Παρασκευή 18 Ιουλίου 2014

αρχιμ. Καλλίστρατος Λυράκης: Ιούδας ο προδότης

(αναρτάται πρώτη φορά στο διαδίκτυο)
Τότε μαζεύτηκαν οι Αρχιερείς και οι Γραμματείς και οι προεστοί του λαού στο μέγαρο του Αρχιερέα, που ονομαζόταν Καϊάφας, και συναποφάσισαν να συλλάβουν τον Ιησού με δόλο και να τον φονεύσουν». Ο τόπος των συσκέψεων κατά του αθώου Ίησού υπήρξε η αυλή του αρχιερέα Καϊάφα. Αλλά το ορμητήριο ήταν οι πονηρές καρδιές τους, στις οποίες είχε εγκαθιδρυθεί ο Σατανάς. Εκείνος ήθελε να γίνει κρυφά ο θάνατος του Ιησού, για να μη καταστεί φανερό το Πάθος του Κυρίου και πιστεύσουν πολλοί, όπως ο ληστής και ο εκατόνταρχος, αλλά και «να μη γίνει αυτός (ο θάνατος) κατά τη γιορτή για να μη προκληθεί ταραχή στο λαό», όπως ισχυρίζονταν οι αρχιερείς από το διάβολο παρακινούμενοι.



Νέο όμως απροσδόκητο γεγονός ήλθε να μεταβάλλει τις αποφάσεις των Γραμματέων και των Φαρισαίων. Η προδοσία του Ιούδα! Και σπεύδουν στην πραγματοποίηση του εγκλήματος.
«Τότε πήγε ένας από τους δώδεκα, αυτός που λεγόταν Ιούδας Ισκαριώτης στους Αρχιερείς». Ο Ιούδας είχε αντιληφθεί καλά τις φονικές διαθέσεις των Αρχιερέων. Γι' αυτό και πήγε να τους εξυπηρετήσει στο θεοκτόνο έργο τους. Αλλά η εξυπηρέτηση αυτή κατέστησε το όνομά του μισητό και αποτρόπαιο και την ψυχή του δέσμια του αιωνίου θανάτου. Η κοινή συνείδηση του απέδωσε το χαρακτηρισμό του προδότη. Ο Κύριος είπε γι αυτόν τους βαρείς λόγους: «Αλλοίμονο στον άνθρωπο εκείνο, που γίνεται όργανο για να παραδοθεί ο υιός του ανθρώπου. Ήταν πιο συμφέρον γι' αυτόν να μη είχε γεννηθεί ο άνθρωπος εκείνος». Και αλλού τον αποκαλεί «υιόν της απωλείας» (Ίω. ΙΖ' 12).


Η βαρύτητα του αμαρτήματος του Ιούδα

Ναί. Το αμάρτημα του Ιούδα υπήρξε βαρύ. Βαρύτερο και του εγκλήματος των Αρχιερέων. Γιατί;

α) Προσήλθε αυτόκλητος, για να συνεργήσει στην απεχθέστερη και εγκληματικότερη για το ανθρώπινο γένος πράξη. Οι αρχιερείς ποτέ δεν φαντάσθηκαν ότι ο προδότης θα προερχόταν από τον κύκλο των μαθητών. Γι' αυτό καμιά προσπάθεια συνεταιρισμού με τους μαθητές δεν κατεβλήθη από μέρους τους. Οι Αρχιερείς και χωρίς την προσφορά του Ιούδα θα βρίσκαν τρόπο να πραγματοποιήσουν το σχέδιο τους. Αλλά ο Ιούδας μόνος προσήλθε προς αυτούς, αυτόκλητος για να τους εξυπηρετήσει.

β) Εγνώριζε την αξία του Κυρίου. Δεν του ήταν άγνωστος. Έζησε μαζί Του. Τον εγνώρισε από κοντά ποιος ήταν. Γνώριζε τη δύναμή Του, τη σοφία Του, την αγιότητά Του, τις αρετές Του. Είχε λόγους να πιστεύει ότι ήταν ο Υιός του Θεού. Όταν ο Πέτρος εξ ονόματος ολων των μαθητών διεκήρυξε: «Εμείς οι δώδεκα έχομε πιστεύσει και έχομε γνωρίσει με την προσωπική μας πείρα οτι Συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, που δεν είναι νεκρός σαν τα είδωλα, αλλ' έχει από τον εαυτό του ζωή και μεταδίδει αυτή και στους ανθρώπους», το διεκήρυττε και ο Ιούδας.

Είχε λάβει και αυτός το χάρισμα της θαυματουργίας, να θεραπεύει τις ασθένειες και να βγάζει τα δαιμόνια (Μαρκ. Γ΄ 15). Ο Κύριος έδωσε και σ' αυτόν, όπως και στους άλλους μαθητές, εξουσία κατά του Σατανά και των οργάνων του: «Σας δίδω τώρα εξουσία κατά του σατανά πολύ μεγαλύτερη από εκείνη που σας έδωσα, όταν σας εξαπέστειλα στο κήρυγμα. Σας δίδω εξουσία να νικάτε και να ποδοπατείτε όλα τα όργανα του σατανά, που σαν φίδια και σκορπιοί επιβουλεύονται και χύνουν το δηλητήριο ύπουλα στις ψυχές των ανθρώπων, για να θανατώνουν αυτές. Σας δίδω εξουσία να κατανικάτε όλη τη δύναμη, που διαθέτει ο εχθρός του ανθρώπου, ο σατανάς, σε τρόπο ώστε κανένα μέσο, από όσα θα χρησιμοποιεί αυτός προς παρεμπόδιση του έργου σας, να μη τελεσφορεί. Και τίποτε, από όσα εναντίον σας μηχανεύεται αυτός, δεν θα σας αδικήσει ή βλάψει».

Αλλά ενώ είχε την πεποίθηση ότι ο Ιησούς ήταν ο απεσταλμένος του Θεού, και ενώ ώφειλε μάλλον να προστατεύει τη ζωή Του, με θυσία της δικής του ζωής, όπως έλεγε ο Πέτρος: « Εάν χρειασθεί να πεθάνω και εγώ μαζί σου, για κανένα λόγο δεν θα σε αρνηθώ, τα ίδια έλεγαν και όλοι οι μαθητές»· όχι μόνο αυτό δεν κάνει, αλλά αυτόκλητος ο Ιούδας ήλθε στους Αρχιερείς για να τον παραδώσει.

γ) Επιπλέον δεν είχε κανένα λόγο δυσαρέσκειας ο Ιούδας. Γιατί ο Κύριος φερόταν απέναντί του χωρίς διάκριση, όπως και προς τους άλλους μαθητές και προς όλους, με αγάπη και στοργή. Τους όχλους και τον Πέτρο επέπληξε, τον Ιούδα όμως ουδέποτε. Του έδειχνε πάντοτε την αυτή αγάπη. Του έδιδε πάντοτε την αυτή θέση.

Επειδή γνώριζε την καρδιά και τις διαθέσεις του, θα μπορούσε να τον είχε κατατάξει στον κύκλο των 70. Αλλά κάτι τέτοιο δεν το έκανε. Τον κατέταξε στο στενό κύκλο των δώδεκα, μεταξύ δηλαδή εκείνων τους οποίους ο ίδιος εξέλεξε, με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Του είχε την αυτή εμπιστοσύνη, αφού τον κατέστησε «ταμία». «Αυτός είχε το κυτίο από τις συνεισφορές και κατακρατούσε κρυφά, για τον εαυτό του τα ριπτόμενα σ' αυτό χρήματα». Για όλα τα ανωτέρω ευγνωμοσύνη και δείγματα αφοσίωσης άρμοζε να έχει ο Ιούδας και όχι δυσαρέσκεια.

Παρά ταύτα, προσέρχεται στους Αρχιερείς και τους προτείνει: «Τι θέλετε να μου δώσετε»;

Το νόσημα του Ιούδα

Ο Ιούδας βρίσκεται μπροστά στο παράνομο Συνέδριο των Αρχιερέων, Γραμματέων και Φαρισαίων. Σκοπός του η προδοσία του Αθώου! Στόχος του: το χρήμα! Γι' αυτό και τους ερωτά: «Τι θέλετε να μου δώσετε; » (Ματθ. ΚΣΤ΄ 15).

Τι να σου δώσουν οι Αρχιερείς; Αλλά ο Χριστός, αχάριστε μαθητή, σε έκανε Απόστολό Του. Και συ γίνεσαι πληρωμένο όργανο στους Αρχιερείς; Ο Χριστός σου έδωσε τη δύναμη να θαυματουργείς, και συ δεν ικανοποιείσαι; Ο Χριστός σου ετοίμασε θρόνο για να κρίνεις «τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ» (Ματθ. ΙΘ' 28) και συ ρωτάς : «τι θέλετε να μου δώσετε», για να χάσεις το θρόνο σου στον ουρανό και να απωλεσθείς;

Ναί, ο Ιούδας «κλώτσησε» τον Χριστό, τον αποστράφηκε εντελώς! Και πραγματοποιήθηκε ο λόγος του Ψαλμωδού: «ο εγκάρδιος φίλος, με τον οποίο είχα συνδεθεί με όρκους ειρήνης και στον οποίο στήριζα τις ελπίδες μου και έτρεφα κάθε εμπιστοσύνη προς αυτόν, τον οποίο είχα ομοτράπεζό μου και έτρωγε από τους άρτους μου, ύψωσε όσο του ήταν δυνατό υψηλότερα την πτέρνα του και κατάφερε εναντίον μου λάκτισμα βίαιο και κτηνώδες»!

Τι υποκίνησε την προδοσία; Είναι φανερό. Η φιλαργυρία! Ζήτησε αργύρια. Βέβαια, η γενική ψυχική κατάσταση του Ιούδα ήταν άθλια. Η καρδιά του ήταν θέατρο κάθε κακίας και ιδιοτέλειας. Αλλά η αμαρτία αυτή εκδηλώθηκε σ' αυτόν κάτω από την π ιό ελεεινή και ολέθρια μορφή, τη φιλαργυρία. Το πάθος αυτό τον είχε κυριεύσει. Είπαμε ότι υπήρξε η πιο ολέθρια μορφή η φιλαργυρία γιατί η δίψα του χρήματος αποβαίνει όλεθρος και καταστροφή.

Αναντίρρητα το χρήμα παίζει σπουδαίο ρόλο στην πορεία της ζωής του ανθρώπου. Άλλοτε προς το καλό και άλλοτε προς το κακό, τις περισσότερες φορές προς το κακό. Αυτό διευκολύνει ασωτείες, άτοπες φιλοδοξίες, καταχρήσεις και κάθε παράνομο τρόπο και μέσο. Και ο ανθρώπινος εγωισμός στρέφεται προς αυτό. Επιδιώκει με οποιοδήποτε τρόπο την απόκτησή του. Έτοιμος να χρησιμοποιήσει προς το σκοπό αυτό τα πάντα. Ποδοπατεί συνείδηση. Προδίδει το καθήκον. Αρνείται το Θεό! Τον πωλεί ολόκληρο. Η τρέλλα και η μανία του χρήματος είναι ό, τι κατώτερο.

Αυτό είχε κυριεύσει και τον Ιούδα. Ο νους του ήταν στο χρήμα· όταν τα έβλεπε, όταν τα ψηλαφούσε, όταν τα μετρούσε και άκουε τον ήχο τους, αισθανόταν ιδιαίτερη ευχαρίστηση. Άστραφταν τα μάτια του από χαρά. Και τα όνειρά του με το χρήμα είχαν συνδεθεί. Μοναδικός θησαυρός της καρδιάς του!

Και όμως, αφού ήταν μαθητής του Χριστού, έπρεπε ο Χριστός να ήταν ο Θησαυρός του, όπως ήταν για τους άλλους μαθητές. Είχαν βέβαια αδυναμίες και οι άλλοι μαθητές, αλλά υποχωρούσαν αυτές μπροστά στο Χριστό. Ο Χριστός υπεράνω όλων.

Αντίθετα, ο Ιούδας στο χρήμα έδιδε την προτεραιότητα. Αυτό αγαπούσε· διαμαρτυρόταν όταν ξέφευγε από τα χέρια του. Αυτό φαίνεται καθαρά και στο περιστατικό με τη Μαρία, την αδελφή του Λαζάρου, η οποία στο σπίτι τους άλειψε με γνήσιο και ανόθευτο και πάρα πολύ ακριβό μύρο τα πόδια του Ιησού. Τότε ο Ιούδας διαμαρτυρήθηκε και είπε: «Το μύρο αυτό αντί να χυθεί και σπαταληθεί άσκοπα, γιατί δεν πωλήθηκε αντί τριακόσια δηνάρια, δηλαδή αντί διακόσιες πενήντα περίπου χρυσές δραχμές, και δε δόθηκε το αντίτιμό του ελεημοσύνη στους πτωχούς;». Αλλά προσθέτει ο ιερός Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Είπε δε αυτό, όχι διότι ενδιαφερόταν για τους πτωχούς, αλλά γιατί ήταν κλέπτης και είχε αυτός το κυτίο των συνεισφορών και κατακρατούσε κρυφά για τον εαυτό του τα ριπτόμενα σ' αυτό χρήματα»!

Και τώρα το χρήμα απαιτεί προδοσία. Ποια άραγε εσωτερική πάλη θα έλαβε χώρα την παραμονή τής αναίσχυντης πράξεώς του; Ισχυρό το δίλημμα: η αγάπη προς το Διδάσκαλο από τη μια, και η αγάπη προς το χρήμα από την άλλη!

«Αυτοί δε του ζύγισαν και του παρέδωσαν άργυρο βάρους τριάντα διδράχμων, αξίας περίπου ογδόντα πέντε χρυσών δραχμων».

Ρεαλιστικά περιγράφει τη φρικτή προδοσία του Ιούδα το δεύτερο ιδιόμελο απόστιχο από τους αίνους του Όρθρου της Μεγάλης Πέμπτης:
«Σήμερα ο Ιούδας αποσύρει το προσωπείο της φιλοπτωχίας και φανερώνει τη μορφή της πλεονεξίας. Δεν ενδιαφέρεται πια για τους πτωχούς. Δεν ζητεί για τους πτωχούς. Δεν ζητεί πια να πωληθεί το μύρο της γυναίκας, αλλά διαπραγματεύεται τη τιμή και πωλεί το ουράνιο Μύρο, που είναι ο Χριστός, για να εισπράξει από την ανίερη και βέβηλη αυτή πώληση τριάντα αργύρια. Τρέχει στους Ιουδαίους και λέει στους παρανόμους: Τι θέλετε να μου δώσετε και εγώ θα σας παραδώσω το Χριστό; Ω! Πόση μεγάλη φιλαργυρία έδειξε ο προδότης! Φθηνά πωλεί το Διδάσκαλό του. Σύμφωνα με τη γνώμη των αγοραστών κανονίζει ο πανάθλιος την τιμή του πωλουμένου Χριστού! Δεν πολυπραγμονεί για τη μικρή τιμή που του δίδουν, αλλά τον πωλεί σαν ένα δραπέτη, ο οποίος διέφυγε από τη φυλακή. Αυτή είναι η συνήθεια των κλεπτών. Ο μαθητής πετά τα άγια στους βρωμερούς σκύλους, τους άρχοντες των Ιουδαίων. Διότι η λύσσα της φιλαργυρίας τον κάνει να στρέφεται με μανία κατά του Δεσπότη και κυρίου του».

Η αρρώστια του Ιούδα τον είχε πια εξ ολοκλήρου κυριεύσει. Δεν του άφηνε κανένα περιθώριο για να σκεφθεί νηφάλια, λογικά. Ήταν δούλος του χρήματος! Λάτρευε με πάθος το ψυχρό μέταλλο. Κι είχε εκούσια αρνηθεί τη θεϊκή αγάπη!

Ήταν άραγε εκ γενετής ο Ιούδας προδότης και φιλάργυρος; Βέβαια όχι. Δεν ακολούθησε το Χριστό για να τον προδώσει. Τον ακολούθησε εντελώς ανιδιοτελώς. Είχε όμως το φοβερό ελάττωμα της πλεονεξίας. Δεν το πολέμησε ευθύς εξαρχής. Αν και του δόθηκαν πλείστες ευκαιρίες.

Το παράδειγμα του Κυρίου και των μαθητών Του δεν στάθηκε ικανό να στερεώσει την απόφαση της καταπολεμήσεώς του. Ο Κύριος «δεν είχε που να ακουμπήσει το κεφάλι Του». Αλλά και η ζωή των μαθητών Του δεν απείχε πολύ εκείνης του Διδασκάλου. «Μέχρις αυτής της ώρας, και πεινούμε και υποφέρομε από δίψα στις περιοδείες μας και δεν έχομε αρκετά ρούχα, όταν στο μέσο των ταξιδιών μας καταλαμβανόμαστε ξαφνικά από το χειμώνα, και δεχόμαστε κτυπήματα και κακομεταχειρίσεις και δεν στεκόμαστε πουθενά, αλλά διαρκώς φεύγομε εδώ και εκεί».

Αλλά ούτε και η διδασκαλία του Κυρίου περί πλεονεξίας τον συνεκίνησε, όταν άκουσε από το στόμα του Διδασκάλου να λέει: «Προσέχετε και προφυλάσσεσθε από κάθε είδους πλεονεξίας». Δεν συνεκινήθει. Δεν έλαβε τα μέτρα του προς θεραπεία. Δεν απομάκρυνε το «γλωσσόκομο», που γινόταν αιτία να τον κρατεί υπόδουλο στη φιλαργυρία. Αντίθετα, υποχωρούσε. Διότι «ήταν κλέπτης και αυτός είχε το κυτίο των συνεισφορών». Επιπλέον, πίστευε σε εγκόσμια βασιλεία του Χριστού, για να βρει ευκαιρία να ικανοποιήσει πλήρως το πάθος του. Άφησε, λοιπόν, απολέμητο το πάθος της φιλαργυρίας. Έδειξε αδιαφορία· αλλά οταν το πάθος μένει απολέμητο, αποθηριώνεται, γίνεται τέρας, κατατρώγει τον άνθρωπο.


Το έσχατο ολίσθημα

Ακόμη έκρυψε το πάθος του. Αν ο ίδιος δεν είχε τη δύναμη να το πολεμήσει, ήταν οι άλλοι πρόθυμοι να τον βοηθήσουν. Ποιοι; Οι συμμαθητές τους, ο Πέτρος, ο Ιωάννης,ο Ιάκωβος, και αυτός ο ίδιος ο Διδάσκαλός του. Εάν το φανέρωνε θα είχε ιδιαίτερη νουθεσία, βοήθεια ικανή για να ελευθερωθεί.

Ο Ιούδας όμως απομονώθηκε ψυχικά. Καμιά ψυχική επικοινωνία δεν είχε με τους άλλους συμμαθητές για να φανερώσει σ' αυτούς τι του συμβαίνει. Να εξομολογηθεί, να αποκαλύψει την αδυναμία, η οποία σιγά-σιγά τον υποδούλωνε. Απεναντίας, ο Ιούδας το αμάρτημά του το κρατεί μυστικό. Και όταν το κακό κρύπτεται γίνεται καρκίνωμα κρυφό στα βάθη των σπλάγχνων μας, με αποτέλεσμα να απονεκρώνει κάθε πνευματική ικμάδα και ζωή.

Ο Μ. Βασίλειος τονίζει σχετικά με τα παραπάνω: «Διότι η κακία που αποσιωπάται είναι ύπουλος νόσος μέσα στην ψυχή. Όπως, λοιπόν, δεν μπορούμε να πούμε ευεργέτη εκείνον που αφήνει μέσα στο σώμα τα ολέθρια πράγματα, αλλά μάλλον εκείνον που τα βγάζει έξω με πόνο και χειρουργική επέμβαση, ώστε ή να αποβάλει με εμετό το βλαβερό ή γενικά για τη φανέρωση της ασθένειας να γνωρισθεί καλά ο τρόπος της θεραπείας, έτσι προφανώς και το να αποκρύπτει την αμαρτία, σημαίνει ότι ετοιμάζει μαζί με τον ασθενή το θάνατο. Διότι «κέντρο του θανάτου είναι η αμαρτία» (Α' Κορ. IE' 56), «καλύτεροι δε οι φανεροί έλεγχοι από την κρυπτόμενη φιλία» (Παροιμ. ΚΖ΄5). Ας μη κρύπτει λοιπόν τα αμαρτήματα ο ένας του άλλου, για να μη γίνει αδελφός αδελφοκτόνος αντί φιλάδελφος, ούτε δε τα δικά του «διότι εκείνος ο οποίος δεν θεραπεύει τον εαυτό του», λέγει η Γραφή, «στα δικά του έργα, είναι αδελφός εκείνου που κατέστρεψε τον εαυτό του» (Παροιμ. ΙΗ' 9).

Πόσα δεν έχει να μας διδάξει η συμπεριφορά αυτή του Ιούδα! Να μη κρύπτομε το εσωτερικό μας. Βέβαια, δεν θα το εμφανίζομε στον πρώτο τυχόντα, αλλά στον πνευματικό εξομολόγο, που είναι αντιπρόσωπος του Χριστού. Όταν δεν εξωτερικεύομε αυτό που η συνείδηση μας μαρτυρεί ότι δεν είναι καλό, ότι είναι αμαρτία, τότε και η ευλάβεια που εξωτερικεύομε καταντά να είναι υποκρισία. Αυτό ακριβώς συνέβαινε με τον Ιούδα. 

Ενώ ήταν φιλάργυρος έκανε τον φιλόπτωχο. Ενώ ήταν κλέπτης, παρουσιαζόταν πιστός και αφοσιωμένος οπαδός του Χριστού. Ενώ ήταν επίσημος μαθητής του Κυρίου, δεν διστάζει να γίνει προδότης του Διδασκάλου!

Πόσο πρέπει να προσέχουμε, μήπως και εμείς αφήνουμε μέσα μας κάποια αδυναμία, η οποία χωρίς να το πολυκαταλαβαίνομε, γίνεται πάθος. Ιδίως την αγάπη προς το χρήμα. Είναι η πιο ευπαθής πλευρά μας. Ας θυμόμαστε και αυτό: ότι ο φιλάργυρος και πλεονέκτης γίνεται εχθρός της κοινωνίας. Θέλει διαρκώς να απομιζά. Δεν προσφέρει τίποτε σ'αυτή. Και καταντάει εχθρός και προδότης του Θεού, που τον πουλάει χάρη του χρήματος.

Δεν είναι ολίγοι εκείνοι, που κατάντησαν άπιστοι και άθεοι, εξαιτίας του χρήματος. Γιατί η αγάπη προς το χρήμα τους κάνει να διαπράττουν απάτες, νοθείες, να ψεύδονται, να ψευδορκούν, να παραθεωρούν θείους και ανθρώπινους νόμους, να μένουν ψυχροί και αδιάφοροι στον πόνο και τη δυστυχία των άλλων, μόνο και μόνο για να εξασφαλίσουν όσο το δυνατό περισσότερα χρήματα. 


Ο Κύριος προσπαθεί να σώσει τον Ιούδα

Η ύστατη προσπάθεια την οποία καταβάλλει ο Κύριος την τελευταία ώρα, ήταν όταν τελούνταν ο Μυστικός Δείπνος. «Κατά την πρώτη από τις επτά ημέρες που διαρκούσε η εορτή των αζύμων ή του Πάσχα, ήλθαν οι μαθητές στον Ιησού και του είπαν· που θέλεις να σου ετοιμάσουμε να φάγεις το Πάσχα;» (Ματθ. ΚΣΤ ΄ 17).

Πάντοτε πρόθυμοι οι μαθητές να υπηρετήσουν τον Διδάσκαλο. Αντίθετα προς τον Ιούδα, ο οποίος σκέπτεται πώς θα παραδώσει τον Διδάσκαλο! Στην τελευταία επιθυμία του Κυρίου για κοινή γύρω από το τραπέζι συνάντηση με τον κύκλο των μαθητών, ο Ιούδας «τη γνώμη φιλαργυρεί»! Σκοτίζεται η διάνοιά του και αμαυρώνει τη μεγαλύτερη γιορτή των Ιουδαίων.

Στην ερώτηση προς τον Κύριο «που θέλεις ετοιμάσωμέν σοι φαγείν το Πάσχα», ο Κύριος απάντησε: «Πηγαίνετε στην πόλη προς τον δείνα» (Ματθ. ΚΣΤ΄΄18). Φαίνεται ότι ηταν άγνωστος.

Στην πραγματικότητα η λέξη αυτή τέθηκε αντί του κυρίου ονόματος. Και όπως σημειώνει ο Ζηγαβινός: «Παρασιώπησε του ανδρός την κλήσιν, όπως μη μαθών την οικίαν Ιούδας εκδράμη προς τους επιβούλους και επαγάγη τούτους αυτώ προ του παραδούναι τον μυστικόν δείπνον τοις μαθηταίς». Ο Κύριος τήρησε μυστικό τον τόπο και το χρόνο, για να αποφύγει πρόωρη σύλληψη. Ο Ιούδας αγνοούσε πιθανότατα τον τόπο μέχρι της στιγμής κατά την οποία ο Κύριος ωδήγησε αυτόν στο υπερώο. Από αυτό, σημειώνει ο ιερός Χρυσόστομος, αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά, ότι «ουκ άκων επί το πάθος έρχεται».

«Και είπατέ του· ο διδάσκαλος λέγει· ο καιρός του πάθους μου πλησιάζει· σκέπτομαι να κάμω Πάσχα με τους μαθητές Μου στο σπίτι σου. Και οι μαθητές έκαναν καθώς τους παράγγειλε ο Ιησούς και ετοίμασαν το μέρος, όπου θα γινόταν το Πάσχα» (Ματθ. ΚΣτ ΄ 19).

Ο Κύριος είχε τη φήμη του Προφήτη. Ο λαός ευχαρίστως θα τον δεχόταν. Εκείνος όμως που τον δέχθηκε στο σπίτι του είναι αξιοθαύμαστος. Διατί; Διότι οι εχθρικές εκδηλώσεις των Φαρισαίων κατά του Ιησού ήσαν γνωστές. Και αυτός που δέχθηκε στο σπίτι του τον Ιησού δεν φοβόταν αυτές. Δέχεται τον Ιησού! Ποία μεγάλη ευλογία του Θεού, εκείνο το Πάσχα να λάβει χώρα στο σπίτι του!


Η αποκάλυψη της προδοσίας

Στο τραπέζι του Πάσχα βρίσκεται και ο Ιούδας! Και εδώ ο Κύριος προσπαθεί και την ύστατη στιγμή να ανελκύσει το μαθητή από το βάραθρο της απώλειας.
«'Οταν δε βράδιασε, ήταν γερμένος στο τραπέζι με τους δώδεκα» (Ματθ. ΚΣΤ ΄20).

Αυτή την ώρα άρχιζε η πρώτη των αζύμων. Ο Κύριος, το αντίτυπο του νομικού Πάσχα, το μυστικό δείπνο, το οποίο είναι το χριστιανικό και αληθινό Πάσχα, τέλεσε κατά την Πέμπτη 13 του Νισάν, κατά την εσπέρα, της οποίας με τη δύση του ηλίου είχε αρχίσει η 14 Νισάν, δηλαδή η πρώτη των αζύμων. Οι Εβραίοι αριθμούσαν τις ημέρες από το εσπέρας της προηγούμενης ημέρας.

«Και ενώ έτρωγαν αυτοί, ο Κύριος είπε: με βεβαιότητα σας λέω, ότι ένας από σας θα με παραδώσει στους σταυρωτές μου» (Ματθ. ΚΣΤ' 21). Σαν βόμβα έπεσε η αναγγελία αυτή του Κυρίου. Προ του δείπνου είχε πλύνει τα πόδια και του προδότη! Ποίο δείγμα ανεπανάληπτης ταπεινώσεως, αλλά και αγάπης! «Ο δε παράνομος Ιούδας, ουκ ηβουλήθη συνιέναι», αναφωνεί ο ιερός υμνογράφος. Και οι μαθητές τι κάνουν; «και με λύπη πολλή άρχισαν να λένε σ' Αυτόν καθένας από αυτούς· μήπως είμαι εγώ, Κύριε; Ο δε Κύριος αποκρίθηκε και είπε· Εκείνος που βούτηξε μαζί μου στο ζωμό της πιατέλλας το χέρι, αυτός θα με παραδώσει για να θανατωθώ» (Ματθ. ΚΣΤ' 22-23). Δεν λέει το όνομά του, για να μη τον εκθέσει. Δεν λέει το όνομά του, για να τον ελκύσει κοντά Του την τελευταία στιγμή. Υπήρχε ακόμη καιρός μετανοίας.

Εν τούτοις ο Ιούδας μένει ασυγκίνητος! Τι επακολουθεί; Ταλανισμός και απειλή εκ μέρους του Κυρίου. «Ο μεν υιός του ανθρώπου φεύγει από την παρούσα ζωή, σύμφωνα με τις προφητείες, που έχουν γραφεί περί αυτού. Αλλοίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνο, που γίνεται όργανο για να παραδοθεί ο υιός του ανθρώπου.

Ήταν συμφερότερο γι' αυτόν να μη είχε γεννηθεί ο άνθρωπος εκείνος» (Ματθ. ΚΣΤ' 24). Και όμως τίποτε δεν φόβισε τον Ιούδα. Διότι είχε πωρωθεί! Γι' αυτό και δείχνει απάθεια και αναισχυντία! «Αποκρίθηκε δε ο Ιούδας, που τον παρέδωσε, και είπε· μήπως είμαι εγώ, διδάσκαλε;». Μπορούσε να του απαντήσει ο Κύριος: «Ω ελεεινέ προδότη! Τόσο καιρό το σκέπτεσαι και έχεις συμφωνήσει την προδοσία μου και τολμάς και ερωτάς: «μήπως είμαι εγώ;». Αλλά ο Κύριος συμπεριφέρεται με ηπιότητα απέναντί του. Του δείχνει για πολλοστή φορά την αγάπη και τη στοργή Του. Του απαντά απλώς «Σύ το λέγεις».

Η απάντηση αποτελεί αόριστη και αμφίβολη επιβεβαίωση, και επαφίεται το πράγμα συνεσκιασμένο. Θα ήταν ακατανόητο, εάν ο Χριστός απαντούσε με απλή και σαφή βεβαίωση. Τέτοια βεβαίωση που θα γινόταν μπροστά σ' όλους τους μαθητές, θα προκαλούσε έκρηξη μανιώδους οργής κατά του Ιούδα και ίσως για κάποιο τουλάχιστο χρόνο θα ματαίωνε τη σχεδιαζόμενη προδοσία. Με την αμφίβολη βεβαίωση στον μεν Ιούδα δινόταν νύξη, που θα τον βεβαίωνε ότι η σχεδιαζόμενη προδοσία ήταν γνωστή στον Διδάσκαλο, στους δε μαθητές δημιουργούνταν αβεβαιότητα περί του τι σήμαινε η απάντηση και έτσι δινόταν και πάλι η ευκαιρία στον προδότη να συνέλθει και να αναχαιτισθεί, χωρίς συγχρόνως και να εκτεθεί.

Αλλά ο Ιούδας παρουσιάζεται τόσο ασυνείδητος, τόσο αναιδής απέναντι του Κυρίου! Μας εντυπωσιάζει η συμπεριφορά του Ιούδα. Δυστυχώς τέτοιο είναι το πρόσωπο της αμαρτίας. Τέτοιους δούλους απεργάζεται η αμαρτία! Τέρατα τους κάνει!


Ο Ιούδας υπήρξε ένοχος

Υποστηρίζουν αρκετοί: «Ο Κύριος ήλθε στη γη σαν άνθρωπος για να αποθάνει, άρα και να προδοθεί Κι επομένως ο Ιούδας ήταν προορισμένος να γίνει προδότης του Χριστού, «για να πληρωθούν οι προφητείες των Γραφών, οι οποίες λένε, ότι έτσι πρέπει να γίνει».

Η παραπάνω σοφιστική και προβληματική θέση --ως προς την ευθύνη και ενοχή του Ιούδα- ανατρέπεται από την ακόλουθη ισχυρή αγιογραφική και πατερική τοποθέτηση.

Αν ο Ιούδας δεν ευθύνεται για την πράξη της προδοσίας, τότε γιατί μέσα στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται ως «υιός της απωλείας; » (Ίω. ΙΖ' 12). Επιπλέον, γιατί από το αδιάψευστο στόμα του Κυρίου βγήκε ο λόγος ότι ήταν συμφερότερο γι' αυτόν (τον Ιούδα) να μη είχε γεννηθεί; (Ματθ. ΙΣΤ' 24).

Οπωσδήποτε, η σοφία του Θεού μπορούσε να μεταστρέψει το κακό σε αγαθό, και την προδοσία σε σωτηρία. Αυτό όμως δεν απαλλάσσει από την προσωπική του ευθύνη και ενοχή τον Ιούδα. Ο ιερός Χρυσόστομος γράφει σχετικά:

«Δεν έπραξε αυτό σύμφωνα με αυτή την ιδέα, αλλά από κακία. Εάν δεν ερευνάς να μάθεις το σκοπό της πράξης, τότε θα απαλλάξεις το διάβολο από τα εγκλήματα. Αλλά δεν είναι έτσι τα πράγματα, δεν είναι. Διότι και αυτός ( ο Ιούδας) και εκείνος (ο διάβολος) είναι άξιοι αναρίθμητων τιμωριών, έστω και αν σώθηκε η οικουμένη. Διότι την σωτηρία μας δεν την προξένησε η προδοσία του Ιούδα, αλλά η σοφία του Χριστού και η αφθονία της εφευρετικότητάς Του, ο Οποίος μεταχειρίζεται τις πονηρίες των άλλων προς το συμφέρον μας».

Η παραπάνω προβληματική έκφραση λέγεται πολλές φορές στην εποχή μας από πρόσωπα που αναλαμβάνουν την υπεράσπιση του Ιούδα (και μάλιστα διανοουμένων) με άρθρα τα οποία γράφουν την Μ. Εβδομάδα.

Στην περίπτωση του Ιούδα διαφαίνεται η επιδερμική ακρόαση της διδασκαλίας του Κυρίου, η οποία έμεινε στα αυτιά και δεν εισήλθε στήν καρδιά του, για να την απομακρύνει από το πάθος της φιλαργυρίας.

Τη Μεγάλη Τετάρτη το βράδυ ακούμε ένα τροπάριο, που ε ίναι το τρίτο από τα ιδιόμελα των αποστίχων των αίνων της Μεγάλης Πέμπτης. Σ' αυτό καθαρά υπογραμμίζεται η ενοχή της διεστραμμένης καρδιάς του Ιούδα. Ο ποιητής του τροπαρίου απευθύνεται κατ' ευθείαν στον προδότη μαθητή και του λέει: «Ο τρόπος και η συμπεριφορά σου είναι γεμάτη από δολιότητα, παράνομε Ιούδα. Είχες την αρρώστεια της φιλαργυρίας. Κυριεύθηκες από αυτή και προχώρησες στην προδοσία. Κέρδισες το μίσος από τους ανθρώπους. Αφού αγάπησες τον πλούτο, γιατί θέλησες και ακολούθησες Εκείνον, ο Οποίος δίδασκε τη φτώχεια και αφιλαργυρία; Αν πραγματικά τον αγαπούσες, γιατί τον πώλησες, τον Ατίμητον, ο Οποίος αξίζει περισσότερο από όλου του κόσμου τους θησαυρούς; Γιατί τον παρέδιδες να θανατωθεί με ένα φρικτό και ανόσιο θάνατο; Φρίξε ήλιε, για όσα φρικτά εγκλήματα έγιναν! Στέναξε η γη και να σεισθείς από φοβερό σεισμό και να βοήσεις προς τον σταυρωθέντα Χριστό: Κύριε, δόξα ανήκει σε Σένα, που ανέχεσαι τις κακίες όλων».

Δεν ήταν, λοιπόν, προορισμένος να προδώσει ο Ιούδας. Αλλά μόνος του προόρισε την προδοσία Του. Γι' αυτό και δεν αμνηστεύεται ο Ιούδας. Αφού άλλωστε η προδοσία ήταν εκ προμελέτης. 


Γιατί να γεννηθεί;

Ο Κύριος είπε: «Ήταν πιο συμφέρον γι' αυτόν να μη είχε γεννηθεί ο άνθρωπος εκείνος». Αναρωτιόνται κάποιοι: Και ο Ιούδας και όλοι οι πονηροί, γιατί άραγε να γεννηθούν; Δεν γεννήθηκε πονηρός. Έγινε πονηρός. Μπορούσε να γίνει καλός. Διότι όλα τα μέσα τα είχε προς τούτο: Μαθητής του Κυρίου ήταν. Μαθητές ιερούς συναναστρεφόταν. Αν μάλιστα λάβει κανείς υπόψη του ότι και μεταξύ πονηρών ο αγαθός μένει αγαθός, η ευθύνη του υπογραμμίζεται περισσότερο.

Ο ιερός Χρυσόστομος γράφει σχετικά: «Διότι πως δεν θα ήταν άξιοι (κολάσεως) τιμωρίας, αφού έχουν τόσους διδασκάλους της αρετής, χωρίς να κερδίζουν τίποτε από αυτούς; Καθώς, λοιπόν, οι καλοί και αγαθοί είναι άξιοι διπλής τιμής - διότι και καλοί έχουν γίνει και δεν έπαθαν καμιά βλάβη από τους κακούς- "ετσι και οι κακοί είναι άξιοι διπλής τιμωρίας και διότι έχουν γίνει κακοί, αν και μπορούσαν να γίνουν καλοί - πράγμα το οποίο αποδεικνύουν αυτοί που έγιναν- και διότι τίποτε δεν ωφελήθηκαν από τους καλούς».

Δυστυχώς, και ο Ιούδας αντιμετώπισε με ραθυμία τις κακίες της ψυχής του. Κι αυτές στο τέλος έγιναν ολέθρια πάθη που τον έπνιξαν. Βεβαίως, πρωταρχικό ρόλο ανάμεσα σ' αυτές έπαιξε η φιλαργυρία του.

Ναι. Ο Ιούδας υπήρξε ένοχος! Κατάπτυστος για την πράξη του αυτή. Δεν έσωσε τον κόσμο η προδοσία του Ιούδα, αλλά η θυσία του Χριστού. Ο Ιούδας δεν πρόδωσε τον Χριστό για την σωτηρία των ανθρώπων. Ούτε για να εκπληρωθούν οι προφητείες των προφητών, αλλά εξαιτίας της φιλαργυρίας του. Ο σκοπός του ήταν να πουλήσει τον Διδάσκαλο, να διαλύσει τον κύκλο των μαθητών του Χριστού και να εισπράξει τα τριάντα αργύρια. Εξαλλου δεν εγνώριζε ο Ιούδας ότι η σταυρική θυσία του Κυρίου θα προσφερόταν για τη σωτηρία ολόκληρης της ανθρωπότητας, όλων των ανθρώπων από της δημιουργίας έως της συντέλειας των αιώνων, που θα έρχονται στη γη. Όπως το είχε πει ο ίδιος ο Χριστός.

«Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα 
καί πίνων μου τό αἷμα 
ἐν ἐμοί μένει, 
κἀγώ ἐν αὐτῷ».
(Ίω. στ' 56)
πηγή: αρχιμ. Καλλίστρατος Ν. Λυράκης, Οδοιπορικό του θείου πάθους κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο, Αθήνα 2003. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου