Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Πατερικό των φυλακών-Ο γιατρός,ο τυφλός εργάτης και ο πιστός χωρικός


Τα βασανιστήρια των μαρτύρων των κομμουνιστικών φυλακών στην Ρουμανία

Σ'ένα γειτονικό κελί βρισκόνταν τρεις κρατούμενοι.Κανένας τους δεν γνώριζε το αλφάβητο μορς(σ.σ.Με αυτόν τον τρόπο επικοινωνούσαν μεταξύ τους οι κρατουμενοι στις φριχτές κομμουνιστικές φυλακές των ετών 1948-1954).Τους ακούγαμε μόνο που έδιναν αναφορά κάθε πρωί και κάθε βράδυ:«Να ζήσετε κ.αστυφύλακα.Είμαστε τρεις κρατούμενοι και είμαστε έτοιμοι για αναφορά». Είχε περάσει ένας χρόνος όταν με δυνατά χτυπήματα ειδοποίησαν τον δεσμοφύλακα πως ο ένας πέθανε.Ήρθαν,τον πήραν με το φορείο και έπειτα πάλι έγινε ησυχία.όταν μετακίνησαν τους δύο κρατουμένους σε άλλα κελία,λύθηκε το μυστήριο.Ήταν ένας γιατρός,ένας εργάτης και ένας χωρικός.
  Ο γιατρός,μικροκαμωμένος ,άντεχε στο βασανιστήριο της πείνας,αλλά ήταν ευερέθιστος και λιγομίλητος.Ο εργάτης ήταν άρρωστος,πολύ αδυνατισμένος και είχε χάσει την όραση του εξαιτίας τουότι δεν έπαιρνε φάρμακα για τον διαβήτη.Ο χωρικός,ήταν και αυτός αδυνατισμένος,ήρεμος και συνεχώς προσεύχονταν.'Ηξερε απέξω τον Ακάθιστο Ύμνο της Παναγίας και πολλούς ψαλμούς.Είχε τραυματιστεί στον Β.Παγκόσμιο Πόλεμο.Τον έπιασαν οι κομμουνιστές επειδή είχε εναντιωθεί στην κολεκτιβοποίηση και τον είχαν φυλακίσει στην χειρότερη φυλακή.Στο Αιούντ.Φρόντιζε τον εργάτη και συζητούσε μαζί του διάφορα θέματα.Ο γιατρός δεν συμμετείχε και τους κοίταζε μ'έναν αέρα ανωτερότητας.

  Η κατάσταση του εργάτη όλο και χειροτέρευε.Ο χωρικός τον βοηθούσε να φάει.Μια μέρα ο χωρικός έκανε αναφορά,παρακαλώντας τον δεσμοφύλακα να τον πάει στο ιατρείο.Ο δεσμοφύλακας του έκλεισε την πόρτα κατάμουτρα.Μετά από μερικές μέρες όμως το φαγητό έγινε πιο νόστιμο.Μες το νεροζούμι που τους έδιναν είχαν προσθέσει λίγα κομματάκια κρέας.Ήταν κάτι το ασυνήθιστο και η σκέψη ότι μπορεί να αναβληθεί ο θάνατός τους,τούς έδινε ελπίδα και δύναμη.
Ο γιατρός παρατηρούσε ότι ο χωρικός πριν δώσει στον τυφλό και άρρωστο εργάτη την μερίδα του,έβγαζε αυτό το ελάχιστο κρέας από το πιάτο του και το έδινε στον εργάτη και έπειτα τον προέτρεπε να φάει: -«Έλα αδελφέ φάε,τώρα που μας θυμήθηκε ο Θεός και η Παναγια και απαλύνθηκε λίγο ο πόνος μας».
 Ο εργάτης όμως μέρα με την μέρα εξαντλούνταν μέχρι που άρχισε να χάνει τις αισθήσεις του.Τότε ο γιατρός επέπληξε τον χωρικό:
-«Μα τι κάνεις εκεί;.Αφου τον βλέπεις και πεθαίνει,αντί να φας εσύ την μερίδα του,δίνεις το καλύτερο από την μερίδα σου σ'εκείνον»; -«Το βλέπω γιατρέ πως πεθαίνει αλλά δεν θέλω να διαπιστώσει στον άλλον κόσμο πως κανείς δεν τον αγαπούσε»
 Μετά γονάτισε κοντά στο κεφάλι του ετοιμοθάνατου και άρχισε να προσεύχεται.Την στιγμή εκείνη κάτι έγινε στην ψυχή του γιατρού.Γύρισε προς τον τοίχο και άρχισε να κλαίει με λυγμούς.Ο χωρικός προσπαθούσε να τον καθυσυχάσει:
-«Γιατρέ,ησυχάστε.Ίσως γι'αυτό ήθελε ο Θεός να βρεθούμε εδώ,για να ξαναβρούμε την ψυχή μας.Εσείς ως γιατρός είδατε πολλούς ανθρώπους πεθαίνοντας.Εγώ στο μέτωπο επίσης.Αλλά κανείς από του δύο μας δεν είχε τον χρόνο να σκεφτεί πως ο άνθρωπος δεν πεθαίνει αλλά μετακινείται κάπου αλλού».
 Μόλις έβγαλαν τον νεκρό έξω,ο γιατρός για μερικές μέρες δεν μίλησε.Ύστερα παρακάλεσε τον χωρικό να του μάθει τον Ακάθιστο και τους Ωαλμούς και έτσι περνούσαν τον καιρό τους προσευχόμενοι.Όταν τους άλλαξαν καλιά ο γιατρός άρχισε να διηγείται το παραπάνω στους άλλους κρατουμένους,κάνοντας έτσι και μία πράξη προσωπικής εξιλέωσης.
Από το βιβλίο του Virgil Maxim''Imn pentru crucea purtata''
ΠΗΓΗ-Απόδοση στα ελληνικά π.Γεώργιος Κονισπολιάτης/proskynitis.blogspot.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου