Τούτες τις μέρες της Μεγάλης βδομάδας ο νους μου επίμονα σκάλωσε στην περίπτωση του ληστή, πάνω στο σταυρό. Οι Ευαγγελιστές δεν μας έχουν διασώσει το όνομά ή την καταγωγή του. Αγνοούμε τα πάντα γι’ αυτόν! Οι Πατέρες και οι υμνογράφοι της Εκκλησίας μας τον εγκωμιάζουν ανώνυμα και τον προβάλλουν ως παράδειγμα! Οι αγιογράφοι τον παριστάνουν εντός του Παραδείσου κουβαλώντας στην πλάτη το σταυρό του και γύρω από το φωτοστέφανο σημειώνουν: «Ο Άγιος Ληστής»! Ήταν «κακούργος» (Λουκ. 23, 39) κι έγινε Άγιος, πρώτος πολίτης του Παραδείσου!
Ο ληστής ήταν μέλος συμμορίας που δρούσε στην ύπαιθρο. Λήστευε τους περαστικούς. Δεν ήταν ένας επαναστάτης που αγωνιζόταν ενάντια στη ρωμαϊκή κυριαρχία - τέτοιος ήταν ο Βαραββάς. Ήταν κακοποιός! Στο ενεργητικό του είχε φόνους και ληστείες. Ο ίδιος ομολόγησε πως είχε διαπράξει σωρό άτοπα και απρεπή. Την ύστατη στιγμή ξεφύτρωσε μέσα του ο φόβος του Θεού. Πίστεψε στη μέλλουσα ζωή! Πιθανότατα να είχε ιουδαϊκή καταγωγή, γιατί αναγνώρισε τη μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού και γνώριζε την προφητεία του Ησαΐα, πως ο Μεσσίας θα ανάσταινε τους άξιους Ισραηλίτες, για να λάβουν μέρος μαζί με τους Πατριάρχες στη μεσσιανική πανήγυρη (Ησ. 26, 19 και Δαν. 12, 2), γι’ αυτό ζήτησε από τον εσταυρωμένο Χριστό να τον συγχωρήσει. Κι Εκείνος απλόχερα χάρισε στον αφυδατωμένο από την αιμορραγία και πνιγμένο στην αμαρτία ληστή τη συμπάθεια και την αιωνιότητα!

Τι στάθηκε, αλήθεια, ικανό να μεταστρέψει την πονηρή διάθεση του ληστή, αφού δεν ήταν παρών σε νεκραναστάσεις και σε θαύματα του Ιησού; Αυτή την ώρα εμπρός του είχε έναν Ιησού εγκαταλελειμμένο, εξευτελισμένο, σταυρωμένο, πικραμένο. Έναν Ιησού φαινομενικά αδύναμο. Τι τον εντυπωσίασε;
Κάτω από τους τρεις σταυρούς έβλεπε ένα πλήθος να βρίζει και να περιγελά το σταυρωμένο Δάσκαλο της Γαλιλαίας κι ενώ περίμενε να δει σ’ Αυτόν έστω έναν ελάχιστο θυμό, Τον άκουσε να λέει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους, διότι δεν ξέρουν τι κάνουν» (Λουκ. 23, 34)! Στο άκουσμα αυτό, ο ληστής αναλογίστηκε: Ο Ιησούς έχει αγάπη, συγχωρεί και τους σταυρωτές Του, άρα θα συγχωρήσει και θ’ αποδεχθεί κι εμένα, όποιος κι αν είμαι, ό,τι κι αν έχω διαπράξει. Και δε διαψεύστηκε.
Ο ληστής εξομολογήθηκε σωστά πάνω στο σταυρό. Μετάνιωσε. Κατηγόρησε τον εαυτό του. Ομολόγησε τις αμαρτίες του. Δεν προέβαλε δικαιολογίες. Πεθύμησε την αιωνιότητα. Κι ο Θεός της αγάπης και της συγγνώμης, ο Ιησούς, ξεψυχώντας ως άνθρωπος, ως Θεός πήρε για συνοδό Του στη Βασιλεία Του ένα διάσημο κακούργο! Ο ληστής «αυθημερόν» στον Παράδεισο!
Η αθωότητα και η ανεξικακία του Θεού μας, συγκλόνισε και ράγισε την πέτρινη καρδιά του ληστή! Εμείς, αλήθεια, ως πότε θα παραμένουμε ασυγκίνητοι κι αμετανόητοι μπροστά στο πέλαγος της αγάπης Του;

* Ο π. Αθανάσιος Γιουσμάς είναι καθηγητής θεολόγος και εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Θεράποντα Μυτιλήνης.