ΑΥΤΟ ΤΟ BLOG ΕΙΝΑΙ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝO ΣΤΟΝ ΛΑΤΡΕΥΤΟ ΜΟΥ ΑΔΕΛΦΟ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ ΤΟΣΟ ΝΩΡΙΣ & ΑΓΑΠΟΥΣΕ ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ ΤΗΝ ΖΩΗ - ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΑΝΤΡΙΚΟ ΜΟΥ
Κυριακή 30 Απριλίου 2017
მამა გაბრიელის საფლავი გაიხსნა
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤΑΦΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ ΣΤΗΝ ΓΕΩΡΓΙΑ.
Αναρτήθηκε από PROSKINITIS στις 1:11 μ.μ.12/01/15--14:30: Μνήμη κοιμήσεως 4 σύγχρονων γερόντων (2 Δεκεμβρίου)
Στην
Ορθόδοξη Εκκλησία το μεγαλύτερο καύχημα και ο πιο πολύτιμος θησαυρός της
είναι οι Άγιοί Της. Δεν υπάρχει περίοδος στην ανθρώπινη ιστορία που να
μην υπάρχουν άγιοι. Οι άγιοι πιστοποιούν στο πρόσωπό τους ενσάρκως την
παρουσία του Αγίου Πνεύματος σε κάθε γενεά. Έτσι, σήμερα ξημερώνει για
την Ορθοδοξία μας μία μεγάλη μέρα. Κατά συγκυρία ευτυχή, η Εκκλησία μας
τιμά την ημέρα κοίμησης 4 σύγχρονων οσιακών μορφών. Ας δούμε εν συντομία
τα κεντρικότερα σημεία της αγίας βιοτής των:
1. Γέρων Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης
Ο Γέροντας Πορφύριος γεννήθηκε το 1906
στον Άγιο Ιωάννη Καρυστίας Ευβοίας. Το κοσμικό του όνομα ήταν Ευάγγελος.
Στο σχολείο φοίτησε μόνον δύο χρόνια. Η ασθένεια του δασκάλου και η
φτώχεια της οικογένειάς του τον έσπρωξαν να εργασθεί βόσκοντας τα λίγα
ζώα της. Λίγο αργότερα, περίπου εννέα χρονών παιδάκι, εργάστηκε στο
ανθρακωρυχείο της περιοχής και μετά στο παντοπωλείο ενός γνωστού της
οικογένειας, στον Πειραιά. Ο πατέρας του είχε πάει να δουλέψει στη
διώρυγα του Παναμά, για να συντηρήσει την οικογένειά του.
Όταν ήταν 8 ετών, βρήκε ένα φυλλάδιο με
το βίο του Αγίου Ιωάννη του Καλυβίτη, το οποίο διάβαζε συλλαβιστά. Ο
βίος του αγίου συγκίνησε το μικρό βοσκό και θέλησε να τον μιμηθεί. Έτσι,
γύρω στα δώδεκα χρόνια του, ξεκίνησε μόνος του κρυφά για το Άγιο Όρος
και στο πλοίο συνάντησε τον μετέπειτα Γέροντά του, ιερομόναχο
Παντελεήμονα, τον πνευματικό, που ασκήτευε στην καλύβη του Αγίου
Γεωργίου στη Σκήτη Καυσοκαλυβίων του Αγίου Όρους.
Σ΄ αυτόν τον Γέροντα και τον αυτάδελφό
του μοναχό Ιωαννίκιο, ο νεαρός δόκιμος έκανε χαρούμενη και άκρα υπακοή
και έτσι σε λίγα χρόνια αξιώθηκε να καρεί μοναχός. Λόγω της θερμής
πίστης του, της υπακοής και της άσκησής του, τον επισκέφθηκε η θεία Χάρη
και απέκτησε σε νεαρή ηλικία το χάρισμα της διοράσεως.
Στο Άγιον Όρος ασθένησε από πλευρίτιδα
γύρω στα 18 του χρόνια και οι γέροντές του τον έστειλαν σε μοναστήρι
στην Εύβοια για θεραπεία. Εκεί τον γνώρισε ο Αρχιεπίσκοπος Σινά
Πορφύριος και αφού διαπίστωσε την πνευματική του προκοπή, τον
χειροτόνησε ιερέα σε ηλικία 20 ετών. Μετά από ένα μικρό διάστημα ο
Μητροπολίτης της περιοχής τον κατέστησε πνευματικό και έτσι έθεσε στην
υπηρεσία των πιστών το χάρισμα της διοράσεως. Με το χάρισμα αυτό, ο
νεαρός ιερομόναχος και πνευματικός Πορφύριος βοηθούσε τους ανθρώπους να
γλιτώσουν από διάφορες πλεκτάνες του πονηρού, να καταλάβουν τί γίνεται
στην ψυχή τους και να εργασθούν για τη σωτηρία τους.
Το 1940 διορίστηκε εφημέριος στην
Πολυκλινική Αθηνών, στην οδό Σωκράτους, κοντά στην πλατεία Ομονοίας. Σ΄
αυτή τη θέση παρέμεινε συνολικά 33 χρόνια, εξομολογώντας τους ασθενείς
και άλλους, προσευχόμενος, συμβουλεύοντας και συχνά θεραπεύοντας με την
προσευχή και τη Χάρη του Θεού ασθενείς που ζητούσαν τη βοήθεια του.
Το 1950 νοίκιασε το εγκαταλελειμμένο
μοναστηράκι του Αγίου Νικολάου Καλλισίων στην Πεντέλη και μέχρι το 1978
καλλιεργούσε την περιοχή του. Το 1979 εγκατεστάθηκε στο Μήλεσι Αττικής,
κοντά στον Ωρωπό, όπου άρχισε, αφού έλαβε τις νόμιμες άδειες, να κτίζει
το Ησυχαστήριο της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Σ΄ αυτό δεχόταν επισκέπτες
κάθε κατηγορίας και τηλεφωνήματα από όλα τα μέρη του κόσμου, για
διάφορα προβλήματα και συμβούλευε, ευχόταν, εξομολογούσε και θεράπευε
τις ψυχές και πολλές φορές και τα σώματα των ανθρώπων.
Τον Ιούνιο του 1991, προαισθανόμενος το
τέλος του, και μή θέλοντας να κηδευθεί με τιμές, αναχώρησε για το καλύβι
του Αγίου Γεωργίου στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου είχε καρεί
μοναχός πριν από περίπου 70 χρόνια και στις 2 Δεκεμβρίου παρέδωσε το
πνεύμα στον Κύριο.
Οι διδαχές του παραμένουν πολύτιμες
παρακαταθήκες για τον ταλαιπωρημένο άνθρωπο της εποχής μας. Με τη βαθιά
αγάπη και τη διάκριση που τον χαρακτήριζε, τα λόγια του αποτελούν
αληθινές σανίδες παρηγοριάς στις μέρες μας. Η διεισδυτική του ματιά και η
μεγάλη του φιλανθρωπία προσφέρουν ξεχωριστές διαστάσεις στη σύγχρονη
Ποιμαντική.
2. Γέρων Αμβρόσιος, πνευματικός μονής Δαδίου
Γεννήθηκε στο χωριό Λαζαράτα της Λευκάδος
το 1914. Το κοσμικό του όνομα ήταν Σπυρίδων Λάζαρης. Ο πατέρας του ήταν
δάσκαλος και η οικογένειά του πολύτεκνη. Από μικρός ο ίδιος
χαρακτηριζόταν για την ηρεμία του χαρακτήρα του και την αγάπη του προς
την Εκκλησία. Δεν μπόρεσε να μορφωθεί γιατί ο πατέρας του έλειπε στον
πόλεμο και ο ίδιος βοηθούσε τη μητέρα του στις αγροτικές δουλειές του
σπιτιού.
Όταν εκπλήρωσε τη στρατιωτική του θητεία,
θέλησε να πάει στο Άγιο Όρος, αλλά δεν ήξερε τον τρόπο. Με την
καθοδήγηση, όμως, ενός νέου έφτασε στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου. Εκεί ο
συνοδός του τού είπε: “Εδώ, θα μείνεις, Σπύρο. θα γίνεις μοναχός, θα
κάνεις υπομονή και υπακοή στο γέροντα” κι αμἐσως εξαφανίστηκε. Ο Σπύρος
κατάλαβε ότι επρόκειτο για άγγελο Κυρίου, παρέμεινε στο μοναστήρι και σε
ηλικία 25 ετών έγινε μοναχός με το όνομα Χαρίτων.
Ένα βράδυ ο ηγούμενος λέει στο μοναχό
Χαρίτωνα να διαβάσει την Ενάτη. Εκείνος, καθώς ήταν αγράμματος,
προσπάθησε να διαβάσει, αλλά είχε μεγάλη δυσκολία. Ο ηγούμενος
αγανάκτησε και τον έδιωξε λέγοντάς του επιτιμητικά να πάει στο κελλί
του. Το ίδιο βράδυ, ενώ προσευχόταν, εμφανίστηκε η Παναγία και τον
βοήθησε να μάθει το ψαλτήρι από μνήμης.
Ένα καλοκαίρι εργαζόταν στον κήπο της
Μονής. Βλέποντας μία συκιά και επειδή πεινούσε, ανέβηκε στο δένδρο, για
να φάει σύκα. Στο Άγιο Όρος οι μοναχοί δεν επιτρέπεται να τρώνε τίποτε
εκτός τραπέζης, γιατί θεωρείται λαθροφαγία. Έφαγε μερικά σύκα, αλλά
γλίστρησε και έπεσε από το δέντρο. Αν και είχε πέσει από το πρωί, οι
άλλοι μοναχοί αφού τον αναζήτησαν, τον βρήκαν μόνο το απόγευμα στο
περιβόλι πεσμένο κάτω να πονάει πολύ. Τον έβαλαν πάνω σε μια πόρτα και
τέσσερα άτομα μαζί – καθώς ήταν σωματώδης – τον μετέφεραν στο κελλί του.
Όπως διηγείται ο ίδιος: «Ενώ βρισκόμουν στο κρεβάτι και πονούσα,
απέναντι έβλεπα το παρεκκλήσι των Αγίων Αναργύρων και τους παρακαλούσα
να με βοηθήσουν. Εμφανίζονται τότε δύο γιατροί με λευκές μπλούζες και
προσπάθησαν να βάλουν το πόδι μου στην θέση του. “-Τράβα Κοσμά”, έλεγε ο
ένας. “-Κράτα από εδώ Δαμιανέ”, έλεγε ο άλλος. Και σε πέντε λεπτά οι
πόνοι εξαφανίστηκαν και έγινα καλά»!
Στο μοναστήρι βρίσκονταν τότε πέντε νέοι
μοναχοί και ένας ηλικιωμένος γέροντας. Κάποιοι από αυτούς σκέφτηκαν ότι
θα ήταν καλό να αλλάξουν τον γέροντα. Το έμαθε ο γέροντας και ζήτησε την
απομάκρυνσή τους. Με τη συνοδεία της αστυνομίας ο μοναχός Χαρίτων
εκδιώχθηκε στη Μονή Χιλανδαρίου. Εκεί είχε πάρα πολλές δυσκολίες και
πέρασε αρρώστιες, που τον ανάγκασαν να έρθει στον κόσμο. Πήγε, λοιπόν,
στον Γέροντα Πορφύριο, ο οποίος τον συμβούλευσε να πάει στην ερειπωμένη
Μονή Δαδίου στη Φθιώτιδα. Εκεί βρήκε μόνο αρουραίους, φίδια και άγρια
ζώα. Ο Γέροντας Πορφύριος του υπέδειξε: «Κάθισε εδώ, κάνε υπομονή και
υπακοή και ο Θεός θα σε βοηθήσει».
Αμέσως επιδόθηκε στην ανασύσταση της
Μονής, η οποία έγινε στη συνέχεια γυναικεία. Ο τότε Μητροπολίτης
Φθιώτιδος Αμβρόσιος εξετίμησε τον γέροντα και τον έκανε ιερομόναχο,
δίνοντάς του, μάλιστα, το δικό του όνομα.
Κάποτε χτύπησε το πόδι του, πήγε στο
νοσοκομείο, όπου του έβαλαν πλατίνα στο γοφό. Πονούσε, όμως, πολύ. Ο
τότε Μητροπολίτης Ελβετίας Δαμασκηνός τον πήρε στην Ελβετία να τον δούνε
εκεί οι γιατροί. Εκεί διαπιστώθηκε ότι στην πρώτη επέμβαση, του έβαλαν 1
εκατοστό πλατίνα μεγαλύτερη με αποτέλεσμα να χρειαστεί νέο χειρουργείο,
για να μειώσουν την πλατίνα. Όταν έγινε αυτό και ετοιμαζόταν για
εξιτήριο, του ζητήθηκαν γενικές εξετάσεις, τις οποίες έκανε. Τότε,
βρέθηκε στον αριστερό του νεφρό πέτρα μεγάλη όσο ένα πορτοκάλι και έτσι
παρέμεινε για νέα εγχείριση.
Διηγείται ο Γέροντας: «Ενώ ήμουν μόνος
στο δωμάτιο, εμφανίστηκε ένας μοναχός. Βγήκαμε, λοιπόν, μαζί στο
μπαλκόνι και καθίσαμε για να μιλήσουμε. Κάπου 15 λεπτά μιλούσαμε και του
είπα για τα χειρουργεία και για τον λίθο στο νεφρό. Τότε ο μοναχός μου
είπε: ’’Είμαι ο Άγιος Νεκτάριος και ήρθα να σε δω. Ήμουν και εγώ
φιλάσθενος και παρέδωσα την ψυχή μου στο «Αρεταίειο» νοσοκομείο. Άντεξα
τις συκοφαντίες και την ασθένεια, κάνοντας υπομονή. Ο Θεός μου έδωσε
χάρη μεγάλη για την υπομονή που έκανα’’. Μετά με άγγιξε και έφυγε. Όταν
έφυγε ο Άγιος Νεκτάριος μου ήρθε διάθεση ούρησης και ούρησα σε ένα μικρό
λεκανάκι Τότε βγήκε μαζί με τα ούρα και μία πέτρα σε μέγεθος μικρού
πορτοκαλιού. Τότε με μία χαρτοπετσέτα την πήρα και την έβαλα στο συρτάρι
του κομοδίνου.
Την επόμενη θα γινόταν η εγχείριση.
Έρχεται ο Ελβετός γιατρός και μου λέει: «Ετοιμάσου για το χειρουργείο».
Εγώ του απάντησα ότι δεν χρειάζομαι χειρουργείο. Άνοιξα το συρτάρι και
του έδειξα την πέτρα. Όταν την είδε ο γιατρός, είπε· «Εσείς οι Ορθόδοξοι
έχετε ζωντανή πίστη, εμείς την νοθεύσαμε”. Το χειρουργείο δεν έγινε και
ή πέτρα παρέμεινε στο γραφείο του Ελβετού γιατρού, για χρόνια πολλά».
Του άρεζε η ησυχία και η αφάνεια, γι’
αυτό και δεν απέκτησε μεγάλη συνοδεία από μοναχές. Μάλιστα, ούτε στο
χωριό, στο Δαδί, τον ήξεραν καλά καλά. Και εκεί δεν κατέβαινε παρά
σπάνια. Ήταν στο Μοναστήρι, έκανε πρακτικές εργασίες, ήταν ο εφημέριος
της Μονής και ασχολήθηκε πολύ με την ευχή. Είχε όμως μεγάλη χάρη. Έλεγε
χαρακτηριστικά: «Εγώ αγράμματος άνθρωπος είμαι και έρχονται εδώ τόσοι
άνθρωποι μορφωμένοι, καθηγητές πανεπιστημίου, και ανοίγει ο νους μου και
τους λέω τόσα πράγματα, που απορώ πως τα λέω».
Κοιμήθηκε την ίδια μέρα, ακριβώς 15 χρόνια μετά, που κοιμήθηκε ο Γέροντας Πορφύριος, στις 2 Δεκεμβρίου 2006, σε ηλικία 92 ετών.
3. Γέρων Κλεόπα Ηλίε
Γεννήθηκε στο χωριό Σούλιτσα του νομού
Botosani της Ρουμανίας στις 10 Απριλίου του 1912 και βαπτίσθηκε
Κωνσταντίνος. Όπως ανέφερε ο ίδιος, οι γονείς του ήταν ζωντανό
παράδειγμα χριστιανικής ζωής και το σπίτι τους ήταν μια κατ΄ οίκον
εκκλησία. Έτσι, τα πέντε από τα δέκα παιδιά της οικογένειάς του
ακολούθησαν το μοναχικό βίο.
Όταν ήταν νεογέννητος, αρρώστησε σοβαρά.
Επειδή δύο άλλα αδέλφια του είχαν ήδη πεθάνει σε νηπιακή ηλικία, η
μητέρα του τον πήγε στον ερημίτη Κόνωνα Georgescu, πνευματικό στην
Cozancea και με τη βοήθειά του η Παναγία θεράπευσε τον μικρό
Κωνσταντίνο.
Το 1929 εισήλθε μαζί με έναν ακόμη αδελφό
του στην Ιερά Σκήτη Sihastria, όπου μόναζε ήδη ένας μεγαλύτερος αδελφός
τους. Αρχικά στάλθηκε στη βοσκή των προβάτων της σκήτης, διακόνημα που
τον γέμιζε με μεγάλη πνευματική χαρά. Αφού υπηρέτησε τη στρατιωτική του
θητεία (1935-1937), εκάρη μοναχός στην ίδια σκήτη.
Ο ζήλος του στις εργασίες της σκήτης
οδήγησε το γηραιό ηγούμενό της να τον διορίσει αναπληρωτή ηγούμενο το
1942, ενώ το 1944 εξελέγη ηγούμενος. Στα τέλη του ίδιου έτους
χειροτονήθηκε διάκονος και στις αρχές του επόμενου, πρεσβύτερος. Αμέσως
επιδόθηκε στην ανακαίνιση της σκήτης και το 1947 μόλις, πέτυχε την
ανύψωσή της από εξαρτηματική σε ανεξάρτητη Μονή.
Με την άνοδο των κομμουνιστών στην
εξουσία, συνελήφθη και ανακρίθηκε για 5 ημέρες στο Targu Neamt, αλλά
πολύ σύντομα αφέθηκε ελεύθερος. Για να αποφύγει τα προβλήματα με τις
αρχές κρύφτηκε σε μια ξύλινη καλύβα βαθιά στο δάσος, 6 χλμ. μακριά από
το μοναστήρι. Σε 6 μήνες όμως επανήλθε στη θέση του.
Με απόφαση του Πατριάρχη Ιουστινιανού
μεταφέρεται στις 30 Αυγούστου 1949 μαζί με 30 μοναχούς από τη Μονή
Sihastria στη Μονή Slatina-Suceava και γίνεται ηγούμενός της,
καθιστώντας τη σύντομα στο πιο οργανωμένο μοναστήρι της Ρουμανίας. Τα
προβλήματα με το καθεστώς όμως δεν έλειψαν. Αντιμετωπίζοντας διαρκείς
έρευνες και συλλήψεις, αναγκάστηκε να ζήσει σε σκληρές συνθήκες στα
βουνά Stânişoarei μαζί με τον ιερομόναχος Αρσένιο Papacioc. Τελικά θα
επιστρέψει το 1956 στη Sihastria.
Το 1959 ψηφίστηκε ειδικό διάταγμα, με το
οποίο εκδιώχθηκαν από τα μοναστήρια πάνω από 4000 μοναχοί και μοναχές. Ο
ίδιος πιέστηκε από τις αρχές να αποβάλει το μοναχικό σχήμα και να
περιοριστεί στο σπίτι του. Όπως πολλοί άλλοι μοναχοί, αρνήθηκε και
αποσύρθηκε -για τρίτη φορά- στα βουνά της Μολδαβίας.
Το 1964 η πολιτική απέναντι στην Εκκλησία
έγινε ηπιότερη, οπότε μπόρεσε να επιστρέψει στη Μονή. Παρέμεινε εκεί
για 34 χρόνια ως πνευματικός των μοναχών και πολλών λαϊκών που έρχονταν
από όλη τη χώρα και το εξωτερικό, για πνευματική καθοδήγηση.
Κοιμήθηκε οσιακά στις 2 Δεκεμβρίου 1998.
Στα τέλη του 2005, η Ιερά Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρουμανίας
πληροφόρησε τους πιστούς ότι έχει αρχίσει να μαζεύει στοιχεία για την
επίσημη αγιοκατάταξη του μακαρίου Γέροντος Κλεόπα – ήδη αγίου στην
συνείδηση πάρα πολλών πιστών.
4. Γέρων Ελπίδιος Νεοσκητιώτης
Γεννήθηκε το 1913 στη Λευκωσία και το κοσμικό του όνομα ήταν Αλέξανδρος. Ήταν δίδυμος αδελφός του Ιερομάρτυρος Φιλουμένου, που μαρτύρησε το 1979 στην Παλαιστίνη.
Τα δύο αδέλφια είχαν μάθει από νωρίς την
προσευχή και τη μελέτη πατερικών βιβλίων. Κάποτε εντυπωσιάστηκαν τόσο
πολύ από το βίο του οσίου Ιωάννου του Καλυβίτου και σε ηλικία μόλις 14
ετών έφυγαν κρυφά από τους γονείς τους για την Ιερά Μονή Σταυροβουνίου.
Μέσα στο πνευματικά ανθηρό κλίμα της Μονής και υπό τη φωτισμένη
καθοδήγηση του πνευματικού π. Κυπριανού, μυήθηκαν στο πνεύμα της
ανατολικής μοναστικής παράδοσης.
Το αυστηρό πρόγραμμα της Μονής κλόνισε
όμως επικίνδυνα την υγεία τους και μετά από 6 χρόνια πήγαν στην
Παλαιστίνη και έγιναν τακτικά μέλη της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος. Το
1937 ο π. Ελπίδιος χειροτονήθηκε διάκονος και το 1940 πρεσβύτερος, ενώ
το ίδιο διάστημα ολοκλήρωσε την εγκύκλιο παιδεία του. Υπηρέτησε σε
πολλές θέσεις του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων (Ηγούμενος της Μονής του
Προδρόμου, Τιβεριάδα, Πατριαρχικός Έξαρχος στη Ναζαρέτ, όπου έλαβε το
οφφίκιο του αρχιμανδρίτου).
Τό 1947 προσελήφθη στην υπηρεσία του
Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και απεστάλη για μια πενταετία στη Μοζαμβίκη.
Κατόπιν έζησε στην Αθήνα, όπου και έλαβε το Πτυχίο της Θεολογικής
Σχολής του Πανεπιστημίου (1952-1956). Από το επόμενο έτος υπηρέτησε ως
προϊστάμενος του Ι.Ν. Αγίων Πάντων Λονδίνου, ενώ συγχρόνως παρακολούθησε
μαθήματα Ερμηνείας Καινής Διαθήκης και Εκκλησιαστικής Ιστορίας στο
Βασιλικό Κολλέγιο. Το 1959 διορίσθηκε από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας
Έξαρχος του Θρόνου, πρώτα στην Οδησσό και κατόπιν στην Ελλάδα. Ύστερα
από πολλές παρακλήσεις και προτροπές, επανήλθε στην πατρίδα του ως
ιεροκήρυκας της Επαρχίας Πάφου και μετά Ηγούμενος της Μονής Μαχαιρά.
Δεν έμεινε όμως και εκεί για πολύ. Έτσι,
επέστρεψε εις την Ελλάδα και ανέλαβε την εφημερία του θεραπευτηρίου του
Ερυθρού Σταυρού για 6 χρόνια. Ο ζήλος και η διακονία του παρέμειναν για
πολλά χρόνια στη μνήμη των ασθενών και του προσωπικού. Το βαθύ
πνευματικό του έργο συνεχίστηκε κατόπιν στον Ι.Ν. Αγίας Τριάδος
Αμπελοκήπων όπου μετετέθη. Στο μεταξύ, σπούδασε και στη Νομική Σχολή του
Πανεπιστημίου.
Όταν, τέλος, αποσύρθηκε από την ενεργό
υπηρεσία, πραγματοποίησε αυτό που για δεκαετίες διακαώς επιθυμούσε: την
αμεριμνησία της ησυχαστικής ζωής. Ασκήτευσε, έτσι, στη Νέα Σκήτη του
Αγίου Όρους, ύστερα από ενύπνια υπόδειξη της Παναγίας.
Η αλήθεια είναι πως καθ’ όλη τη διάρκεια
της ζωής του δεν παρέλειψε ποτέ τα μοναχικά του καθήκοντα. Από μαθητής
ακόμα, συνήθιζε να απομονώνεται τελώντας τις ακολουθίες του νυχθημέρου.
Κάποτε, μάλιστα, όταν στο νοσοκομείο διογκώθηκαν οι υποχρεώσεις του,
ζητούσε μέσα στην απλότητά του από την αδελφή του και τους ανεψιούς του
να διαβάζουν από ένα μικρό κομμάτι της ακολουθίας του, ενώ από τα
πνευματικά του τέκνα (ιδίως τις αδελφές νοσοκόμες), να κάνουν λίγες
μετάνοιες, για να συμπληρωθεί ο κανόνας του.
Στο αγιορείτικο κελλί του, πάλι, συνήθιζε
να διαβάζει παρακλήσεις για όλο τον κόσμο, και εξορκισμούς και ευχές
για όλους τους μοναχούς της Σκήτης και του Αγίου Όρους. Στις
μετακινήσεις του ήθελε να ταξιδεύει μόνος του για να λέει απερίσπαστος
την ευχή.
Οι συνασκητές του διηγούνται ότι γνώριζε
με λεπτομέρειες το μαρτύριο του αδελφού του Φιλουμένου εις την
Παλαιστίνην, καθώς άκουγε τούς δαρμούς του και τον ίδιο να του φωνάζει,
«αδελφέ μου, με σκοτώνουν!». Άλλοτε ευλόγησε το λιγοστό φαγητό μιας
φτωχής οικογένειας και αυτό υπερπερίσσευσε. Θαύματα διηγούνται, ακόμη,
και κατά τη θητεία του στον Ερυθρό Σταυρό.
Προτίμησε πάντοτε τη ζωή της αφάνειας και
της διάκρισης και ποτέ δεν προκάλεσε κανέναν. Όταν στο τέλος της
επίγειας ζωής του αρρώστησε βαριά, ήταν εκείνος που ανέπαυε όσους
αδελφούς τον επισκέπτονταν για να τον αναπαύσουν. Κοιμήθηκε στις 2
Δεκεμβρίου 1983.
Ας έχουμε την ευχή όλων τους!
Ο μεγάλος άγιος της Γεωργίας Γαβριήλ ο διά Χριστόν σαλός και Ομολογητής († 1995)
Αν βλέπαμε μια "μικτή κόσμου" της Ορθοδοξίας, στην οποία σίγουρα θα συμμετείχαν ο άγιος Πορφύριος, οι Γέροντες Παΐσιος και Ιάκωβος, Κλεόπας Ελίε, Σωφρόνιος του Έσσεξ και Ιωνάς της Οδησσού († 2012 - για να περιοριστώ σε αγίους που κοιμήθηκαν μετά το 1990), βασικός παίχτης θα ήταν και ο άγιος Γαβριήλ.
Οι περιπέτειές του (από την εφηβία ακόμη, πιστό παιδί μιας αθεϊστικής οικογένειας που τον εμπόδιζε να προσεύχεται - όμως η μητέρα του τελικά πίστεψε και κατέληξε μοναχή), οι ασκητικοί του αγώνες και οι ταλαιπωρίες του για το Χριστό συγκλονίζουν. Η αγάπη του απέραντη. Τα θαυματουργικά του χαρίσματα είναι εφάμιλλα του αγίου Πορφυρίου και του Γέροντα Παΐσιου.
φωτο από εδώ |
Από το οπισθόφυλλο της βιογραφίας του (Μαλχάζι Τζινόρια, Ο Άγιος Γαβριήλ ο Διά Χριστόν σαλός και Ομολογητής, 1929-1995, μτφρ. Νάνα Μερκιβιλάτζε, Αθήνα 2013):
Ο π. Γαβριήλ Ουργκεμπάτζε γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1929 στην Τυφλίδα της Γεωργίας και κοιμήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 1995 στο Μτσχέτα. Υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες μορφές της σύγχρονης Γεωργίας, ένας χαρισματικός και θεοφόρος Γέροντας, ο οποίος έζησε ως διά Χριστόν σαλός (προσποιητά τρελός ["Ν": άρθρο για τους σαλούς εδώ - ενότητα στο blog μας εδώ]) και Ομολογητής (δηλ. διακήρυξε δημόσια την πίστη του στο Χριστό κατά τη διάρκεια διωγμού). Ενάντια στις επιταγές του αθεϊστικού καθεστώτος, έχτισε με τα ίδια του τα χέρια έναν τετράτρουλο ναό στο σπίτι του, όπου και ασκήτεψε τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Εκάρη μοναχός και διώχθηκε για πολλά χρόνια από την κυβέρνηση. Βασανίστηκε από τις μυστικές υπηρεσίες και φυλακίστηκε για αρκετούς μήνες.
Ενώ δεν μας έχει ακόμη αποκαλυφθεί όλο το φάσμα του βίου του, είναι αμέτρητες οι μαρτυρίες των ανθρώπων που τον επισκέπτονται στην Ιερά Μονή Σαμτάβρο, στην πόλη Μτσχέτα, τα τελευταία χρόνια της ζωής του, και έζησαν από κοντά τη θαυματουργική του δύναμη, αλλά και το διορατικό και προορατικό του χάρισμα. Σήμερα στον τάφο του, στο προαύλιο του μοναστηριού, επιτελούνται αναρίθμητα θαύματα σε ανθρώπους που πάσχουν από ανίατες ασθένειες.
Ο άγιος Γαβριήλ τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 2 Νοεμβρίου.
Διδασκαλίες του αγίου:
— Μπροστά στον κύριο συσσωρεύονται οι αμαρτίες των ανθρώπων σαν τα βότσαλα της θάλασσας. Δεν υπάρχει όμως αμαρτία που να υπερβαίνει τη μετάνοια. Αν συναντήσεις έναν φονιά ή μια πόρνη ή έναν μεθύστακα, μην τον κατηγορήσεις. Είναι πλάσματα του Θεού, των οποίων τα λουριά έχει αφήσει ο Κύριος. Έτσι καλούνται να βρουν οι ίδιοι, μόνοι τους, το σωστό δρόμο με τη μετάνοια. Το δικό σου όμως λουρί το κρατάει ο Κύριος και, αν το αφήσει, εσύ θα πέσεις σε χειρότερη κατάσταση και θα καταστραφείς.
— Στις έσχατες ημέρες η αγάπη, η ταπείνωση και η καλοσύνη είναι που θα σώσει τους ανθρώπους. Η καλοσύνη θα σου ανοίξει την πύλη του Παραδείσου, η ταπείνωση θα σε βάλει μέσα και η αγάπη θα σου φανερώσει το πρόσωπο του Θεού…
Προσθέτουμε: Διωγμός και από την επίσημη Εκκλησία!
Για χρόνια ο πατριάρχης Γεωργίας Εφραίμ Β΄ του είχε επιβάλει ακοινωνησία (απαγόρευση να κοινωνήσει, δηλ. αφορισμό), υποκύπτοντας σε πιέσεις του καθεστώτος! Αυτό το διάστημα, που δεν είχε θέση σε κάποιο ναό, ο άγιος έζησε ως ζητιάνος και με τα χρήματα που μάζευε ελεούσε τους φτωχούς. Ο πατριάρχης τού έλυσε τον αφορισμό λίγο πριν το θάνατό του (του πατριάρχη), το 1972. Όταν πέθανε, ο άγιος πήρε τη φωτογραφία του (που την κατέβασαν από τη Θεολογική Σχολή, για να βάλουν τη φωτογραφία του νέου πατριάρχη) και την τοποθέτησε με σεβασμό στο κελί του (βιογραφία του αγίου, σελ. 70-74).
Αποσπάσματα από το βιβλίο, δημοσιευμένα στο εξαιρετικό ιστολόγιο Άπαντα Ορθοδοξίας κ.α.
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΑΠΑΝΤΑ ΣΕ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ (από
εδώ)
— Γέροντα, πώς να αγαπάμε έναν κακό άνθρωπο;
— Κατανοώ την ερώτηση σας. Να μισείτε την κακία και την αμαρτία, όμως τον άνθρωπο πρέπει να τον λυπάστε και να τον αγαπάτε. Μόνον ο Θεός ξέρει. Μπορεί αυτός που εμείς μισούμε σήμερα, αύριο, με προσευχή, με δάκρυα, με νηστεία, με μετάνοια, να καθαριστεί και ο Κύριος να τον συμπεριλάβει στους Αγγέλους. Υπήρξαν πολλοί τέτοιοι άνθρωποι στην ιστορία.
Όταν έβριζαν ή κατηγορούσαν τον άγιο, τον ρωτούσαν με ειλικρινή απορία:
— Στ' αλήθεια, Γέροντα, ακόμη τους αγαπάς;
— Τώρα πιο πολύ τους αγαπώ και τους λυπάμαι, απαντούσε μελαγχολικά.
Όταν δεν έβλεπε στον άνθρωπο αγάπη, η καρδιά του πονούσε και παραπονιόταν:
— Εκεί που δεν υπάρχει η αγάπη βρίσκεται η κόλαση. Ο Κύριος σου δείχνει τη δυστυχία του άλλου για να δει πώς θα αντιδράσεις. Θα προσευχηθείς για τον πλησίον σου; Θα τον βοηθήσεις; Και με αυτό τον τρόπο σε καλεί να εκπαιδεύεσαι στην αγάπη και να την καλλιεργείς.
Ο π. Γαβριήλ κατέβαινε στο ναό, γονάτιζε στον άμβωνα και κήρυττε να περνούμε τις ημέρες μας με αγάπη. Αν είχε μαλώσει κάποιον για τυχόν λάθη που διέπραξε και περνούσε η μέρα χωρίς να έρθει να του ζητήσει συγχώρεση, τον έβρισκε Γέροντας κι έλεγε:
— Συγγνώμη αν σε στενοχώρησα.
Κάποια φορά ο Γέροντας, ενόσω μας μιλούσε στο κελί του, άρχισε ξαφνικά να «κατηγορεί» κάποιον που κατείχε μεγάλη θέση:
— Τέτοιον εχθρό, σαν αυτόν, δεν είχε ξανά η Γεωργία. Είναι δυνατόν να μη βρέθηκε κανείς να τον σκοτώσει για να ελευθερώσει τον λαό; Τον φονιά του θα τον εκτελέσουν αμέσως. Αλλά εγώ θα τον ελεήσω!
Ένας πιστός, που ήταν εκεί, σκέφτηκε: «Εγώ, π. Γαβριήλ, μπορώ να τον σκοτώσω». Κι αμέσως ο Γέροντας του είπε:
— Αν μισήσεις έστω κι έναν άνθρωπο, είσαι μακριά από τη Βασιλεία των Ουρανών!
Με τέτοιον τρόπο δίδασκε ο άγιος στους ανθρώπους την αγάπη.
Ο άγιος δεχόταν δώρα μόνο αν ήταν δουλεμένα με αγάπη και καλοσύνη. Σ' όποια δουλειά δεν έβλεπε αγάπη, έλεγε:
— Δεν τη θέλω τέτοια δουλειά. Δεν έχει χάρη.
Μάλιστα δεν δεχόταν ούτε το ψωμί που του πρόσφεραν αν αυτό δεν δινόταν αυθόρμητα κι από αγάπη. Ένα πνευματικό του παιδί θυμάται σχετικά:
«Κάποτε μια φίλη μου, πηγαίνοντας στον Γέροντα, πήρε μαζί της τρία καρβέλια ψωμί για να του τα δώσει. Στο δρόμο σκέφτηκε: "Τι τα χρειάζεται ο π. Γαβριήλ τρία καρβέλια; Τα δύο του φτάνουν". Και κράτησε το ένα για τον εαυτό της. Όταν μπήκαμε στην αυλή του μοναστηριού, ο Γέροντας μου είπε, κοιτάζοντας αυστηρά τη φίλη μου:
— Πάρε αυτά τα καρβέλια και δώσ' τα στα πουλιά.
Άρχισα να κόβω μπουκίτσες το ζεστό ψωμί και απορούσα γιατί με έβαλε να δώσω στα πουλιά τόσο ψωμί. Ύστερα η φίλη μου, μου εξήγησε το λόγο αποκαλύπτοντας μου τι είχε σκεφτεί νωρίτερα. Και μ' αυτό τον τρόπο ο Γέροντας έδωσε ένα μάθημα στη φίλη μου».
Ο π. Γαβριήλ μας είχε φανερώσει την επιθυμία του να γράψει κάπου με χρυσά γράμματα «Ο Θεός είναι αγάπη» και να το κρεμάσει στο λαιμό του. Αλλά ο Θεός του είπε:
— Γαβριήλ, το όνομα μου πρέπει να το χαράξεις στην καρδιά σου και όχι να το κρεμάς στο στήθος.
Οι Ιεχωβάδες επικαλούμενοι κάποια χωρία από την Αγία Γραφή, αρνούνται τη μετάγγιση αίματος, θεωρώντας ότι με το αίμα «μεταγγίζονται» και οι αμαρτίες. Ο π. Γαβριήλ έλεγε γι` αυτό το θέμα:
— Ναι, στο αίμα είναι οι αμαρτίες. Αλλά αν ο άνθρωπος πεθαίνει, πρέπει να του δώσεις αίμα για να τον σώσεις. Μεταγγίζεις αγάπη ! Κι η αγάπη σκεπάζει τις αμαρτίες.
Λίγες ημέρες προτού φύγει από τη ζωή ο Γέροντας έλεγε:
— Εγώ είμαι σκουλήκι, χώμα και σκόνη. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει την αλήθεια. Ο Θεός είναι η αλήθεια. Φεύγω και αρχίζω να χτίζω σπίτι. Να ξέρετε: Αν κάποιος από εδώ χαθεί, θα κατέβω εγώ γι' αυτόν ακόμη και στον Άδη.
Ο Θεός μας ζητάει οι καλές πράξεις που κάνουμε να πηγάζουν από την καρδιά μας. Ότι καλό κάνουμε στους άλλους, το κάνουμε για τον Κύριο. Όταν κάνεις το καλό, ανεβαίνεις μια σκάλα. Όταν αμαρτάνεις, την κατεβαίνεις. Κι αυτό συμβαίνει σ' όλη μας τη ζωή.
Μια φορά ο π. Γαβριήλ συζητούσε με τη γυναίκα μου ["Ν": του συγγραφέα]. Εγώ καθόμουν στη γωνία και άκουγα. Μιλούσε τόσο θερμά και με αγάπη, που σκέφτηκα: «Μακάρι, Γέροντα, να είχα τη μισή σου αγάπη». Εκείνος, ξαφνικά, διέκοψε τη συνομιλία του και μου είπε:
— Αυτή την αγάπη, Μαλχάζι, δεν θα την αντέξεις! Απόρησα. Και πάλι σκέφτηκα: «Τότε ας είχα τη μισή απ' τη μισή ή και τη μισή απ' του μισού τη μισή». — Ναι, αυτό μπορεί να γίνει, απάντησε αμέσως στη σκέψη μου και συνέχισε τη συζήτηση του.
— Γι' αυτό είμαστε τόσο αδύναμοι και εύκολα μας νικά ο κόσμος και ο Πονηρός, γιατί προσπαθούμε μόνο για τον εαυτό μας, δεν φροντίζουμε ο ένας τον άλλον με αγάπη θεϊκή, αλλά ψάχνουμε για στηρίγματα: Ένας στη συγγένεια, δεύτερος στη φιλία, τρίτος στους γνωστούς κι άλλος στους γείτονες. Κι όλες αυτές οι σχέσεις δυναμώνουν τη φιλία κι όχι την ορθή πίστη, που είναι η μόνη που μπορεί να κουμπώσει τη ζώνη της φιλίας. Αλλά εμείς τι παθαίνουμε; Μερικές φορές κάνουμε πιο ευχάριστα παρέα με τους αλλόπιστους παρά με τα παιδιά της Εκκλησίας. Αυτά έλεγε κι ο Ιερός Χρυσόστομος.
"Η προσευχή της μάνας για το παιδί της είναι πιο δυνατή και από τις ανοιγμένες φτερούγες του αετού" (από εδώ)
Μια φορά παρακάλεσαν τον Γέροντα να προσευχηθεί για κάτι.
— Δεν είναι το θέλημα του Θεού, απάντησε αυστηρά.
— Εσείς προσευχηθείτε, τον ξαναπαρακάλεσαν επιμένοντας.
— Ο Μωυσής έβγαλε τον λαό του από τη δουλεία της Αιγύπτου - τι μπορούσε να κάνει ο ίδιος, αν δεν ήταν θέλημα του Κυρίου;
Όταν ένας κοντινός του π. Γαβριήλ τον ξέχασε στις προσευχές του, κάποια μέρα που πήγε στο κελί του, αφού τον ευλόγησε, του είπε καθώς έφευγε:
— Μη με ξεχνάς στις προσευχές σου, παιδί μου!
— Πώς, πατέρα, το ξέρετε και αυτό; ρώτησε απορημένος.
— Και αυτό το ξέρω και εκείνον με τον οποίο μάλωσες, κι ανέφερε το όνομα του. Όταν προσεύχεστε, εγώ είμαι δίπλα σας, έλεγε κοιτάζοντας τους όλους με αγάπη.
Πώς μπορώ να προσεύχομαι για τους εχθρούς μου;
Ο Ζουράμπ Βαραζασβίλι τον ρώτησε:
— Πάτερ Γαβριήλ, υπάρχουν άνθρωποι ανήθικοι, γεμάτοι κακία, που αξίζουν την περιφρόνηση και σε αναστατώνουν. Πώς μπορούμε να προσευχόμαστε για το καλό τους; Δεν θα βγουν οι ευχές από την καρδιά μας.
— Κάνε την αρχή απ' αυτόν που αγαπάς πιο πολύ, ας πούμε από τα παιδιά σου. Όταν προσευχηθείς γι' αυτά, συνέχισε με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας σου. Μετά γι' αυτούς που βρίσκονται γύρω σου, για τους γείτονες. Ύστερα για την πόλη που μένεις. Η Τιφλίδα δεν είναι η μόνη. Να προσευχηθείς για όλους που μένουν στη Γεωργία. Η Γεωργία δεν είναι η μόνη. Την περικυκλώνουν εχθροί.
Παρακάλεσε τον Θεό να ειρηνεύσει τις καρδιές τους, ώστε να μην μπορούν να την εχθρεύονται. Τώρα, αφού προσευχήθηκες για όλη τη χώρα σου, έμειναν μόνον οι δικοί σου προσωπικοί εχθροί. Μην τους αποκλείεις. Παρακάλεσε τον Θεό να γεμίσει τις καρδιές τους με καλοσύνη και το νου τους με σοφία. Βλέπετε; Έτσι γίνεται να προσευχηθείς και για τους εχθρούς.
Για μια πόρνη
Κάποτε, ο Γέροντας κάθε πρωί και για μερικές βδομάδες, μνημόνευε μια κοπέλα που είχε απομακρυνθεί τελείως από κοντά μας, επειδή είχε γίνει πόρνη. Τον άκουγαν και απορούσαν: «Γιατί μας λέει κάθε μέρα τα ίδια και τα ίδια; Ποιος είναι ο λόγος;».
Τελικά τον ρώτησαν:
— Γέροντα, γιατί τη μνημονεύετε τόσο συχνά;
— Για να προσεύχεστε γι' αυτήν. Σας ικετεύω να προσευχηθείτε πολύ για την ψυχή της, μας είπε.
Ένα απόγευμα κάποια πιστή, καθώς ήταν πολύ κουρασμένη, σκεφτόταν: «Δεν μπορώ να μνημονεύω όλους αυτούς τους συγγενείς και γνωστούς μου. Ας νοιάζεται ο καθένας για το κεφάλι του. Μου αρκεί το δικό μου. Την άλλη μέρα που πήγε στον π. Γαβριήλ και γονάτισε να πάρει ευλογία, ο Γέροντας αφού την ευλόγησε της είπε:
— Όχι μόνο για τους κοντινούς σου και για τους γνωστούς σου πρέπει να προσεύχεσαι, αλλά και για όσους βρίσκονται στις φυλακές, στους οίκους ανοχής, για τους ανήμπορους και τους οδοιπόρους.
— Η προσευχή της μάνας για το παιδί της είναι πιο δυνατή και από τις ανοιγμένες φτερούγες του αετού.
ΤΙ ΕΒΛΕΠΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΟΡΑΤΟ ΚΟΣΜΟΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΑΟ ΚΑΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΑΒΕΡΝΑ ΝΑ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ (από εδώ)
Διηγείται ένας πιστός:
«Μια μέρα, βγαίνοντας από το ναό μαζί με τον π. Γαβριήλ, εκείνος έκανε το σταυρό του. Μόλις απομακρυνθήκαμε μερικά μέτρα, στράφηκε ξαφνικά προς το ναό και άρχισε να... φτύνει! Ύστερα, περνώντας έξω από μια ταβέρνα έκανε πάλι το σταυρό του. Βέβαια αυτό το έκανε συχνά, αλλά δεν μπορούσα να το εξηγήσω και έτσι δεν συγκράτησα την περιέργεια μου:
— Γέροντα, γιατί όταν είστε κοντά στο ναό φτύνετε και όταν περνάτε έξω από την ταβέρνα κάνετε το σταυρό σας και προσεύχεστε;
— Αφού με ρωτάς από καρδιάς, θα σου πω. Αυτό όμως αφορά μόνον εμένα. Γύρω από την εκκλησία στέκονται παρατεταγμένα σε τρεις σειρές τα δαιμόνια, γιατί δεν θέλουν να μπαίνει μέσα ο άνθρωπος. Έτσι, όταν βγαίνω από το ναό και απομακρύνομαι λίγο, τα βλέπω και φτύνω. Ενώ όποτε περνάω από την ταβέρνα βλέπω τους αγίους Αγγέλους να κλαίνε που μεθοκοπούν εκεί οι άνθρωποι, κι αρχίζω μαζί τους να προσεύχομαι ν' αφήσουν την οινοποσία και να πάνε στο ναό. Ο ναός συμβολίζει τον Ουρανό. Να περάσω από μπροστά του και να μην μπω μέσα; Αν περάσεις μπροστά από την εκκλησία και κάνεις απλώς το σταυρό σου, σημαίνει ότι χαιρετάς τον Θεό και τον προσπερνάς. Τότε τα δαιμόνια χαίρονται. Γι' αυτό πρέπει να διαπεράσεις τον κλοιό τους ή τουλάχιστον να πλησιάσεις την πόρτα του ναού και εκεί να κάνεις το σταυρό σου. Αν δεν έχεις χρόνο, κάνε απλώς το σταυρό σου και ζήτησε από τον Κύριο συγχώρεση που δεν μπήκες μέσα».
Μια φορά ο Γέροντας φαινόταν στενοχωρημένος. Ύστερα από λίγο άρχισε να παριστάνει τον τρελό κι έλεγε:
— Φεύγουν από τη Γεωργία για να συναντήσουν άλλους προφήτες. Τι πρόβλημα έχει η Γεωργία; Ίσως εδώ μάλιστα να βρίσκεται και κάποιος λίγο πιο μεγάλος από τον άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ! «Ότι ουκ έστι προφήτης άτιμος ει μη εν τη πατρίδι αυτού και εν τοις συγγενέσι και εν τη οικία αυτού».
ΤΟ ΤΡΟΜΑΚΤΙΚΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ (από εδώ)
Ο π. Γαβριήλ ποτέ δεν σταμάτησε να εργάζεται. Δούλευε για κάποιο διάστημα ως αγρότης στα κολχόζ, όπου και διέμενε. Εκεί στερήθηκε για λίγο την ησυχία, καθώς δεν ήταν εύκολο να μένει μόνος του. Βρήκε όμως πολύ γρήγορα μια σπηλιά, την οποία είχαν εγκαταλείψει οι βοσκοί, την καθάρισε κι εγκαταστάθηκε εκεί. Πολύ πιθανό είναι την άγνωστη σε μας περίοδο της ζωής του να την πέρασε εκεί, στη σπηλιά. Ο τρόπος με τον οποίο μιλούσε για τους ασκητές και τους σπηλαιώτες φανέρωνε μια εξοικείωση με τη ζωή αυτή, ενώ το πρόσωπο του φορτιζόταν και μια ανεπιτήδευτη τρυφερότητα διαγραφόταν στην έκφραση του.
Οι πιστοί συχνά του ζητούσαν να κάνουν παρακλήσεις για να πληθαίνει και να αναπτύσσεται η Γεωργία.
Κάποια φορά, κατά τη διάρκεια της παράκλησης στο ναό Σιόνι, ο άγιος είδε ένα τρομακτικό όραμα. Διηγείται ο ίδιος:
«Ήταν δυο στρατιωτικοί, με αρχαίες στρατιωτικές στολές, που έδειχναν εμένα: "Να! Αυτός είναι!". Ήρθαν πλάι μου και με πήραν μαζί τους. Με δυσκολία καταλάβαινα. Διέκρινα ένα άσπρο σπίτι χωρίς σταυρό. Με έβαλαν μέσα. Ήταν τελείως σκοτεινά.
Έκλεισαν τις πόρτες και μ' άφησαν εκεί. Όταν τα μάτια μου συνήθισαν στο σκοτάδι, είδα πεταμένα στο πέτρινο πάτωμα παιδάκια, που είχαν το μέγεθος ενός μικρού δαχτύλου και κείτονταν μέσα στα αίματα. Από μια τρύπα στο ταβάνι έπεφταν κι άλλα νεκρά παιδάκια, τόσα πολλά που δεν μπορούσα να σταθώ πουθενά. Όλα γύρω ήταν βουτηγμένα στο αίμα. Στεκόμουν στις μύτες των ποδιών μου. Και ξαφνικά άνοιξε η πόρτα κι άκουσα μια φωνή: " Έρχεται! Έρχεται!" Παραξενεύτηκα. "Ποιος έρχεται; Φαίνεται θα 'ναι εδώ το αφεντικό. Θα παρακαλέσω να με αφήσουν να φύγω από εδώ", σκέφτηκα. Πάλι ήρθαν εκείνοι οι δύο στρατιωτικοί. Στάθηκαν στην είσοδο και στην έξοδο και δεν μου επέτρεπαν να φύγω. Κόλλησα στον τοίχο. Τότε είδα την Παναγία να έρχεται με τη συνοδεία αγγέλων και αγίων. Ήταν ντυμένη στα λευκά. Την αναγνώρισα αμέσως. Με κοίταξε αυστηρά, μου έδειξε τα ματωμένα παιδιά και μου είπε: 'Τι' αυτό με παρακαλάς; Έτσι θα πληθαίνει η Γεωργία; Εγώ θα ευλογώ κι αυτοί θα σκοτώνουν;" Γύρισε κι έφυγε. Έπειτα με πήραν οι δυο στρατιωτικοί και με έφεραν στο κελί μου».
Την επομένη ο π. Γαβριήλ αποκάλυψε αυτό το όραμα σ' όσους ήταν παρόντες στην ικεσία και παρακάλεσε όλες τις γυναίκες να προσεύχονται προειδοποιώντας τες: «Μητέρες, μην κάνετε εκτρώσεις! Βοηθήστε να σωθεί η Γεωργία! Φοβήθηκα τόσο πολύ όταν είδα οργισμένη την Παναγία, που δεν ήξερα πού να πάω. Δεν επιθυμώ κανείς να δει έτσι τη Βασίλισσα του Ουρανού και της Γης».
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ (από εδώ)
Μια φορά πήγαν στον Γέροντα δύο γυναίκες Μάρτυρες του Ιεχωβά. Τις έστειλαν για να δουν αν ο π. Γαβριήλ θα τις έφερνε στην οδό της αληθείας. Όταν μπήκαν στο κελί, ο π. Γαβριήλ, με ένα μυστηριώδες ύφος στη φωνή του, φώναξε:
— Ήρθε το χαλάζι και βρήκε την πέτρα!
Μετά άρχισε να κλαίει για πολλή ώρα. Οι γυναίκες, μην αντέχοντας άλλο, τον ρώτησαν γιατί έκλαιγε.
— Πώς να μην κλαίω; Για όλους τους χριστιανούς η πόρτα της Βασιλείας των Ουρανών είναι ανοιχτή, όμως εγώ από τις αμαρτίες μου δεν μπορώ να μπω! Κι αυτοί οι Ιεχωβάδες, πέντε εκατομμύρια στον κόσμο, λένε ότι θα σωθούν μόνο 144 χιλιάδες. Αυτοί έχουν πιάσει όλες τις θέσεις, κι εμένα ποιος θα με βάλει μέσα;
Οι γυναίκες τα έχασαν. Δεν ήξεραν τι ν' απαντήσουν. Ύστερα τους μίλησε για την πλάνη στην οποία βρίσκονταν, τους δίδαξε την ορθή πίστη και, τέλος, έγιναν μοναχές στο μοναστήρι Μπόδμπε.
Η Μτσχέτα και η γύρω περιοχή είναι γεμάτη με εκκλησίες και μοναστήρια, όπου οι προσκυνηματικές εκδρομές είναι συνηθισμένες. Μια μέρα η αυλή του μοναστηριού Σαμτάβρο γέμισε παιδικές φωνές. Η ανυπόμονη φύση των παιδιών τα έκανε να τρέχουν παντού. Οι δάσκαλοι δυσκολεύονταν να τα συμμαζέψουν. Ένα μόνο παιδί στεκόταν παράμερα. Πλησίασε την πόρτα της εκκλησίας, γύρισε αμέσως προς την πύλη για να βγει, και μετά πάλι, σαν κάποιος να το τραβούσε πίσω, κοίταζε την εκκλησία με βουρκωμένα μάτια. Ο π. Γαβριήλ καθόταν πάνω στις σκάλες και τα παρακολουθούσε όλα. Ξαφνικά έβαλε μια δυνατή φωνή και τα παιδιά από την τρομάρα τους μπήκαν στο ναό. Τότε ο Γέροντας είπε στην Ταμάρη που ήταν δίπλα του:
— Το παιδί αυτό που κάθεται μόνο του είναι Ιεχωβάς, όπως και οι γονείς του. Και βλέπεις τι κάνει ο Πονηρός; Δεν το αφήνει να μπει στην εκκλησία! Αλλά ούτε η χάρις του Κυρίου το αφήνει να βγει έξω.
Τότε ο Γέροντας το σταύρωσε, και το παιδί, σαν να ελευθερώθηκε από βαριές αλυσίδες, ξέγνοιαστο και χαρούμενο, μπήκε στο ναό. Αφού όλα τα παιδιά προσκύνησαν, βγήκαν ήρεμα από την εκκλησία. Ο π. Γαβριήλ, γελώντας, είπε τότε στην Ταμάρη:
— Ήρθαν αγριοκάτσικα και φεύγουν αρνιά!
Ο π. Γαβριήλ δεν επέτρεπε στα πνευματικά του παιδιά να μιλάνε με αιρετικούς γιατί έτσι άνοιγαν επικοινωνία με το κακό. Μια μέρα, δύο Ιεχωβάδες πήγαν σε ένα γειτονικό μου σπίτι κι οι γείτονες κάλεσαν εμένα να τους μιλήσω. Τους μίλησα, αλλά αυτοί δεν ήθελαν να καταλάβουν τίποτα. Εγώ βιαζόμουν να πάω στον π. Γαβριήλ και τους άφησα. Στον Γέροντα δεν έκανα λόγο καθόλου γι' αυτό. Κάποια στιγμή όμως μου είπε:
— Ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να κάνεις κήρυγμα στους Ιεχωβάδες; Δεν είσαι απόστολος. Όποιος επιτρέπει σε αιρετικό να μπει στο σπίτι του, για να του μιλήσει για την ορθή πίστη, βάζει μέσα τον Πονηρό, και πώς μετά θα βγει από εκεί; Εσύ είχες καμιά ευλογία από ιερέα να κάνεις κήρυγμα; Όταν μιλάς με αιρετικούς, πρέπει να αποκαλύπτεις τα λάθη τους. Όμως εσύ άρχισες να μιλάς αλαζονικά, λέγοντας πως εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε πιο δυνατοί. Έτσι οδηγήθηκες από τον Πονηρό στην αμαρτία της περηφάνιας. «Μη δώτε το άγιον τοις κυσί μηδέ βάλητε τούς μαργαρίτας υμών έμπροσθεν χοίρων, μηδέ καταπατήσωσιν αυτούς έν τοις ποσίν αυτών καί στραφέντες ρήξωσιν υμάς».
Στους αιρετικούς δεν κάνει να μιλάς, γιατί τους δίνεις αφορμή να βλασφημούν περισσότερο τον Κύριο. Αν ο μουσουλμάνος τηρεί τις δέκα εντολές, θα τον
ευλογήσει ο Θεός και θα του φανερώσει το δρόμο προς την αλήθεια και έτσι θα στραφεί προς την Ορθοδοξία. Όπως ο απόστολος Παύλος που τηρούσε τις εντολές της Παλαιάς Διαθήκης ειλικρινά, καρδιακά και όχι φαρισαϊκά. Κι ο Θεός τον ελέησε και τον ξεχώρισε.
Σ' ένα πυκνό δάσος ζούσε μια φυλή. Οι άνθρωποι αυτοί, όταν χρειαζόταν, έφερναν βροχή με την προσευχή τους κι ότι άλλο ζητούσαν ο Θεός τούς το ικανοποιούσε. Στο τέλος τους έστειλε και δύο ιεραποστόλους, οι οποίοι όταν είδαν τα θαυμαστά που συντελούνταν απόρησαν και είπε ο ένας στον άλλον: «Βλέπεις αυτοί πόσα μεγάλα θαύματα κάνουν μόνοι τους; Αυτοί δεν προσκυνούν τον ήλιο, το φεγγάρι και τ' άλλα είδωλα, αλλά προσεύχονται ενώπιον Εκείνου που δημιούργησε τον ήλιο, το φεγγάρι, τον ουρανό και όλα. Ο Θεός βλέπει την καθαρή καρδιά τους και γι' αυτό ακούει τις παρακλήσεις τους. Γι' αυτό έστειλε και μας εδώ, για να κηρύξουμε την αλήθεια και να τους βαπτίσουμε. Το γράφει το Ευαγγέλιο: "Ζητείτε και εύρήσετε"».
Μια φορά έτυχε να περπατήσω στις παλιές περιοχές της Τιφλίδας. Προσπέρασα τους αρμένικους ναούς και μέσα μου τους κατηγόρησα ως αιρετικούς. Στη συνέχεια, επισκέφτηκα τον Γέροντα. Κάθισα αλλά δεν του είπα τίποτα. Εκείνος όμως είπε:
— Ναι, αλλά τι σου φταίει το Ετσμιαδζίνι; Όπως για μας είναι το Σβετιτσχοβέλι, έτσι γι' αυτούς είναι το Ετσμιαδζίνι. «Ετσμιαδζίνι» σημαίνει «Ένας που ήρθε». Εκεί εμφανίστηκε ο Θεός, και είναι σπουδαίο και άγιο μέρος. Και πού ξέρεις πότε χτίστηκαν αυτοί οι ναοί; Μήπως τους έχτισαν πριν γίνουν οι Αρμένιοι μονοφυσίτες;
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΝΑΓΩΓΗ, Σ’ ΕΝΑ ΤΖΑΜΙ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΒΑΠΤΙΣΤΕΣ (από εδώ)
ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΘΡΗΣΚΟΙ
Ο π. Γαβριήλ συχνά επισκεπτόταν ανθρώπους που είχαν διαφορετική θρησκευτική αντίληψη. Προσπαθούσε σε όλους να μοιράσει χάρη και να τους οδηγήσει στην αληθινή πίστη. Διηγείται ο ίδιος:
«Μια φορά, ντυμένος όπως ήμουν με το μοναχικό μου σχήμα, πήγα στη Συναγωγή. Στην είσοδο κρεμόταν ένα μεγάλο πορτρέτο του Μωυσή. Τον προσκύνησα. Αυτό άρεσε στους παρευρισκομένους. Ο Μωυσής ήταν ένας μεγάλος προφήτης κι εγώ του απέδωσα τον οφειλόμενο σεβασμό. Μπήκα την ώρα που διάβαζαν τη Βίβλο. Ήταν λίγοι και με κοίταζαν με έκπληξη.
Άρχισα να κάνω κήρυγμα, κι όταν άκουσαν για τον Χριστό φώναξαν τον αρχιερέα τους. Βγήκε αλλά δεν με σταμάτησε. Ύστερα με κάλεσε στο γραφείο του. Άκουσε με πολύ ενδιαφέρον και προσοχή όσα έλεγα για τον Χριστό. Τέλος, με ευχαρίστησε και έτσι αποχωριστήκαμε.
Πήγα και σ' ένα τζαμί. Απέξω μια παρέα μουσουλμάνων κάθονταν κι έπιναν τσάι. Όταν με είδαν, σηκώθηκαν και με κάλεσαν με σεβασμό στο τραπέζι τους. Εκεί κήρυξα μόνο για την αγάπη και χωρίσαμε γλυκά. Πήγα και στους Βαπτιστές αλλά δεν με δέχτηκαν. Όταν με είδαν, εκνευρίστηκαν, φώναξαν τον πάστορα τους και με έδιωξαν».
Ο π. Γαβριήλ, όταν μιλούσε για αιρετικούς ή πιστούς άλλων θρησκευμάτων, τόνιζε πάντοτε ότι πρέπει να επιδεικνύουμε την ίδια αγάπη σε όλους. Μια μοναχή του είπε κάποια φορά:
— Μίλησα με έναν αιρετικό. Οργίστηκα τόσο πολύ όταν με έβρισε, που νομίζω πως αμάρτησα.
Ο π. Γαβριήλ τότε της απάντησε γλυκά:
— Δεν είναι πέτρινη η καρδιά σου για ν' ακούς αδιάφορα να σε βρίζουν για την πίστη σου. Αν δεν είσαι αγνός και άκακος σαν μικρό παιδί, δεν θα μπεις στη Βασιλεία των Ουρανών. Όχι όμως να έχεις και το μυαλό ενός μικρού παιδιού!
Ενώ σε άλλη μοναχή είχε πει:
— Θα έρθει εποχή που θα σας οδηγούν κοσμικοί άνθρωποι. Μακάρι να μου έρθει κάποιος αιρετικός ή Βαπτιστής ή Μάρτυρας του Ιεχωβά. Θα τους βάλω να καθίσουν, θα τους ταΐσω και θα τους διδάξω τον καλό λόγο. Αλλά εγώ δεν θα φάω μαζί τους. Δεν θα καθίσω με απίστους. Κι αν έρθει κάποιος, εσύ μη σηκώνεσαι. Μη δώσεις τη θέση σου. Άφησε τον να καθίσει με τον εαυτό του. Δεν πήγες εσύ, αυτός ήρθε και κάθισε δίπλα στους πιστούς. Γι' αυτόν θα σηκωθούν όλοι;
ΕΡΩΤΗΜΑ - Γιατί οι Εβραίοι δεν κατάλαβαν ότι ο Χριστός ήταν ο Θεός;" (από εδώ)
Γιατί οι Εβραίοι δεν κατάλαβαν ότι ο Χριστός ήταν ο Θεός;
— Το κατάλαβαν. Αυτοί όμως επιθυμούσαν τη δόξα αυτού του κόσμου, γι' αυτό και δεν Τον δέχτηκαν. Κι ο Θεός τους έκρυψε τον τάφο του προφήτη Μωυσή, για να μην τον καταστήσουν Θεάνθρωπο.
Ύστερα από ολιγόλεπτη σιωπή, πρόσθεσε:
— Σε κάθε λαό ο Θεός έδωσε τον δικό του Μωυσή.
Ο ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΣ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ, Ο ΠΑΤΗΡ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΚΑΡΑΣΒΙΛΙ (από εδώ)
Mου έλεγε ο π. Γαβριήλ για τον αγαπημένο του υποτακτικό π. Νικόλαο Μακαρασβίλι:
— Εγώ σε ευλογώ να πας στον π. Νικόλαο και να τον υπακούς. Αυτός είναι ο ιερομόναχος που τηρεί απαρέγκλιτα τους εκκλησιαστικούς κανόνες. Τέτοιον μοναχό δεν θα ξαναέχει η Γεωργία. Η ταπείνωση του φθάνει μέχρι το θρόνο του Κυρίου. Ο «πρύτανης» στους μοναχούς είμαι εγώ. Όμως εμένα θα διαδεχθεί ο π. Νικόλαος. Θα τον βάλουνε να περάσει μέσα από «σωλήνα» και μετά θα γίνει γιατρός όλων των ψυχών. Εγώ πώς θα μπορούσα να αγαπήσω τους μέθυσους, αν δεν είχα περάσει μέσα απ' αυτή την αμαρτία; Είμαι 40 χρόνια μοναχός και δεν είχα κοντά μου ποτέ ούτε έναν δόκιμο, και τώρα 40 ημερών μοναχοί έχουν! Ο Νικόλαος είναι η τελευταία μου ελπίδα. Ο μόνος που εμπιστεύομαι. Μόνο εγώ τον καταλαβαίνω, γιατί τον μοναχό μόνο ένας μοναχός μπορεί να τον καταλάβει. Ο Νικόλαος ξέρει να κλαδεύει τα ξερά δέντρα όσο κανείς άλλος!
Ο π. Γαβριήλ είχε πει στη μητέρα του π. Νικόλαου: — Εσείς δεν ξέρετε τι θα γίνει το παιδί σας. Τα λόγια του θα τα ακούει όλος ο κόσμος. Και για να πάνε οι άνθρωποι να φιλήσουν το χερι του θα δυσκολευονται πολύ.
Ο π. Γαβριήλ και ο π. Νικόλαος έχουν τα ίδια κοινά χαρακτηριστικά: ανείπωτη αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο, αγάπη προς την πατρίδα, υπακοή, ταπεινοφροσύνη, αγνότητα, παρθενία, αυστηρή άσκηση, αυτοθυσία, ανιδιοτέλεια. Επιπλέον, και οι δύο έζησαν ως άστεγοι και ζητιάνοι, ενώ μέχρι σήμερα κατηγορούν τον π. Νικόλαο ως περιπλανώμενο τρελό, όπως κατηγορούσαν και τον π. Γαβριήλ. Μια φορά ο π. Νικόλαος μου είπε:
— Μαλχάζι, μερικές φορές λέω τέτοια ανεξήγητα πράγματα που ούτε ο Αντίχριστος δεν θα μπορεί να πει. Τι να κάνω; Αυτοί οι πιστοί δεν θέλουν να βάλουν το μυαλό τους να δουλέψει.
Είχε πει ο π. Γαβριήλ στον π. Νικόλαο, προετοιμάζοντας τον για τις επερχόμενες δοκιμασίες:
— Παιδί μου, Νικόλαε, θα σε κατηγορήσουν για πόρνο, ομοφυλόφιλο, κλέφτη, τρελό και άλλα πολλά. Ο δρόμος όμως του μοναχού αυτός είναι.
Διηγείται ο π. Νικόλαος για τη γνωριμία του με τον Γέροντα: «Εγώ τον π. Γαβριήλ δεν τον γνώρισα τώρα. Από τα παιδικά μου χρόνια με ακολουθεί χωρίς να το καταλαβαίνω. Θυμάμαι πως στο Μπατούμι, εκεί που μεγάλωσα, τριγύριζε ένας ζητιάνος. Ήταν πολύ παράξενος. Τα παιδιά τρέχαμε από πίσω του και τον φωνάζαμε "Άγγελο". Μια φορά τον είδα μπροστά στο σπίτι μου και μου είπε ότι εγώ δεν θα παντρευτώ. Τότε θύμωσα. "Αλλιώς γυναίκα σου θα είναι η τάδε", και μου είπε το όνομα μιας συμμαθήτριας μου που ήταν πολύ άσχημη. Έπειτα, το καλοκαίρι, που ήμουν μόνος στο σπίτι του θείου μου στο Τσαγβέρι, ήρθε ένας ζητιάνος και μου ζήτησε την εικόνα που είχε ο θείος μου κρεμασμένη στον τοίχο. Του την έδωσα. Αργότερα, όταν έγινα μοναχός, είδα αυτή την εικόνα κρεμασμένη στο κελί του π. Γαβριήλ.
Όταν ήμουν φοιτητής, αποφάσισα να κλεφτώ με μια κοπέλα. Την ίδια όμως ημέρα, ένας φίλος μου με κάλεσε σε τραπέζι. Δεν μπορούσα να μην πάω. Εκεί ήταν κι ένας μοναχός, με πολύ παράξενη συμπεριφορά. Κάθισε δίπλα μου, έβαλε το χέρι του στα γόνατα μου, με κοίταξε στα μάτια και μου είπε: "Εσύ δεν θα παντρευτείς ποτέ. Ξέχασες το λόγο;".
Ύστερα, όταν έκανα την πρακτική μου για το πτυχίο μου στο πανεπιστήμιο έξω από την πόλη, είχα γνωρίσει έναν άλλο μοναχό, με τον οποίο συζητούσα συχνά. Είχαν όμως βάλει (από την Κα Γκε Μπε) κάποιον να τον παρακολουθεί, ο οποίος δεν μας άφηνε ποτέ μόνους. Μια μέρα λοιπόν εκείνος ο μοναχός άρχισε να φωνάζει ότι θέλει άντρα και έτρεξε ν' αγκαλιάσει αυτόν που τον παρακολουθούσε. Εκείνος τρομοκρατήθηκε: "Αυτός είναι ανώμαλος", είπε κι έφυγε. Έτσι δεν μας ξαναενόχλησε, κι εγώ συνέχισα να συνομιλώ ελεύθερα πια μαζί με εκείνον τον σοφό μοναχό.
Τώρα πια είμαι σίγουρος ότι και ο ζητιάνος και ο μοναχός εκείνος ήταν το ίδιο πρόσωπο, δηλαδή ο π. Γαβριήλ- αλλά όσες φορές κι αν πίεσα τον Γέροντα να μου το βεβαιώσει, αρνιόταν να μιλήσει».
ΔΙΔΑΧΗ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΣΧΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ (από Ιερά Μονή Παντοκράτορος)
Στα χρόνια του Αντιχρίστου οι άνθρωποι θα περιμένουν τη σωτηρία από το Διάστημα. Αυτό θα είναι το μεγαλύτερο τέχνασμα του διαβόλου. Η ανθρωπότητα θα ζητεί βοήθεια από τους εξωγήινους, χωρίς να γνωρίζει ότι αυτοί στην πραγματικότητα είναι δαίμονες ["Ν": αυτό δεν έχει σχέση με την πραγματική επιστημονική έρευνα για εξωγήινη ζωή, αλλά με τη θρησκειοποίησή της από το μπερδεμένο και αλλοτριωμένο σύγχρονο δυτικό άνθρωπο].
