Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014

ΝΑ ΕΥΧΕΣΘΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού. αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.
Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του.
Αν δεν κάνετε υπακοή (σε ιερέα-πνευματικό) και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή  (δηλ. το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης.
Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μια αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία. αλλά δεν είναι υγιές.
Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.
Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μια ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.
Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ ...;». Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αυπνία. να μη ακέπτεσαι τον ύπνο. Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεβάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς ή όχι. Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ ...;» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.
Αγιος ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ

Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ




Όσοι αληθινά απεφάσισαν να υπηρετήσουν τον Κύριο, πρέπει να καταγίνονται στη μνήμη του Θεού και στην αδιάλειπτη και νοερά επίκληση του ονόματος Του: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό».

Τις ώρες που ακολουθούν μετά το γεύμα μπορεί κανείς να προσεύχεται ως εξής: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, πρεσβείαις της Θεοτόκου ελέησόν με τον αμαρτωλό». Μπορεί επίσης να καταφεύγει ιδιαιτέρως στη Θεοτόκο: «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς» ή να λέει τον αρχαγγελικό ασπασμό: «Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία?» Με αύτη την απασχόληση όχι μόνο διατηρούμε ειρηνική τη συνείδησή μας, αλλά μπορούμε να πλησιάσουμε τον Θεό και να ενωθούμε μαζί Του. Διότι, κατά τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο, δεν μπορούμε να πλησιάσουμε με άλλο τρόπο τον Θεό, έκτος από την αδιάλειπτη προσευχή.

Τα είδη της προσευχής περιγράφει πολύ καλά ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος. ΌΟσο για την αξία της ο ιερός Χρυσόστομος λέει: «Μεγάλο το όπλο της προσευχής είναι θησαυρός ατίμητος, πλούτος αδαπάνητος, λιμάνι αχείμαστο, πρόξενος της ησυχίας, ρίζα, πηγή και μητέρα πλήθους καλών έργων».

Όταν προσεύχεσαι στον ναό, να στέκεσαι σε στάση προσοχής. Σ' αυτό θα βοηθηθείς αν έχεις τα μάτια κλειστά. Να τα ανοίγεις μόνο όταν σε κυριεύει η νύστα και η ακηδία. Τότε να προσηλώνεις το βλέμμα σου σε κάποια εικόνα και στο κερί που καίει μπροστά της.

Αν αιχμαλωτισθείς την ώρα της προσευχής από λογισμούς, ταπεινώσου και ζήτησε συγχώρηση λέγοντας: «Αμάρτησα, Κύριε, με τον λόγο, τον νου, την πράξη και με όλες μου τις αισθήσεις».

Αγωνίζου διαρκώς εναντίον της διασπάσεως του νου. Διαφορετικά η ψυχή σου, με την ενέργεια του διαβόλου, θα ξεφύγει από τη μνήμη και την αγάπη του Θεού, καθώς λέει ο άγιος Μακάριος: «ΌΟλη η φροντίδα του αντιπάλου μας έγκειται στο να απομακρύνει τον λογισμό μας από τη μνήμη του Θεού, από τον φόβο και την αγάπη μας προς Αυτόν».

Όταν ο νους και η καρδιά ενωθούν στην προσευχή και οι λογισμοί δεν διασκορπίζονται, τότε η θεία χάρη φωτίζει και θερμαίνει την ψυχή και μια μυστική αγαλλίαση και ειρήνη πλημμυρίζει όλο τον εσωτερικό άνθρωπο. Οφείλουμε να ευχαριστούμε για όλα το Θεό και να παραδίδουμε τον εαυτό μας στο θέλημά Του. Οφείλουμε επίσης να αναφέρουμε σ' Αυτόν όλους τους λογισμούς, τους λόγους και τις πράξεις μας και να προσπαθούμε, ώστε να υπηρετούν όλα μόνο το θέλημά Του.


Πηγή Αρχιμ. Τιμοθέου, Καθηγουμένου Ι. Μ. Παρακλήτου. «Όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ» σύντομες διδασκαλίες. Εκδ. Ι.Μ.Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1988

Τρίτη 29 Ιουλίου 2014

Οι προσευχές της Εκκλησίας και των συγγενών ωφελούν τους κοιμηθέντας αδελφούς μας

Image






Απο το Μεγάλο Γεροντικό



Στο ιερό κοινοβιακό Μοναστήρι του αγίου Παύλου επί των ημερών μας, κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο η μητέρα του Μονάχου Σεραφείμ, αδελφού της Ιεράς αυτής Μονής.

Ο Μοναχός Σεραφείμ, επειδή γνώριζε την αρετή και παρρησία που είχε στο Θεό ο Γέροντας Κωνστάντιος, επίσης κι αυτός αδελφός της ιδίας Μονής, με ευλάβεια και πίστη, τον παρεκάλεσε να κάνει ιδιαίτερη προσευχή, για την σωτηρία της ψυχής της μητέρας του Ευαγγελίας, που είχε κοιμηθεί.

Ο Γέρο - Κωνστάντιος ήταν υπόδειγμα υπακοής, ταπείνωσης και αδιάλειπτου προσευχής.

Αγνός και πρόθυμος να εξυπηρετήσει όλους τους αδελφούς, παρά το υπέργηρο της ηλικίας του.

Στην αρχή, από υπερβολική ταπείνωση, απέφευγε να δεχθεί την παράκληση αυτή του αδελφού Σεραφείμ, αλλά η επιμονή και πίστη του νεώτερου αυτού Μοναχού, έπεισαν τον Γέροντα Κωνστάντιο να κάνει προσευχή και κομβοσχοίνια για την ψυχή της δούλης του Θεού Ευαγγελίας.

Μετά από σαράντα ήμερες, κατά την ώρα της ιδιαίτερης αυτής προσευχής, παρουσιάζεται μπροστά στον Γέροντα Κωνστάντιο μια γυναικεία μορφή, η οποία ευχαριστούσε τον Γέροντα για την θερμή προσευχή, που έκανε για την ψυχή της και τον βεβαίωνε οτι πολύ ψυχική ωφέλεια και ανακούφιση έλαβε από τον πανάγαθο και πολυεύσπλαχνο Θεό.

Ο Γέρο - Κωνστάντιος, στο φάσμα της γυναικείας αυτής μορφής είπε:

«Ποια είσαι συ αδελφή που με ευχαριστείς; Δεν σε γνωρίζω και για ποια προσευχή μιλάς;»

Η γυναίκα απήντησε:

«Σεβαστέ γέροντα εγώ είμαι η μητέρα του Μοναχού Σεραφείμ, που σε παρακάλεσε να προσευχηθείς για μένα, και παρεκάλεσα τον Κύριο να μου επιτρέψει να σας ευχαριστήσω και να σας βεβαιώσω οτι πολύ ανακούφιση αισθάνθηκε η ψυχή μου και η προσευχή σας, Πάτερ, με βοήθησε πολύ να τύχω του θείου ελέους».


Άμα είπε αυτά έγινε άφαντο το όραμα της γυναίκας, ο δε Γέρο - Κωνστάντιος κάλεσε τον Μοναχό Σεραφείμ, προς τον οποίον αφού διηγήθηκε το όραμα, ευχαρίστησαν μαζί τον Κύριον ημών Ιησού Χριστό και την Αυτού Παναγία Μητέρα Κυρία και Δέσποινα Θεοτόκον, που είχαν και οι δυο παρακαλέσει, για να βοηθηθεί η ψυχή της δούλης του Θεού Ευαγγελίας και για την πληροφορία αυτή.

Μετά το γεγονός αυτό, ό Γέρο - Κωνστάντιος σε βαθύ γήρας (91) χρόνων, άφησε την πρόσκαιρη αυτή ζωή το 1973 και εισήλθε, στα ουράνια και θεία Σκηνώματα, θριαμβευτικά στην αιώνια και μακαρία ζωή της βασιλείας των ουρανών.


paterikiorthodoxia

Εγώ η Ουλρίκε Μάινχοφ καταγγέλω - Ωχρά Σπειροχαίτη

Ένα άλλο είδος βασανιστήριου. Η στέρηση των αισθήσεων [στην Γερμανίας ενάντια στους φυλακισμένους/ες της Raf)

holgermeins_rossoUn altro tipo di tortura. La deprivazione sensoriale (in Germania contro prigionieri/e Raf)
Posted on gennaio 30, 2012
Ένα άλλο είδος βασανιστήριου. Η στέρηση των αισθήσεων [στην Γερμανίας ενάντια στους φυλακισμένους/ες της Raf)
contromaelstrom
η Ulrike Meinhof συλλαμβάνεται στις 15 Ιουνίου 1972 στο Langenhagen κοντά στο Αννόβερο.
Από εδώ ξεκινά ένας μακρύς γολγοθάς απομόνωσης της Ουλρίκε και των άλλων φυλακισμένων της Raf.
Μας θυμίζει ο Jürgen Bäker (κρατούμενος Raf) ”επρόκειτο για κράτηση φρικτή…δεν γίνεται να την χαρακτηρίσεις διαφορετικά. Η προληπτική φυλάκιση σε Berlino-Moabit είναι θανατηφόρα, δεν μπορείς να το πεις αλλιώς, κι εγώ κάθισα για περίπου πέντε και μισό χρόνια. Πέντε χρόνια και μισό σε κελί απομόνωσης. Μέχρι 23 ώρες την μέρα στο κελί – με τέτοιες συνθήκες πρέπει να εφεύρεις κάτι για να μην ψοφήσεις.
ulrike1Η Ουλρίκε μεταφέρεται στη φυλακή της Colonia- Ossendorf, όπου της επιβάλλονται αυστηρές συνθήκες απομόνωσης, μάλιστα το κελί της βρισκόταν σε μια πλευρά της φυλακής ξεχωριστή από το υπόλοιπο κτίριο. Δεν μπορούσε ν’ ακούσει φωνές ούτε οποιοδήποτε άλλο θόρυβο, απομονωμένη ακόμη και ακουστικά για 24 ώρες την ημέρα στην πιο θανατηφόρα απόλυτη σιωπή.
Γράφει ο δικηγόρος της Meinhof (Ulrick K. Preuβ): ‘Στην απομόνωση λόγω της θέσης του κελιού και σε εκείνη την ακουστική όλης εκείνης της πτέρυγας προστέθηκε το γεγονός πως το κελί της πελάτισσας μου όπως και όλη η επίπλωση – εκτός από την πόρτα του κελιού – ήταν βαμμένα άσπρα. Σε μια πρώτη φάση το παράθυρο του κελιού δεν μπορούσε ν’ ανοίξει με τίποτα, στη συνέχεια για πολύ λίγο, καλύπτονταν μάλιστα από πολύ πυκνό δίχτυ για προστασία από τα έντομα [;]. Επίσης ο φωτισμός νέον στο εσωτερικό του κελιού δεν έσβηνε ποτέ τη νύχτα, τέλος, το κελί τους χειμωνιάτικους μήνες ήταν διαρκώς κρύο….πρακτικά ζει εικοσιτέσσερις ώρες την ημέρα δίχως να μπορεί ν’ αντιληφθεί οποιαδήποτε εκδήλωση του γύρω κόσμου, αφού της απαγορεύεται επίσης να κρεμάσει αφίσες, σχέδια, ταμπέλες ή παρόμοια πράγματα στους τοίχους.’
Γράφει η Ουλρίκε : ‘συναίσθημα που κάνει το κεφάλι σου να εκραγεί [ η αίσθηση πως το κρανίο σου πάει να σπάσει, γίνεται τεράστιο]….η αίσθηση πως το κελί ‘ταξιδεύει’. Ξυπνάς, ανοίγεις τα μάτια : το κελί ταξιδεύει, το απόγευμα, όταν μπαίνει το φως του ήλιου – ξαφνικά σταματά. Το συναίσθημα όμως του ταξιδιού δεν μπορείς να το διώξεις. Δεν μπορείς να πεις με σιγουριά εάν τρέμεις απ’ τον πυρετό ή απ’ το κρύο – έτσι κι αλλιώς κρυώνεις. Για να μπορείς να μιλάς με τόνο κανονικό πρέπει να καταβάλεις την ίδια προσπάθεια που θα έκανες για να μιλάς δυνατά, σχεδόν σαν να κραυγάζεις.
Η αίσθηση του να μένεις άφωνος – δεν καταφέρνεις πλέον να αντιληφθείς τη σημασιολογία κάθε λέξης, μπορείς μόνο κάνεις υποθέσεις – οι συριστικοί θόρυβοι δεν είναι με τίποτα ανεκτοί. Πόνοι στο κεφάλι.
Το να φτιάξεις μια φράση, τη γραμματική, τη σύνταξη – δεν ελέγχονται πλέον. Την ώρα που γράφεις : δυο γραμμές – στο τέλος της δεύτερης γραμμής έχεις ήδη ξεχάσει εκείνο που έγραψες στο ξεκίνημα της πρώτης. Η αίσθηση πως καίγεσαι μέσα σου.’
Και πάλι :’Φύλακες, επισκεπτήριο, αυλή μοιάζουν να είναι φτιαγμένοι από ζελατίνη – οι επισκέπτες δεν σου αφήνουν τίποτα. Μισή ώρα μετά καταφέρνεις με το ζόρι να αναπαράξεις εάν η επίσκεψη έγινε σήμερα ή την προηγούμενη εβδομάδα….Το συναίσθημα πως ο χρόνος και ο χώρος έχουν κολλήσει ο ένας πάνω στον άλλο – η αίσθηση πως βρίσκεσαι σε αίθουσα με παραμορφωτικούς καθρέπτες – να γλιστράς, σαν σε τσουλήθρα. Η αίσθηση πως είσαι ξεφλουδισμένος.’
Ο δικηγόρος της Ουλρίκε, παραθέτοντας τον ολανδό ψυχίατρο J.P. Teuns, καταγγέλλει τις επιπτώσεις τέτοιας απομόνωσης : ‘η δημιουργία και η συντήρηση περιβάλλοντος τεχνητού με τον χρόνο προκαλεί αισθητήρια στέρηση και για το απομονωμένο άτομο συνεπάγεται ακραία απομόνωση.’
Μπροστά στη ‘διεθνή επιτροπή διερεύνησης’ που το 1978 ασχολήθηκε με το θάνατο της Ουλρίκε [εκείνη που δήλωσε πως η Ουλρίκε δεν αυτοκτόνησε] ο δανός ψυχολόγος Jörgen Pauli Jensen αναγνωρίζει πως ‘διαμέσου παρομοίων καταστάσεων κράτησης ‘καταστρέφονταν’ η ανθρώπινη ανάγκη για κοινωνικές επαφές και η αισθητηριακή αντίληψη….σε φυσικό επίπεδο εξαπλώνεται αργά η καταστροφή των λεγόμενων βλαστικών λειτουργιών [παθολογικές αλλαγές των ενστίκτων που έχουν σχέση με την ανάγκη για ύπνο, τροφή, πόση, τεϊνεσμού της ουροδόχου κύστεως, ξεκινούν κεφαλαλγίες, απώλεια βάρους κλπ] ενώ σε επίπεδο ψυχικό δημιουργείται συναισθηματική αστάθεια [σχέση δυσανάλογη ξαφνικών αισθημάτων άγχους, χαράς και θυμού].holgerΣε αυτές τις συνθήκες η Ουλρίκε παρέμεινε από τον ιούλιο του 1972 μέχρι τον φεβρουάριο του 1973 για συνολικά 273 ημέρες.
Το ίδιο μέτρο αντιμετωπίζει και η Astrid Proll [ η οποία συλλαμβάνεται στις 6 μαίου 1971 δύο χρόνια και μισό απομόνωσης της προκάλεσαν διαταραχή του αυτόνομου νευρικού συστήματος σε σημείο να κριθεί απαραίτητη η νοσηλεία σε σανατόριο] όπως και οι Roland Augustin και Holger Meins. Αυτές ήταν οι εντολές των αρχών : ‘αποκλεισμός από όλες τις δραστηριότητες της κοινότητας [των φυλακών] συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών λειτουργιών…Έξοδος στον ανοικτό αέρα υπό εποπτεία…Καμία εκχώρηση εργασίας ….Τα κελιά με άμεση πλευρική γειτνίαση και στους άνω και κάτω ορόφους δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν από άλλους κρατούμενους…’ Γράμμα του διευθυντή των φυλακών της Στουτγάρδης.
Παρά τις πολλές απεργίες πείνας των φυλακισμένων, τις διαμαρτυρίες των γερμανών δικηγόρων και διάφορων χώρων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, οι αρχές [οι αξιωματούχοι του κράτους της δυτικής γερμανίας ήταν στο μεγαλύτερο μέρος ανακύκλωση του ναζισμού] αρνούνταν να μεταφέρουν τους κρατούμενους Raf ανάμεσα με τους κοινούς κρατούμενους διότι οι ‘κατηγορούμενοι, όπως είναι γνωστό με σημαντική ρητορική δυνατότητα, είναι σε θέση να υποκινήσουν και να ξεσηκώσουν τους άλλους κρατουμένους’. Δήλωση σε πλήρη αντίθεση με την θεωρία που υποστήριζε το Κράτος πως ‘οι τρομοκράτες ήταν πολιτικά απομονωμένοι’. Το ‘κανονικό’ καθεστώς θα έρχονταν γι αυτούς – ήταν ο εκβιασμός του Κράτους – με τον όρο πως οι φυλακισμένοι θα εγκατέλειπαν την πολιτική τους ταυτότητα : δηλαδή να μετανιώσουν ή να διαχωρίσουν τη θέση τους [όπως στην Ιταλία].
Γράφει η Ουλρίκε : ‘Το ξέρω διότι υποστήριξα πως αυτή η πτέρυγα είναι η προσπάθεια να αποσπάσουν μια αυτοκτονία. Διότι όλη η ενέργεια αφιερώνεται στην αντίσταση στην απόλυτη σιωπή, σε αυτή τη σιωπή στη διάρκεια της οποίας τίποτα δεν γίνεται αντιληπτό, στο τέλος δεν έχει άλλο στόχο από τον ίδιο τον κρατούμενο. Μη μπορώντας ν’ αντιπαλέψει την σιωπή, διότι μπορείς να παλέψεις μονάχα αυτό που υπομένεις άμεσα. Σε αυτό το αποτέλεσμα προσβλέπει η κράτηση στη νεκρή πτέρυγα : την αυτοκαταστροφή του κρατούμενου’. ‘Ξεκινώντας από τα μέσα δεκεμβρίου μου ήταν πλέον ξεκάθαρο πως θα έπρεπε να βγω αγωνιζόμενη…είναι καθήκον μου να αγωνιστώ για να βγω από εκεί μέσα’.
Τον μάρτιο του 1973 η Ουλρίκε μετακινείται επιτέλους από την νεκρή πτέρυγα. Πάντα σε απομόνωση, αλλά σε άλλη πτέρυγα της φυλακής, όπως οι Astrid Proll, Holger Meins και Ronald Augustin. Στο τέλος όμως του χρόνου μεταφέρεται εκ νέου στη νεκρή πτέρυγα.
raspeοποία υπόκειται στη διάρκεια της απεργίας πείνας γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να του χορηγείται ποσότητα ανεπαρκής σε πρωτείνες ώστε να του επιφέρουν το θάνατο.
Η προσπάθεια ψυχολογικής εξόντωσης της Ουλρίκε
Η εφημερίδα “Stern” είχε δημοσιεύσει τις ρ;αδιογραφίες που είχαν κάνει στην Ουλρίκε αμέσως μετά από χειρουργική επέμβαση που της έγινε στο κεφάλι : ήταν αναγνωρίσιμο αμέσως σε αυτές ένα πλέγμα από ασήμι στο οποίο στα 1962 περιέβαλαν μια πρησμένη φλέβα. Χρησιμοποιώντας σαν δικαιολογία αυτό το επεισόδιο, το Γραφείο Ασφάλειας του Κράτους είχε προτείνει στον ανακριτή και τον εισαγγελέα να της κάνουν μια ραδιογραφία στο κεφάλι : οι δικαστικοί είχαν συμφωνήσει δουλικά.
η Ουλρίκε είχε αρνηθεί να υποβληθεί στη ραδιογραφία, μετά από μακρά αντίσταση της είχε εγχυθεί με ένεση βίαια ναρκωτικό και την υπέβαλλαν στην ραδιογραφία ενάντια στη θέληση της. Κάποιο χρόνο μετά, εν΄βρίσκονταν στην απομόνωση στη νεκρή πτέρυγα της φυλακής στην Colonia-Ossendorf, ενορχηστρώθηκε ο δόλιος ελιγμός να την περάσουν για ‘τρελή’. Οι δικηγόροι της παρέθεσαν δήλωση του ίδιου του γενικού εισαγγελέα Zeis: ‘αν αποδεχτεί πως όλος αυτός ο κόσμος πήγε πίσω από αυτή την τρελή…’
Ο ομοσπονδιακός εισαγγελέας, πρότεινε στον ψυχίατρο της φυλακής να την μεταφέρει στο ψυχιατρείο για να εκτελέσει εγκεφαλικό σπινθηρογράφημα. Για το σπινθηρογράφημα γίνεται έκχυση ενέσιμη μιας ουσίας αντίθεσης, η Ουλρίκε αρνήθηκε, ο εισαγγελέας όμως του Ακυρωτικού Δικαστηρίου διέταξε πως πρέπει να εκτελεστεί ακόμη και ενάντια στη θέληση της κρατούμενης. Ο ελιγμός σε άψογο ναζιστικό στυλ έχει ολοκληρωθεί. Για καλή τύχη οι διαμαρτυρίες πήραν φωτιά σε όλη την Ευρώπη εκείνο το διάστημα και εμπόδισαν αυτή την βρώμικη μανούβρα.
Justizvollzugsanstalt Stuttgart-StammheimspiegelΗ δίκη και η δολοφονία της Ουλρίκε
Στις 21 μαίου 1975 στο Stammheim, έδρα μιας από τις πιο τρομερές ειδικές φυλακές, στην περιοχή της Στουτγάρδης, ξεκινά η δίκη στους Andreas Baader, Ulrike Meinhof, Gudrun Ensslin e Jan Carl Raspe. Η δίκη διεξάγεται στις καντίνες της υπέρ φυλακής απομονωμένη από τους πάντες. Μηδενισμένα τα δικαιώματα υπεράσπισης, πλήρως, στο σημείο να συλληφθούν οι δικηγόροι εμπιστοσύνης με την απλή υπόνοια ‘εύνοιας προς τους κατηγορούμενους’.
Στις 9 μαίου 1976, το πρωί στις 7,30 η Ulrike Meinhof βρίσκεται κρεμασμένη στο κελί της. Οι ιστοί του Κράτους έχουν ήδη υφανθεί, για την αναπαραγωγή δήθεν εντάσεων που είχαν δήθεν προκαλέσει την αυτοκτονική διάθεση. Όλα ψεύτικα! Έκαναν αυτοψία στα κρυφά στον εγκέφαλο της και τον έκρυψαν σε κρυφό μέρος. Δυο μέρες νωρίτερα του θανάτου η Ουλρίκε είχε συνάντηση με τον ιταλό δικηγόρο Cappelli, με τον οποίο είχε συζητήσει για τις συνθήκες εγκλεισμού των κρατουμένων των Ερυθρών Ταξιαρχιών.
Δεν έπεισε κανέναν η αναπαράσταση της δυναμικής της υποτιθέμενης αυτοκτονίας παρά μόνο τους ηλίθιους του Τύπου [ηλεκτρονικού και έντυπου] που υπηρετούν την εξουσία. Μια ΔΙΕΘΝΉΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉ ΈΡΕΥΝΑΣ γελοιοποιεί όλο το στημένο σκηνικό : η θηλιά ήταν πολύ μικρή για να περάσει στο λαιμό. Η δυναμική του καθίσματος αποφαίνεται λανθασμένη, η πλάτη βρίσκονταν μπροστά και ήταν αδύνατο γι αυτήν να κάνει το πήδημα στο κενό, επίσης κάποιοι από τους μάρτυρες της φυλακής δεν είχαν δει την καρέκλα κάτω από το σώμα. Τέλος η επιτροπή επιβεβαίωσε πως δεν υπήρχε ούτε η βεβαιότητα πως ο θάνατος ήταν αποτέλεσμα κρεμάσματος. Έλειπαν τα τυπικά συμπτώματα ασφυξίας, πλήρως.
Ένα ΈΓΚΛΗΜΑ λοιπόν ! Ένα κτηνώδες έγκλημα που κατάφεραν με τέλειο ναζιστικό στυλ [ίσως με λιγότερη επιδεξιότητα ]. Ένα κρατικό έγκλημα, του πολιτικού συστήματος, των κυβερνώντων τάξεων, του οικονομικό-στρατιωτικού συστήματος. Και να μη ξεχνάμε τον βρώμικο ρόλο του μεγαλύτερου μέρους του τύπου με σπάνιες εξαιρέσεις.
Η Γερμανία ξεκινούσε το δρόμο που την κατέστησε ‘ευρωπαία ατμομηχανή’ και του ‘καπιταλιστικού άλματος’ και δεν μπορούσε να ανεχθεί εμπόδια πολέμιων και αντιπάλων. Έπρεπε να εκμηδενιστούν!!!

ΣΥΜΒΟΛΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΝ ΘΕΟΛΟΓΙΑΝ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΝ ΕΝΑΙΣΙΜΟΣ ΕΠΙ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΑ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΥΠΟΒΛΗΘΕΙΣΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΝ ΣΧΟΛΗΝ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ




ΣΧΟΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΓΟΡΤΥΝΟΣ κ. ΙΕΡΕΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΧΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ Του Παναγιώτη Τελεβάντου


Του Παναγιώτη Τελεβάντου
===== 

Αναφέρει, σε πρόσφατη εγκύκλιό του, ο Σεβ. Μητροπολίτης Γόρτυνος κ. Ιερεμίας:

“Υπάρχουν πολλοί, πού μάχονται τήν πίστη μας. Καί τήν μάχονται, ἐπειδή εἶναι ἀληθινή. «Αἱρετικοί» λέγονται οἱ ἐχθροί μας αὐτοί. Ἡ πιό μεγάλη δέ αἵρεση στίς μέρες μας, πού ἔχει μέσα της ὅλες τίς αἱρέσεις, εἶναι ὁ «Οἰκουμενισμός». Ὁ Οἰκουμενισμός θέλει νά ἀνακατώσει ὅλα τά θρησκεύματα, γιά τήν ἑνότητα τάχα τοῦ κόσμου. Ἀλλά ἡ Ὀρθόδοξη πίστη μας εἶναι τέλεια, εἶναι ἀκέραιη, δέν τῆς λείπει τίποτε καί δέν ἔχει λοιπόν ἀνάγκη νά ἑνωθεῖ μέ κάποια ἄλλη ἤ ἄλλες πίστεις, γιά νά συμπληρωθεῖ ἀπ᾽ αὐτές. 

Ἄλλη μεγάλη αἵρεση εἶναι ὁ «Παπισμός». Τό περίεργο δέ γιά τόν Παπισμό εἶναι ὅτι ὑπάρχουν μερικοί ἀθεολόγητοι ἱερωμένοι, πού δέν γνωρίζουν ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση, ἐνῶ τά κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας ἀποκαλοῦν καθαρά τούς παπικούς «αἱρετικούς». Καί συναντῶνται λοιπόν οἱ ἀθεολόγητοι αὐτοί, ὅπως τούς εἶπα, κληρικοί μέ τόν αἱρετικό Πάπα, καί τόν ἀγκαλιάζουν καί τόν φιλᾶνε καί τόν καλοῦν ἀδελφό, τόν λένε καί «ἁγιώτατο» (!...) καί συμπροσεύχονται μαζί του! Ἀλλά ἐσεῖς, ἀδελφοί μου χριστιανοί τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως, θέλω νά γνωρίζετε τήν ἀλήθεια καί σάν ποιηματάκι νά λέτε: «Ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση καί ὁ Οἰκουμενισμός παναίρεση»!”

Αν όλοι οι αρχιερείς, ή έστω όλοι οι παραδοσιακοί αρχιερείς, κατηχούν τόσο συστηματικά το λαό του Θεού, όπως ο Σεβ. Γόρτυνος κ. Ιερεμίας, ο Οικουμενισμός θα δεχτεί δεινό και ανεπανόρθωτο πλήγμα. 

Ο Οικουμενισμός έχει ξεφύγει ολοκληρωτικά από το πλαίσιο των διαλόγων και προσπαθεί να επιβληθεί στα πλαίσια του “λαικού οΙκουμενισμού”. 

Επομένως εγκύκλιοι, όπως η ως άνω του Σεβ. Γόρτυνος, κάνουν πραγματικές χαλάστρες στους οικουμενιστικούς σχεδιασμούς. 

Καθόλου παράξενο, επομένως, το γεγονός ότι ο Σεβ. Γόρτυνος είναι στόχος τόσων των Οικουμενιστών όσο και των σχισματικών που αυτοαποκαλούνται αποτειχισμένοι.

Ο Σεβ. Γόρτυνος στοιχείται στη μόνη ενδεδειγμένη πορεία που μας κληροδότησαν -έργω τε και λόγω- δύο πατερικά αναστήματα του 20ού αώνα που ηγήθηκαν του αγώνα εναντίον του Οικουμενισμού: Ο Οσιος Ιουστίνος (Πόποβιτς) και ο Γέροντας Επιφάνιος Θεοδωρόπουλουπος, οι οποίοι συνόψισαν με τα έργα τους την κανονική και πατερική διδασκαλία της Εκκλησίας.

Ο αγώνας εναντίον των αιρέσεων διεξάγεται μόνον εντός της Εκκλησίας.

Η εχθρότητα που αντιμετωπίζει ο Σεβασμιότατος Γόρτυνος και η συστηματική προσπάθεια διασυρμού του έχει ως αφετηρία το γεγονός ότι οι Οικουμενιστές και οι σχισματικοί δεν μπορούν να απαντήσουν τις θεολογικές του θέσεις. Τους ενοχλεί όμως επίσης επειδή ο Σεβ. Γόρτυνος με την διακρίνουσα αυτόν ταπείνωση και σεμνότητα αλλά και το μαχητικό πνεύμα, παραμένει όρθιος ακλόνητος στις επάλξεις και στηλιτεύει με σθένος και με συναίσθημα ευθύνης και τον συγκρητισμό και τα σχίσματα.

Παράσημα τιμής για τον Σεβ. Γόρτυνος συνιστούν όλες οι επιθέσεις -και δη οι ανέντιμες επιθέσεις- που δέχεται.

Δευτέρα 28 Ιουλίου 2014

Του εν αγίοις Πατρός ημών Ιωάννου Μαξίμοβιτς, Αρχιεπισκόπου Αγίου Φραγκίσκου

Η μετά θάνατον Ζωή Εκτύπωση
 
 
«Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών 
και ζωήν του μέλλοντος αιώνος» 
(από το Σύμβολο της Πίστεως)
Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς
Απέραντη και απαρηγόρητη θα ήταν η θλίψη μας για τους αποβιώνοντες οικείους μας, εάν ο Κύριος δεν μας είχε δωρίσει αιώνια ζωή. Η ζωή μας θα ήταν άσκοπη, εάν τελείωνε με τον θάνατο. Ποιο όφελος θα είχαν τότε η αρετή και οι καλές πράξεις; Σε τέτοια περίπτωση θα αποδεικνύονταν σωστοί όσοι λένε: «Ας φάμε και ας πιούμε, γιατί αύριο θα πεθάνουμε!» 
 
Ο άνθρωπος, όμως, δημιουργήθηκε για να ζήσει αιώνια, και ο Χριστός με  την Ανάσταση του άνοιξε τις πύλες της Βασιλείας των Ουρανών, της αιώνιας μακαριότητας για όσους έχουν  πιστέψει σε Αυτόν και έχουν ζήσει σύμφωνα με τις εντολές Του. Η παρούσα ζωή μας είναι μια προετοιμασία για τη μελλοντική ζωή, προετοιμασία, που λήγει με τον θάνατό μας. «Απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (Προς Εβραίους 9,27). Τότε ο άνθρωπος εγκαταλείπει όλες τις εγκόσμιες φροντίδες∙ το σώμα αποσυντίθεται, προκειμένου να εγερθεί εκ νέου κατά τη γενική Ανάσταση.
Η ψυχή του, όμως, συνεχίζει να ζει, μην παύοντας να υπάρχει ούτε για μια στιγμή. Μέσω πολλών περιστατικών φανέρωσης νεκρών, μας έχει δοθεί μια μερική γνώση περί του τι συμβαίνει στην ψυχή όταν αφήνει το σώμα. Όταν η όραση των σωματικών οφθαλμών παύει να λειτουργεί, ξεκινά η πνευματική όραση.
 
Η έναρξη της πνευματικής όρασης
 
Συχνά (αυτή η πνευματική όραση) αρχίζει να λειτουργεί στον αποθνήσκοντα, ακόμα και πριν το θάνατό του και ενόσω εξακολουθεί να βλέπει τους γύρω του, ακόμα και να μιλά μαζί τους, ωστόσο βλέπει αυτά που οι άλλοι  δεν μπορούν να δουν.
 
Συναντήσεις με πνεύματα
 
Αλλά, όταν αφήνει το σώμα, η ψυχή βρίσκεται ανάμεσα σε άλλα πνεύματα, αγαθά και πονηρά. Συνήθως έχει την τάση να πρόσκειται σε εκείνα, που είναι περισσότερο συγγενή με αυτήν στο πνεύμα, και εάν όσον καιρό βρισκόταν στο σώμα τελούσε υπό την επιρροή ορισμένων εξ αυτών, θα παραμένει εξαρτημένη από τα ίδια πνεύματα όταν απομακρυνθεί από το σώμα, όσο δυσάρεστη κι αν είναι τελικά η συνάντηση μαζί τους.
 
Οι πρώτες δύο ημέρες μετά τον θάνατο

ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ (Ο ΜΑΡΤΥΡΑΣ)



Ο Άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος
Ο Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και Μάρτυρας, γνωστός και ως Ιουστίνος Καισαρείας ήταν χριστιανός φιλόσοφος και απολογητής. Ο Ιουστίνος  αποτελεί μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της πρωτοχριστιανικής ιστορίας, ο οποίος πριν μεταστραφεί στον Χριστιανισμό ήταν ειδωλολάτρης.
 
Ο Ιουστίνος προσέφερε σημαντικό απολογητικό και ποιμαντικό έργο μέσα στη χριστιανική Εκκλησία. Οι απολογίες του αντιπροσωπεύουν τις αρχαιότερες σωζόμενες και σημαντικότερες  Χριστιανικές απολογίες.
Το έργο του εκτιμάται για τη δυναμική σύνθεση του Ελληνικού πνεύματος και της χριστιανικής διδασκαλίας, ενώ άνοιξε σχολή η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η πρώτη Ορθόδοξη χριστιανική Σχολή. Αν και η σχολή του απέκτησε σημαντική φήμη, ο Ιουστίνος ήρθε σε σύγκρουση με άλλους φιλοσόφους, οι οποίοι τον διέβαλαν προς τον φιλόσοφο-αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο, με αποτέλεσμα να υποστεί το μαρτύριο μαζί με μια ομάδα μαθητών του.
 
Η πηγή των βιογραφικών στοιχείων του Ιουστίνου είναι τα έργα του, αλλά και συγγραφείς όπως ο Τατιανός, ο Ειρηναίος, ο Ιππόλυτος, ο Τερτυλλιανός και ο Ευσέβιος Καισαρείας. Κατά τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς ο Ιουστίνος δεν απείχε πολύ από την αρετή των Αποστόλων.
 

Ο βίος του
 
Ο Άγιος Ιουστίνος γεννήθηκε στη Φλαβία Νεάπολη της Παλαιστινιακής Σαμάρειας, μιας πόλης κτισμένη πάνω στα ερείπια της πόλης Συχέμ (σήμερα Ναμπλούς), περί το 100 με 110 μ.Χ.. Ήταν γιος του Πρίσκου και εγγονός του Βακχείου και παρά το λατινικό του όνομα ήταν Ελληνικής καταγωγής. Οι γονείς του ήταν ειδωλολάτρες, όπως και ο ίδιος πριν μεταστραφεί στο Χριστιανισμό. Φρόντισαν ώστε ο Ιουστίνος να λάβει εξαιρετική θεολογική αλλά και φιλοσοφική μόρφωση, η οποία ωστόσο δεν ήταν αρκετή για να δώσει απάντηση στα ερωτήματα που έθετε η ανήσυχη ψυχή του.
 
Κατά τα νεανικά του χρόνια προσελκύστηκε στη φιλοσοφία. Σύμφωνα με τον ίδιο, περιήρχετο εν μέσω πολλών διδασκάλων, αλλά στην αναζήτησή του αυτή περιέπεσε σε πολλές απογοητεύσεις. Χαρακτηριστικό είναι πως είχε απορρίψει την πιθανότητα να παραστεί σε μαθήματα της Στοάς, διότι ταύτιζαν το λόγο του Σύμπαντος με το Θεό μη έχοντας ουσιαστική θεολογία, τη σχολή του Περιπάτου διότι του ζητούσαν χρήματα κάτι που το θεωρούσε αναξιοπρεπές για ένα φιλόσοφο, αλλά είχε απορριφθεί και από τον πυθαγόρειο διδάσκαλο, διότι δεν είχε παρακολουθήσει προτέρως μαθήματα μουσικής, αστρονομίας και γεωμετρίας που ήταν απαραίτητα για την απαλλαγή της ψυχής από τα κοσμικά και την προετοιμασία της για τα νοητά. Την εποχή εκείνη όμως έγινε δεκτός από τον Πλατωνικό διδάσκαλο όπου γοητεύτηκε από τη θεωρία των ιδεών. Τα μαθήματα αυτά τα παρακολούθησε πιθανό στην Αθήνα, αλλά δεν αποκλείεται και η Καισάρεια της Παλαιστίνης.
Η μεταστροφή του στο χριστιανισμό έγινε περίπου την ίδια εποχή, πιθανώς στην Αίγυπτο. Ο Θεός βλέποντας την αγνότητα και την ειλικρινή πρόθεση των αναζητήσεών του, ανταποκρίθηκε θαυμαστά. Κάποια ημέρα, περίπου το 135 μ.Χ., πού ο Ιουστίνος βάδιζε κοντά στη θάλασσα, συνάντησε κάποιο γέροντα, ο οποίος ήταν βαθύτατα καταρτισμένος στις αλήθειες των Θείων Γραφών, ο οποίος μετά από διάλογο δίδαξε στον Ιουστίνο τη χριστιανική διδασκαλία. Ο γέροντας χρησιμοποιώντας τη μαιευτική σωκρατική μέθοδο, του αναίρεσε τις πλατωνικές δοξασίες περί αθανασίας της ψυχής και μετεμψύχωσης, τονίζοντάς του τη σημασία των προφητών που ήσαν οι μόνοι που είδαν το Θεό. Ο ίδιος τον προέτρεψε να διαβάσει την Αγία Γραφή και δεν επανεμφανίστηκε ποτέ.
Ο Ιουστίνος εδώ μας αποκαλύπτει πως είχε από καιρό συμπαθήσει το Χριστιανισμό, από την καρτερία και τη αφοβία την οποία επεδείκνυαν οι πιστοί ενώπιον του μαρτυρίου και του θανάτου. Λίγο αργότερα ο φιλόσοφος Ιουστίνος συνάντησε τον Τρύφωνα.
 
Περί το 136 μ.Χ. ο Ιουστίνος μετέβη στη Ρώμη, όπου με εξαίρεση ένα μικρό χρονικό διάστημα το οποίο αυτοεξορίστηκε λόγω του φόβου εκδιώξεώς του, έμεινε μέχρι και το μαρτύριό του. Στη Ρώμη άνοιξε φιλοσοφική σχολή, πιθανότατα στο σπίτι κάποιου Μαρτίνου και επεδίωξε την υποκατάσταση των φιλοσοφικών συστημάτων δια της μόνης και ασφαλούς φιλοσοφίας του Χριστιανισμού. Η σχολή του μάλιστα ήταν συνάμα και ναός όπου τελούνταν λατρευτικές πράξεις. Οι μαθητές του, όπως συνάγεται από τη διασωθείσα γραμματεία, δεν ήσαν λίγοι και ανάμεσά τους βρίσκονταν κυρίως Ασιανοί και Φρύγες, μεταξύ αυτών ήταν ο Τατιανός ο Σύρος, ίσως και ο Ειρηναίος Λουγδούνου.
Όταν αυτοκράτορας ήταν ο Αντωνίνος Πίος, ο Ιουστίνος παρέδωσε στον αυτοκράτορα απολογία, στην οποία εξέθετε τις βασικές διδασκαλίες του Χριστιανισμού και αναιρούσε όλες τις εναντίον των Χριστιανών κατηγορίες και αποδείκνυε την πλάνη των ειδώλων, χρησιμοποιώντας επιχειρήματα από την Αγία Γραφή. Δια την ενέργειά του αυτή, εκλήθη και Απολογητής.
 
Το διδακτικό του έργο πολλές φορές διακόπτετο λόγω των επεμβάσεων των κρατικών αρχών, ιδίως από τις καταγγελίες των κυνικών και των Γνωστικών, ενώ η στάση της Αυτοκρατορικής αρχής μετά το 160 μ.Χ. και την ανάληψη του Μάρκου Αυρηλίου, έγινε αρκετά σκληρότερη. Την ίδια εποχή αυτοεξορίζεται λόγω καταγγελίας του φιλοσόφου Κρήσκεντος, ο οποίος υπήρξε διδάσκαλος του Αυρήλιου, ο οποίος έβλεπε τους μαθητές του να μειώνονται, αλλά και εξ αιτίας του ελέγχου που συχνά του ασκούσε. Κατά την επιστροφή του οι φόβοι του επαληθεύτηκαν, όταν τελικά επί έπαρχου Ιουνίου Ρούστικου (163-167 μ.Χ.), συνελήφθη και αφού υπέστη διάφορα βασανιστήρια, αποκεφαλίστηκε το 165 μ.Χ. μαζί με ομάδα μαθητών του, γεγονός που διασώζεται και σε επίσημο δικαστικό έγγραφο της εποχής. Η μνήμη του εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την 1η Ιουνίου. Θεωρείται και εορτάζεται ως άγιος και από την Καθολική αλλά και από τη Λουθηρανική Εκκλησία.


Η αποτίμηση της προσφοράς του

Ο Άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος
Το μεγαλείο της προσφοράς του σπουδαίου αυτού απολογητή, δε βρίσκεται τόσο στο αποτέλεσμα της προσπάθειας την οποία κατέβαλε, όσο στην πρωτοτυπία του έργου του. Μολονότι του αποδόθηκε το όνομα φιλόσοφος, ο ίδιος υπήρξε γνήσιος διδάσκαλος της Εκκλησίας. Θεωρείται ως ο πρώτος μεγάλος θεολόγος που αντιλήφθηκε την ανάγκη της ελληνικής φιλοσοφίας για τη σύγκραση Χριστιανισμού και Ελληνισμού.
 
Η φιλοσοφική του κατάρτιση αποτελεί σημαντικό όργανο στο λόγο του, αλλά δε τη χρησιμοποιεί ως βάση της αλήθειας. Δε μετεστοιχείωσε την ευαγγελική αλήθεια σε φιλοσοφική, αλλά προσπάθησε να εκφράσει τις χριστιανικές αλήθειες με τη γλώσσα της εποχής του. Ο ίδιος προσπάθησε να επιλύσει τα ουσιαστικά προβλήματα τα οποία αντιμετώπιζαν στην εποχή του οι χριστιανοί και οι καταβολές του από το εθνικό περιβάλλον τον οδήγησαν σε μια προσπάθεια γεφύρωσης με τον εθνικό κόσμο, χρησιμοποιώντας όπου μπορούσε να ανεύρει τα κοινά τους σημεία. Η προσπάθεια αυτή όμως τον οδήγησε συγχρόνως και σε διδασκαλίες οι οποίες δεν έδιναν ικανοποιητικές απαντήσεις (π.χ. σπερματικός λόγος). Η θεολογία του τελικά δεν εγκολπώθηκε στους κόλπους της εκκλησίας, όπως στην περίπτωση του Ειρηναίου.
 
Το έργο του συγγραφέα κινήθηκε σε δύο άξονες. Τη δυνατότητα του ανθρώπινου λόγου να προσεγγίσει την αλήθεια και την επαλήθευση των προφητειών στο πρόσωπό του Ιησού Χριστού. Γενικότερα θα λέγαμε πως ο Ιουστίνος είναι πρώτος ο οποίος χρησιμοποίησε τη βαθύτερη ανάλυση των κειμένων της Παλαιάς Διαθήκης, χρησιμοποιώντας την αλληγορική και τυπολογική μέθοδο των Ιουδαίων. Το έργο του δεν είναι συστηματικό και καθολικό της χριστιανικής διδασκαλίας, αλλά κάτι τέτοιο είναι λογικό διότι μέρος του έργου του χάθηκε, ενώ η γραμματεία του καθορίστηκε από το περιβάλλον και το κλίμα της εποχής. Η επιστημονική κατανόηση του έργου του καθώς και του προσώπου χαρακτηρίζεται ως δυσχερής καθότι υπήρξε φύση απλή και θερμή. Παρόλα αυτά είναι ο πρώτος, που έστω και δίχως μεγάλη επιτυχία, αλλά με σοβαρότητα, τόλμη και σύνεση επιχείρησε να αντιπαραβάλει τη χριστιανική αλήθεια με τη φιλοσοφική σκέψη και κυρίως την Πλατωνική.
 
Η σημαντικότητα του Ιουστίνου, ως προς την ιστορία της σχέσης Ελληνισμού και Χριστιανισμού κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική. Από όλους τους χριστιανούς θεολόγους της εποχής ο Ιουστίνος αναμφισβήτητα υπήρξε ο πλέον θετικός ως προς μία κατεύθυνση εναρμονισμού της φιλοσοφίας και του Χριστιανισμού. Δε δέχεται βέβαια την ειδωλολατρική λατρεία και τη θρησκευτική μυθολογία των Ελλήνων, αλλά μόνο τη φιλοσοφία τους. Ο ίδιος χαρακτηρίζεται ως εκλεκτικός, περνώντας τη φιλοσοφία από κριτικό έλεγχο για να διακρίνει τα ωφέλιμα σημεία της, αλλά και τα αποβλητέα. Σε πολλά σημεία για παράδειγμα επικροτεί την ηθική φιλοσοφία των στωικών, δεν αρνείται όμως και να επιτιμήσει τις μοιρολατρικές και υλιστικές τους αντιλήψεις. Ο ίδιος μάλιστα βρίσκει τόσες ομοιότητες μεταξύ Πλατωνισμού και Χριστιανισμού, ώστε να θεωρεί πως η μετάβαση από το ένα σύστημα στο άλλο δεν έχει ανάγκη από μία επαναστατική αλλαγή, συνάμα όμως δεν ξεχνά να αντιτεθεί στη θεωρία του Πλάτωνος περί ψυχών ή περί δημιουργίας, αναζητώντας παρόλα αυτά και σε αυτές τις περιπτώσεις κοινά σημεία.
 
Το σπουδαιότερο σημείο του έργου του, είναι η προσπάθεια να δικαιολογήσει αυτές τις ομοιότητες, αφενός προσφέροντας μια ιστορική εξήγηση, όπως δανεισμός αληθειών από την Παλαιά Διαθήκη, αλλά και με τη θεωρία περί σπερματικού λόγου. Έτσι προσπαθεί να βρει κοινά στοιχεία με τη θεωρία του Λόγου των στωικών. Γι' αυτό Ιουστίνος επιχειρεί να πείσει κατά βάση, πως ο Λόγος είναι ο Χριστός, με αποτέλεσμα και οι Έλληνες να έχουν έρθει κοντά στην αλήθεια. Με αυτή την προσπάθεια όμως ο Ιουστίνος υποτάσσει τη θεολογία στη φιλοσοφία, αφού η έννοια του Θεού εξαρτάται πια από την αντίληψη που έχει κανείς για τον κόσμο.
  
 
Το συγγραφικό του έργο

Πολλά από τα έργα του Ιουστίνου έχουν χαθεί. Τα έργα που φέρουν το όνομά του και έχουν διασωθεί ως τις ημέρες μας χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες:
α) Εκείνα που είναι αδιαμφισβήτητης γνησιότητας.
Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι δύο Απολογίες του και ο Προς Τρύφωνα Ιουδαίον Διάλογος. Οι διασωθέντες κώδικές τους βρίσκονται σε κακή κατάσταση.
Ο Διάλογος προς Τρύφωνα διεξήχθη πιθανότατα στην Αθήνα περί το 136, αναφέρεται στις σχέσεις χριστιανισμού-Ιουδαϊσμού. Οι δύο Απολογίες του απαντούν στις κατηγορίες που προέρχονταν από τον Παγανιστικό κόσμο. Έτσι με το έργο του, ο Ιουστίνος, απαντά στις επιθέσεις των δύο κύριων αντιπάλων του Χριστιανισμού, παρουσιάζοντας τη θέση των Χριστιανών έναντι του Ιουδαϊσμού, από τον οποίο ξεκίνησε, και έναντι του Ελληνιστικού και παγανιστικού κόσμου, εντός του οποίου ανεπτύσσετο.
 
β) Τα απολεσθέντα ή εκείνα που είναι αμφίβολης γνησιότητας.
Σημαντικός αριθμός συγγραμμάτων του Ιoυστίνου έχει απολεσθεί. Το συγγράμματα αυτά μαρτυρούνται είτε από τον ίδιο, είτε από μεταγενέστερους συγγραφείς Για κάποια από τα έργα αυτά υπάρχει αντιλογία μεταξύ των ερευνητών όσον αφορά το αν είναι συγγραφέας τους ο Ιουστίνος. Εντούτοις, υπάρχει συμφωνία όσον αφορά τον χρόνο συγγραφής τους, ο οποίος πιστεύεται ότι δεν ξεπερνά τον 3ο αιώνα.
Τέτοια έργα είναι τα εξής: Σύνταγμα κατά πασών των αιρέσεων, Κατά Μαρκίωνος, Περί ψυχής, Προς Έλληνας, Λόγος Παραινετικός Προς Έλληνας, Περί μοναρχίας Θεού, Προς Διόγνητον, Περί Αναστάσεως, Ερμηνεία εις την Αποκάλυψιν, Ψάλτης, Προς σοφιστήν Ευφράσιον περί προνοίας και πίστεως, Διάλογος προς Κρήσκεντα, Προς Ιουδαίους.

γ) Τα έργα που αναμφίβολα δεν γράφτηκαν από τον Ιουστίνο και θεωρούνται νόθα. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα εξής: Έκθεσις της Ορθής Πίστεως (αποδίδεται στον Θεοδώρητο), Αποκρίσεις Προς τους Ορθοδόξους Περί Τινων Αναγκαίων Ζητημάτων, Ερωτήσεις Χριστιανικαί Προς τους Έλληνας, Ερωτήσεις Ελληνικαί Προς τους Χριστιανούς, Προς Ζήνα και Σερήνο και Ανατροπή Δογμάτων Τινων Αριστοτελικών. Για τα δύο τελευταία δεν υπάρχει καμία ένδειξη για το χρόνο συγγραφής τους, ενώ τα υπόλοιπα είναι βέβαιο ότι γράφτηκαν μετά την Σύνοδο της Νίκαιας.


Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ

Η Θεολογία του Ιουστίνου

Στη θεολογία του ο Ιουστίνος δεν επεδίωξε να διατυπώσει προσωπικές απόψεις, αλλά να μεταδώσει ότι διδάχτηκε. Έτσι η θεολογία του γενικά προσδιορίζεται από τα εξωτερικά ερεθίσματα της εποχής. Επειδή ακριβώς δεν αμφισβητείται στην εποχή του τόσο το ενιαίο του Θεού, όσο η θέση του προσώπου του Χριστού, η θεολογία του περιστράφηκε στο μεγαλύτερο μέρος της γύρω από το ζήτημα αυτό. Ο Λόγος λοιπόν είναι το κέντρο του κηρύγματος του. Ο Λόγος στον Ιουστίνο αποτελεί συγκεκριμένη προσωπικότητα, που είναι ο Ιησούς Χριστός. Είναι δηλαδή όχι απλώς μια ακαθόριστη δύναμη, αλλά πρόσωπο και μάλιστα υπόσταση ξεχωριστή και συναριθμούμενη και προ της ενανθρωπήσεώς της. Έτσι βάση της θεολογίας του γίνεται η Παλαιά Διαθήκη και κυρίως οι θεοφάνειες του άσαρκου Λόγου, χωρίς τις οποίες δε μπορεί να υπάρξει κατανόηση των πεπραγμένων της Καινής Διαθήκης.

Ο Θεός κατά τον Ιουστίνο θεωρείται ανώνυμος, είναι δημιουργός και διακοσμητής. Ο Θεός λοιπόν είναι ποιητής του παντός, στον οποίο μόνο ανήκει η πίστη και η λατρεία. Είναι η μοναδική αιτία της υπάρξεως και βρίσκεται έξω από κάθε αναγκαιότητα γεννήσεως. Ο Θεός αυτός όμως δεν είναι μονάς, αλλά τριάς.
Ο Ιουστίνος τα μυστήρια τα τοποθετεί στη βάση του τριαδολογικού τύπου. Γι' αυτό και συνδέει σαφώς την τριαδική κοινωνία με το βάπτισμα και τη λειτουργία της ευχαριστίας. Οι βαπτισμένοι λοιπόν αναγεννιούνται στο τριαδικό όνομα των υποστάσεων, ενώ στη θεία ευχαριστία ο άρτος και ο οίνος μεταλαμβάνονται είς δόξα του Πατρός, του Υιού και του Πνεύματος. Στο σημείο αυτό ο Ιουστίνος αναφέρει πως ο Υιός λαμβάνει δεύτερη χώρα, ενώ το πνεύμα είναι τρίτο τη τάξη, με στόχο να καταδείξει την ενότητα και τη μοναδικότητα του Θεού, εξαίροντας πάντοτε την υπερβατικότητά του.
Ο Θεός ως ιδιότητες έχει την υπερβατικότητα και την παντοδυναμία, που αποτελούν αφετηρία της δημιουργίας προς χάριν της ανθρωπότητος. Γι' αυτό τελικά είναι ανωνόμαστος, η αιτία δε αυτού του γεγονότος βρίσκεται στο αγέννητο Αυτού. Οι προσηγορίες Θεός, Πατήρ, Κτίστης δεν αποτελούν πραγματικά ονόματα αλλά επίθετα Αυτού.

Ο ισχυρισμός περί μεταποιήσεως της Πλατωνικής ιδέας περί Θεού στον Ιουστίνο κρίνεται αβάσιμη. Παρόλα αυτά στη σκέψη του ενυπάρχουν πολλές ασάφειες και κενά καθώς και φιλοσοφικές επιδράσεις. Αυτές όμως είναι μάλλον εξωτερικές και μορφολογικές, προσαρμοσμένες στον απολογητικό σκοπό του συγγραφέα. Σε ότι αφορά την έννοια της υπερβατικότητας του Θεού, αυτή λαμβάνεται από τον πλατωνισμό, με στόχο να μιλήσει σαφέστερα στο περιβάλλον της εποχής του. Γι' αυτό και η περί Θεού ιδέα στον Ιουστίνο παραμένει στην ουσία της βιβλική.


Η Περί Λόγου διδασκαλία του Ιουστίνου

Ο Ιουστίνος είναι ο κατεξοχήν απολογητής που αναφέρεται στην περί Υιού και Λόγου θεολογία. Τα κατεξοχήν συγγράμματά του όμως περί της θεολογίας του Υιού δεν έχουν διασωθεί, με αποτέλεσμα να έχουμε ημιτελή εικόνα. Πάντως η διδασκαλία του Ιουστίνου περί του Λόγου κινείται στη γραμμή του Ευαγγελιστή Ιωάννη, προβάλλοντας ουσιαστικά τη διδασκαλία που ήταν οικεία στο εκκλησιαστικό περιβάλλον της εποχής.

Προσπαθεί μέσω των κειμένων της Αγίας Γραφής να αναπτύξει και να θεμελιώσει το λόγο του, προτάσσοντας με εμμονή την έννοια του Λόγου-Υιού. Έτσι για τον Ιουστίνο, ο Λόγος του Θεού είναι ο Υιός Αυτού. Αυτή είναι μία αλήθεια η οποία διακηρύσσεται στην Παλαιά Διαθήκη, έγινε όμως γνωστή με την Ενανθρώπησή Του. Ο Ιησούς Χριστός, είναι ο Υιός και Λόγος του θεού, το ένα και αυτό πρόσωπο. Οι Ιουδαίοι δεν έγιναν μέτοχοι αυτής της αλήθειας. Αυτό το στοιχείο είναι που κατά βάση αποτελεί ανυπέρβλητο εμπόδιο στην κατανόηση της νέας πίστεως, αφού η γνώση του Πατρός επιτυγχάνεται μόνο μέσω του Υιού.
Ο Υιός λοιπόν προήλθε από τον Πατέρα και είναι Υιός του όντος Θεού. Η έννοια Υιός μάλιστα δε μπορεί να παραβληθεί προς την ανθρώπινη υιότητα και να κατανοηθεί με βάση την ανθρώπινη εμπειρία. Ο Υιός και Λόγος υπήρχε προαιωνίως μέσα στον Πατέρα και βρίσκεται σε σχέση μετά από Αυτόν. Η γέννηση Αυτού έγινε με τη βουλή του Πατρός, χωρίς όμως να έχουμε αποτομή ή μερισμό της ουσίας, αφού αυτή παρέμεινε αναλλοίωτη. Ο Λόγος τελικά είναι μεσίτης και ενδιάμεσος ακτίστου και κτιστού και έχει σαφώς δική του υπόσταση. Είναι Θεός και εξαγγέλθηκε από την Παλαιά Διαθήκη επανειλημμένως από τους Προφήτες. Στις θεοφάνειες της Παλαιάς Διαθήκης εμφανίζεται άτμητος και αχώριστος του Πατρός.
Ο Λόγος είναι τέλειος και πλήρης Θεός αφού καλείται Θεός και Κύριος. Καλείται Υιός του Θεού, Θεός και Χριστός. Επειδή είναι αληθινός Θεός, αυτό συνεπάγεται και την αληθινή λατρεία Του.
 
Η υποταγή του Λόγου

Η θεολογία του Ιουστίνου περιέχει και προβληματικά σημεία. Αυτά κυρίως εκκινούν από τη φιλοσοφική θεώρηση ορισμένων θεολογικών προεκτάσεων κυρίως κοσμολογικής προελεύσεως. Το βασικό αυτό πρόβλημα, είναι η γνωστή στην απολογητική γραμματεία υποταγή του Λόγου.
Οι λόγοι που οδήγησαν τον Ιουστίνο σε μία τέτοια θεολογία είναι κατά βάση τρεις: α) η θεωρία περί απολύτου υπερβατικότητος του Θεού, με αποτέλεσμα ο Θεός να έχει ανάγκη από ενδιάμεσο όργανο για να έλθει σε επαφή με τον κόσμο, β) η γέννηση του Λόγου, που γίνεται με βουλή του Πατρός και γ) η ανάγκη διαφυλάξεως της ενότητος της Τριάδος η οποία στο φιλοσοφικό περιβάλλον της εποχής με βάση την ετερότητα των υποστάσεων θα οδηγούσε σε διάσπαση.
Η υποταγή όμως θα αποδείκνυε μία γνώμη και όχι έτερες. Γενικώς η έννοια της υποταγής του Ιουστίνου κινείται σε δύο πεδία: το κοσμολογικό και το αποκαλυπτικό. Στην πρώτη περίπτωση εντοπίζεται η κοσμική ενέργεια του Λόγου, στην οποία κατά τον Ιουστίνο ο Λόγος δεν είναι η κύρια ποιητική των δημιουργημάτων αρχή, αλλά το όργανο. Στη δεύτερη μέσω των θεοφανειών, όπου ο Θεός-Λόγος είναι η εικόνα του Θεού Πατρός και αγγελιαφόρος. Γενικά θα λέγαμε πως μία τέτοια θεολογία θέτει σε κίνδυνο την προσωπική αυτοτέλεια του Λόγου.

Παρόλα αυτά γενικώς η προοπτική της θεολογίας του θα πρέπει να αντιπαραβάλλεται προς το περιβάλλον το οποίο απευθύνεται ο απολογητής. Αφενός μεν στην προσπάθειά του να μιλήσει στη φιλοσοφική γλώσσα της εποχής, όπου η ενότητα της θεότητας θα είχε διασπαστεί αν δεν προτασσόταν η υποταγή της γνώμης, αφετέτρου η αδυναμία των απολογητών να θέσουν το ζήτημα της λατρείας του Υιού, ειδικά από τη στιγμή που οι Αυτοκράτορες που επιζητούσαν την Αυτοκρατορική λατρεία, τον είχαν σταυρώσει σαν ένα κοινό επαναστάτη.


Η Ανθρωπολογία του Ιουστίνου
 
 Η ανθρωπολογία του είναι θα λέγαμε βιβλική. Ο κόσμος είναι αγαθός και το υλικό στοιχείο δεν είναι κακό. Σημαντική θεολογική σκοπιά, συνεπής με τη πατερική θεολογική σκέψη, είναι το αναπόσπαστο της ψυχοσωματικής ενότητας του ανθρώπου.
Στο σημείο όμως το οποίο διαφοροποιείται είναι ότι η ψυχή είναι μεν ανωτέρα της αισθητής ύλης, αλλά όχι θεία. Καθώς και ότι ο Ιουστίνος φαίνεται να χρησιμοποιεί τριπλό συστατικό της ανθρώπινης ύπαρξης. Πέραν δηλαδή της ψυχής και του σώματος, το πνεύμα. Αυτό αποτελεί πρόσθετο στοιχείο, δώρο του Θεού προς τους αγαθούς, καθότι η ψυχή δεν έχει εγγενή και φυσική αθανασία.
Η έννοια του πνεύματος στον Ιουστίνο λαμβάνει την έννοια της χάριτος του Θεού. Σε ότι αφορά την αμαρτία και το προπατορικό αμάρτημα τη θεωρεί περισσότερο ως πρωτότυπη παρά ως προπατορική, ενώ τέλος η θεογνωσία αποκτάται δια της αποκαλύψεως και σε στάδια. Πριν την ενανθρώπηση ο Λόγος αποκαλυπτόταν στους Προφήτες και τους Πατριάρχες δι' εμφανίσεως του Λόγου, ενώ οι φιλόσοφοι τη δέχτηκαν ατελέστερα μέσω του σπερματικού λόγου, δηλαδή των σπερμάτων αληθείας που βρίσκονται μέσα σε όλους τους ανθρώπους. Η χάρη τελικώς μεταδίδεται στα μέλη της ανθρωπότητας μέσω της Εκκλησίας και της μυστηριακής ζωής αυτής.


ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Φιλοσοφίας ταὶς ἀκτίσιν ἐκλάμπων, θεογνωσίας ὑποφήτης ἐδείχθης, σαφῶς παραταξάμενος κατὰ τῶν δυσμενῶν σὺ γὰρ ὠμολόγησας, ἀληθείας τὴν γνῶσιν, καὶ Μαρτύρων σύσκηνος, δι' ἀθλήσεως ὤφθης, μεθ' ὧν δυσώπει πάντοτε Χριστόν, ὢ Ἰουστίνε, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
 

Κοντάκιον
 
Ήχος β'. Τους ασφαλείς
Τον αληθή, της ευσεβείας κήρυκα, και ευκλεή, των μυστηρίων ρήτορα, Ιουστίνον τον φιλόσοφον, μετ' εγκωμίων ευφημήσωμεν δυνάμει γαρ σοφίας τε και χάριτος, τον λόγον κατετράνωσε της πίστεως, αιτούμενος πάσι θείαν άφεσιν.
 
 

Κυριακή των Αγίων και Θεοφόρων 318 Πατέρων της Α' Αγίας και Οικουμενικής Συνόδου



Κυριακή των Αγίων και Θεοφόρων 318 Πατέρων της Α' Αγίας και Οικουμενικής Συνόδου
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΩΝ 318 ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ A΄ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ  ΠΑΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ Η΄ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ
   Ἐν Πειραιεῖ   16-6-2013                                                                         
πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἀγίας Παρασκευῆς Καλλιπόλεως Πειραιῶς
Όπως ακούσαμε από τους θαυμασίους ύμνους, ιδιαίτερα από τα δοξαστικά του Εσπερινού «Τάς μυστικάς σήμερον του Πνεύματος σάλπιγγας...» και του Όρθρου «Των Αγίων Πατέρων ο χορός...», η Εκκλησία μας εορτάζει σήμερα Ζ΄ Κυριακή από του Πάσχα τους Αγίους και Θεοφόρους 318 Πατέρες, που συνεκρότησαν την Α΄ αγία και Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ. επί της βασιλείας του αγίου ενδόξου θεοστέπτου βασιλέως και Ισαποστόλου Κωνσταντίνου του Μεγάλου.
Στη Σύνοδο αυτή συμμετείχαν πολύ μεγάλα ονόματα σοφών αγίων της Εκκλησίας μας, πολύ γνωστών σέ όλους μας, όπως ο εν αγίοις πατήρ ημών Αθανάσιος πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Μέγας, που τότε ήταν διάκονος του Πατριάρχου Αλεξανδρείας Αλεξάνδρου, ο εν αγίοις πατήρ ημών Νικόλαος Επίσκοπος Μύρων της Λυκίας ο Θαυματουργός, ο οποίος ράπισε, χαστούκησε τον Άρειο για τις βλασφημίες, που εξεστόμισε, ο εν αγίοις πατήρ ημών Σπυρίδων Επίσκοπος Τριμυθούντος της Κύπρου ο Θαυματουργός, που έκανε το θαύμα με το κεραμίδι, ο εν αγίοις πατήρ ημών Αχίλλιος Επίσκοπος Λαρίσης, που έκανε το θαύμα με την πέτρα, που ανέβλυσε λάδι, ο εν αγίοις πατήρ ημών Αλέξανδρος Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο οποίος, όταν λειτουργούσε, είδε τον Χριστό ως βρέφος πάνω στο άγιο Δισκάριο να έχει σχισμένο τον χιτώνα, εξαιτίας του Αρείου, ο εν αγίοις πατήρ ημών Όσιος Επίσκοπος Κορδούης και πλήθος άλλων κληρικών, ηγουμένων, πρεσβυτέρων, διακόνων και μοναχών.
Η Σύνοδος συνήχθη κατά του αιρετικού Αρείου, ο οποίος βλασφημούσε ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού δεν είναι ομοούσιος με τον Θεό Πατέρα και ακολούθως δεν είναι Θεός αληθινός, αλλά κτίσμα και ποίημα. Η Σύνοδος, η οποία διήρκησε τρεισήμισι χρόνια, μάς παρέδωσε το κοινό και γνωστό απ’ όλους και ιερό Σύμβολο της Ορθοδόξου πίστεώς μας, με το οποίο ανεκήρυξε τόν Υιό και Λόγο του Θεού, Θεό αληθινό και ομοούσιο με τον Θεό Πατέρα, έχοντας δηλ. την ίδια ουσία και φύση με τον Θεό Πατέρα και επομένως την ίδια δόξα, εξουσία, κυριότητα και αϊδιότητα και όλα τα υπόλοιπα θεοπρεπή ιδιώματα της θείας φύσεως. Η ίδια Σύνοδος μάς παρέδωσε και τον καθορισμό του Πάσχα και εξέδωσε είκοσι ιερούς κανόνες. 
Εξέχουσα θέση ανάμεσα στον υμνογραφικό πλούτο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας κατέχει, εκτός των άλλων, και το απολυτίκιο της εορτής των Αγίων Πατέρων : «Υπερδεδοξασμένος ει Χριστέ ο Θεός ημών, ο φωστήρας επί γης τούς Πατέρας ημών θεμελιώσας καί δι’αυτών πρός τήν αληθινήν πίστιν πάντας ημάς οδηγήσας, πολυεύσπλαγχνε δόξα σοι». Είναι αμφίβολο, αν έχουμε συλλάβει το βαθύτερο νόημα, την σημασία και την βαρύτητα αυτού του τροπαρίου, το οποίο εκφράζει μια πρώτιστη θεολογική πτυχή της Ορθοδόξου Εκκλησιολογίας. Η πτυχή αυτή, πού μαρτυρείται από το ανωτέρω τροπάριο, είναι ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία, εκτός από Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική, είναι κατεξοχήν και Πατερική. Θα μπορούσαμε κάλλιστα οι Ορθόδοξοι, δίπλα από τα τέσσερα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά της Εκκλησίας, να προσθέταμε και την Πατερικότητα και να ομολογούσαμε στο Σύμβολο της Πίστεως την πίστη μας «εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν, Αποστολικήν καί Πατερικήν Εκκλησίαν». Η προσθήκη, όμως, αυτή, όπως και κάθε άλλη προσθήκη ή αφαίρεση στο Σύμβολο της Πίστεως, απαγορεύεται ρητώς από τον 7ο Ιερό Κανόνα της Γ΄ Αγίας Οικουμενικής Συνόδου εν Εφέσω (431). Για τον λόγο αυτό απαγορεύθηκε και η προσθήκη, την οποία έβαλαν οι αιρετικοί Παπικοί, οι Λατίνοι, στο Σύμβολο της Πίστεως, σύμφωνα με την οποία το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται όχι εκ μόνου του Πατρός, αλλά και εκ του Υιού, η περίφημη αίρεση του Filioque. Για τον ίδιο λόγο απαγορεύθηκε ακόμη να βάλλουμε εμείς οι Ορθόδοξοι στο Σύμβολο της Πίστεως και τον όρο «Θεοτόκος» για την Παναγία μας, μολονότι είναι δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Από σεβασμό και υπακοή στα θεσπισμένα υπό των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων και των Αγίων Πατέρων. Εντούτοις, η Ορθόδοξος Εκκλησία μας είναι Εκκλησία Αποστολική και Πατερική. Το ακούσαμε αυτό στο κοντάκιο της σημερινής εορτής : «Των Αποστόλων τό κήρυγμα καί των Πατέρων τά δόγματα τη Εκκλησία μίαν τήν πίστιν εκράτυνεν». Το κήρυγμα των Αποστόλων, αλλά και η ανάπτυξη αυτής της διδασκαλίας εκ μέρους των Αγίων Πατέρων έκαναν μία την διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Η Ορθόδοξος Εκκλησία μας, λοιπόν, είναι συγχρόνως Αποστολική και Πατερική, και ακολουθεί τούς Αγίους Πατέρες σε κάθε Οικουμενική Σύνοδο. Κι εμείς πρέπει να είμαστε «επόμενοι τοις αγίοις πατράσιν˙ μή μεταίρειν όρια, α έθεντο οι πατέρες ημών». Να είμαστε επόμενοι, να ακολουθούμε τους Αγίους Πατέρες, να μη μετακινούμε όρια, τα οποία έθεσαν οι Άγιοι Πατέρες μας. Διότι, οι Άγιοι Πατέρες δεν κάνουν τίποτε άλλο, παρά να συνεχίζουν το έργο του Κυρίου και των Αποστόλων. Αυτό έκαναν και στην A΄ εν Νικαία Αγία και Οικουμενική Σύνοδο, την οποία η Εκκλησία μας εορτάζει σήμερα.

Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α' Οικουμενικής Συνόδου

slPA


H
 Αγία μας Εκκλησία έχει ορίσει μία Κυριακή πριν την Πεντηκοστή να εορτάζουμε την μνήμη των 318 Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Ο σημερινός εορτασμός θεσπίστηκε για να τονιστεί η θεότητα του προσώπου του Χριστού και η μεγάλη σημασία αυτής της αλήθειας για ολόκληρη την Εκκλησία.

Λίγες μόλις δεκαετίες μετά το γεγονός της Ενανθρωπήσεως του Χριστού και το πάθος Του, εμφανίστηκαν οι πρώτες παραχαράξεις της πίστεως και αργότερα οι μεγάλες Χριστολογικές αιρέσεις στην Εκκλησία , σχετικά με το πρόσωπο και την υποστατική ένωση των δύο φύσεων του Κυρίου (την Θεία και την ανθρώπινη). Ερωτήματα όπως: Ποιός τελικά είναι ο Χριστός; Ποιά η σχέση του με τον Θεό; Πώς κατανοείται η σχέση και η ένωση κτιστού και ακτίστου από τον Ενανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού; Πώς μπορεί να είναι Θεάνθρωπος και η μητέρα αυτού Θεοτόκος; Σε αυτά λοιπόν τα ερωτήματα που κλήθηκαν να απαντήσουν και να δογματίσουν οι Άγιοι Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου ως φύλακες της παραδόσεως και της αλήθειας.  Τα ερωτήματα αυτά που  ετέθησαν αφορούσαν όχι μόνο τη Θεότητα του Θεού και Λόγου αλλά και την Ενανθρώπησή του.

Η Α’ Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε τον Πρεσβύτερο Άρειο και τον Αρειανισμό, και τα τρία εκκλησιαστικά σχίσματα το Νοβοτιανό, του Παύλου Σαμοσατέα και το Μελιτιανό τα οποία ταλάνιζαν για χρόνια την εσωτερική ειρήνη της Εκκλησίας. Διατύπωσε τους πρώτους όρους ορθού Χριστιανικού δόγματος και ιδιαίτερα τα περί του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, τον Υιό και Λόγο , ως ομοούσιο τω Θεώ Πατρί. Συνέταξε δε τα πρώτα επτά άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως και εξέδωσε είκοσι Ιερούς Κανόνες.

Τη Σύνοδο αποτέλεσαν 318 Άγιοι Πατέρες. Συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο στην Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ,  κατά το 20ο έτος της Βασιλείας του και είχε διάρκεια 3,5 έτη. Διακριθείσες μορφές της Συνόδου ήταν ο Αλέξανδρος Κωνσταντινουπόλεως , ο Αλέξανδρος Αλεξανδρείας , Ο Μέγας Αθανάσιος, ο Ευστάθιος ο Αντιοχείας, ο Μακάριος ο Ιεροσολύμων, ο Άγιος Σπυρίδων , ο Άγιος Νικόλαος κ.α.

ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Α' ΟΙΚΟΥΜ. ΣΥΝΟΔΟΥ




 

Η έκτη κατά σειρά Κυριακή μετά το Άγιο Πάσχα είναι αφιερωμένη από την Εκκλησία μας στην μνήμη των 318 Αγίων Πατέρων, οι οποίοι έλαβαν μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο που συνήλθε στην Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ. Η σύνοδος συνήλθε κατά πρόσκληση του Μέγα Κωνσταντίνου κατά το εικοστό έτος της βασιλείας του.
Διακριθείσες μορφές της συνόδου ήταν ο Αλέξανδρος ο Κωνσταντινουπόλεως, ο Αλέξανδρος ο Αλεξανδρείας, ο Μέγας Αθανάσιος, ο Ευστάθιος ο Αντιοχείας, ο Μακάριος ο Ιεροσολύμων, ο Παφνούτιος, ο Άγιος Σπυρίδων, ο Άγιος Νικόλαος, κ.α.
Η Α' Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε τον Άρειο και τον Αρειανισμό. Διατύπωσε τους πρώτους όρους ορθού Χριστιανικού δόγματος και ιδιαίτερα τα περί του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, τον Ιησού Χριστό, ως ομοούσιον τω Θεώ Πατρί.
Συνέταξε τα πρώτα επτά άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως.
Επίσης αποφάσισε τους κάτωθι ιερούς Κανόνες:

Κανών Α': Καταδικάζει τη συνήθεια του οικειοθελούς ευνουχισμού και απαγορεύει τη χειροτονία ευνουχισμένων, πλην όσων για ιατρικούς λόγους ή λόγω βασανιστηρίων εξετμήθησαν.
Κανών Β': Απαγορεύει τη χειροτονία ως κληρικών στα νέα μέλη (νεόφυτοι) της εκκλησίας.
Κανών Γ': Καταδικάζει την συνήθεια των κληρικών όλων των βαθμών να συζούν με νεαρές γυναίκες τις οποίες δεν είχαν παντρευτεί (συνείσακτοι).
Κανών Δ' - Ε': Εισάγεται το «μητροπολιτικό σύστημα», το οποίο ίσχυε στην οργάνωση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, και καθορίζουν την αρμοδιότητα της επαρχιακής συνόδου στη χειροτονία των επισκόπων.
Κανών ΣΤ': Αναγνωρίζει κατ' εξαίρεση το αρχαίο έθος της συγκεντρωτικής δικαιοδοσίας του επισκόπου της Αλεξάνδρειας στις εκκλησίες της Αιγύπτου, Λιβύης και Πεντάπολης —όπως συνέβαινε και με την εκκλησία της Ρώμης—, ενώ εξαιρεί τη Ρώμη και την Αντιόχεια από το γενικό μέτρο του μητροπολιτικού συστήματος.
Κανών Ζ': Ορίζεται ότι ο επίσκοπος Αιλίας (δηλ. Ιερουσαλήμ) να είναι ο επόμενος στη σειρά απόδοση τιμών.
Κανών Η': Ορίζει τον τρόπο επιστροφής στην εκκλησία της Αιγύπτου των λεγόμενων «Καθαρών» (Μελιτιανό σχίσμα).
Κανών Θ': Αναφέρεται στην συνήθη περίπτωση χειροτονίας πρεσβυτέρων των οποίων δεν εξετάστηκαν τα προσόντα ή οι οποίοι δεν παραμένουν άμεμπτοι.
Κανών Ι': Καταδικάζει τη χειροτονία πεπτωκότων.
Κανών ΙΑ' - ΙΒ': Καθορίζεται η μετάνοια των πεπτωκότων, με αυστηρότερα κριτήρια.
Κανών ΙΓ': Δέχεται ότι είναι δυνατόν να παρασχεθεί Θεία Ευχαριστία επί της επιθανατίου κλίνης.
Κανών ΙΔ': Ορίζεται η μετάνοια των πεπτωκότων κατηχουμένων.
Κανών ΙΕ' - ΙΣΤ': Καταδικάζεται η επιδίωξη κληρικών για μετάθεση σε άλλες εκκλησίες.
Κανών ΙΖ': Καταδικάζει την πλεονεξία και αισχροκέρδεια των κληρικών που προέρχεται από τον έντοκο δανεισμό.
Κανών ΙΗ': Απαγορεύει στους διακόνους να μεταδίδουν και να αγγίζουν τη Θεία Ευχαριστία πριν από τους πρεσβυτέρους, και δεν επιτρέπεται το να κάθονται μεταξύ των πρεσβυτέρων.
Κανών Κ': Απαγορεύει τη γονυκλισία στη Θεία Λειτουργία της Κυριακής και την ημέρα της Πεντηκοστής.

Επιπρόσθετα καθορίστηκε η κοινή ημέρα εορτασμού του Πάσχα.
Τα συμπεράσματα της συνόδου υπογράφηκαν από περισσότερους από 318 και ο αριθμός αυτός επικράτησε για συμβολικούς λόγους. Οι επίσκοποι που ήταν παρόντες στη σύνοδο συνοδεύονταν από κατώτερους κληρικούς.
Στο ιερό Ευαγγέλιο της Κυριακής των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου ακούμε ένα τμήμα της λεγομένης αρχιερατικής προσευχής του Κυρίου μας. Μιας προσευχής συγκλονιστικής που έκανε ο Κύριος μπροστά στους μαθητές του τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ. Εκεί στο υπερώο της Ιερουσαλήμ μετά το Μυστικό Δείπνο ο Κύριος, αφού ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, είπε:
Πάτερ, ήλθε η ώρα να θυσιασθώ για τη σωτηρία του κόσμου. Δέξου τη θυσία μου αυτή και δόξασε τον Υιό σου, για να Σε δοξάσει και ο Υιός σου, για να λυτρώσει όσους πίστεψαν σ’ Αυτόν και να τους προσφέρει την αιώνια ζωή. Και αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν οι πιστοί Εσένα τον μόνο αληθινό Θεό και Εμένα που με έστειλες στον κόσμο.
Εγώ Σε δόξασα πάνω στη γη. Και με τη θυσία που θα προσφέρω σε λίγο πάνω στο σταυρό, ολοκλήρωσα τελείως το έργο που μου έδωσες να επιτελέσω. Και τώρα που θα φύγω από τον κόσμο αυτό, δόξασέ με και ως άνθρωπο εσύ, Πάτερ, με την δόξα την οποία είχα κοντά σου πριν να δημιουργηθεί ο κόσμος.
Μέσα στη συγκλονιστική αυτή αρχιερατική προσευχή ακούμε τον Κύριο πολλές φορές να μιλάει για τη δόξα Του. Σε ποια όμως δόξα αναφέρεται; Όσο κι αν μας φαίνεται παράξενο, ο Κύριος αναφέρεται στη δόξα της σταυρικής του θυσίας που θα ακολουθήσει. Βέβαια ο Κύριος δοξάστηκε και με τα εκπληκτικά θαύματά Του, με την αγία ζωή Του, με την απαράμιλλη διδασκαλία Του, με την Ανάστασή του και την Ανάληψή του.
Όμως η μεγαλύτερη δόξα του Κυρίου μας δεν πραγματοποιήθηκε σ’ αυτές τις στιγμές του θριάμβου, αλλά στις τραγικότερες και πιο ταπεινωτικές στιγμές της ζωής του. Ο Κύριός μας ανήλθε στην κορυφή του μεγαλείου του όταν ανυψώθηκε στην κορυφή του Γολγοθά και αποκάλυψε στους ανθρώπους το ανυπέρβλητο ύψος της αρετής Του. Μιας αρετής που ακτινοβόλησε στον ουρανό, στη γη και τα καταχθόνια. Διότι ο Κύριός μας πάνω στο σταυρό αποκάλυψε στο μεγαλύτερο βαθμό την τέλεια αγάπη Του για τα πλάσματά του. Εκεί στην τρομερή αγωνία του Πάθους έδειξε τη βασιλική του μεγαλειότητα. Με ανεξικακία και υπομονή δοκίμασε όχι μόνο τους αφόρητους πόνους του μαρτυρίου, αλλά και σήκωσε με εγκαρτέρηση το αβάστακτο βάρος των αμαρτιών μας. Ο Σταυρός του έγινε το υψηλότερο βήμα της ανθρωπότητας, που διακηρύττει μία δόξα άφθαστη. (Επιγραφή σε Σταυρό: Ο Βασιλεύς της δόξης).
Σε τέτοιου είδους δόξα όμως ο Κύριος καλεί και όλους εμάς. Διότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε πλασμένοι για τη δόξα. Δυστυχώς όμως αναζητούμε την καταξίωσή μας σε λάθος δρόμο: στη ματαιότητα, στα τάλαντα, στην εξουσία, στην αναγνώριση. Αυτή όμως η κοσμική καταξίωση είναι ψεύτικη, φευγαλέα. Η αληθινή δόξα βρίσκεται στο δρόμο της θυσίας, στην κοινωνία των παθημάτων του Κυρίου μας. Υψωνόμαστε όταν θυσιαζόμαστε, όταν υπομένουμε πειρασμούς, περιφρονήσεις, συκοφαντίες, αδικίες, όταν ξέρουμε να συγχωρούμε και να ευεργετούμε, όταν σταυρώνουμε καθημερινά τον εαυτό μας και τα πάθη του.
Η ενότητα των πιστών.
Στην συνέχεια της αρχιερατικής του προσευχής ο Κύριος προσεύχεται για τους μαθητές του και για όλους του πιστούς. Πάτερ άγιε, λέει, εγώ φανέρωσα το όνομά Σου στους ανθρώπους που μου εμπιστεύθηκες. Απεκάλυψα σ’ αυτούς τις αλήθειες που μου έδωσες. Και αυτοί δέχθηκαν τον λόγο σου και πίστεψαν ότι όλα όσα έχω από Σένα προέρχονται και ότι εγώ από Σένα γεννήθηκα. Τη στιγμή αυτή Σε παρακαλώ για εκείνους που μου έδωσες. Εγώ δεν θα είμαι πλέον σωματικώς στον κόσμο. Αυτοί όμως θα είναι. Όσο ήμουν μαζί τους τους φύλαξα. Πάτερ άγιε, φύλαξέ τους με την πατρική σου δύναμη, ώστε να παραμείνουν ενωμένοι μαζί μου και μεταξύ τους. Να είναι ενωμένοι, όπως κι εμείς είμαστε ένα.
Στο δεύτερο αυτό τμήμα της αρχιερατικής προσευχής του ο Κύριος προσεύχεται για όλους τους μαθητές του, ώστε να έχουν μεταξύ τους ενότητα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη επιθυμία του Κυρίου κατά τη συγκλονιστική αυτή ώρα. Να μένουμε όλοι οι πιστοί ενωμένοι μαζί του και μεταξύ μας μέσα στην αγία του Εκκλησία. Και γιατί το επιθυμεί αυτό ο Κύριος τόσο πολύ; Διότι γνώριζε ότι οι αιρετικοί ως λύκοι άγριοι θα ορμήσουν να καταπληγώσουν το σώμα της και θα το κομματιάσουν. (σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα). Και προσεύχεται για την ενότητα των πιστών, διότι γνωρίζει ότι όταν οι Χριστιανοί χάσουν την ενότητα της πίστεως, χάνουν και τη Χάρη του Θεού, συγκεκριμένα ότι όλοι οι αιρετικοί, Παπικοί, Προτεστάντες και τόσοι άλλοι, δεν είναι μέλη της μίας αγίας Εκκλησίας, και γι’ αυτό δεν έχουν τη Χάρη του Θεού, δεν έχουν πραγματικά Μυστήρια, δεν ανήκουν στην Εκκλησία, αλλά είναι αιρετικές ομάδες. Όλοι αυτοί έχουν απομακρυνθεί από τον Χριστό και την αλήθεια του. Και δεν μπορούν να φθάσουν στον αγιασμό και στη θέωση έξω από τη μία αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία.
Την αλήθεια αυτή τη γνώριζαν πολύ καλά οι άγιοι θεοφόροι Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Γι’ αυτό και πολέμησαν δυναμικά τον αιρεσιάρχη Άρειο. Διότι κατανοούσαν ότι όποιος δεν είναι ενωμένος με την Εκκλησία, είναι στην πλάνη, είναι στο σκοτάδι, είναι επικίνδυνος. Αυτή την παρακαταθήκη άφησαν και σε μας: να μένουμε άρρηκτα ενωμένοι με τον Χριστό μας και την Εκκλησία του. Διότι ή είσαι ενωμένος με τον Χριστό και ανήκεις στη μία αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία ή είσαι αιρετικός, οπότε είσαι εκτός της Εκκλησίας.
Παραθέτουμε το
ποίημα του Γεωργίου Νικομηδείας, που αποτελεί κ' ένα από τά καλύτερα μαθήματα της παραδόσεως της βυζαντινής μουσικής, και που ψάλλεται σε ήχο πλάγιο του τετάρτου:
Τών αγίων Πατέρων ο χορός,
εκ των της οικουμένης περάτων συνδραμών,
Πατρός και Υιού και Πνεύματος Αγίoυ,
μίαν ουσίαν εδογμάτισε και φύσιν•
και το μυστήριον της Θεολογίας,
τρανώς παρέδωκε τη Εκκλησία.
Ους ευφημούντες εν πίστει,
μακαρίσωμεν λέγοντες•
Ω θεία παρεμβολή,
θεηγόροι οπλίται παρατάξεως Κυρίου•
αστέρες πολύφωτοι του νοητού στερεώματος•
της μυστικής Σιών οι ακαθαίρετοι πύργοι•
τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου•
τα πάγχρυσα στόματα του Λόγου•
Νικαίας το καύχημα, οικουμένης αγλάϊσμα•
εκτενώς πρεσβεύσατε, υπέρ των ψυχών ημών.