Σάββατο 23 Αυγούστου 2014

10. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ


 ( Τα σα εκ των σων Σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα (Θ. Λειτουργία)
  Όλα είναι του Θεού, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι εμείς ελεύθερα προσφέρουμε όλη την κτίση και τους ίδιους τους εαυτούς μας στον Θεό, αναγνωρίζοντας έτσι τη βασιλεία Του και δίνοντας νόημα στη ζωή μας και σε ολόκληρη την κτίση. Όσοι δεν προσφέρουν λειτουργικά ως ευχαριστία την κτίση στον Θεό, δεν στερούν τον Θεό από τίποτα – πάλι όλα του Θεού είναι και με τη ζωοποιό Του δύναμη υπάρχουν -, μόνο στερούν τον εαυτό τους από την Αλήθεια, τη γεύση της ζωής, και τον υποτάσσουν στη φθορά και στον θάνατο.
Ο κόσμος δημιουργήθηκε ως μια αφορμή και ένα μέσο δοξολογίας του Θεού. Μετά την πτώση των πρωτόπλαστων, εξ αιτίας της υπερηφάνειας τους, και στη συνέχεια με την υπερηφάνεια του καθενός μας, ο νους των ανθρώπων σκοτίσθηκε και, αντί η δημιουργία να αποτελεί μέσο και αφορμή δοξολογίας του Θεού, έγινε σκοπός και θεοποιήθηκε. Έτσι αλλάξαμε τη σωστή χρήση του κόσμου: Από μέσο δοξολογίας του Θεού τον κάναμε είδωλο του Θεού κι εμείς γίναμε ειδωλολάτρες.
Ας μη νομίσει κανείς ότι μιλάμε για κάποιες περασμένες εποχές, όταν οι άνθρωποι προσκυνούσαν κάποια αγάλματα για θεούς. Και σήμερα, όταν κανείς είναι προσκολλημένος σε κάποιο πάθος, όπως φιλαργυρία, πλεονεξία, φιληδονία κ.λπ., είναι ένας ειδωλολάτρης. Όλα τα πάθη δεν είναι τίποτε άλλο από μια προσκόλληση σε κάποιο κτίσμα, δημιούργημα του Θεού, όπου αυτό το κτίσμα παίρνει την πρώτη θέση στα ενδιαφέροντά μας και στην αγάπη μας και μας απομακρύνει από τον Θεό, τόσο πολύ μάλιστα μερικές φορές, ώστε να μη θέλουμε να ακούσουμε καν για το Θεό.
Το σταμάτημα της κακής χρησιμοποιήσεως του κόσμου, η απελευθέρωση από την κυριαρχία των παθών πάνω μας, από την ειδωλολατρία, και συγχρόνως η μεταμόρφωση του κόσμου και η επαναφορά του στον αρχικό του σκοπό, ως αφορμή για δοξολογία του Θεού, πραγματοποιούνται μέσα στη Θεία Λειτουργία.
Όλα αυτά που συμβαίνουν μέσα στη Θεία Λειτουργία δεν είναι απλώς μια τελετή, μερικές συμβολικές ενέργειες μόνο, ή μερικές ευσεβείς σκέψεις και ιδέες, αλλά είναι μια πραγματικότητα, μια εμπειρία. Μόλις προσφέρουμε τα πάντα στον Θεό, Εκείνος, ταπεινά και φιλάνθρωπα, μας στέλνει τη Χάρη του Παναγίου Του Πνεύματος και μεταβάλλει τον άρτον και τον οίνο σε Σώμα και Αίμα του Υιού Του, πραγματικό και αληθινό, τα οποία στην συνέχεια μας τα προσφέρει για να μεταλάβουμε και να αγιασθούμε. Να γίνουμε μέτοχοι του Σώματός Του, να γευθούμε τη χαρά της Αναστάσεως, να αρχίσουμε να ζούμε από τώρα την αιώνια ζωή, την απόλαυση των επουρανίων.
Η Θεία Λειτουργία είναι ένα έργο αποκαταστάσεως του θείου Θελήματος στη ζωή μας, και αυτό το έργο επιτελείται από τον ιερέα και τους πιστούς. Και οι πιστοί όλοι συμμετέχουν ενεργά στη Θεία Λειτουργία με το να συμμετέχουν στα έργα και τα λόγια της Θείας Λειτουργίας, εκπροσωπούμενοι από τον ιερέα και τους ιεροψάλτες, μια και πρακτικά δεν είναι δυνατό κάτι διαφορετικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ορθόδοξος ιερεύς δεν τελεί τη Θεία Λειτουργία ποτέ μόνος του, ατομικά, παρά μόνο ως διάκονος της Εκκλησίας, ως προεξάρχων και ως εκπρόσωπος της συνάξεως των πιστών. Γιϳ αυτό εκφωνεί « τα σα εκ των σων...», «τα Άγια τοις Αγίοις», και ψάλλουμε «οι τα Χερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες...», δηλαδή στον πληθυντικο. Όλοι μαζί εικονίζουμε τα Χερουβείμ, προσφέρουμε τα πάντα δοξολογικά στον Θεό, δεχόμαστε τα Άγια που προορίζονται για τους Αγίους.
Η Θεία Λειτουργία είναι μια δημιουργία όλων μας. Η κατ εξοχήν δημιουργία του ανθρώπου, που καταξιώνει, δίνει νόημα και σώζει τη ζωή του αιώνια. Όποιος και λίγο έστω νιώσει και συμμετάσχει σϳ αυτή την αλήθεια και την ζήσει, τότε αγαπά τη Θεία Λειτουργία περισσότερο από κάθε τι άλλο στον κόσμο. Μέσα σε αυτή βρίσκει τον εαυτό του, τον Θεό, τη σωτηρία του. Συναντά αληθινά τον συνάνθρωπό του, αγαπά όλους, μαθαίνει ποιο είναι το νόημα της δημιουργία και ποια είναι η αληθινή αξία των δημιουργημάτων. Ελευθερώνεται από τη σκλαβιά και την καταδυναστεία των παθών και του διαβόλου και αποκτά την ελευθερία των τέκνων του Θεού.
Στο Άγιον Όρος η Θεία Λειτουργία τελείται καθημερινά μετά τον Όρθο. Και, παρϳ όλο που συμμετέχουμε στην ίδια Θεία Λειτουργία καθημερινά, δεν αισθανόμαστε κόρο, δεν βαριόμαστε, δεν κουραζόμαστε. Όταν ζει κανείς τη Θεία Λειτουργία, τα ιερά της λόγια γίνονται γιϳ αυτόν μια θύρα που τον οδηγεί σε μια προσωπική συνάντηση με τον προσωπικό Θεό, την ενυπόστατη Αλήθεια. Όλη η ζωή μας γίνεται μια προετοιμασία προσφοράς της στον Θεό, ενσυνείδητης συμμετοχής μας  στη Θεία Λειτουργία, και κατόπιν μια δοξολογία στον Θεό, μια προσπάθεια και ένας αγώνας παρατάσεως και διατηρήσεως σε όλη μας τη ζωή της προσωπικής μας αυτής εμπειρίας και συμμετοχής στο Θεανθρώπινο Σώμα του Σωτήρος. Λειτουργούμε τη ζωή μας και η ζωή μας γίνεται μια ακατάπαυστη Θεία Λειτουργία, που αρχίζει με το ιερό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και τελειώνει και ολοκληρώνεται πάλι σε Αυτό.
  Με τη Θεία Λειτουργία προσφέρουμε στον Θεό όλες μας τις σκέψεις, τα έργα μας, τους αγώνες και τις αγωνίες μας, τους φόβους μας και τις ελπίδες μας, όλο το είναι μας, για να το μεταμορφώσει και να το σώσει. Η Θεία Λειτουργία μας οδηγεί και μας εισάγει στη Χώρα των Ζώντων, στην κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, στην  ευλογημένη Βασιλεία της Αγίας Τριάδος.
Όταν βαριόμαστε τη Θεία Λειτουργία, και μας φαίνεται μονότονο και κουραστικό να πηγαίνουμε κάθε Κυριακή στην Εκκλησία, δεν φταίει τόσο η λειτουργική γλώσσα ή κάτι άλλο, όσο η άγνοια που έχουμε για το φιλάνθρωπο τούτο Μυστήριο. Πόσο διαφορετικά θα ήταν αν συμμετείχαμε συνειδητά στη Θεία Λειτουργία και αν αυτή αποτελούσε προσωπικό γεγονός στη ζωή μας!
«Είσαι Άγιος και Πανάγιος και μεγαλοπρεπής η δόξα Σου. Εσύ που τόσο πολύ αγάπησες τον κόσμο Σου, ώστε έδωσες το μονογενή Υιό Σου, για να μη χαθεί καθένας που πιστεύει σε Αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια ο Οποίος, αφού ήρθε στη γη, και εξεπλήρωσε φιλάνθρωπα ολόκληρο το έργο Του για τη σωτηρία μας,  τη νύκτα κατά την οποία παραδιδόταν, η καλύτερα παρέδιδε ο ίδιος τον εαυτό Του για να έχει ζωή ο κόσμος, πήρε άρτο στα άγια, άχραντα και αμώμητα χέρια Του, και, αφού ευχαρίστησε, ευλόγησε, αγίασε, διαμοίρασε, έδωσε στους αγίους Του Μαθητές και Αποστόλους...» (Θ. Λειτουργία αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου).
   Ίσως όμως κάποιος πει: Καλά όλα αυτά, αλλά σήμερα, με την καταπληκτική τεχνολογική εξέλιξη, την  αύξηση των γνώσεων, τα επιτεύγματα της ιατρικής, τη μεταβολή του κόσμου σε μια γειτονιά με την τηλεόραση και τις αεροπορικές επικοινωνίες, πως μπορεί κανείς να αποφύγει τον πειρασμό να θεωρήσει το Ευαγγέλιο σαν κάτι το ξεπερασμένο;
Θα μπορούσαμε πολλά να πούμε για τη σχετικότητα όλης αυτής της τεχνολογικής προόδου. Για την αμφισβήτηση του εάν ακόμη αποτελεί πρόοδο ο τεχνολογικός πολιτισμός, με τα τεράστια προβλήματα που έχει δημιουργήσει στο φυσικό περιβάλλον και στην ψυχή του ανθρώπου (άγχος κ.λπ.). Για την απογοήτευση στην  οποία έχει οδηγήσει η θεοποίηση της επιστήμης και  των ανθρωπίνων δυνατοτήτων, με την αδυναμία τους να βοηθήσουν ουσιαστικά στη λύση των πανανθρώπινων προβλημάτων, που αντί να ελαττωθούν όλο και αυξάνουν. Αλλά θα τα αφήσουμε όλα αυτά για να σταθούμε σε ένα σημείο.
Το πρόβλημα που πάντα, σε όλες τις εποχές, απασχολούσε τον άνθρωπο, ήταν ο θάνατος και το πως θα μπορέσει να τον ξεπεράσει και να γευθεί την αιωνιότητα. Είναι αρκετό να αναφέρουμε ένα σχετικό λόγο του μεγάλου Σωκράτη: «η θνητή ανθρώπινη φύση ζητά, όσο είναι δυνατό, να υπάρχει για πάντα και να παραμείνει αθάνατη» (Συμπόσιον 207d). Ως εικόνα του Θεού ο άνθρωπος είναι πλασμένος για την αιωνιότητα και μέσα σε αυτή μόνο μπορεί να αναπαυθεί.
    Ο θάνατος, που είναι αποτέλεσμα της παρακοής του θείου θελήματος, από την ώρα που μπήκε στη ζωή του ανθρώπου απετέλεσε την τραγικότερη εμπειρία του, μυστήριο άλυτο και ανυπέρβλητο, και βασανιστικά παρόν σε κάθε στιγμή της ζωής του. Ενώ ο άνθρωπος ποθεί την αιωνιότητα και το δείχνει αυτό με όλα του τα έργα και τις προσπάθειές του να μεγαλουργήσει, έρχεται η φθορά και ο  θάνατος να γκρεμίσουν και να καταστρέψουν τις προσδοκίες του.
Σε αυτό το καίριο και βασικό ανθρώπινο πρόβλημα τι έχει να προσφέρει ο σύγχρονος πολιτισμός, η τελευταία λέξη της επιστήμης; Μπορεί να διώχνει τη σκέψη μας από το πρόβλημα, με τις ανέσεις, την τηλεόραση και τη συνεχή απασχόληση, αλλά δεν μπορεί να μας βοηθήσει καθόλου να βρούμε τη λύση του. Μας αφήνει άσπλαχνα αβοήθητους στην πανίσχυρη εξουσία του θανάτου.
Ο μόνος που μπόρεσε να θεραπεύσει ριζικά την αρρώστια αυτή της ανθρωπίνης μας φύσεως είναι ο  Θεάνθρωπος Κύριος, η αυτοζωή, η πηγή και η χορηγός της ζωής. Ο θάνατος δεν μπόρεσε να κρατήσει Αυτόν που έπλασε όλη την κτίση και της δίνει καθημερινά ζωή. Ο Ζωοδότης επάτησε τον θάνατο, τον νίκησε και τον κατάργησε με την Ανάστασή Του.
    Έδωσε μάλιστα και σε όλους τους ανθρώπους τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε αυτό το Αναστημένο Σώμα Του, την Εκκλησία, και τώρα μεν να προγεύονται και να ζουν ως αρραβώνα την Αναστάσιμη Χαρά, ενώ μετά τη Δευτέρα Του Παρουσία με πληρότητα.
Αυτή η συμμετοχή στο Αναστάσιμο Σώμα του Θεανθρώπου και το να αισθανόμαστε ως καθημερινή πραγματικότητα την Αναστάσιμη Χαρά, που ξεπήδησε από τον άδειο τάφο του Κυρίου, αποτελούν την αληθινή, τη γνήσια και μοναδική πρόοδο και εξέλιξη. Όλα τα ανθρώπινα κατορθώματα και όσα ακόμη κατορθώσουμε στο μέλλον, κι αν ακόμη κατακτήσουμε του άλλους πλανήτες, δεν θα πάψουν να αποτελούν διαφορετικές φάσεις την ανθρώπινης ταλαιπωρίας μέσα στους αιώνες. Η λύτρωση και η σωτηρία θα δίνονται πάντα σε όσους προστρέχουν σε Αυτόν που αναστήθηκε από τους νεκρούς και έγινε ο αρχηγός της ζωής, η Χώρα των Ζώντων. Σε Αυτόν θα βρίσκει πάντα κανείς και θα γνωρίζει το αληθινό μεγαλείο του ανθρώπου, της εικόνας αυτής του Θεού, θα νιώθει την ομορφιά της δημιουργίας και θα γεύεται τη δόξα του Θεού. Τότε κανείς γίνεται όχι μόνο προοδευτικός και συγχρόνος, αλλά ξεπερνά και την οποιαδήποτε πρόοδο όλων των εποχών που θα ακολουθήσουν.
Αυτό συνέβη με του Αγίους της Εκκλησίας μας. Γι’ αυτό η παρουσία τους είναι πάντοτε ζωντανή  ανάμεσα στους πιστούς και γι’ αυτό τα ιερά τους Λείψανα παραμένουν άφθαρτα και αναλλοίωτα από τον χρόνο, γιατί έχουν τη Χάρη του Ανεστημένου Κυρίου πάνω τους. Ακολούθησαν οι Άγιοι με όλη τους τη διάθεση, τη Σοφία του Θεού, τη μόνη πάντοτε νέα και σημαντική πραγματικότητα μέσα στην ανθρώπινη ιστορία και ζωή, και έγιναν οι ίδιοι αληθινά σοφοί και φωτισμένοι, και γι’ αυτό πέρασαν στην αιωνιότητα και παραμένουν παντοτινό παράδειγμα για όσους αγαπούν, με όλη τους τη δύναμη, τη σοφία.

Ο Απόστολος Παύλος λέει χαρακτηριστικά, για να μας δείξει πόσο μεγάλη μωρία και ανοησία είναι το να παρασυρόμαστε από τις διάφορες ανθρώπινες ιδέες, ότι « το μωρόν του Θεού σοφώτερον των ανθρώπων εστί, και το ασθενές του Θεού ισχυρότερον των ανθρώπων εστίν» ( Αϳ Κορ. 1,25). Και αυτό που μπορεί να θεωρηθεί ως μωρία και αδυναμία στους Αγίους του Θεού, αυτό αναμφίβολα είναι το πιο σοφό και πιο δυνατό από την καταργούμενη ανθρώπινη σοφία και δύναμη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου