυτοκίνητα;
-Είναι των Επισκόπων πού ήρθαν για τη Σύνοδο, μακαριότατε, του απάντησαν.

-Ω, ο Θεός να τους φυλάει. Με τί θα κυκλοφορούσαν άραγε εάν δεν είχαν δώσει τη μοναχική υπόσχεση της ακτημοσύνης;

Ο διάκονος που συνόδευε τον Πατριάρχη διηγείται για το μάθημα πού πήρε μια φορά που πήγαιναν στην Εκκλησία Μπάνοβο Μπρντό.

-Με τί θα πάμε, με το αυτοκίνητο; ρώτησε ό διάκονος.

-Όχι, με το λεωφορείο, απάντησε κατηγορηματικά ο Πατριάρχης.

-Μα το λεωφορείο είναι πάντα γεμάτο και ή ζέστη είναι αποπνιχτική. Και δεν είναι και κοντά.

-Έτσι θα πάμε, του λέει κοφτά ο Πατριάρχης.

-Μακαριότατε, είναι καλοκαίρι, ο κόσμος πηγαίνει για μπάνιο στο νησάκι Τσιγκάλια και οι πιο πολλοί είναι ημίγυμνοι, δεν είναι σωστό...

-Πάτερ, του λέει ήσυχα ο Πατριάρχης, ο καθένας βλέπει ό,τι θέλει!

Αρνούνταν πολλές φορές να πάρει το μισθό του και αρκούνταν στη σύνταξη πού είχε ως πρώην Επίσκοπος Ράσκα και Πρίζρεν. Τα ρούχα και τα παπούτσια του τα διόρθωνε μόνος... Του έμεναν και χρήματα από τη μικρή του σύνταξη, τα όποια έδινε στους φτωχούς και σε άλλες αγαθοεργίες.

Όταν οι ιεράρχες είχαν ζητήσει το 1962 αύξηση μισθών ό Παύλος, επίσκοπος τότε, είχε πει έκπληκτος: «Γιατί να γίνει αύξηση, αφού δε μπορούμε να ξοδέψουμε ούτε αυτά που έχουμε;».

Οι κάτοικοι του Βελιγραδίου συναντούσαν συχνά τον Πατριάρχη στο δρόμο ή στο λεωφορείο. Μια φορά, ενώ περπατούσε κατευθυνόμενος στο Πατριαρχείο, σταμάτησε δίπλα του μια Μερσεντές, τελευταίο μοντέλο. Στο τιμόνι ήταν ο ιερέας μιας πλούσιας ενορίας του Βελιγραδίου.

-Μακαριότατε, παρακαλώ επιτρέψτε μου να σας πάω όπου επιθυμείτε, του λέει περιποιητικά.

Ό Πατριάρχης μόλις ανέβηκε ρώτησε:

-Πατέρα, ποιανού είναι αυτό το πολυτελές αυτοκίνητο;

-Δικό μου, Μακαριότατε!

-Σταμάτα αμέσως! τον διέταξε ο Πατριάρχης.

-Κατέβηκε, έκανε ταπεινά το σημείο τού σταυρού, τον ευλόγησε και του είπε: Ό Θεός να σε προστατεύει!


Από την επικήδεια ομιλία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου

«Αποτελεί, αδελφοί, κοινόν μυστικόν της ανά την Οικουμένην Εκκλησίας ότι ο από Ράτσκας και Πρεζρένης μακαριστός Πατριάρχης των Σέρβων Παύλος ο Στόϊτσεβιτς δεν ήτο εις συνήθων μέτρων Πρωθιεράρχης. Άλλωστε και η μορφή αυτού και η όλη παρουσία ήκτινοβόλει οσιότητα και δικαιοσύνην! Αδαμάντινος το ήθος, εθελουσίως πάμπτωχος, ασκητής υπενθυμίζων τους αρχαίους Πατέρας της ερήμου, νηστευτής, αδιαλείπτως προσευχόμενος, πράος, ειρηνικός και ταπεινός τη καρδία, αλλά και μαχητής ανυποχώρητος και Ουσιαστικός οσάκις παρίστατο ανάγκη, πύρινος λειτουργός του ιερού θυσιαστηρίου, πνευματέμφορος,... ευρυμαθής θεολόγος, προφητικός κήρυξ του Ευαγγελίου, φιλάδελφος, φιλότεκνος, ελεημονέστατος, ... διαλλακτικός, ειρηνοποιός, ..., υπήρξε στοιχείον μέγα της Εκκλησίας των ήμερων μας, φέρον έκτυπον την σφραγίδα τής αγιότητας! Και αυτοί οι θύραθεν αντελαμβάνοντο ότι είχαν να κάμουν με προσωπικότητα ασυνήθη, με άνδρα άλλων μέτρων, άλλης ποιότητας, και εσέβοντο αυτόν, ακόμη και όταν δεν συνέκλιναν αι απόψεις και θέσεις των. Ο Θεός τον εχάρισεν εις την Εκκλησίαν την κατάλληλον στιγμήν, τότε ακριβώς που ο λαός του και η πατρίς του τον εχρειάζοντο περισσοτέρων!


ΠΗΓΗ:
“ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΣ”,
«Η ΔΡΑΣΙΣ ΜΑΣ»

Λόγοι και συμβαντα από τη ζωή του μακαριστού Πατριάρχου Σερβίας κυρού Πάυλου(1)




Η μοναχικη υπόσχεση της ακτημοσύνης
Τελειώνοντας η σύνεδρίαση της Σερβικής Συνόδου στο Βελιγράδι,ο πατριάρχης Παύλος ξεκίνησε κατά τη συνήθεια του να πάει στον εσπερινό στον Καθεδρικό Ναό.Βγαίνοντας είδε στο πάρκινγκ ένα πλήθος από πολυτελή μαύρα αυτοκίνητα και ρώτησε:
-Σε ποιόν ανήκουν αυτά τα αυτοκίνητα;
-Είναι των επισκόπων που ήρθαν για τη σύνοδο μακαριώτατε,του απάντησε ένας ιερέας που τον συνόδευε.
Ω,ο Θεός να τους φυλάει.Με τι θα κυκλοφορούσαν άραγε εάν δεν είχαν δώσει τη μοναχική υπόσχεση της ακτημοσύνης;

Ο καθένας βλέπει ότι θέλει
Ο διάκονος που συνόδευε τον πατριάρχη στις εξόδους του στο Βελιγράδι διηγείται για το μάθημα που πήρε από αυτόν μια φορά που πήγαιναν στην εκκλησία Μπάνοβο Μπρντο.
-Με τι θα πάμε, με το αυτοκίνητο;ρώτησε ο διάκονος.
-Όχι,με το λεωφορείο!,απάντησε κατηγορηματικά ο Πατριάρχης.
-Μα το λεωφορείο είναι πάντα γεμάτο και η ζέστη είναι αποπνιχτική.Και δεν είναι και κοντά.
-Ετσι θα πάμε του λεει κοφτά ο πατριάρχης.
-Μακαριώτατε,προσπαθούσε να τον πείσει ο διάκονος.,είναι καλοκαίρι ο κοσμος πηγαίνει για μπάνιο στο νησάκι Τσιγκάλια και οι πιο πολλοί είναι ημίγυμνοι,δεν είναι σωστό…
-Πάτερ.του λέει ήσυχα ο πατριάρχης,ο καθένας βλέπει ότι θέλει!

Αύξηση;Για ποιόν λόγο;
Ο πατριάρχης αρνούνταν πολλές φορές να πάρει και το μισθό του και αρκούνταν στη σύνταξη που είχε ως πρώην επίσκοπος Ράσκα και Πρίζρεν.Τα ρούχα του και τα παπουτσια του τα διόρθωνε μόνος…Του έμεναν και χρήματα από τη μικρή του σύνταξη τα οποία έδινε στους φτωχους και σε άλλες αγαθοεργείες.


Διηγούνται κάποιοι ότι όταν οι ιεράρχες ζητησαν το 1962 αυξηση μισθών ο Παύλος-επίσκοπος τότε-είπε έκπληκτος:’’Γιατί να γίνει αύξηση αφου δε μπορουμε να ξοδεψουμε ούτε αυτά που έχουμε;

ΠολυτέλειαΟι κάτοικοι του Βελιγραδίου συναντουσαν συχνά τον πατριάρχη Παύλο στο δρόμο,στο τραμ ή στο λεοφωρείοΜια φορά ενώ περπατούσε επί της λεοφώρου Πέτρος ο Α΄κατευθυνόμενος προς το πατριαρχείο σταματησε δίπλα του μια Μερσεντες,τελευταιο μοντέλο.Στο τιμόνι ήταν ο ιερέας μιας πλουσιας βελιγραδινής ενορίας
-Μακαριώτατε, παρακαλώ επιτρεψτε μου να σας πάω όπου επιθυμείτε του λέει περιποιητικά
Ο πατριάρχης μόλις ανέβηκε ρώτησε:
-Πατέρα, ποιανού είναι αυτό το πολυτελές αυτοκίνητο;
-Δικό μου μακαριώτατε!
-Σταματα αμεσως! τον διέταξε ο πατριαρχης
Κατέβηκε έκανε ταπεινά το σημείο του σταυρου,τον ευλογησε και του είπε:
O Θεός να σε προστατεύει!

-Αρθρο του Jovan Janjic από την εφημεριδά ‘’Nasa Rec’’772/13-2-2004
-Η πρώτη φώτο είναι από το www.eph.md
-H δεύτερη έχει τραβηχτεί από εμένα στον Καθεδρικό Ναό Ιασιου-Ρουμανιας Οκτωβριος 1994

Ο Πατριάρχης Σερβίας Παύλος


+ Ο Πατριάρχης Σερβίας ΠαύλοςΑπεβίωσε σε ηλικία 95 ετών ο Πατριάρχης τής Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας Παύλος. Τήν εξόδιο Ακολουθία τέλεσε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος. Ο ταφή του έγινε, όπως ο ίδιος επιθυμούσε, στήν Ι. Μονή τών Αρχαγγέλων Μιχαήλ καί Γαβριήλ, 11 χιλιόμετρα έξω από τό Βελιγράδι, στό προάστιο Ρακόβιτσα.
Ο μακαριστός Πατριάρχης Σερβίας Παύλος, κατά κόσμον Γκόικο Στόιτσεβιτς, γεννήθηκε στίς 11 Σεπτεμβρίου 1914 στό χωριό Κούτσαντσι τής Σλαβονίας (σήμερα ανήκει στήν Κροατία). Έμεινε ορφανός σέ μικρή ηλικία. Σπούδασε στήν Θεολογική Σχολή τού Βελιγραδίου. Μετά τό Β' Παγκόσμιο Πόλεμο πήγε ξανά στό Βελιγράδι, ως πρόσφυγας καί εργάστηκε σέ διάφορες δουλειές γιά νά επιβιώσει. Εργάστηκε ακόμη καί ως οικοδόμος. Τό 1948 εκάρη μοναχός καί μέχρι τό 1955 ανήκε στήν Μονή Ράτσια. Τό 1954 χειροτονήθηκε ιερομόναχος καί τό 1957 χειροθετήθηκε αρχιμανδρίτης. Από τό 1955 ως τό 1957 έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Επιστρέφοντας στήν πατρίδα του, εξελέγη επίσκοπος Ράσκας καί Πρίζρεν, στό Κόσοβο. Εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Πεκίου, Μητροπολίτης Βελιγραδίου καί Κάρλοβτσι καί Πατριάρχης Σερβίας τήν 1η Δεκεμβρίου 1990 μέ τόν αποστολικό τρόπο, δηλαδή μέ κλήρωση από εκλεγέν τριπρόσωπο. Αναφέρεται ότι είναι ίσως ο μοναδικός τών Μητροπολιτών ο οποίος δέν επιθυμούσε νά εκλεγή Πατριάρχης.
Ο Παύλος ανέλαβε ως επικεφαλής τής Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας λίγο πρίν τήν αιματηρή κατάρρευση τής πρώην Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας, αλλά η Ορθόδοξη Εκκλησία ανέκτησε μεγάλη επιρροή στόν πληθυσμό τήν περίοδο πού άσκησε τά καθήκοντά του. Κατάφερε νά ποιμάνη τούς Σέρβους σέ μιά εποχή δύσκολη, μετά τήν διάλυση τής Γιουγκοσλαβίας καί νά γίνη σύμβολο ενότητας τού σερβικού λαού εν μέσω τών πολέμων πού ακολούθησαν. Επρόκειτο γιά μιά ασκητική μορφή. Εξίσου ασκητική ήταν καί η ζωή του. Τόν Οκτώβριο τού 2008 ζήτησε νά παραιτηθή από τόν θρόνο, αλλά αυτό δέν έγινε δεκτό από τήν Σύνοδο τής Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Τά τελευταία χρόνια τής ζωής του ο μακαριστός Παύλος αντιμετώπιζε αρκετά προβλήματα υγείας. Μάλιστα, είχε εισαχθεί στό στρατιωτικό νοσοκομείο στό Βελιγράδι πρίν από δυό χρόνια γιά διάφορα προβλήματα υγείας. (Amen.gr).
+ Ο Πατριάρχης Σερβίας ΠαύλοςΗ πολιτική ηγεσία τής Σερβίας χαρακτήρισε τό θάνατο τού πατριάρχη Παύλου μεγάλη απώλεια, ενώ τόν χαρακτήρα καί τό έργο του εξήραν καί ηγέτες γειτονικών χωρών. Θρησκευτικοί ηγέτες άλλων δογμάτων εξέφρασαν, επίσης, τήν θλίψη τους γιά τόν θάνατο τού Πατριάρχη τών Σέρβων, επισημαίνοντας ότι σέ στιγμές δοκιμασίας γιά τίς ανθρώπινες αξίες, τήν δεκαετία τού '90, δέν παρασύρθηκε από τό μίσος καί τόν φανατισμό, διδάσκοντας πάντα τήν αγάπη καί τήν συμβίωση τών λαών.
Ο Πατριάρχης Παύλος ήταν ιδιαίτερα αγαπητός καί είχε χαρακτηρισθή από τόν κόσμο ως «ζωντανός άγιος», χάρη στήν απλοϊκότητα τού βίου του καί τήν επιμονή του γιά τήν εφαρμογή τών διδαχών τού Ευαγγελίου στίς ανθρώπινες σχέσεις.–

Ο Θεός πρέπει να έχει θρονιαστεί στην καρδιά μαςΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΠΑΡΑΙΑΝ. ΧΩΡΙΣ ΦΩΣ ΦΩΤΙΣΜΕΝΟΣ.


  Ο Θεός πρέπει να έχει θρονιαστεί στην καρδιά μας
Στο Αγιον Όρος λένε ένα λόγο: η καρδιά μου έχει μόνο εισόδους. Δεν έχει εξόδους. Όποιος μπήκε μέσα στην ψυχή μου δεν μπορεί πλέον να βγει από εκεί. Να προσέχουμε όλοι αυτά τά λόγια και να αναρωτιόμαστε: μέσα στην καρδιά μας υπάρχουν μόνο είσοδοι ή υπάρχουν και έξοδοι; Ή υπάρχουν περισσότερες έξοδοι παρά είσοδοι; Αν η καρδιά μας είναι δομημένη όπως θέλει ο Θεός, τότε δεν έχει άλλο τίποτε παρά εισόδους. Εισόδους από τις οποίες μπαίνει εντός μας πρωτίστως ο Θεός και καταλαμβάνει τη θέση Του.
Βρήκα γραμμένο κάπου στην Άλμπα ’Ιουλία: «’Άν στην καρδιά σου ο Θεός δεν καταλαμβάνει την πρώτη θέση, δέ βρίσκεται σε καμιά θέση». Τώρα θα ήθελα να διορθώσω λίγο αυτή την έκφραση ως έξης:«’Άν ο Θεός στην καρδιά σου δεν κατέχει την πρώτη θέση, τότε δέ βρίσκεται στη θέση που του αρμόζει». Ο Θεός πρέπει να καταλαμβάνει στην καρδιά μας την πρώτη θέση. Μετά την τοποθέτηση του Θεού στην πρώτη θέση στην καρδιά μας, ας μπούνε και οι υπόλοιποι άνθρωποι διά του Θεού και με το λογισμό του Θεού. Να μη σκεφτόμαστε τους ανθρώπους, χωρίς να λαμβάνουμε υπ’ όψιν το Θεό. Όπως τά πράγματα δεν μπορείς να τα δεις παρά περικυκλωμένα με το φως, το ίδιο και τούς ανθρώπους γύρω μας να τούς βλέπουμε περικυκλωμένους μέσα στο φως.
Να συμπληρώνουμε εμείς αυτό πού δεν μπορούν οι ίδιοι να αποκτήσουν, να συμπληρώνουμε ότι τους λείπει και να τους κάνουμε δικούς μας, να τους έχουμε μέσα στην ψυχή μας για το Θεό και ενώπιων του Θεού. Ο Θεός να είναι στην πρώτη θέση στη ζωή μας, στη θέση πού του αρμόζει.
Είπα ότι η καρδιά μου έχει μόνο εισόδους, εξόδους δεν έχει. Δεν αποκλείω κανέναν από την καρδιά μου- όσοι μπήκαν μέσα παραμένουν. Ξέρετε γιατί; Γιατί όλες τις φιλίες μου τις προγραμμάτισα για την αιωνιότητα. Ίσως να με αποχωριστεί κάποιος ως φίλο, αλλά εγώ δεν τον αποχωρίζομαι από την ψυχή μου ως φίλο. Γιατί; Γιατί υπάρχει εντολή του Θεού να αγαπάμε ο ένας τον άλλο, υπάρχει εντολή να αγαπάμε τον πλησίον μας, τον αδελφό μας, όχι μόνο αυτούς πού συμπαθούμε, αλλά και αυτούς πού δέ συμπαθούμε, αλλά κάνουμε και γι’ αυτούς χώρο στην καρδιά μας για τη δόξα του Θεού. Αν κάνουμε αυτό, τότε τηρούμε τα λόγια του π. Σεραφείμ Ποπέσκου: «Να ξεπερνάς τον εαυτό σου και να προσφέρεσαι».
Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέει: «Όταν προσφέρεις κάτι, η χαρά του προσώπου σου να είναι μεγαλύτερη από αυτό το πράγμα πού προσφέρεις, ώστε να δει ότι δίνεις κάτι από τον εαυτό σου, όχι κάτι πού βρίσκεται δίπλα σου». Σίγουρα στην αρχή υπάρχει η κατάσταση του ελεήμονα καλού Σαμαρείτη: να δίνει αλλά έπειτα, με τον καιρό και με τη χάρη του Θεού, δίνεις και την ίδια τη χαρά του να προσφέρεις, δίνεις και την καρδιά σου όπως οι μυροφόρες γυναίκες έδωσαν την καρδιά τους στο Χριστό όταν προετοίμασαν αρώματα για να αλείψουν το σώμα Του. Ό Κύριος δέχτηκε την τιμή τους, δέχτηκε την καρδιά τους, που ήταν γεμάτη τιμή για το πρόσωπό Του, δέ δέχτηκε ομοίως τά αρώματα, γιατί αναστήθηκε.
Η αγάπη εμπεριέχει και την τιμή. Όταν αγαπάς κάποιον, τότε και τον τιμάς, εκπληρώνοντας έτσι την εντολή του Χριστού να τιμάς τους ανθρώπους. Στην Καινή Διαθήκη υπάρχει η προς Φιλήμονα επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Αυτή την επιστολή την έγραψε ο Απόστολος Παύλος, προκειμένου να ενδυναμώσει ένα δούλο πού έφυγε από το σπίτι του Φιλήμονα. Στη φυλακή ο Απόστολος Παύλος συνάντησε το δούλο, τον κέρδισε για την πίστη, έστειλε πίσω το δούλο στον αφέντη του και του έδωσε στα χέρια μία επιστολή, την προς Φιλήμονα επιστολή. Είναι πολύ χαρμόσυνο γεγονός ότι αυτή η επιστολή έφτασε μέχρι εμάς.
Στην επιστολή ο Απόστολος Παύλος επαινεί το Φιλήμονα ότι τιμάει τούς ανθρώπους, αναπαύει τούς ανθρώπους και λέει συγκεκριμένα: «…ότι τά σπλάγχνα των άγιων αναπέπαυται διά σου, αδελφέ» (στίχ. 7). Και στη συνέχεια, αποστέλλοντας τον ’Ονήσιμο στο Φιλήμονα, του λέει: «Όν ανέπεμψά σοί, αύτόν, τουτ’ εστιν τά έμά σπλάγχνα» (στίχ. 12). Δηλαδή, δέ σου στέλνω κάποιον πού βρίσκεται έξω από μένα, αλλά σου στέλνω αυτόν πού θέλω να ξέρεις ότι είναι τα ίδια τά σπλάγχνα μου μέσα σ’ αυτόν, γιατί τον αγαπώ. Δέξου τον, όπως θα δεχόσουν εμένα.
Αυτό βέβαια δεν είναι μία εξαιρετική επίδοση αλλά κάτι πού μπορούν να το κάνουν όλοι. Η καρδιά μας δένεται με τούς ανθρώπους πού αγαπάμε. Ή καρδιά μας δένεται με το Θεό που αγαπάμε και, αν αγαπάμε το Θεό, τότε σκεπάζουμε με αγάπη και τούς ανθρώπους.
Έτσι, όπως αναφέρει και η ποιήτρια Ζ. Λάτσκου στο ποίημα «Σέ έχω μέσα μου», όταν φέρεις κάποιον μέσα σου, τον σκεπάζεις με την αγάπη σου. Έτσι μας σκεπάζει ο Θεός με την αγάπη Του. Έτσι να περικυκλώνουμε το Θεό με την αγάπη μας. Έτσι να σκεπάζουμε τούς ανθρώπους που αγαπάμε. Να δώσει ο Θεός να σκεπάσουμε όσο πιο πολλούς με την αγάπη μας, για να είμαστε μακάριοι. Να έχουμε μακαριότητα από την μακαριότητα της αγάπης. Να έχουμε ενδυνάμωση από το θεμέλιο της πίστεώς μας.
Επιθυμώ να βάλω μέσα στην καρδιά σας την πίστη πού εκφράζεται με έμπρακτη αγάπη, να βάλω μέσα στην καρδιά την αλήθεια ότι, όση πίστη και να έχω, αν δεν έχω αγάπη, δεν είμαι ικανοποιημένος. Επιθυμώ να βάλω μέσα στην καρδιά σας τη σκέψη ότι η αγάπη πού δείχνουμε, αν δέ συνοδεύεται από την πίστη, δεν είναι αληθινή αγάπη, αλλά είναι μία αγάπη αμφιταλαντευόμενη.
Ενώ, όταν η αγάπη θεμελιώνεται πάνω στην πίστη, τότε την έχουμε πάντοτε μέσα μας και δεν είναι δυνατόν να μάς λείψει ποτέ η αγάπη για τούς δικούς μας, για τούς φίλους, για τούς συναδέλφους, για τούς ανθρώπους με τούς οποίους σχετιζόμαστε.
 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΠΑΡΑΙΑΝ. ΧΩΡΙΣ ΦΩΣ ΦΩΤΙΣΜΕΝΟΣ.
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2014/06/blog-post_625.html

Ο Γέροντας Θεόφιλος απαντά σε πιστούςΘεόφιλος Παραϊάν, Χωρίς φως, φωτισμένος»,



– Είπατε και τότε ακόμη, όταν έχουμε πειρασμούς, να πηγαίνουμε στην εκκλησία.
Αν αισθανόμαστε ότι έχουμε πειρασμούς, άλλου είδους σκέψεις και δεν μπορούμε να συγκεντρωθούμε, τότε να συνεχίσουμε την ακολουθία ή να φύγουμε από αυτήν;

Η λύση δεν είναι να φύγεις αλλά να βρεις να κάνεις κάτι άλλο, να αλλάξεις τις σκέψεις σου. Ο νους έχει την ιδιότητα να διασκορπίζεται και όλοι έχουμε τον πειρασμό να εγκλωβιστεί ο νους μας σε ενέργειες που δεν επιθυμούμε και σε σκέψεις που δε θα μπορούσαμε να φανερώσουμε οπουδήποτε και οποτεδήποτε. Όμως, το σημαντικό είναι να οδηγήσουμε το νου εκεί που πρέπει, ν’ απομακρύνουμε τους κακούς λογισμούς με τη βοήθεια των καλών λογισμών.

– Όταν μας έρχεται νύστα;

Όταν νυστάζουμε, να κοιμόμαστε καλύτερα στο σπίτι, για να μη νυστάζουμε πλέον. Τι συμβαίνει σ’ αυτή την περίπτωση: Και σε μένα καμιά φορά έρχεται νύστα , τί να κάνω… Δε θα το ήθελα να νυστάζω, αλλά μου συμβαίνει, γιατί όταν δεν είμαι ξεκούραστος, δεν είναι δυνατόν να μη μου συμβεί. Όταν με ρώτησε ο π. Ιωαννίκιος Μπαλάν- ο Θεός να τον σκεπάζει- στις «Πνευματικές Συνομιλίες» τί κάνω για να διώξω την νύστα , του είπα ότι κοιμάμαι! Πιστεύω πως αυτό είναι το καλύτερο που μπορεί να κάνει κανείς, όταν θέλει να απομακρύνει την νύστα.

Όταν ήλθα εδώ στο μοναστήρι, οι πατέρες που ήταν τότε εδώ έλεγαν ότι έρχεται ο εχθρός και σου φέρνει ύπνο το βράδυ, για να μην μπορέσεις να προσευχηθείς. Ασφαλώς δε συμφωνούσα πάντοτε μ’ αυτή τη θέση, γιατί έλεγα ότι, αν ο εχθρός έρχεται το βράδυ, θα έπρεπε να έρχεται και το πρωί , γιατί και το πρωί προσευχόμαστε και ούτε το πρωί του αρέσει να προσευχόμαστε. Τότε γιατί δεν έρχεται το πρωί; Αυτό σημαίνει ότι δεν πρόκειται για το διάβολο, αλλά για κάτι άλλο, για την κούραση! Δε χρειάζεται να τα φορτώνουμε όλα στον διάβολο.

Στο χωριό μας ήταν μια γυναίκα η οποία , όταν της ερχόταν το βράδυ ο ύπνος κατά τα νυχτέρια, έλεγε: «Μου έρχεται ο ύπνος, στείλ’ τον Κύριε». Αν οι ύπνος είναι μια ευλογία του Θεού, τότε γιατί να μην μας τον στείλει; Καμιά φορά κοιμάμαι και όρθιος και όταν ξυπνάω , λέω στον εαυτό μου: «πού βρίσκομαι;». Βέβαια αυτό είναι μία αδυναμία. Αλλά σίγουρα δε θα με καταδικάσει ο Θεός γιατί κοιμήθηκα. Ίσως με καταδικάσει, γιατί δεν κοιμήθηκα αρκετά στο κελλί μου, αλλά ούτε και αυτό μπορεί πάντοτε να γίνεται.
Διαβάστε εδώ:  Το μεγαλύτερο κατόρθωμα είναι ο άνθρωπος να πλησιάσει τον Θεό και να ενωθεί μαζί του

Περισσότερο μου αρέσει η ακολουθία κατά την οποία είμαι ξεκούραστος, γιατί τότε είμαι σε θέση να παρακολουθώ, να θέτω τον εαυτό μου απέναντι στα λόγια της ακολουθίας και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Αλλά βέβαια εσείς οι φοιτητές δεν έχετε πρόβλημα, αφού κοιμόσαστε μέχρι να ξεκουραστείτε και ιδιαίτερα τώρα στις διακοπές… Όμως, να μην κοιμόσαστε την ώρα που θα πρέπει να βρίσκεστε στην εκκλησία, την Κυριακή δηλαδή. Να ξυπνάτε νωρίτερα, για να πάτε στην εκκλησία. Και, αν συμβεί να κοιμηθείτε κατά τη διάρκεια της ακολουθίας, να προσέξετε τις αγιογραφίες εδώ στην εκκλησία και ιδιαίτερα τις σκηνές της Κρίσεως κατά τη Δευτέρα Παρουσία, για να δείτε τι συμβαίνει με αυτούς που κοιμούνται στην ακολουθία.

Λέγαμε προηγουμένως ότι είναι πολύ σημαντικό πράγμα η συμμετοχή στη θεία λειτουργία. Όμως εγώ πιστεύω ότι το κέντρο ή το ύψιστο σημείο της θείας λειτουργίας είναι η θεία μετάληψη. Παρά ταύτα, πολλοί χριστιανοί συμμετέχουν στη θεία λειτουργία, χωρίς να μεταλάβουν. Είναι αλήθεια ότι δεν μπορείς να μεταλάβεις χωρίς κάποια προετοιμασία.

– Πιστεύετε ότι οι άνθρωποι που ζουν μέσα στον κόσμο εμποδίζονται από το να μεταλαμβάνουν ακόμη και για τις σκέψεις και για τα μικρά παραπτώματα και μάλιστα για μια μακρά περίοδο ετών; Πιστεύετε ότι αυτό είναι μία σωστή αντιμετώπιση;

Όχι! Υπάρχουν αμαρτήματα τα οποία οι άνθρωποι τα διαπράττουν μέσα από μία αμαρτωλή συνήθεια: για παράδειγμα, όσοι δεν έχουν τελέσει εκκλησιαστικό γάμο και ζουν μαζί σαν παντρεμένοι, αυτοί δεν μπορούν να μεταλάβουν. Έπειτα, υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν κάποια πράγματα: έχουν εχθρούς, κάνουν απάτες και γενικά κάποια πράγματα που τους εμποδίζουν να πλησιάσουν το Θεό. Ο Απόστολος Παύλος αναφέρει καθαρά: «Δοκιμαζέτω δὲ ἄνθρωπος ἑαυτόν, καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω· ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρίμα ἐαυτῶ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου. διὰ τοῦτο ἐν ὑμὶν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοὶ» ( Α΄ Κορ. 11, 28-30 ).

Υπάρχουν πράγματα τα οποία δεν μπορείς να αγνοήσεις και πρέπει να τα έχεις υπ’ όψιν σου. Αλλά πιστεύω ότι θα μπορούσαν να μεταλάβουν πολλοί περισσότεροι άνθρωποι και πολύ πιο συχνά. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για ανθρώπους κάποιας ηλικίας που δε δεσμεύονται από κάποια αμαρτήματα, και μάλιστα άνθρωποι που τηρούν τις νηστείες. Εμείς δεν πρέπει να υποτιμήσουμε την θεία μετάληψη αλλά ούτε και να τη θεωρήσουμε ότι είναι μία ανταμοιβή γι’ αυτούς που ζουν μία εξαιρετική ζωή. Και τούτο γιατί, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας, η θεία κοινωνία δίνεται «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον». Όχι δηλαδή , διότι σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες και έφτασες στην αιώνια ζωή, αλλά για να σου συγχωρηθούν οι αμαρτίες και να λάβεις την αιώνια ζωή.
Επομένως , η θεία μετάληψη είναι μία βοήθεια, όχι μια ανταμοιβή, με την έννοια ότι ο άνθρωπος αυτός έζησε εξαιρετικά και πρέπει «να του δώσουμε τη θεία μετάληψη». Οι άνθρωποι πρέπει ν’ αναλογίζονται ότι η θεία μετάληψη είναι δώρο του Θεού και να μεταλαμβάνουν με αυτό το φρόνημα. Όχι δηλαδή να μεταλαμβάνουν , όπως συμβαίνει στις μέρες μας, ακόμη και με τη νοοτροπία «άντε, ας μεταλάβουμε!» .

Να ξέρετε, εγώ γενικά δεν προτρέπω ανθρώπους να μεταλαμβάνουν, αλλά να εξομολογούνται. Και βέβαια δεν εξομολογούνται! Και τότε, αφού δεν εξομολογούνται, σημαίνει ότι δεν τους ενδιαφέρει ούτε η θεία μετάληψη. Οι άνθρωποι, όταν δεν έχουν καλή διάθεση, όταν δεν ενδιαφέρονται γενικά γι’ αυτό το θέμα, τότε γιατί να τους προσφέρουμε και αυτή την ευκαιρία, αυτή τη δυνατότητα; Μόνο και μόνο γιατί αρέσει σε μένα;

Πηγή: «Ο Γέροντας Θεόφιλος Παραϊάν, Χωρίς φως, φωτισμένος», Μετάφραση- επιμέλεια: Πρωτοπρ. Κωνσταντίνος Καραϊσαρίδης, Εκδόσεις ΑΘΩΣ

Η σημαντικότητα του εκκλησιασμούΓέρων Θεόφιλος Παραϊάν



Γέρων Θεόφιλος Παραϊάν
Εγώ επιμένω σε όλους, να πηγαίνουν, αν όχι σε όλες τις ακολουθίες, τουλάχιστον στην θεία λειτουργία. Καί αν συμβεί κάποιος να μην πηγαίνει στη θεία λειτουργία, ούτε που κάθομαι να συνομιλήσω μαζί του! Γιατί δεν έχω να του πω τίποτε!

Γιά παράδειγμα:
Κάποιος, όταν τον ρώτησα τι κάνει την ώρα που θα έπρεπε να βρίσκεται στην εκκλησία, μου απάντησε: «Βλέπω τηλεόραση»!

Καί τότε του είπα: «Πρόσεξε, αυτό σημαίνει ότι μπροστά σου έχεις την τηλεόραση, ενώ στο Θεό έχεις γυρίσει την πλάτη σου. Άλλαξε λοιπόν. Πήγαινε στην εκκλησία, ώστε να έχεις μπροστά σου το Θεό, και πίσω σου την τηλεόραση».
Οι άνθρωποι πολλές φορές κάνουν απρόσεκτα κάποια πράγματα. Αν ρωτήσεις κάποιον, γιατί δεν πηγαίνει στην εκκλησία, σπάνια θα ακούσεις ότι δεν πιστεύει και γι᾿ αυτό δεν πηγαίνει στην εκκλησία. Στην πραγματικότητα όμως, αυτός είναι ο λόγος που δεν πηγαίνει στην εκκλησία.

Δεν πηγαίνει, γιατί:

• δεν έχει τόση πίστη, όση του χρειάζεται, για να πάει στην εκκλησία·

• δεν έχει τόση πίστη, όση χρειάζεται, για να παραμείνει στην εκκλησία·

• δεν έχει τόση πίστη, όση χρειάζεται, για να παρακολουθεί τις ακολουθίες της εκκλησίας.

Δεν είναι δυνατόν να γίνει πρόοδος πνευματική χωρίς έργα της πίστης. Η πίστη αυξάνει με τα έργα της πίστης.
Διαβάστε εδώ:  Θεία Λειτουργία: Το Μυστήριο των Μυστηρίων

• Αν οι πιστοί νηστεύουν, τότε και οι λιγότερο πιστοί πρέπει να νηστεύουν, για να έχουν έμπρακτη πίστη που θα τους ενισχύει στην πίστη.

• Αν οι πιστοί πηγαίνουν στην εκκλησία, πρέπει και ο λιγότερο πιστός να πάει, για να έχει, έστω, μία παρουσία στην εκκλησία!

Κάποιος μου είπε:
«Πάτερ, μου λέτε να πηγαίνω στην εκκλησία. Αλλά δεν μπορείτε να φανταστείτε, πόσες κακές σκέψεις, πόσα μολυσμένα πράγματα κουβαλάω μέσα μου».
Ξέρω ότι οι άνθρωποι είναι πολύ διαφορετικοί.
Αλλά ξέρω και ότι, χωρίς να πηγαίνεις εκεί όπου υπάρχει η δωρεά και η χάρη του Θεού, δεν μπορείς να δεχτείς χάρη Θεού.
Επομένως: Να πηγαίνεις όπως είσαι, όσο και αν οι σκέψεις σου είναι μολυσμένες, όσο και αν είναι κατώτερες! Να πηγαίνεις. Διότι μόνον έτσι μπορεί να έλθει ο καιρός που θα καθαρίσει το μυαλό σου και δε θα έχεις πιά τις βρώμικες σκέψεις που έχεις τώρα μέσα σου.

Η συμμετοχή στις ιερές ακολουθίες είναι μία διδασκαλία, είδος σχολείου! Μόνο όταν φοίτησα στη Θεολογική Σχολή διαπίστωσα, τι θησαυροί υπάρχουν στις ιερές ακολουθίες.

Ο Γέροντας Θεόφιλος απαντά σε πιστούς«Ο Γέροντας Θεόφιλος Παραϊάν



– Είπατε και τότε ακόμη, όταν έχουμε πειρασμούς, να πηγαίνουμε στην εκκλησία.
Αν αισθανόμαστε ότι έχουμε πειρασμούς, άλλου είδους σκέψεις και δεν μπορούμε να συγκεντρωθούμε, τότε να συνεχίσουμε την ακολουθία ή να φύγουμε από αυτήν;

Η λύση δεν είναι να φύγεις αλλά να βρεις να κάνεις κάτι άλλο, να αλλάξεις τις σκέψεις σου. Ο νους έχει την ιδιότητα να διασκορπίζεται και όλοι έχουμε τον πειρασμό να εγκλωβιστεί ο νους μας σε ενέργειες που δεν επιθυμούμε και σε σκέψεις που δε θα μπορούσαμε να φανερώσουμε οπουδήποτε και οποτεδήποτε. Όμως, το σημαντικό είναι να οδηγήσουμε το νου εκεί που πρέπει, ν’ απομακρύνουμε τους κακούς λογισμούς με τη βοήθεια των καλών λογισμών.

– Όταν μας έρχεται νύστα;

Όταν νυστάζουμε, να κοιμόμαστε καλύτερα στο σπίτι, για να μη νυστάζουμε πλέον. Τι συμβαίνει σ’ αυτή την περίπτωση: Και σε μένα καμιά φορά έρχεται νύστα , τί να κάνω… Δε θα το ήθελα να νυστάζω, αλλά μου συμβαίνει, γιατί όταν δεν είμαι ξεκούραστος, δεν είναι δυνατόν να μη μου συμβεί. Όταν με ρώτησε ο π. Ιωαννίκιος Μπαλάν- ο Θεός να τον σκεπάζει- στις «Πνευματικές Συνομιλίες» τί κάνω για να διώξω την νύστα , του είπα ότι κοιμάμαι! Πιστεύω πως αυτό είναι το καλύτερο που μπορεί να κάνει κανείς, όταν θέλει να απομακρύνει την νύστα.

Όταν ήλθα εδώ στο μοναστήρι, οι πατέρες που ήταν τότε εδώ έλεγαν ότι έρχεται ο εχθρός και σου φέρνει ύπνο το βράδυ, για να μην μπορέσεις να προσευχηθείς. Ασφαλώς δε συμφωνούσα πάντοτε μ’ αυτή τη θέση, γιατί έλεγα ότι, αν ο εχθρός έρχεται το βράδυ, θα έπρεπε να έρχεται και το πρωί , γιατί και το πρωί προσευχόμαστε και ούτε το πρωί του αρέσει να προσευχόμαστε. Τότε γιατί δεν έρχεται το πρωί; Αυτό σημαίνει ότι δεν πρόκειται για το διάβολο, αλλά για κάτι άλλο, για την κούραση! Δε χρειάζεται να τα φορτώνουμε όλα στον διάβολο.

Στο χωριό μας ήταν μια γυναίκα η οποία , όταν της ερχόταν το βράδυ ο ύπνος κατά τα νυχτέρια, έλεγε: «Μου έρχεται ο ύπνος, στείλ’ τον Κύριε». Αν οι ύπνος είναι μια ευλογία του Θεού, τότε γιατί να μην μας τον στείλει; Καμιά φορά κοιμάμαι και όρθιος και όταν ξυπνάω , λέω στον εαυτό μου: «πού βρίσκομαι;». Βέβαια αυτό είναι μία αδυναμία. Αλλά σίγουρα δε θα με καταδικάσει ο Θεός γιατί κοιμήθηκα. Ίσως με καταδικάσει, γιατί δεν κοιμήθηκα αρκετά στο κελλί μου, αλλά ούτε και αυτό μπορεί πάντοτε να γίνεται.
Διαβάστε εδώ:  Το μεγαλύτερο κατόρθωμα είναι ο άνθρωπος να πλησιάσει τον Θεό και να ενωθεί μαζί του

Περισσότερο μου αρέσει η ακολουθία κατά την οποία είμαι ξεκούραστος, γιατί τότε είμαι σε θέση να παρακολουθώ, να θέτω τον εαυτό μου απέναντι στα λόγια της ακολουθίας και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Αλλά βέβαια εσείς οι φοιτητές δεν έχετε πρόβλημα, αφού κοιμόσαστε μέχρι να ξεκουραστείτε και ιδιαίτερα τώρα στις διακοπές… Όμως, να μην κοιμόσαστε την ώρα που θα πρέπει να βρίσκεστε στην εκκλησία, την Κυριακή δηλαδή. Να ξυπνάτε νωρίτερα, για να πάτε στην εκκλησία. Και, αν συμβεί να κοιμηθείτε κατά τη διάρκεια της ακολουθίας, να προσέξετε τις αγιογραφίες εδώ στην εκκλησία και ιδιαίτερα τις σκηνές της Κρίσεως κατά τη Δευτέρα Παρουσία, για να δείτε τι συμβαίνει με αυτούς που κοιμούνται στην ακολουθία.

Λέγαμε προηγουμένως ότι είναι πολύ σημαντικό πράγμα η συμμετοχή στη θεία λειτουργία. Όμως εγώ πιστεύω ότι το κέντρο ή το ύψιστο σημείο της θείας λειτουργίας είναι η θεία μετάληψη. Παρά ταύτα, πολλοί χριστιανοί συμμετέχουν στη θεία λειτουργία, χωρίς να μεταλάβουν. Είναι αλήθεια ότι δεν μπορείς να μεταλάβεις χωρίς κάποια προετοιμασία.

– Πιστεύετε ότι οι άνθρωποι που ζουν μέσα στον κόσμο εμποδίζονται από το να μεταλαμβάνουν ακόμη και για τις σκέψεις και για τα μικρά παραπτώματα και μάλιστα για μια μακρά περίοδο ετών; Πιστεύετε ότι αυτό είναι μία σωστή αντιμετώπιση;

Όχι! Υπάρχουν αμαρτήματα τα οποία οι άνθρωποι τα διαπράττουν μέσα από μία αμαρτωλή συνήθεια: για παράδειγμα, όσοι δεν έχουν τελέσει εκκλησιαστικό γάμο και ζουν μαζί σαν παντρεμένοι, αυτοί δεν μπορούν να μεταλάβουν. Έπειτα, υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν κάποια πράγματα: έχουν εχθρούς, κάνουν απάτες και γενικά κάποια πράγματα που τους εμποδίζουν να πλησιάσουν το Θεό. Ο Απόστολος Παύλος αναφέρει καθαρά: «Δοκιμαζέτω δὲ ἄνθρωπος ἑαυτόν, καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω· ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρίμα ἐαυτῶ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου. διὰ τοῦτο ἐν ὑμὶν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοὶ» ( Α΄ Κορ. 11, 28-30 ).

Υπάρχουν πράγματα τα οποία δεν μπορείς να αγνοήσεις και πρέπει να τα έχεις υπ’ όψιν σου. Αλλά πιστεύω ότι θα μπορούσαν να μεταλάβουν πολλοί περισσότεροι άνθρωποι και πολύ πιο συχνά. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για ανθρώπους κάποιας ηλικίας που δε δεσμεύονται από κάποια αμαρτήματα, και μάλιστα άνθρωποι που τηρούν τις νηστείες. Εμείς δεν πρέπει να υποτιμήσουμε την θεία μετάληψη αλλά ούτε και να τη θεωρήσουμε ότι είναι μία ανταμοιβή γι’ αυτούς που ζουν μία εξαιρετική ζωή. Και τούτο γιατί, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας, η θεία κοινωνία δίνεται «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον». Όχι δηλαδή , διότι σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες και έφτασες στην αιώνια ζωή, αλλά για να σου συγχωρηθούν οι αμαρτίες και να λάβεις την αιώνια ζωή.
Επομένως , η θεία μετάληψη είναι μία βοήθεια, όχι μια ανταμοιβή, με την έννοια ότι ο άνθρωπος αυτός έζησε εξαιρετικά και πρέπει «να του δώσουμε τη θεία μετάληψη». Οι άνθρωποι πρέπει ν’ αναλογίζονται ότι η θεία μετάληψη είναι δώρο του Θεού και να μεταλαμβάνουν με αυτό το φρόνημα. Όχι δηλαδή να μεταλαμβάνουν , όπως συμβαίνει στις μέρες μας, ακόμη και με τη νοοτροπία «άντε, ας μεταλάβουμε!» .

Να ξέρετε, εγώ γενικά δεν προτρέπω ανθρώπους να μεταλαμβάνουν, αλλά να εξομολογούνται. Και βέβαια δεν εξομολογούνται! Και τότε, αφού δεν εξομολογούνται, σημαίνει ότι δεν τους ενδιαφέρει ούτε η θεία μετάληψη. Οι άνθρωποι, όταν δεν έχουν καλή διάθεση, όταν δεν ενδιαφέρονται γενικά γι’ αυτό το θέμα, τότε γιατί να τους προσφέρουμε και αυτή την ευκαιρία, αυτή τη δυνατότητα; Μόνο και μόνο γιατί αρέσει σε μένα;

Πηγή: «Ο Γέροντας Θεόφιλος Παραϊάν, Χωρίς φως, φωτισμένος», Μετάφραση- επιμέλεια: Πρωτοπρ. Κωνσταντίνος Καραϊσαρίδης, Εκδόσεις ΑΘΩΣ

Ο Άγιος Φιλούμενος επεμβαίνει για την απεξάρτηση ναρκομανούς!


Ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλούμενος (1913-1979).
Η Ελένη Ν., η οποία κατάγεται από τη Ρόδο, ήταν για επτά χρόνια χρήστης ναρκωτικών. Παρόλο που είχε κάνει κάποιες προσπάθειες απεξάρτησης, εντούτοις πάλι επέστρεφε στα ίδια.
Δεν μπορούσε να εργαστεί και η σχέση της με την οικογένεια της είχε γίνει πολύ δύσκολη.
Σε μια τελευταία προσπάθεια της μητέρας της για να τη βοηθήσει, μετέβησαν στην Αθήνα, όπου εισήχθη σε κέντρο απεξάρτησης. Εκεί όμως δεν συνεργαζόταν καθόλου με τους ειδικούς· φώναζε, θύμωνε, χτυπούσε.
Η μητέρα της απελπισμένη προσευχόταν στον Άγιο Φιλούμενο, για τον οποίο είχε ακούσει πολλά, και τον παρακαλούσε να την βοηθήσει.
Μια μέρα η Ελένη ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Όταν αποκοιμήθηκε, η μητέρα της κλαίγοντας προσευχήθηκε πάλι στον Άγιο Φιλούμενο.
Ταυτόχρονα παρακάλεσε και κάποιο γνωστό της να ψάλλει εκείνη την ώρα τον Παρακλητικό του κανόνα.
Όταν αργότερα ξύπνησε η Ελένη, ήταν συγκλονισμένη από ένα πολύ παράξενο όνειρο που είχε δει. Είδε στον ύπνο της ότι έτρωγε με μανία ένα μαύρο γάτο.
Ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά της ένας ιερέας, ο οποίος της άρπαξε τον γάτο και της είπε αυστηρά:
– Φτάνει πια! Δεν θα ξαναφάς άλλο απ’ αυτό!
Η Ελένη σαστισμένη του είπε:
– Ποιος είσαι εσύ και πώς βρέθηκες εδώ;
Ο ιερέας της απάντησε:
– Είμαι από την Κύπρο, αλλά ήλθα τώρα προσωρινά στην Αθήνα για να σε βοηθήσω.
Η Ελένη μετά το όνειρο ξύπνησε με εντελώς διαφορετική διάθεση, συνεργάστηκε με τους ειδικούς και σε σύντομο χρονικό διάστημα γύρισε στο σπίτι της.
Τώρα είναι καλά, εργάζεται κανονικά και η σχέση της με τους οικείους της έχει αποκατασταθεί.
Από το βιβλίο ο “Άγιος Ιερομάρτυς Φιλούμενος ο Κύπριος”, έκδοση Ιεράς Μονής Αγίου Νικολάου, Ορούντα Κύπρος.

† Γέροντας Πλακίδας Ντεσέιγ, Καθηγούμενος Ι.Μ. Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου στη Γαλλία Οι Κολλυβάδες του Άθωνα και η ελληνική φιλοκαλία


Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης (1453), οι ανθρωπιστές του Βυζαντίου, που αντιπροσώπευαν την αντίθεση προς το παλαμικό ρεύμα, μετανάστευσαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους στη Δύση, όπου πήραν ενεργό μέρος στην Αναγέννηση. Κάτω από την τουρκική κυριαρχία, οι ορθόδοξοι χριστιανοί συσπειρώθηκαν γύρω από την Εκκλησία τους, που είχε αρχίσει να αναζωογονείται κατά τους τελευταίους αιώνες της αυτοκρατορίας με την ανανέωση του ησυχασμού.
Περιορισμένοι στις συνθήκες των δήμων, ταπεινωμένοι, καταπονημένοι από φόρους, υποταγμένοι στις άδικες φορολογήσεις και καταδιώξεις των Οθωμανών υπαλλήλων, εξασθενημένοι από πολλούς εξισλαμισμούς, βρέθηκαν ξαφνικά βυθισμένοι σε μεγάλη κοινωνική και πολιτιστική αθλιότητα. Μερικά ελληνικά σχολεία μπόρεσαν να επιβιώσουν μέσα στις μεγάλες πόλεις· αλλά στην ύπαιθρο μόνο τα κρυφά σχολειά, που συχνά λειτουργούσαν τη νύχτα στις ενορίες και στα μοναστήρια, παρείχαν μια στοιχειώδη μόρφωση. Ο ίδιος ο κλήρος υπέφερε συχνά από τη μεγάλη άγνοια και δεν μπορούσε να ασκήσει το λειτούργημα του κηρύγματος.

Αυτή την εποχή, η Δύση γνώριζε μία κατάσταση τελείως διαφορετική. Η ελευθερία, που απολάμβαναν τα ευρωπαϊκά έθνη, ευνοούσε μια πλατιά ανάπτυξη του πολιτισμού κάτω από όλες τις μορφές. Η ανανέωση της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας μετά τη σύνοδο του Τριδέντου (Trento, 1545-1563), είχε επιτρέψει μια αξιοσημείωτη άνθιση της πνευματικής ζωής. Ωστόσο, από το 16ο αιώνα, πεποιθήσεις ορθολογιστικές, θεϊστικές η άθεες είχαν εξαπλωθεί σ’ ένα μέρος της αστικής τάξης και της αριστοκρατίας. Αυτό το ρεύμα της σκέψης απλώθηκε και παρουσιάστηκε σε όλη του τη δόξα το 18ο αιώνα με τη φιλοσοφία του Διαφωτισμού. Οι ιδέες διαδόθηκαν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής, κυρίως από τους Γάλλους φιλοσόφους με επικεφαλής το Βολταίρο, και κέρδισαν την ανώτερη διανόηση της Ευρώπης.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο ακριβώς απλώνεται, τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Ρωσία και τη Ρουμανία, η μεγάλη πνευματική ανανέωση της Ορθοδοξίας. Η δημοσίευση της Φιλοκαλίας κατέχει σ’ αυτήν μια κεντρική θέση. Ευνοημένη σε κάποιο βαθμό από τη διανοητική ανάπτυξη του Διαφωτισμού, παρουσιάστηκε την ίδια στιγμή στις ορθόδοξες χώρες σαν ένα αντίδοτο στο μαχόμενο αντιχριστιανισμό του.
Στην Ελλάδα, μυητής της ανανέωσης υπήρξε ο Ευγένιος Βούλγαρις (1716-1806). Καταγόμενος από την Κέρκυρα, κτήση ενετική τότε, μορφώθηκε στην Ιταλία και στη συνέχεια έγινε μοναχός στην Πάτμο. Αυθεντικά εκκλησιαστικός άνθρωπος, αλλά ταυτόχρονα πολύ ανοιχτός στη φιλοσοφία του Διαφωτισμού, θαυμαστής και μεταφραστής του Βολταίρου, του οποίου τα αντικαθολικά επιχειρήματα κρατεί αλλά ανασκευάζει τον αντιχριστιανισμό, ο Βούλγαρις ήθελε να προωθήσει τη διανοητική αναγέννηση, την ηθική και πνευματική του ελληνικού έθνους. Είχε την πρόθεση να θεμελιώσει αυτή την ανανέωση πάνω στη βάση της ορθόδοξης παράδοσης, αλλά υποτάσσοντάς τη σε μία μορφή, που εκείνος θεωρούσε απαραίτητη.
Στις προσπάθειές του τον ενθάρρυνε ο πατριάρχης της Πόλης Κύριλλος ο Ε΄. που το 1753 τον έθεσε επικεφαλής της Ακαδημίας, που άρχισε να ιδρύει στον Άθωνα. Αλλά οι Αθωνίτες, που ανησυχούσαν με τους νεωτερισμούς του Βουλγάρεως, συμμάχησαν εναντίον του, τον κατήγγειλαν στον πατριάρχη Κύριλλο Ε΄, τον εξανάγκασαν να εγκαταλείψει τα έργα του (1758) και, τέλος, κατέστρεψαν το ίδιο το κτίριο της Αθωνικής Ακαδημίας.
[paze_end]
Ο Βούλγαρις είχε μαθητές, που μπόρεσαν να διατηρήσουν το καλύτερο μέρος της έμπνευσής του διορθώνοντας ταυτόχρονα τις αντιφάσεις και εξουδετερώνοντας τους κινδύνους της διδασκαλίας του. Οι κυριότεροι είναι ο Νικηφόρος Θεοτόκης (1731-1800), στον οποίο οφείλουμε την πρώτη έκδοση (editio princeps) του αγίου Ισαάκ του Σύρου⋅ ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός (1714-1779), που άφησε το Άγιον Όρος, για να αφιερώσει στον ελληνικό λαό μία εξαιρετική κηρυκτική δράση, που εστέφθη από το μαρτύριο. Ο Αθανάσιος ο Πάριος (1722-1813), που αφού έγινε μαθητής του Βουλγάρεως στην αθωνική Ακαδημία, όπως και του διαδόχου του Νεοφύτου του Καυσοκαλυβίτου (1713-1784), υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το Όρος εξ αιτίας εσωτερικών διχογνωμιών (τη «διαμάχη των κολλύβων», που θα εξηγήσουμε πιο κάτω). Μετά την αναχώρησή του διηύθυνε τη σχολή της Χίου, που έγινε μία από τις σπουδαιότερες «εθνικές σχολές» της Ελλάδας.
Ο Νεόφυτος ο Καυσοκαλυβίτης και ο Αθανάσιος ο Πάριος ήταν στενά συνδεδεμένοι με δύο άλλες προσωπικότητες: Τον άγιο Μακάριο της Κορίνθου (1731-1809) και τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη (1748-1809). Ο πρώτος, διευθυντής της σχολής της Κορίνθου, έγινε επίσκοπός της στα 1764· υποχρεωμένος ν’ απαρνηθεί την έδρα του για λόγους πολιτικών συνθηκών, μπόρεσε ν’ αφιερωθεί απόλυτα στην πνευματική ανανέωση της Ελλάδας, της οποίας έγινε ο κύριος εμπνευστής. Ο δεύτερος, αφού συνάντησε τον άγιο Μακάριο και αγιορείτες μοναχούς εμψυχωμένους από το ίδιο πνεύμα, έγινε μοναχός στο Άγιον Όρος το 1775. Επρόκειτο να αναπτύξει μια ευρεία φιλολογική δραστηριότητα σε όλους τους χώρους των εκκλησιαστικών γραμμάτων.

Οι μοναχοί, που συγκεντρώθηκαν γύρω από το Μακάριο της Κορίνθου και το Νικόδημο τον Αγιορείτη, έλαβαν το όνομα Κολλυβάδες για το ρόλο που έπαιξαν σε μία διχογνωμία, που τάραξε το Άγιον Όρος κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα. Επικρατούσε να κάνουν μνημόσυνα το Σάββατο και να ευλογούν τα κόλλυβα. Μοναχοί της σκήτης της αγίας Άννας, φροντίζοντας περισσότερο για τα οικονομικά τους συμφέροντα, παρά για το σεβασμό της Παράδοσης, είχαν μεταφέρει τη μνημόνευση των νεκρών στην Κυριακή, ώστε να διαθέτουν το Σάββατο για την πώληση των εργοχείρων τους. Οι κολλυβάδες αντιστάθηκαν σ’ αυτή την αλλαγή, διότι η Κυριακή, υπόμνηση εβδομαδιαία της ανάστασης, είναι ασυμβίβαστη με το πένθος και τις τελετές που το ανακαλούν. Η διαμάχη συνεχίστηκε επί πολύ και γνώρισε πολλές φάσεις. Το πραγματικό αντικείμενο της διαμάχης ξεπερνούσε πολύ τη γενεσιουργό αιτία. Επρόκειτο στ’ αλήθεια για μία σύγκρουση μεταξύ των οπαδών μιας στενής προσήλωσης στο τυπικό, διατεθειμένων να συμβιβασθούν με μια παράδοση, που το νόημά της δεν αντιλαμβάνονταν, και των πρωταγωνιστών μιας βαθιάς πνευματικής ανανέωσης. Αυτοί οι τελευταίοι εκτιμούσαν ότι θα μπορούσαν να τη στηρίξουν μόνο σε μια μεγάλη πιστότητα στην αγιοπατερική διδασκαλία και στο σεβασμό της Λειτουργικής παράδοσης και των κανόνων της πρώτης Εκκλησίας.
Τέτοιο ήταν πραγματικά το ευρύ σχέδιο των Κολλυβάδων. Να γιατί είχαν επιχειρήσει μια μεγάλη εκδοτική εργασία των Πατέρων της Εκκλησίας, χωρίς να εξαιρέσουν τους ησυχαστές του 14ου αιώνα, διότι ο παλαμισμός τούς φαινόταν ως η άκρα εφαρμογή της πατερικής παράδοσης. Ο Νικόδημος ο Αγιορείτης είχε ετοιμάσει την πλήρη έκδοση των έργων του Γρηγορίου Παλαμά. Το χειρόγραφο δυστυχώς χάθηκε, όταν το τυπογραφείο της Βενετίας, όπου το είχε εμπιστευθεί, έκλεισε κατά διαταγήν της αυστριακής κυβέρνησης. Είχε καταστραφεί από το στρατό που ερευνούσε για προπαγανδιστικά επαναστατικά κείμενα απευθυνόμενα στους Έλληνες από τον Βοναπάρτη.
Στα 1777, ο Μακάριος της Κορίνθου ήλθε να μείνει στο Άγιον Όρος. Άρχισε να ψάχνει για χειρόγραφα. Ανακάλυψε τονΕυεργετινό. πολύτιμη ανθολογία ασκητικών κειμένων, που είχε συγκεντρώσει ο Παύλος, κτίτωρ της μονής του Ευεργέτου στην Κωνσταντινούπολη. Ο Ευεργετινός περιείχε επίσης φιλοκαλικές συλλογές ησυχαστικών κειμένων της εποχής μεταξύ 4ου και 14ου αιώνα. Με μεγάλο ζήλο φρόντισε ν’ αντιγραφούν και πριν φύγει από τον Άθωνα εμπιστεύθηκε στο Νικόδημο τον Αγιορείτη την επιμέλεια της δημοσίευσης του Ευεργετινού, όπως και της πραγματείας του Περί της συχνής μεταλήψεως. Του ανέθεσε επίσης να ετοιμάσει για το τυπογραφείο τη Φιλοκαλία, πλουτίζοντάς την με πρόλογο και βιογραφικές σημειώσεις των παρουσιαζομένων συγγραφέων.
Η ελληνική Φιλοκαλία τυπώθηκε στη Βενετία το 1782. Το σύνολο των αντιτύπων μεταφέρθηκε στην Ελλάδα. Οι συνθήκες της έκδοσής της την έχουν στενά συνδέσει όχι μόνο με τον αθωνικό μοναχισμό αλλά και με την ευρύτερη κίνηση της πνευματικής ανανέωσης του ελληνικού λαού. Σ’ αυτήν είχαν αφιερωθεί οι Κολλυβάδες, που θέλησαν να τη στηρίξουν ταυτόχρονα στη λειτουργική ζωή, στην παράδοση της πατερικής διδασκαλίας και στην εσωτερική ζωή με κέντρο την καρδιακή προσευχή.
Πηγή: Από το βιβλίο «Φιλοκαλία», εκδ. Ακρίτας.

† Γέροντας Πλακίδας Ντεσέιγ, Καθηγούμενος Ι.Μ. Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου στη Γαλλία Ποτέ δεν έλειψαν από το Άγιον Όρος οι έμπειροι πνευματικοί πατέρες


Από το κεφάλαιο “Το Άγιον Όρος και η Εκκλησία στη Γαλλία (από το 1987)”, του βιβλίου του μακαριστού Aρχιμανδρίτη, π. Πλακίδα Ντεσέιγ (Deseille) (1926-2018), “Η πορεία μου προς την Ορθοδοξία”, μπορείτε να διαβάσετε την ενότητα το “Άγιον Όρος”.
Ο Αρχιμανδρίτης, π. Πλακίδας Deseille (1926-2018) Καθηγούμενος Ι. Μ. Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου στη Γαλλία.
Μετά από λίγο καιρό φύγαμε για το Άγιο Όρος. Η γνώση μας για την ορθόδοξη Εκκλησία και το μοναχισμό της ήταν ακόμη εξωτερική και ανεπαρκής. Η δυνατότητα να λάβουμε σ’ ένα μοναστήρι μια σοβαρή μύηση σ’ αυτό το είδος ζωής αποτελούσε μια ανεκτίμητη χάρη.
Η μονή Σίμωνος Πέτρας ήταν πολύ γνωστή, τόσο για την πνευματική προσωπικότητα του ηγουμένου της, όσο και για τη ζωντάνια και το πνευματικό σφρίγος της αδελφότητας της.
Πολλές φορές καθολικοί μοναχοί είχαν γίνει εκεί δεκτοί πολύ αδελφικά, και τα προβλήματα και οι πραγματικότητες της Δύσεως ήταν πολύ καλά γνωστά και κατανοητά.
Η πρώτη παραμονή μας στον Άθωνα πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 1971. Στη Δύση τότε μιλούσαν για παρακμή και κατάπτωση του Αγίου Όρους και πολλοί δεν παρέλειπαν να προλέγουν την πλήρη εξαφάνιση του αθωνικού μοναχισμού στο πολύ προσεχές μέλλον.
Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρα, Άγιον Όρος.
Αυτό το πρώτο ταξίδι, μας είχε ήδη επιτρέψει να καταλάβουμε ότι οι κατηγορίες της «παρακμής» ή, αντίστροφα, της «ανανεώσεως» είναι αρκετά αταίριαστες, όταν μιλούμε για τον ορθόδοξο μοναχισμό. Φέρνουν στο νου μας κυρίως την εξωτερική, κοινωνιολογική και στατιστική όψη των πραγμάτων. Η ουσία, ωστόσο, βρίσκεται στην εσωτερική ζωή, η οποία ξεφεύγει από εξετάσεις αυτής της τάξεως. Υπήρξε, πράγματι, μια τεράστια πτώση στους αριθμούς.
Οφειλόταν, σε ό,τι άφορα τους Σλαύους, στις συνέπειες της εγκαταστάσεως του σοβιετικού καθεστώτος στη Ρωσία και, σε ό,τι άφορα τους Έλληνες, στην αναγκαστική έξοδο του 1922, που κατέστρεψε τον ακμαίο ελληνικό Χριστιανισμό της Μικράς Ασίας, και αργότερα στο Β’ παγκόσμιο πόλεμο και τον εμφύλιο πόλεμο.
O Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης.
Ωστόσο, η ελάττωση αυτή του αριθμού των μοναχών το 1971 ανακοβόταν και εμφανιζόταν η άνοδος. Στη συνέχεια, η άνοδος αυτή θα επιταχυνόταν μ’ έναν ανέλπιστο ρυθμό. Χάρη στην άφιξη πολυαρίθμων δοκίμων και νέων μοναχών, τα μοναστήρια που δεν αριθμούσαν πια παρά μερικούς γέροντες θα ξανάπαιρναν ζωή το ένα μετά το άλλο.
Πρέπει να διευκρινίσουμε πως αυτοί οι νέοι μοναχοί, τους οποίους συναντούμε παντού σήμερα στον Άθωνα, δεν ισχυρίζονται καθόλου ότι ανανεώνουν ή αλλάζουν σ’ ο,τιδήποτε τη μοναχική ζωή. Αντίθετα, ο στόχος τους είναι μάλλον να επαναλάβουν τις πιο παραδοσιακές και τις πιο αυστηρές μορφές ζωής, εγκαταλείποντας τους μετριασμούς του ιδιόρρυθμου βίου. Θέλουν να είναι μαθητές και επωφελούνται από την πείρα πνευματικών Πατέρων πολύ μεγάλης αξίας, που ποτέ δεν έλειψαν στο Άγιο Όρος.
Ο Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ.
Γνωρίζουμε στη Γαλλία, χάρη στο βιβλίο του π. Σωφρονίου [π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ (1896-1993), ιδρυτής και ηγούμενος Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στο Έσεξ της Αγγλίας], το γέροντα Σιλουανό [Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (1866-1938)], ο οποίος έζησε στο Όρος από το 1892 ως το 1938. Την ίδια εποχή, όμως, υπήρχε στο Όρος ένας αξιόλογος αριθμός μοναχών που δεν ήταν καθόλου κατώτερος απ’ αυτόν σε ό,τι άφορα τη δύναμη της πνευματικής τους ζωής.
Πολλά μοναστήρια διευθύνονται τώρα από πνευματικούς Πατέρες που οι ίδιοι καθοδηγήθηκαν από έναν ησυχαστή, τον γέροντα Ιωσήφ [Γ. Ιωσήφ ο Ησυχαστής (1898 – 1959)], που πέθανε το 1959 και του οποίου θαυμάσιες πνευματικές επιστολές δημοσιεύτηκαν στην Ελλάδα.
Εγκαλούμε συχνά τους μοναχούς του Αγίου Όρους για την αντίθεσή τους στον οικουμενισμό και τους κατηγορούμε ευχαρίστως πως θυσιάζουν την αγάπη χάρη της αλήθειας. Από το πρώτο ταξίδι μας – ενώ ακόμη είμασταν ρωμαιοκαθολικοί, και η σκέψη να γίνουμε ορθόδοξοι μας ήταν εντελώς ξένη -, υπήρξε για μας πολύ εύκολο να εκτιμήσουμε πόσο ξέρουν οι μοναχοί του Όρους να συνδυάζουν μια αγάπη πολύ λεπτή και πολύ περιποιητική προς τα πρόσωπα, όποιες κι αν είναι οι πεποιθήσεις τους κι οπουδήποτε κι αν ομολογιακά ανήκουν, με την ανυποχώρητη στάση σε δογματικά ζητήματα. Εξάλλου, γι’ αυτούς ο πλήρης σεβασμός της αλήθειας είναι ένα από τα πρώτα καθήκοντα, που τους επιβάλλει η αγάπη προς τον άλλο.
Ο Γέροντας, π. Ιωσήφ και η συνοδεία του.
Δεν έχουν καμιά ιδιαίτερη δογματική τοποθέτηση και ομολογούν απλώς την πίστη της ορθόδοξης Εκκλησίας:
«Η Εκκλησία είναι μία. Αυτή η μία και αληθινή Εκκλησία, η οποία διαφυλάσσει τη συνέχεια της εκκλησιαστικής ζωής, δηλαδή την ενότητα της Παραδόσεως, είναι η Ορθοδοξία. Το να δεχτούμε ότι αυτή η μία και αληθινή Εκκλησία, υπό μορφή καθαρή, δεν υπάρχει στη γη και ότι περιέχεται μερικά στους διαφόρους ‘κλάδους’, αυτό θα σήμαινε (…) πως δεν πιστεύουμε στην Εκκλησία και στον Αρχηγό της»*.
Απλώς, οι Αθωνίτες επιθυμούν αυτή η πεποίθηση να εμφανίζεται στην πράξη. Δεν μπορούν να επιδοκιμάσουν ενέργειες ή λόγους που θα φαίνονταν πως περικλείουν μια πρακτική αναγνώριση της θεωρίας των «κλάδων». Η ενότητα των χριστιανών, την οποία θεωρούν σημαντική, όσο κι οποιοσδήποτε, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά με την προσχώρηση των μη ορθοδόξων στην ολοκληρία και το πλήρωμα της αποστολικής πίστεως.
Αυτή δεν θα μπορούσε να είναι ο καρπός συμβιβασμών και προσπαθειών που γεννιούνται από έμπνευση ανθρώπινη και φυσική για την ενότητα μεταξύ των ανθρώπων, και η οποία δεν θα απέδιδε μεγάλη σημασία στην παρακαταθήκη που είναι εμπιστευμένη στην Εκκλησία. Σε ζητήματα οικουμενισμού, όπως και πνευματικής ζωής, η στάση του Αγίου Όρους υπαγορεύεται από αυστηρότητα και διάκριση.
Πρέπει να γνωρίζουμε να ελέγχουμε τόσο τις παρορμήσεις του συναισθήματος όσο και τα επιχειρήματα του πνεύματος, και κυρίως να αρνούμαστε ν’ «αρέσουμε στους ανθρώπους», αν θέλουμε ν’ αρέσουμε στο Θεό και να εισέλθουμε στη Βασιλεία του.
* Σεργίου Boulgakov, L’ Orthodoxie, Λωζάνη 1980, σσ.101-102.
Από το βιβλίο του Αρχιμανδρίτη Πλακίδα Deseille «Η πορεία μου προς την Ορθοδοξία», σε μετάφραση του Αρχιμανδρίτη Συμεών Κούτσα (εκδόσεις Ακρίτας).

† Γέροντας Πλακίδας Ντεσέιγ, Καθηγούμενος Ι.Μ. Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου στη Γαλλία Το Άσμα Ασμάτων ως θεία αποκάλυψη



Η αγάπη του Χριστού για τον καθένα μας είναι απολύτως ακλόνητη και αψεγάδιαστη. Η οικειότητα μαζί του δεν μπορεί να χαθεί, εκτός κι αν πάψουμε εκούσια να επικοινωνούμε, με το θέλημά του και με το Πνεύμα του. Μόνο η δική μας βούληση μπορεί να βάλει φραγμό – ή να υψώσει τείχος- ανάμεσα σε Αυτόν και σε μας. Ο Χριστός μάς κοιτάζει, τότε, με την ίδια αγάπη, αλλά και μες στη θλίψη του ερωτευμένου που διαψεύστηκε, όπως κοίταζε τον Πέτρο μετά την άρνησή του: «και υπεμνήσθη Πέτρος του λόγου του Κυρίου, ως είπεν αυτώ ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι απαρνήση με τρις· και εξελθών έξω ο Πέτρος έκλαυσε πικρώς» (Λουκ. 22,61-62).
Open Bible
Ύστερα από κάθε σφάλμα. όσο βαρύ και αν είναι, ύστερα από κάθε στιγμή χλιαρότητας, πρέπει να επιστρέψουμε σε κείνον, με την καρδιά συντριμμένη, αλλά και με απόλυτη εμπιστοσύνη, με απόλυτη βεβαιότητα ότι όχι μόνο μας έχει συγχωρήσει αλλά και ότι μας αγαπάει απεριόριστα: «Αναστήσομαι δη και κυκλώσω εν τη πόλει, εν ταις αγοραίς και εν ταις πλατείαις και ζητήσω ον ηγάπησεν η ψυχή μου…» (Άσμ. Ασμ. 3,2), Και ο Κύριος, ενώ εμείς θα είμαστε ακόμη μακριά, θα μας διακρίνει και θα πλημμυρίσει από συμπόνια. Θα τρέξει να μας αγκαλιάσει σφιχτά και να μας καταφιλήσει, όπως ο πατέρας τον άσωτο υιό (Λουκ. 15.20).
Αν επιστρέψουμε σε κείνον, αναγνωρίζοντας την αδυναμία μας, εξομολογούμενοι το αμάρτημά μας, απελπισμένοι ολότελα με τον εαυτό μας, αλλά δείχνοντάς του την απόλυτη εμπιστοσύνη μας και περιμένοντας τα πάντα από κείνον, τότε θα νιώσει μεγαλύτερη χαρά για μας απ’ ό,τι για τα ενενήντα εννέα πρόβατα που δεν οδηγήθηκαν στην απώλεια (Λουκ. 15, 67), κι εμείς θα ξαναβρούμε την όλο φως και στοργή στενή σχέση μαζί του.
Αυτή η εγγύτητα με τον Χριστό μπορεί να γίνει λιγότερο ή περισσότερο «αισθητή» από τις πνευματικές μας αισθήσεις. Αυτό έχει σχετικά μικρή σημασία, ή μάλλον εξαρτάται από τη χάρη του Χριστού. Η φυσική μας αισθαντικότητα δεν μπορεί να αντιληφθεί τίποτε από τις πνευματικές πραγματικότητες. Αν το επιχειρήσει, θα οδηγηθεί σίγουρα στην ψευδαίσθηση. Η πνευματική αισθαντικότητα είναι το αποτέλεσμα μιας μεταμόρφωσης της ύπαρξής μας από το Άγιο Πνεύμα. Και κείνο που το Πνεύμα διεγείρει, πάνω απ’ όλα, μέσα μας όταν αρχίζει να εκδηλώνεται είναι το αίσθημα της μετάνοιας, η συντριβή της καρδιάς, και μια εσωτερική τάση να εμπιστευθούμε αυτό που μας λέει ο Θεός, το λόγο του που περιέχεται στην Αγία Γραφή και μεταδίδεται από την Εκκλησία του.
Μονάχα η πίστη αυτή στο λόγο του Θεού μάς κάνει να γνωρίσουμε ό,τι ο Θεός μάς έχει αποκαλύψει για την ύπαρξή του, ό,τι έχει αποφασίσει ελεύθερα για λογαριασμό μας και ό,τι πραγματοποιεί για μάς. Οι «πνευματικές αισθήσεις» συνίστανται απλώς σε μια πίστη πιο ζωντανή, πιο ενδόμυχη, καλύτερα εναρμονισμένη με το θεϊκό αντικείμενό της, χάρη στην πρόοδο μας ως προς την αγάπη για τον πλησίον.
Πρέπει, λοιπόν, πάνω απ’ όλα, να θεμελιώσουμε την πνευματική μας ζωή πάνω στην πίστη στο λόγο του Θεού. Γιατί για μάς το έχει πει -και πού άλλου το έχει πει καλύτερα απ’ ό,τι στο Άσμα Ασμάτων- κι εμείς το ξέρουμε ότι ο Χριστός μάς αγαπά, ότι θέλει να βρίσκεται διαρκώς κοντά μας, και ότι αφουγκράζεται, όχι μόνο αυτό που του λέμε, αλλά και το κάθε σκίρτημα της καρδιάς μας, καθώς την εμψυχώνει το Άγιο Πνεύμα: «οφθαλμοί αυτού ως περιστεραί επί πληρώματα υδάτων λελουσμέναι εν γάλακτι, καθήμεναι επί πληρώματα υδάτων, σιαγόνες αυτού ως φιάλαι του αρώματος φύουσαι μυρεψικά» (Άσμ. Ασμ. 5, 12-13). «Την έπιθυμίαν των πενήτων εισήκουσεν Κύριος, την ετοιμασίαν της καρδίας αυτών προσέσχεν το ους σου» (Ψαλμ. 9.38).
Η πίστη αυτή σε ό,τι ο Θεός μάς έχει αποκαλύψει από τα σχέδια της καρδιάς του, είναι, λοιπόν, ό,τι πιο θεμελιώδες για τις πνευματικές μας αισθήσεις. Μας επιτρέπει να γνωρίσουμε, με μεγάλη βεβαιότητα, τις θεϊκές πραγματικότητες που διαφεύγουν, όπως είναι φυσικό, από τη φυσική νόηση και αισθαντικότητά μας, αλλά που ο Θεός καταδέχτηκε να μας αποκαλύψει.
Το Άσμα Ασμάτων είναι λόγος του Θεού, αποκάλυψη των σχεδίων του για μάς. Αυτή η μεγαλειώδης αποκάλυψη, που ο απόηχός της διαπερνά ολόκληρη τη Βίβλο, θα βρει την ολοκλήρωσή της στα ίδια τα λόγια του Χριστού, που, στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, θα μας πει ότι ο Πατέρας μάς αγαπά όπως αγαπά τον Υιό του, και ότι εμείς, αγαπώντας τον Υιό, αγαπάμε τον Πατέρα υποκινούμενοι ενδόμυχα από το Άγιο Πνεύμα.

† Γέροντας Πλακίδας Ντεσέιγ, Καθηγούμενος Ι.Μ. Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου στη Γαλλία π. Πλακίδας Deseille: «Η πορεία μου προς την Ορθοδοξία»



Ο μακαριστός π. Πλακίδας Deseille, μετά από μια πολύχρονη και επίπονη πνευματική αναζήτηση, το 1977 εισήλθε στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Σε ομιλία του στην Κύπρο περιγράφει την πορεία του και την μεταστροφή του από τον Ρωμαιοκαθολικισμό στην Ορθοδοξία και αναφέρει τους 2 σημαντικότερους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτό.
Ίδρυσε στην Γαλλία την Ι. Μονή Αγίου Αντωνίου νότια της Grenoble και το γυναικείο μοναστήρι της Αγίας Σκέπης κοντά στην πόλη Avignon, με την ευλογία του πρ. Καθηγουμένου της Ι. Μ. Σίμωνος Πέτρας Γέροντος Αιμιλιανού.

† Γέροντας Πλακίδας Ντεσέιγ, Καθηγούμενος Ι.Μ. Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου στη Γαλλία Το Άσμα Ασμάτων και η θεία αγάπη


Στη μνήμη του παπα-Εφραίμ από τα Κατουνάκια
Το Άσμα Ασμάτων είναι το κόσμημα της Παλαιάς Διαθήκης και, μαζί με το Ευαγγέλιο του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, το κέντρο της θείας Αποκάλυψης.
Περιέχει ένα συγκλονιστικό μήνυμα που εκφράζεται με ασυνήθιστη τόλμη: ο Χριστός, μονογενής Υιός του Θεού. τρέφει για την Εκκλησία του, για την Ύπεραγία Μητέρα του, που εικονίζει την Εκκλησία, και για τον καθένα μας, μιαν αγάπη τόσο βαθιά, τόσο δυνατή, τόσο προσωπική όσο και ο νεαρός σύζυγος για την αγαπημένη του. Κάθε χριστιανός καλείται σε αυτό το μυστήριο του γάμου με την Εκκλησία, στην ένωση μαζί της.
«Το Άσμα Ασμάτων». Έργο της Ελένης Τσερκάσοβα.
Αυτή η αγάπη είναι για τον Χριστό, αλλά και για μας, πηγή άμετρης, πλουσιοπάροχης, ανεξάντλητης χαράς.
Ο Χριστός περιμένει από μας μιαν αγάπη όμοια με εκείνη που νιώθει η αγαπημένη για τον αγαπημένο της, μιαν αγάπη που έχει όλη τη δροσιά της πρώτης αγάπης.
Εκστατικός από χαρά, ατενίζει την ομορφιά της συμβίας του, ομορφιά που είναι στην πραγματικότητα έργο δικό του, αντανάκλαση της λαμπρότητάς του -το ίδιο εκστατική από χαρά και κείνη, ατενίζει την ομορφιά του Αγαπημένου της: «ιδού ει καλή, η πλησίον μου, ιδού ει καλή, οφθαλμοί σου περιστεραί» (Ασμ. Ασμ. 1, 14) -«ιδού ει καλός ο αδελφιδός μου και γε ωραίος» (Άσμ. Ασμ. 1,15).
Εκείνος νιώθει χαρά και ευφροσύνη να βρίσκεται μαζί μας, να είναι μαζί μας, αλλά και για μας δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από το να τον νιώθουμε σύντροφο μας, να είμαστε ένα μαζί του, σε μια διαρκή ανταλλαγή αγάπης, μέσα στην πνοή του Αγίου Πνεύματος που μας θεώνει: «εξεγέρθητι, βορρά, και έρχου, νότε, διάπνευσον κήπον μου και ρευσάτωσαν αρώματά μου» (Ασμ. Ασμ. 4,16).
Βέβαια, στο Άσμα, η ανθρώπινη αγάπη χρησιμοποιείται αλληγορικά και το λεκτικό της πρέπει να ερμηνεύεται πνευματικά. Όμως. οι πνευματικές πραγματικότητες δεν είναι λιγότερο πραγματικές από τις υλικές, απτές, πραγματικότητες. Ούτε και η αγάπη είναι λιγότερο αληθινή, λιγότερο δυνατή, αν η ομορφιά που τη διεγείρει και την τρέφει είναι η πνευματική ωραιότητα του Άλλου και όχι τα φυσικά θέλγητρά του.
Η ομορφιά του συζύγου και της συζύγου του Άσματος δεν βρίσκεται στη σωματική όψη. Το Άσμα την επικαλείται μόνο και μόνο για να συμβολίσει την εσωτερική ομορφιά, την ομορφιά της αγάπης εκείνης που φτάνει να προσφέρει ακόμα και τη ζωή της στον Άλλον, αλλά και την ομορφιά της ταπείνωσης, της υπομονής και της γλυκύτητας…
Αυτή η αγάπη, για μιαν αγνή καρδιά, που της δόθηκε να έχει «οφθαλμούς ως περιστεράς», είναι πιο ελκυστική από τη φυσική ομορφιά, και όταν την ατενίζεις γίνεται πηγή άφατης χαράς και έκστασης.
Το φιλί και τα δείγματα τρυφερότητας, που επικαλείται το Άσμα, εικονίζουν τα δώρα που ο Χριστός καταθέτει, στους μυχούς της καρδιάς μας. Υποδηλώνουν τις προσφορές από το άγγιγμα της Χάρης του, που μας κάνουν να νιώσουμε και να δοκιμάσουμε τους ηδονικούς καρπούς του Αγίου Πνεύματος, δηλαδή «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία. χρηστότητα, αγαθοσύνη, πίστη, πραότητα, εγκράτεια» (Γαλ. 5, 22-23). «Κήπος κεκλεισμένος αδελφή μου νύμφη, κήπος κεκλεισμένος, πηγή εσφραγισμένη, αποστολαί σου παράδεισος ροών μετά καρπού ακροδρύων, κύπροι μετά νάρδων» (Ασμ. Ασμ. 4.12-13).
Όταν ατενίζουμε τη θεϊκή τελειότητα του Χριστού, του Αγαπημένου μας, όταν νιώθουμε στις καρδιές μας την ενδόμυχη σαγήνη και γλυκύτητα των πνευματικών αυτών χαρισμάτων που τον γεμίζουν και που κυλούν από εκείνον σ’ εμάς, ξεχειλίζουμε από μιαν εντελώς άλλης τάξης, αλλ’ ωστόσο πραγματική. χαρά και ηδονή, ασύγκριτα πιο στερεή και πιο βαθιά από εκείνην που νιώθουν οι γήινοι εραστές.
Διακρίνουμε, στα ενδόμυχα τούτα αγγίγματα της θείας χάρης, τις ενδείξεις και την έκφραση της άπειρης τρυφερότητας του Χριστού, που θέλει να ζήσουμε αληθινά τη δική του Ζωή, που θέλει να μην είμαστε πια παρά ένα μαζί του, ένα και μόνο Σώμα που το εμψυχώνει η ίδια Θεία Πνοή, που το διατρέχει η ίδια ουσία, μέσα σε μιαν ανταλλαγή αμοιβαίας αγάπης.
Κάθε κίνηση εσωτερική που το Πνεύμα διεγείρει μέσα μας, κάθε πόθος για το καλό, κάθε καλή έμπνευση που αισθανόμαστε, είναι οι ενδείξεις που γεννά εντός μας ο Αγαπημένος μας από μιαν αγάπη αληθινή, προσωπική, τρυφερή, όσο και αυτή που περιέχεται στα δείγματα τρυφερότητας ενός εγκόσμιου συζύγου προς την αγαπημένη του, αλλά και άπειρα πιο μεγάλη. «Ευώνυμος αυτού υπό την κεφαλήν μου, και η δεξιά αυτού περιλήμψεταί με» (Ασμ. Άσμ. 2,6).
Ο Χριστός δεν περιμένει από μάς να υποταχτούμε σ’ έναν ψυχρό και απρόσωπο ηθικό νόμο. Αλλά κάθε στιγμή της ζωής μας να αρνιόμαστε το θέλημα, τις προτιμήσεις, τις επιθυμίες μας, για να υπάκουμε στο λόγο και τις θεϊκές του εμπνεύσεις, για ν’ αφηνόμαστε με εμπιστοσύνη σε κάθε τι που εκείνος επιτρέπει να μας συμβεί, γιατί τον αγαπούμε, γιατί τον προτιμούμε από κάθε τι άλλο, και γιατί θέλουμε, σε κάθε περίσταση, να του δείχνουμε με τον τρόπο αυτό την αγάπη μας, σε ανταπόδοση της δικής του. Μια αγάπη που θα εκφράζεται με τα λόγια, τις προσευχές και τις πράξεις μας, ακόμα και με τη σιωπή μας, γεμάτη από εμπιστοσύνη και εγκατάλειψη, ενώπιον του.

H θεία και η ανθρώπινη αγάπη μέσα από το Άσμα Ασμάτων† Γέροντας Πλακίδας Ντεσέιγ, Καθηγούμενος Ι.Μ. Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου στη Γαλλία

[Προηγούμενη δημοσίευση:http://www.pemptousia.gr/?p=95879]
Διαβάζοντας το Άσμα, στο φως της εκκλησιαστικής Παράδοσης και της εμπειρίας των αγίων Πατέρων, μπορούμε να πούμε στον εαυτό μας: Είναι ολοφάνερο πως ο Κύριος ημών Ιησούς μάς αγαπά έτσι, εμάς, που είμαστε το Σώμα του, τα μέλη της Αγίας Συζύγου του, και ο καθένας μας έχει κληθεί να τον αγαπά κι αυτός έτσι, με μιαν αγάπη μοναδική.
Οι «χριστιανοί σύζυγοι» που έχουν σφραγίσει την αγάπη τους με τη σφραγίδα του Χριστού, μπορούν να ανακαλύψουν και να βιώσουν αυτή την οικειότητα με τον Χριστό μέσω του μυστηρίου της συζυγικής αγάπης: «οι άνδρες αγαπάτε τας γυναίκας εαυτών, καθώς και ο Χριστός ηγάπησε την εκκλησίαν… το μυστήριον τούτο μέγα εστίν» (Εφεσ, 5, 25, 32). Η αποστολική αυτή ρήση μάς φανερώνει όλο το μεγαλείο του χριστιανικού γάμου, και πόσο πιο κοντινός είναι στο μοναστικό ιδεώδες από την απλώς ανθρώπινη αντίληψη της συζυγικής ένωσης.
God is love2
Όμως ο μοναχός, καθώς έλεγε και ο πατήρ Παΐσιος από το Άγιον Όρος, είναι «αυτός που προτίμησε τις πνευματικές απ’ όλες τις εγκόσμιες ηδονές», και που κατάλαβε ότι η αγάπη του Χριστού αρκούσε για να γεμίσει η καρδιά του.
Λίγο να νιώσουμε το πόσο ο Χριστός μάς αγαπά, και το πόσο περιμένει τη δική μας αγάπη, κι αμέσως μια τέτοιου είδους αγάπη μπορεί να γεμίσει τη ζωή μας. Εκείνος δεν ικανοποιείται παρά μόνο με ένα ολοκληρωτικό δόσιμο, αποκλειστικό, που περιλαμβάνει ακόμα και το δόσιμο της ίδιας της ζωής. Να τι σημαίνει το τέλος του Άσματος, όπου η παθιασμένη τραχύτητα έρχεται σε αντίθεση με την ειδυλλιακή γαλήνη των διαλόγων που προηγούνται, μόνο και μόνο για να φανερώσει τη δυνατή φλόγα που τους εμψύχωνε απόκρυφα: «Ότι κραταιά ως θάνατος αγάπη, σκληρός ως άδης ζήλος» (Άσμ. Ασμ, 8,6),
Όπως η αγάπη του Χριστού βρήκε την υπέρτατη έκφρασή της στο σταυρικό του θάνατο, έτσι και η αγάπη μας για κείνον βρίσκει την τελειότερη έκφρασή της στο μαρτύριο, ή τουλάχιστον στην πλήρη αποδοχή του πόνου και του θανάτου, κατά την ώρα και τον τρόπο που ο Θεός έχει ορίσει.
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, οι άγιοι Πατέρες μάς δίδαξαν ότι «αυτός που αγαπά τον Θεό μετέχει στον Χριστό με όλες του τις πράξεις, δηλαδή βάζει σε κάθε τι που κάνει λίγο μαρτύριο» (ρήσεις των πατέρων της ερήμου). Με αυτή την έννοια, που δεν έχει τίποτε το «ντολοριστικό», τον Θεό τον υπηρετείς καλύτερα μόνο μέσω του πόνου (Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, αναφορά του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά). Η αποδοχή του πόνου, η συγκατάθεσή μας σ’ αυτόν, γίνεται η έκφραση της απόλυτης εσωτερικής γύμνωσης. Όπως το «μυστήριο» του ολοκληρωτικού δοσίματος του εαυτού μας, στον έρωτα. Έλεγε κάποιος από τους Πατέρες: «Η αρρώστια, αν γίνει δεκτή με υπομονή και ευχαριστίες, αποκτά το ίδιο φωτοστέφανο με το μαρτύριο.»
Στον επερχόμενο κόσμο, όταν ο θάνατος θα νικηθεί οριστικά, το ολοκληρωτικό τούτο δόσιμο του εαυτού μας μέσα στην αγάπη θα πραγματωθεί με τη μεταμόρφωση όλης της ύπαρξης, του σώματος και της ψυχής μας, από τη θεϊκή δόξα, πέρα απ’ τον πόνο και το θάνατο. Με αυτή την έννοια, ο ίδιος ο Χριστός, μέσα στη δόξα της Ανάστασης, βρίσκεται σε μία εξίσου «Ουσιαστική» κατάσταση όσο και πάνω στο σταυρό. Όμως, στην τωρινή μας εγκόσμια κατάσταση, η νίκη του Χριστού πάνω στον πόνο και το θάνατο, συνέπειες της αμαρτίας, του εκούσιου αποχωρισμού από τον Θεό, φανερώνεται και επιβεβαιώνεται όχι με την απάλειψή τους αλλά με τη μεταμόρφωσή τους σε ενδείξεις υπέρτατης αγάπης, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος και τη συναίνεση της δικής μας ελευθερίας. Ο χαρούμενος ζήλος των μαρτύρων, η ζέση τους να χύσουν το αίμα τους για τον Χριστό, είναι η περίτρανη απόδειξή της.
Το Άσμα Ασμάτων είναι ένα ποίημα εμπνευσμένο από το Άγιο Πνεύμα, ένα ποτό που μπορούν να το γευτούν μόνον εκείνοι που έχουν μυηθεί στην αγάπη του Χριστού: «φάγετε, πλησίοι, και πίετε και μεθύσθητε. αδελφοί…» (Άσμ. Ασμ. 5, 1). «Τα άγια τοις αγίοις»! Ας σεβαστούμε το μυστήριο του. Μην ψάχνουμε να τα καταλάβουμε, να τα εξηγήσουμε όλα. Ένας υπερβολικά επεξηγηματικός σχολιασμός του θα κινδύνευε να το αποψιλώσει από τη θεοβλητική του δύναμη, υποβιβάζοντας το σε μια ψυχρή αλληγορία. Είθε το Άγιο Πνεύμα να δώσει να δοκιμάσουμε κι εμείς αυτό που έλεγε ένας γέροντας μοναχός του Αγίου Όρους: «Όταν διαβάζω το Άσμα Ασμάτων, το μυαλό μου δεν καταλαβαίνει πάντα το νόημα κάθε φράσης, η καρδιά μου, όμως, φλογίζεται όπως η καρδιά του Λουκά και του Κλεόπα όταν ο Κύριος τους εξηγούσε τις Γραφές, στο δρόμο προς τους Εμμαούς».
πηγή: Αρχιμ. Πλακίδα Ντεσέιγ, «2000 Χρόνια μετά», εκδ. Ακρίτας, σ. 353-359

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΧΑΙΡΕΚΑΚΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ ΤΟΥ π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ



ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΧΑΙΡΕΚΑΚΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ ΤΟΥ π. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ

Του Παναγιώτη Τελεβάντου
=====

Διαβάσαμε στο γνωστό οικουμενιστικό ιστολόγιο της Πάτρας:

“Πού είναι σήμερα η «Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού»; 
Με τις χιλιάδες υπογραφές και τις άπειρες αναρτήσεις στο διαδίκτυο; 
Στον κάλαθο των αχρήστων! Ή για προσάναμμα, αν προτιμάτε. 
Πού είναι η …λεοντόκαρδη «Σύναξη Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών» που συνέταξε το κείμενο αυτό, μαζί με άλλα, για να μας αποδείξει πόσο «αιρετική» είναι σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία;
Διελύθη εις τα εξ ων συνετέθη! Γιατί; Διότι το πρωτοπαλίκαρο, ο κληρικός Θεόδωρος Ζήσης, τελεί υπό καθαίρεσιν. 
Και οι συνοδοιπόροι του; Οι φίλοι του; Οι «αδελφοί» του; 
Αυτοί τον ξέχασαν τελείως, για να μην πώ τον έθαψαν πριν την ώρα του. 
Και έγραψαν πάνω στην ταφόπλακα: «ΣΥΝΑΞΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ» - ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΙΑ»! 

Δηλαδή οι «φίλοι» του υπό καθαίρεσιν τέως αρχηγού τους, πορεύονται πλέον ελεύθεροι, χωρίς το «βαρίδι» Ζήση, και τον λένε και «κορόιδο», αφού γράφουν στη δική τους «νέα ομολογία»: 
«Τέλος ὁ 15ος Κανόνας τῆς Α/Β Συνόδου (863) δέν ἔχει ὑποχρεωτικό χαρακτήρα καί ὡς ἐκ τούτου δέν «ἀποτειχιζόμεθα» ἄχρι καιροῦ, ἀλλά συνεχίζουμε τήν διαμαρτυρία μας, κατά τήν σεβαστή παρότρυνση ἁγιασμένων Γερόντων, οἱ ὁποῖοι μᾶς ὁδηγοῦν μέ τό λόγο τους καί μᾶς ἐνισχύουν μέ τήν προσευχή τους. Ἐξἄλλου, σύμφωνα μέ δηλώσεις τῶν οἰκουμενιστῶν, ἡ ἀποτείχισή μας αὐτή τή στιγμή, τούς χαροποιεῖ, διότι διευκολύνει τό ἔργο τους.» 

Με άλλα λόγια: Εσύ Ζήση πορεύου τώρα τον δρόμο που (μαζί στρώσαμε, αλλά) διάλεξες μόνος. Εμείς, που μέχρι χθες τρώγαμε και πίναμε και αναθεματίζαμε μαζί, δεν είμαστε κορόιδα να αποτειχιστούμε. «Συνεχίζουμε τήν διαμαρτυρία μας…». 

Δυστυχώς, δεν υπάρχει Εκκλησία για να τους καθαιρέσει όλους αυτούς σε ένα λεπτό και μόνο για τον τρόπο τους που γέμει δολιότητος…”

Μπορεί να μας εκνευρίζει η χαιρεκακία του άρθρου, αλλά, αν δεν θέλουμε να κοροιδεύουμε τον εαυτό μας, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι λέγει την αλήθεια.

Οι πατέρες της "Αντισύναξης" έχουν κάθε δικαίωμα να μην αποτειχιστούν, επειδή ο ΙΕ΄ Κανόνας της ΑΒ΄ Συνόδου είναι δυνητικός και όχι υποχρεωτικός.

Οι πατέρες της "Αντισύναξης" έχουν, επίσης, κάθε δικαίωμα να πιστεύουν ότι η Αποτείχιση, στο παρόν στάδιο, δεν ωφελεί και ότι σε τελευταία ανάλυση εξυπηρετεί τους Οικουμενιστές.

Δεν έχουν, όμως, κανένα δικαίωμα να μην υποστηρίξουν την Αποτείχιση του π. Θεόδωρου Ζήση και των συν αυτώ, επειδή ο ΙΕ΄ Κανόνας της ΑΒ΄ Συνόδου επιβάλλει να επαινούμε και να στηρίζουμε όσους ιερώς αποτειχίστηκαν.

Επομένως τι εμπόδιζε τους πατέρες της "Αντισύναξης" να συνεχίζουν να συνυπογράφουν αντιοικουμενιστικά κείμενα με τον π. Θεόδωρο Ζήση;

Τι τους εμπόδιζε να καταγράψουν δημόσια τον σκεπτικισμό τους για την χρησιμότητα της Αποτείχισης, στο παρόν στάδιο, αλλά παρόλα αυτά να στηρίξουν ολόψυχα τους ιερώς αποτειχισθέντες;

Για ποιο λόγο έφτασαν στο σημείο να συγκροτήσουν "Αντισύναξη" για να πουν ξεκάθαρα στους Οικουμενιστές ότι διαχωρίζουν την ευθύνη τους από τον π. Θεόδωρο Ζήση;

Τώρα οι Οικουμενιστές πήραν το μήνυμα και πανηγυρίζουν!

Και τι λένε; 

"Τον θάβουν πριν την ώρα του τον π. Θεόδωρο, οι πατέρες της αντισύναξης"!

Μήπως λένε ψέμματα οι Οικουμενιστές;

Η γυμνή αλήθεια είναι ότι πριν καθαιρέσουν τον π. Θεόδωρο και τους συν αυτώ οι Οικουμενιστές, τον καθαίρεσαν οι πατέρες της "Αντισύναξης".

Ωραίο -μα την αλήθεια- συναγωνιστικό πνεύμα τους διακρίνει.!!!

Επομένως ποια η ευθύνη τους απέναντι στο Θεό για όσα καταλυτικά για την ενότητα της Εκκλησίας θα επακολουθήσουν, αφού οι ιερώς αποτειχισθέντες αποκλείεται να αποδεχτούν την καθαίρεσή τους;