*****
Ο Γέροντας Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός (1929-1995), πλήρης Χάριτος και αγιοπνευματικών χαρισμάτων, απολάμβανε μεγάλου σεβασμού στη Γεωργία. Μαρτυρίες για την αγιότητα του δίνουν σε ένα μικρό βιβλίο Μητροπολίτες, ηγούμενοι, ηγουμένισσες, μοναχοί, ιερείς και λαϊκοί. Ο Γέροντας ήταν ασυμβίβαστος με κάθε αντίχριστη πολιτική και πρακτική.
Την πρωτομαγιά του 1965 έκαψε ένα 12μετρο πορτραίτο του Λένιν πού κρεμόταν στο κτίριο του ανωτάτου Σοβιέτ στην Τυφλίδα, πρωτεύουσα της Γεωργίας. Συνελήφθη από την Κα-Γκε-Μπε. Στην ερώτηση του ανακριτού γιατί το έκανε απάντησε: «Το έκανα γιατί δεν είναι δυνατόν να λατρεύουμε ένα άνθρωπο. Εκεί, στην θέση του πορτραίτου του Λένιν, πρέπει να κρεμάσετε την εικόνα της Σταυρώσεως του Χριστού. Γιατί γράφετε ‘Δόξα στον Λένιν’; Πρέπει να γράψετε: Δόξα στον Κύριο Ιησού Χριστό». Μετά από αυτό τον έκλεισαν σε ψυχιατρική κλινική, όπου διέγνωσαν σχιζοφρένεια!!!
[Σημείωση του ιστολογίου μας: Η πράξη αυτή του αγίου έγινε σε απόλυτη νηφαλιότητα, με πνεύμα αυτοθυσίας και ομολογίας της πίστης του. Είπε σε πριν το κάνει, ενώ παρακολουθούσε τον αθεϊστικό εορτασμό μαζί με μερικούς πιστούς: «Τετέλεσται! Θεέ μου, πάω να ομολογήσω το άγιο όνομά Σου. Ξέρω πως μπορεί να μη γλιτώσω το θάνατο. Άλλωστε εγώ, Χριστέ μου, σε όλη μου τη ζωή ονειρευόμουν να μαρτυρήσω για σένα».
Πήγε μόνος, δεν άνοιξε κανένα κεφάλι, ούτε έσπασε βιτρίνες (ενώ οι αντίπαλοί του – το καθεστώς – βασάνισε και σκότωσε εκατοντάδες χιλιάδες μάρτυρες από την αρχή της επιβολής του). Στάθηκε και τον έπιασαν, τον ανέκριναν, τον ξυλοκόπησαν τόσο, που του έσπασαν 17 κόκαλα. Από το θάρρος, τη σοφία και τη διδασκαλία του, κατά τις ανακρίσεις, άνθρωποι του καθεστώτος πίστεψαν στο Χριστό. Στη φυλακή, όπου τον έκλεισαν, οι κακοποιοί μετανοούσαν για τα εγκλήματά τους και έβρισκαν σ’ αυτόν ελπίδα για τη σωτηρία τους. Μετά απ’ αυτά τον έκλεισαν σε ψυχιατρική κλινική, υπό άθλιες συνθήκες, με νέα βασανιστήρια, απ’ όπου απολύθηκε μετά από καιρό με πιστοποιητικό ψυχασθένειας ως «ψυχοπαθολογικό άτομο, που έχει τάσεις σχιζοφρένειας με ψυχωτικές διαταραχές» (όλα αυτά στη βιογραφία του, σελ. 57-66). Και παρόλα αυτά ο άγιος έλεγε: «Πιστέψτε με, λέω την αλήθεια, κακοί άνθρωποι δεν υπάρχουν. Εγώ δεν συνάντησα ποτέ μέχρι τώρα κακό άνθρωπο» (σελ. 69). Αυτά ας τα λάβουν υπόψιν εκείνοι που θεωρούν θεμιτά τα βίαια ξεσπάσματα «προς υπεράσπιση της πίστης και του Χριστού». Αν έχουν το ίδιο πνεύμα, ας προχωρήσουν με τον ίδιο τρόπο – όχι όμως με εμπάθεια και μίσος προς τους υβριστές και τους αμαρτωλούς, που και ο άγιος δεν τους μίσησε, αλλά, ενώ τον κακοποιούσαν, τους κήρυττε με αγάπη και χωρίς έπαρση την αλήθεια.
Έτσι ο άγιος είναι και χαρακτηρίζεται Ομολογητής, που σημαίνει, όπως είπαμε, ότι ομολόγησε το Χριστό - δηλαδή διακήρυξε την πίστη του στη διάρκεια διωγμού].
Παραθέτουμε στην συνέχεια μερικές από τις νουθεσίες του Γέροντος προς τα πνευματικά του τέκνα περί των εσχάτων και του Αντιχρίστου.
Όλους, όσοι πήγαιναν σ’ αυτόν για ευλογία, τους παρακαλούσε κλαίγοντας: να κάνετε το καλό για να σας σώσει η καλωσύνη σας. Η γή κατά το ήμισυ έγινε Άδης. Ο Αντίχριστος στέκεται στην πόρτα και δεν τη χτυπά απλώς, αλλά ορμά μέσα. Εσείς θα τον δείτε τον Αντίχριστο. Θα προσπαθήσει να βασιλεύσει σε όλον τον πλανήτη. Παντού θα γίνονται διωγμοί… μη μένετε χώρια. Κρατηθείτε μαζί, δέκα-δεκαπέντε μαζί. Βοηθείτε ο ένας τον άλλον.
Στους εσχάτους χρόνους να μην κοιτάτε τον ουρανό. Μπορεί να πλανηθείτε από τα ψευδοσημεία που θα παρουσιάζονται εκεί. Θα εξαπατηθείτε και θα απολεσθείτε…
Θα βάλουν το χάραγμα του Αντιχρίστου στο χέρι και στο μέτωπο. Τα διάφορα προιόντα δεν μπορούν να σας προκαλέσουν βλάβη. Έστω κι’ αν βάζουν σ’ αυτά τον αριθμό του Αντιχρίστου, αυτό δεν είναι ακόμη το χάραγμα. Πρέπει να λέτε το ‘Πάτερ ημών’, να κάνετε τον Σταυρό σας και η τροφή σας θα αγιάζεται. Στα χρόνια του Αντιχρίστου οι άνθρωποι θα περιμένουν τη σωτηρία από το Διάστημα. Αυτό θα είναι το μεγαλύτερο τέχνασμα του διαβόλου. Η ανθρωπότητα θα ζητεί βοήθεια από τους εξωγήινους, χωρίς να γνωρίζει ότι αυτοί στην πραγματικότητα είναι δαίμονες.
Ρώτησαν τον Στάρετς αν μπορεί κανείς να κλέψει τροφή, όταν δε θα μπορεί να την αγοράσει. Απάντησε έτσι: «Αν κλέψεις, θα παραβείς μία από τις δέκα εντολές. Όποιος ενεργεί έτσι, ακόμη και έτσι δέχεται τον Αντίχριστο. Ο πιστός άνθρωπος πρέπει να ελπίζει στο Θεό. Ο Κύριος στους έσχατους χρόνους θα ενεργεί τέτοια θαύματα, ώστε ένα φυλλαράκι από το δένδρο θα φθάνει για τροφή ενός μηνός. Στ’ αλήθεια. Ο πιστός άνθρωπος θα σταυρώνει τη γή, και εκείνη θα του δίνει ψωμί. Αν βιάσουν ένα κορίτσι, το διακορεύσουν χωρίς τη θέληση του, αυτό ενώπιον του Θεού θα παραμείνει παρθένος. Ετσι θα γίνει και με το χάραγμα του Αντιχρίστου. Αν δώσουν το χάραγμα ενάντια στη θέληση του ανθρώπου, αυτό δεν θα ενεργεί επάνω του. Στο Ευαγγέλιο είναι γραμμένο ότι παντού θα γίνονται διωγμοί αλλά και θλίψη σε όποιον προδίδει το Ευαγγέλιο. Θα έρθει καιρός που θα είναι απαραίτητο να φύγετε στα βουνά, μόνο να μην το κάνετε ένας-ένας.
Ομαδικά να φεύγετε στα βουνά και στα δάση. Για τους πιστούς χριστιανούς η μεγαλύτερη θλίψη θα είναι ότι αυτοί θα φεύγουν στο δάσος, αλλά οι κοντινοί τους άνθρωποι θα δέχονται το χάραγμα του Αντιχρίστου. Στους εσχάτους καιρούς οι οπαδοί του Αντιχρίστου θα πηγαίνουν στην εκκλησία, θα βαπτίζονται, θα κηρύττουν για τις ευαγγελικές εντολές. Όμως μην τους πιστεύετε. Αυτοί δεν θα έχουν τα καλά έργα. Μόνο με τα καλά έργα μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει τον αληθινό Χριστιανό».
Πηγή: ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ, Τριμηνιαία Έκδοση Ορθοδόξου Διδαχής – Μάρτιος 2012
Ο σύγχρονος άγιος Γέροντας Γεώργιος Μπασιλάντζε μιλά σε συνέντευξη για τον άγιο Γαβριήλ τον Ομολογητή
Αγιοι Απόστολοι Άρτας
Σημείωση "Ν": Η βιογραφία του αγ. Γαβριήλ είναι αφιερωμένη από το συγγραφέα στον π. Γ. Μπασιλάντζε, ο οποίος κοιμήθηκε λίγο πριν την έκδοσή της.
Ακολουθεί ένα ενιαίο απόσπασμα από συνεντεύξεις που έδωσε ο π. Γεώργιος Μπασιλάντζε στην εφημερίδα Κβίρις Παλίτρα κατά το έτος 2007.
Η συνέντευξη του π. Γεωργίου δόθηκε το 2007, δηλαδή πολύ καιρό πριν ο π. Γαβριήλ ανακηρυχθεί άγιος από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Γεωργίας, το 2012.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πότε και πώς γνωρίσατε τον π. Γαβριήλ;
Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ: Γνώρισα τον π. Γαβριήλ στα νεανικά μου χρόνια. Εκείνος ήταν τέσσερα χρόνια και τέσσερις μέρες μεγαλύτερος μου. Αγαπούσε πολύ την πατρίδα του και τους Γεωργιανούς. Είχε πνεύμα παλικαρίσιο. Οι διωγμοί και οι σκληρές δοκιμασίες τον συντρόφευαν σ' όλη του τη ζωή. Όλα τα υπέμενε χωρίς παράπονο. Θα μπορούσε όμως να μην τα υπομένει. Είχε αήττητη ψυχή.
Ο π. Γαβριήλ είχε το μεγάλο χάρισμα του σαλού και το πρόσωπο της αγνότητας. Ταυτόχρονα ήταν άκρως ταπεινός, καλοσυνάτος, πολύ ευαίσθητος και είχε το φόβο του Θεού. Πονούσε επειδή συναισθανόταν τη δυστυχία και τα βάσανα των ανθρώπων. Ζούσε για τους άλλους. Κι ενώ η προσωπική του ζωή ήταν γεμάτη λύπες, εκείνος ήταν μεγάλος μαέστρος του χιούμορ. Μπορούσε να μεταδώσει τη χαρά και στον πιο απελπισμένο άνθρωπο. Ο π. Γαβριήλ είναι το καύχημα των σύγχρονων αγίων.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πότε έγινε ο π. Γαβριήλ άγιος;
Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ: Ο π. Γαβριήλ δεν «έγινε», αλλά γεννήθηκε άγιος. Ακούς; Ο π. Γαβριήλ ήταν άγιος και τότε που οι ιερείς στη Γεωργία δεν τον κοινωνούσαν. Κατάλαβες; Εκείνος ήταν και παρέμεινε ιερέας και τον καιρό που τον έπαυσαν από τα καθήκοντα του ιερέα. Κατάλαβες; Πότε πρέπει να ξυπνήσετε; Δεν πρέπει οι διωγμοί του π. Γαβριήλ να διεγείρουν τη σκέψη και να ξυπνήσουν πνευματικά τον γεωργιανό λαό;
Στ' αλήθεια, δεν καταλαβαίνετε τι σας λέω; Σε ποια κατάσταση ήμασταν και ακόμη είμαστε; Τον Γαβριήλ, αυτόν τον αληθινό πνευματικό, τον μεγάλο άγιο στη Γεωργία, δεν τον κοινωνούσαν. Και ποιοι; Οι ίδιοι Γεωργιανοί ιερείς! Ή μήπως από Γεωργιανούς δεσπότες δεν του είχε απαγορευτεί να τελεί τα καθήκοντα του; Χρειάζεται πολλή σοφία; Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους! Τι συνέβαινε; Δεν αντιλαμβάνονταν τον Γαβριήλ ή δεν τον άντεχαν; Αν πουν πως δεν τον καταλάβαιναν, εγώ θα σας πω το εξής: Αν ένας επίσκοπος ή ιερέας δεν αντιλαμβάνεται με τα μάτια του πνεύματος και της ψυχής την παρουσία του αγίου αλλά αρκείται στην εξωτερική του συμπεριφορά, δεν μπορεί να υπολογίζεται αυτός ο ιερέας ως πνευματικός πατέρας. Γιατί δεν βλέπει πνευματικά. Τέτοιοι ιερείς δεν μπορούν να ανεβάσουν τον αμαρτωλό στη Βασιλεία των Ουρανών, γιατί αυτοί εδώ στη γη δεν διακρίνουν τον φορέα της άγιοπνευματικής χάριτος.
Γι' αυτό σε κανέναν ιερέα δεν χωρά καμιά δικαιολογία!
Οι πιστοί, για να διαπιστώσουν την αγιότητα του π. Γαβριήλ, έψαχναν πολύ καιρό στα βιβλία αν μπορούσε ο άγιος να πίνει κρασί και να μεθάει. Αλλά δεν έβρισκαν απάντηση στα βιβλία. Ήταν μπερδεμένοι. Ρωτούσαν κι εμένα. Με την καρδιά τους αισθάνονταν ότι ο Γαβριήλ ήταν ένας μεγάλος άγιος αλλά συγκρούονταν με άλλες ακρότητες του. Ο Γαβριήλ μεθούσε. Και αφού δεν είχαν καταλάβει την πραγματική χάρη του αγίου, και αυτό που έβλεπαν παρέμενε ανεξήγητο, ήταν πολύ μπερδεμένοι. Σήμερα ο πιστός ψάχνει τον άγιο με τα βιβλία. Αυτό όμως είναι πολύ δύσκολο. Τον άγιο θα τον βρείτε με την καρδιά και με την ψυχή! Ας πούμε, τώρα, ότι πολλοί τον αναγνώρισαν. Αλλά πριν τον δίωκαν. Γιατί δεν ήταν ακριβώς στο δικό τους πνεύμα. Διότι οι ιερείς που είχαν συλληφθεί από το κομουνιστικό κόμμα και φοβούνταν την Κα Γκε Μπε πιο πολύ από τον Θεό δεν έφεραν μέσα τους βέβαια το αληθινό πνεύμα!
Ο π. Γαβριήλ πολεμούσε το κακό τότε, όταν η χώρα βρισκόταν σε περίοδο συμφοράς και όταν οι άνθρωποι του κλήρου δεν μπορούσαν να βγάλουν μιλιά. Η ζωή του π. Γαβριήλ και ο ασκητισμός του είναι μέγα γεγονός. Και την προσωπικότητα του πρέπει οι ιερείς να τη γνωρίσουν στον λαό. Όχι έτσι που λένε απλώς ότι ο π. Γαβριήλ ήταν άγιος. Όχι «ήταν» αλλά είναι! Μη νομίζουν ότι ο π. Γαβριήλ είναι ένα «περαστικό τρένο». Ο Θεός τώρα θα τον λαμπρύνει με όλο του το μεγαλείο και ταυτόχρονα θα ζητήσει απ' όλους μιαν απάντηση για τους διωγμούς του. Δεν Οα μπορούν να αποκρύψουν ούτε την αξία του ούτε να διαστρέψουν τη διδασκαλία του καταπώς τη θέλουν αυτοί.
Τη δύναμη του π. Γαβριήλ όλοι την έχουν αισθανθεί. Και οι καλοί και οι κακοί. Ο καλός δεν τολμούσε να πει κάτι. Όμως ο κακός έβγαζε με οργή δηλητήριο. Πάλι επαναλαμβάνω ότι η ζωή του π. Γαβριήλ πρέπει να μελετηθεί δεόντως και να εξηγηθεί στους ανθρώπους η αξία της ασκητικής του ζωής. Είναι πολύ σπάνιο να ξεχωρίσεις άγιο που να πέρασε μια τέτοια δύσκολη και αντίξοη περίοδο κουβαλώντας έναν τόσο βαρύ σταυρό για τον λαό του. Πείνα, παγωνιά, πόνος. Άστεγος και ζητιάνος, σερνόμενος στους δρόμους. Βρισιές, συκοφαντίες, ψυχιατρεία, φυλακίσεις. Πονάει η ψυχή μου όταν οι ιερείς, καθισμένοι σε ζεστούς ναούς και ντυμένοι ωραία, εκφράζονται με μισόλογα προκειμένου να προβληθούν αυτοί.
Πολύ συχνά έλεγε ο άγιος με ραγισμένη καρδιά: «Ο γεωργιανός λαός δεν με κατάλαβε». Και «δεν με κατάλαβε» δεν σημαίνει ότι εκείνος επιζητούσε μεγαλεία και σεβασμό ή πλούτη ή θέση. Το ότι δεν τον κατάλαβαν δεν είναι φανερό και σήμερα; Πολλά γράφουν για τον π. Γαβριήλ. Και τα γράφουν έτσι που τον τοποθετούν μέσα σε καλούπια. Δεν βάζουν αυτά για τα οποία κυρίως πάλευε ο π. Γαβριήλ. Γράφουν μόνο για τα θαύματα που και άλλοι άγιοι έκαναν. Διάβασα πολλά βιβλία που γράφουν για τον π. Γαβριήλ. Και θα σας πω ότι παραλείπουν τα περισσότερα από τα λόγια του. Πολλά τα έχουν διορθώσει. Άλλα τα πέρασαν από λογοκρισία.
Τότε μη γράφεις ή, αν γράψεις, πρέπει να διαθέτεις την πνευματική δύναμη, την παλικαριά, να τα γράφεις όπως ακριβώς ειπώθηκαν από εκείνον. Και εκείνος δεν χρειάζεται βοήθεια, διορθώσεις και ωραιοποιήσεις. Εκείνος δεν έκανε λάθη. Εκείνος δεν ήταν ποτέ σε καλούπια. Και να μη χρησιμοποιήσετε τα λόγια του για κάποιο δικό σας όφελος. Θα λογοδοτήσετε στον Θεό γι" αυτό.
Ο π. Γαβριήλ δεν έκανε λάθος όταν έλεγε: «Ο Θεός στο σύμπαν έχει πιο άγιο μέρος, τη Βασιλεία των Ουρανών. Όμως εδώ, στη γη, έχει το Σβετιτσχοβέλι». Την Ιερουσαλήμ εκείνος την ήξερε καλύτερα από σας. Εσείς μην τον «βοηθάτε» να διατηρηθεί η τάξη. Ήξερε εκείνος τι έλεγε. Κι αυτό που έλεγε εσείς δεν το ξέρετε. Και αφού δεν το ξέρετε και δεν σας άρεσε, διορθώνετε τον Γαβριήλ. Αυτή η πράξη είναι άξια τιμωρίας.
Σήμερα ζητούν να μιλήσουν για τον π. Γαβριήλ «κατά παραγγελία». Όπως αυτοί επιθυμούν. Αλλά να ξέρετε: Τον π. Γαβριήλ εμείς τον γνωρίσαμε. Κι εγώ ξέρω ποιος είναι αυτός. Άλλο να τον «γνωρίσεις» κι άλλο να τον «δεις». Άλλο να τον «καταλάβεις» κι άλλο να «πηγαίνεις» κοντά του.
Αν ο π. Γαβριήλ κήρυττε έτσι όπως γράφουν τα περασμένα από έλεγχο βιβλία, τι θα ήταν ακατανόητο; Αλλά ο Γαβριήλ κήρυττε έτσι όπως του υπαγόρευε, όπως τον πληροφορούσε ο Θεός! Γι' αυτό και έλεγε «δεν με καταλαβαίνει ο γεωργιανός λαός». Και αυτά τα λόγια που ο Θεός του έλεγε ποιος μπορεί κι έχει την τόλμη να τα «φιλτράρει»;
Όποιον «φυλάει τα ρούχα» του και όχι την ψυχή του τον προειδοποιώ: Ο Γαβριήλ σύντομα θα φανεί. Όπως θέλετε πάρτε τα λόγια μου. Εγώ ξέρω τι λέω. Τα κηρύγματα του π. Γαβριήλ πολύ γρήγορα θα σας τα εξηγήσει εκείνος ο οποίος περισσότερο απ' όλους τον κατανοεί, ο οποίος εκπαιδεύτηκε από τον ίδιο το Γαβριήλ. Θα μας παρουσιαστεί εκείνος που από τον Θεό πήρε το δικαίωμα αυτό, και όχι εκείνοι που με «εντολές» προσπαθούν ή θα προσπαθήσουν να το κάνουν.
Ένας ήρθε σε μένα και άρχισε να με ανακρίνει: «Από πού και πώς γνωρίσατε τον π. Γαβριήλ; Εγώ ποτέ δεν σας είδα κοντά του». Ο θρασύς! Εκείνος και στον Γαβριήλ πήγαινε με «εντολή» και σε μένα με «εντολή» ήρθε ο καημένος. Ο π. Γαβριήλ, καθισμένος μαζί σας, χωρίς να βγαίνει από το κελί του, γύριζε τον κόσμο όλο. Και εσείς δεν το είχατε καταλάβει. Εκείνος συνομιλούσε πνευματικά με αγίους που βρίσκονταν στην Αμερική, τη στιγμή που μιλούσε μαζί σας και ήταν με το σώμα του δίπλα σας. Καταλάβατε; Αν αυτός ο άνθρωπος που μου έκανε αυτή την ερώτηση δεχόταν τη χάρη του Γαβριήλ κι έμπαινε λίγο στην ψυχή του, δεν θα με ρωτούσε τέτοια πράγματα. Αλλά θα με γνώριζε και μένα με το πνεύμα του. Πώς να με γνωρίσει, όμως, όταν έχει πουλημένη την ψυχή του;
Πρέπει ν' αναφέρω ιδιαίτερα την αξία της ασκητικής ζωής του π. Γαβριήλ. Αυτός ο μεγάλος άγιος πολεμούσε ηρωικά το κακό. Ήταν μεγάλος πνευματικός δάσκαλος. Γι' αυτό δεν τον άντεχαν. Αλλά δείτε πόσο οι απλοί άνθρωποι τον αγαπούσαν και τον αγκάλιαζαν!
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Π. Γεώργιε, εσείς γνωρίζετε το πνευματικό παιδί και μαθητή του; Τι γνώμη έχετε γι' αυτόν; Πολλοί λένε ότι ο π. Γαβριήλ δεν είχε μαθητή και δεν άφησε κληρονόμο.
Π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ: Τον ξέρω. Τι γνώμη μπορώ να έχω για έναν που τον μεγάλωσε και τον δίδαξε ένας μεγάλος άγιος μοναχός; Εκείνος είναι αληθινός και όλοι οι αληθινοί στη Γεωργία -κι όχι μόνο στα Γεωργία- περιμένουν την εμφάνιση του. Η δίωξη του σας κάνει ν' απορείτε. Οι διωγμοί είναι η μοίρα των αληθινών. Μη στενοχωριέστε. Ο Νικόλας είναι σε φόρμα! (Γελάει). «Να δεις τον Θεό τι θα κάνει στον εχθρό!». Αυτή την έκφραση πολύ την αγαπώ γιατί κάποτε ο Άγγελος μου μ' αυτά τα λόγια με ενθάρρυνε!
Σε ότι αφορά αυτά που πολλοί λένε, ότι «δεν είχε μαθητή», «δεν άφησε κληρονόμο», θα σας πω ότι αυτό είναι δικό τους πνευματικό πρόβλημα. Γιατί με τις λίγες γνώσεις που διαθέτουν νομίζουν πως μπορούν να βλέπουν τον εσωτερικό κόσμο και τα σχέδια του μεγάλου αγίου. Νομίζετε πως μπορούν; Τον π. Γαβριήλ όχι μόνο οι αμαρτωλοί αλλά ούτε και οι άγιοι της εποχής μας δεν μπορούν να τον ερμηνεύσουν.
Σύμφωνα με τους κανόνες, η αλυσίδα των αγίων δεν σπάει. Και ο μεγάλος άγιος είναι υποχρεωμένος «να βρει» τον κληρονόμο που του προόρισε ο Θεός. Να τον καθαρίσει, να τον πηγαίνει μυστικά στον Θεό και, τέλος, να του αφήσει τη δύναμη, τις γνώσεις και τα πνευματικά μυστικά που αυτός είχε κληρονομήσει από τους αγίους που προηγούνταν.
Ο κληρονόμος του Γέροντα πρέπει να είναι μοναχός. Από τη διδασκαλία των αγίων πατέρων, η σχέση μεταξύ μοναχού και πνευματικού παιδιού γίνεται υπό την προστασία και την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος. Στην ασκητική μια τέτοια σχέση είναι πνευματικό μυστήριο. Ακούτε; Μυστήριο! Και όποιος ανακατευτεί σ' αυτό το μυστήριο θα το κάνει από απειρία, από άγνοια, από χαμηλή πνευματικότητα ή από κάποια περηφάνια ή από παρότρυνση του πονηρού. Οπωσδήποτε είναι κάτι καταραμένο. Κι είναι άξιος τιμωρίας όποιος και να ναι αυτός που το διαπράττει: Ιερέας, λαϊκός, μοναχός. Στη σχέση Γέροντα και μαθητή δεν μπορεί να ανακατεύεται ούτε άλλος άγιος! Και τι να πούμε για έναν συνηθισμένο λαϊκό αλλά και για τον οποιονδήποτε ιερωμένο.
Ο άγιος μοναχός μπορεί να πει σε άλλους πολλά για τον μαθητή του. Αλλά να ξέρετε ένα πράγμα: Οι κατ' ιδίαν, ενώπιος ενωπίω, συζητήσεις Γέροντα-υποτακτικού είναι διαφορετικές. Και για το πνευματικό παιδί σημασία έχει όχι εκείνο που λέει ο πνευματικός πατέρας γι' αυτόν στους άλλους, αλλά τι λέει στον ίδιο μυστικά, κατ' ιδίαν.
Σύμφωνα με τη διδασκαλία των αγίων πατέρων, είναι απαραίτητη η υπακοή των μελών της Εκκλησίας στην ηγεσία της. Η εκκλησιαστική ηγεσία δεν πιέζει κανέναν. Ο κάθε μοναχός είναι ελεύθερος. Όταν όμως βρει έναν άγιο μοναχό και υποταγεί σ' αυτόν, πρέπει να τον υπακούει σε όλα, χωρίς αντιρρήσεις. Γιατί από τον άγιο μοναχό φανερώνεται το θέλημα του Θεού! Και ότι αφήσει ως πνευματική κληρονομιά ο άγιος μοναχός στον μαθητή δεν μπορεί να το αλλάξει ή να το προσεταιριστεί κανείς. Ούτε ιεράρχης! Μην μπερδεύετε τον κανονισμό της Εκκλησίας με την τάξη της καλογηρικής πρακτικής. Ο άγιος μοναχός είναι ο αναντίρρητος καθοδηγητής του μαθητή του. Η ευλογία του αγίου μοναχού είναι όπως ο λόγος του Θεού. Εδώ υπάρχουν μόνο ο μαθητής, ο δάσκαλος και ο Θεός. Κανείς άλλος δεν μπορεί να παρέμβει στη σχέση τους.
Έτσι οι γνώμες οι απόψεις, οι επιθυμίες και οι θεωρίες των ανθρώπων δεν καθορίζουν αν είχε ή δεν είχε ο Γέροντας μαθητή και πώς πρέπει να είναι αυτός. Αυτό είναι μαζί και άγνοια και αυθάδεια και θράσος! Ο Θεός έχει προορίσει ποιος και σε ποιον θα γίνει υπάκουος και κληρονόμος. Έτσι, η σκέψη των αμαρτωλών ανθρώπων δεν απασχολεί τον άγιο μοναχό. Η μέριμνα του είναι πώς ο μαθητής του θα τα καταφέρει επάξια ν' ανταποκριθεί στην πνευματική του αποστολή.
Ο π. Νικόλαος είναι πολύ σπάνιος. Βασανισμένος. Και αληθινός ασκητής της εποχής μας. Ο Θεός να τον βοηθάει. Ο Θεός να του δίνει μακροημέρευση και να τον έχει νικητή, αυτόν που γίνεται θυσία, σταυρώνεται για την πατρίδα και για τον πλησίον του. Επίμονος, προοδευτικός, ακατάβλητος στις μέρες μας.
Έμπιστος και τηρητής των μοναχικών υποσχέσεων. Σπάνιος δάσκαλος της μετάνοιας και της αγάπης. Ισχυρός πνευματικός ήρωας, πολέμιος του κακού. Μέγα παράδειγμα αφοσίωσης και αγάπης προς τον πνευματικό πατέρα του. Σκληραγωγημένος από τον π. Γαβριήλ. Βαδίζοντας το δρόμο της «ανυπακοής», αληθινός δάσκαλος της υπακοής! Μεγάλη ελπίδα της Γεωργίας. Ξεχωριστός, μεταξύ αληθινών μοναχών, με τους οποίους θα λάμψει η Γεωργία!
Οι άγιοι πατέρες μας μάθαιναν: Ο μεγάλος προφήτης, και μετά την αναχώρηση του απ' αυτόν τον κόσμο, εξακολουθεί να διδάσκει τον λαό του. Αφήνει το φυσικό του σώμα, αλλά δεν εγκαταλείπει πνευματικά τον λαό του. Την αποστολή του τη συνεχίζει το πνευματικό του παιδί».
Ο γέροντας Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός έλεγε για την αμαρτωλή προσευχή:
Ο γέροντας Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός έλεγε για την αμαρτωλή προσευχή:
Ο Αγιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός και ομολογητής, ο εκ Γεωργίας: Στις φυλακές και στα ψυχιατρεία (1965 – 1966) – ΜΑΛΧΑΖΙ ΤΖΙΝΟΡΙΑ.
Ο π. Γαβριήλ προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αποτραβήξει τον κόσμο της Γεωργίας από την αμάθεια και την απιστία. Μετά το θάνατο του Στάλιν το 1953, οι νέοι ηγέτες της Σοβιετικής Ένωσης ξέσπασαν σε διάφορες βίαιες αντισταλινικές εκδηλώσεις. Τις τοπικιστικού χαρακτήρα διαδηλώσεις διαμαρτυρίας τις κατέπνιξε η σκληρότητα της νέας σοβιετικής ηγεσίας με κυριότερο θύμα τη γεωργιανή νεολαία. Στις 9 Μαρτίου 1956 χύθηκε πολύ αθώο αίμα, και οι Γεωργιανοί δεν πρόλαβαν καλά – καλά ούτε να θρηνήσουν τους πεθαμένους τους, ενώ οι αρχές εμπόδιζαν τους κληρικούς να παράσχουν τη βοήθειά τους. μόνο τον π. Γαβριήλ δεν μπόρεσαν να σταματήσουν τα κυβερνητικά όργανα, ο οποίος έτρεχε να διαβάσει ευχές στους αδικοχαμένους Γεωργιανούς.
Ο άγιος δεν φοβόταν τις σοβιετικές αρχές ούτε την κακία του όχλου που είχε χάσει τα λογικά του. Έτσι, την 1η Μαΐου του 1965, ημέρα εορτής του κομμουνιστικού καθεστώτος, πολλοί άνθρωποι είχαν συγκεντρωθεί στους κεντρικούς δρόμους και τις πλατείες. Τα παρατεταγμένα τμήματα προχώρησαν προς την πλατεία του κυβερνείου, για να αποτίσουν φόρο τιμής στους άθεους και σκληροτράχηλους ηγέτες, των οποίων τα πορτρέτα ήταν κρεμασμένα παντού. Εκείνη τη μέρα, ακριβώς δίπλα από το κυβερνείο, στον ναό Κασβέτι βρισκόταν και ο π. Γαβριήλ μαζί με μερικούς πιστούς ακόμη. Ήταν περίλυποι, καθώς άκουγαν τις εορταστικές κραυγές του όχλου.
«Τον Χριστό Τον σταύρωσαν, κι αυτοί γιορτάζουν και προσκυνούν τον αντίχριστο. Κοίταξε εσύ το παιδί σου κι άσε σε μένα τα υπόλοιπα», είπε ο άγιος σε μια γυναίκα που ήταν πολύ στενοχωρημένη με όσα συνέβαιναν. Ύστερα μονολόγησε: «Τετέλεσται! Θεέ μου, πάω να ομολογήσω το άγιο όνομά Σου. Ξέρω πως μπορεί να μη γλιτώσω το θάνατο. Άλλωστε εγώ, Χριστέ μου, σε όλη μου τη ζωή ονειρευόμουν να μαρτυρήσω για χάρη Σου».
Ο π. Γαβριήλ κρατούσε στο χέρι του ένα μικρό μπουκάλι με νέφτι. Με βήμα ταχύ διέσχισε σαν κεραυνός τα πλήθη που ζητωκραύγαζαν μπροστά στο είδωλο τους, πλησίασε τη δωδεκάμετρη φωτογραφία του Λένιν, έριξε το νέφτι, άναψε φωτιά και φώναξε με βροντερή φωνή: «Αυτός γιατί θέλει δόξα; Δόξα οφείλουμε στον Χριστό και Θεό μας! Πώς προσκυνάτε τον αντίχριστο;».
Το πανό άρπαξε αμέσως φωτιά. Μπροστά στα μάτια των έκπληκτων διαδηλωτών, η φωτογραφία του αγαπημένου τους ηγέτη έγινε μια χούφτα στάχτη. Έμεινε μόνο το μαυρισμένο σκοινί της κορνίζας. Ο άγιος ήξερε πια πολύ καλά τι τον περίμενε μετά από αυτό. Εντούτοις, έμεινε εκεί ασάλευτος, παρακολουθώντας τις στάχτες που στροβιλίζονταν στον αέρα. Έντρομες οι κρατικές αρχές κάλεσαν αμέσως το 8ο Σύνταγμα Πυροβολικού και με εξοπλισμένα μηχανοκίνητα πλησίασαν τον π. Γαβριήλ, ο οποίος μπήκε ήρεμος σ’ ένα από αυτά. Κανείς δεν τόλμησε να τον αγγίξει, ενώ εκείνος προσευχόταν: «Κύριος εμοί βοηθός, και ου φοβηθήσομαι τι ποιήσει μοι άνθρωπος. Κύριος εμοί βοηθός, καγώ επόψομαι τους εχθρούς μου».1
Διηγείται ο π. Γαβριήλ σχετικά: «Με περικύκλωσαν οι στρατιώτες, όπως τον Χριστό. Φορούσα το μοναχικό μου ένδυμα και τον μεγάλο σταυρό στην καρδιά. Με οδήγησαν στον τρίτο όροφο ενός κτιρίου. Εκεί καθόταν κάποιος κουστουμαρισμένος, στον οποίο με υπέδειξαν ως τον παπά που έκαψε το πορτρέτο του Λένιν.
Όλοι οι αξιωματούχοι με κοίταζαν με περιέργεια και με κάποιο ενδιαφέρον. Άρχισαν να μου κάνουν διάφορες ερωτήσεις. Ήμουν έρμαιο στις διαθέσεις τους. Δίπλα μου στέκονταν κάποιοι που στις τσέπες τους έκρυβαν όπλα, για να με πυροβολήσουν αν… αντιδρούσα. Ήξερα τη δουλειά τους. Κομμουνιστές ήταν. Λύκοι με τη μορφή προβάτων! Στέκονταν σαν απλοί πολίτες και ύστερα θα έλεγαν: ¨Στρατιώτες τον πυροβόλησαν¨. Ύστερα μ’ έβαλαν να καθίσω. Προσπάθησαν να μου βγάλουν το σταυρό που φορούσα. Δεν τα κατάφεραν όμως.
-Τι έκανες; Με ρωτούσαν. Μπροστά στο υπουργείο πήγες κι έβαλες φωτιά;
– Εγώ τί έκανα; Απάντησα. Να είστε καταραμένοι! Ελάτε να με σκοτώσετε επειδή έκαψα αυτόν τον σκύλο.
-Γκοντέρτζι, γιατί μας βρίζεις;
-Εσείς γιατί πήρατε τον Στάλιν από το μνημείο του και τον κάψατε; Εσείς είστε το κόμμα;
-Έχεις διαβάσει Μαρξ και Έγκελς;
-Ά! Μαρξ και Έγκελς…
– Μ’ αυτό που έκανες, ολόκληρο το Κρεμλίνο μας τηλεφωνά διαρκώς! Μας καλούν στην Τσέκα2 και μας απειλούν να μας διώξουν όλους από εδώ. Κι εσύ; Ξέρεις ότι απειλείσαι με την ποινή του θανάτου;
Τότε γέλασα. Έκανα το σταυρό μου και είπα: ¨Μέγας ει, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα σου, και ουδείς λόγος εξαρκέσει προς ύμνον των θαυμασίων σου¨».
Έτσι, μη μπορώντας τα όργανα του αθεϊστικού καθεστώτος να λυγίσουν την ψυχή του π. Γαβριήλ άρχισαν να βασανίζουν το σώμα του. Και θα ήταν αδύνατο ν’ αντέξει τα μαρτύρια που υπέστη, αν δεν τον προστάτευε η χάρις του Κυρίου. Άρχισαν να τον κλοτσούν παντού στο πρόσωπο και στο σώμα. Του έσπασαν το σαγόνι και 17 κόκκαλα. Δεν κατάφεραν όμως να κλονίσουν την ατρόμητη ψυχή του.
Αμέσως μετά τον οδήγησαν στην απομόνωση της Κα Γκε Μπε και έριξαν το αιμόφυρτο σώμα του στο κελί των μελλοθανάτων, όπου τα όργανα του κομμουνιστικού κόμματος δεν δίσταζαν να βασανίζουν τους αντιρρησίες, να τους σκοτώνουν και να τους εξαφανίζουν˙ σε ένα υπόγείο ανήλιαγο, ανάερο, γεμάτο σαύρες, φίδια και ακαθαρσίες. Τάιζαν τον π. Γαβριήλ με μουχλιασμένο ψωμί και νερό. Χρησιμοποίησαν κάθε δυνατή μέθοδο για να κάμψουν το φρόνημά του, να χάσει το θάρρος του και να αρνηθεί την πίστη του. «Κατανοεί ο αμαρτωλός τον δίκαιον και ζητεί του θανατώσαι αυτόν, ο δε Κύριος ου μη εγκαταλίπη αυτόν εις τας χείρας αυτού, ουδέ μη καταδικάσηται αυτόν, όταν κρίνηται αυτώ»,3 σχολίαζε ο π. Γαβριήλ στους πιστούς, περιγράφοντας τα βασανιστήριά του την περίοδο εκείνη. Διηγείται ο ίδιος:
«Έβαλαν έναν δικό τους άνθρωπο να μου πει ότι είχε στο σπίτι του εικόνες και πως ήθελε να μου τις δείξει. Εγώ όμως πληροφορήθηκα από τον άγγελό μου πως ο άνθρωπος αυτός είχε λάβει οδηγίες να μου φέρει φωτογραφίες γυμνών γυναικών. Τότε του απάντησα πως εμείς δεν έχουμε τέτοιες εικόνες, κι ότι αυτές οι εικόνες είναι εργαλεία του Σατανά που μόνο αυτοί έχουν στο σπίτι τους. Ξαφνιάστηκε που ήξερα τι ήθελε να μου φέρει. Κάποια άλλη μέρα όμως τελικά τις έφερε, κι εγώ, χωρίς να τις κοιτάξω, τους τις έδωσα πίσω».
Τα κρατικά όργανα προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να κλονίσουν και να διαβρώσουν την πίστη του τολμηρού μοναχού. Κάθε βράδυ τον πήγαιναν για ανάκριση, όπου του υπέβαλαν αλλεπάλληλες ερωτήσεις παγίδα, με σκοπό να «τα χάσει» στις απαντήσεις του. Διηγείται ο άγιος:
«Προσπαθούσαν να με μπερδέψουν και μου έλεγαν: ¨Αφού είσαι τρελός, γιατί δεν έκαψες την εικόνα του Χριστού;¨. Τότε έφερα στο νου μου το Σβετιτσχοβέλι, το Σαμτάβρο και όλες τις ομορφιές της Γεωργίας. Γι’ αυτά έπρεπε να θυσιαστώ. Όπως ο άγιος Άμπο της Τιφλίδας βασανίστηκε από τους Τούρκους, έτσι και εγώ να βασανιστώ από τους κομμουνιστές. Τελευταίος μάρτυρας ο Γαβριήλ. Έρχομαι! Τί έχω να φοβηθώ; ¨Θεέ μου¨, προσευχόμουν, ¨Εσύ που είσαι πανταχού παρών, μη με εγκαταλείπεις. Για χάρη αυτών των εικόνων που αναστήλωσα και της εκκλησίας που έχτισα, δώσε μου τώρα δύναμη. Εγώ είμαι μόνος. Δεν έχω κανέναν δίπλα μου¨. Και έφερνα στο νου μου τον άγιο Γεώργιο τον Αθωνίτη, τον άγιο Γαβριήλ,4 τον άγιο Συμεών τον Στυλίτη και τον άγιο Εκβτίμε. Τα βάσανά μου θα ήταν μια θυσία προς δόξαν Θεού, για την αθανασία της ψυχής, για την αγάπη προς τον πλησίον και για τον Θεό, σκεφτόμουν».
Η αδιάλειπτη προσευχή του π. Γαβριήλ και η παράδοσή του στο θέλημα του Θεού του έδωσαν πολλή δύναμη και χάρη. Και τι δεν υπέστη από τους βασανιστές του. Εκτός από τη σωματική βία που του άσκησαν, προσπάθησαν να τσαλακώσουν και την τιμή του, αλλά στάθηκε αδύνατο να τον καθυποτάξουν. Εκείνος δεν σταματούσε τα κηρύγματά του. Και συνεχίζει πάλι τη διήγησή του ο άγιος:
«Μου ζήτησαν να βγάλω το σταυρό μου και να τους τον δώσω. ¨Εγώ δεν πειράζω το σταυρό μου. Αν θέλετε, ελάτε εσείς να τον βγάλετε¨, τους απάντησα. Και πράγματι προσπάθησαν πολλές φορές, αλλά δεν τα κατάφερναν. Μου έκαναν ερωτήσεις κι εγώ τους έκανα κήρυγμα. ¨Τρελός είναι¨, έλεγαν, αλλά παρ’ όλα αυτά άκουγαν με ενδιαφέρον όσα τους έλεγα. Ήταν εκεί κι ένας εισαγγελέας με το επώνυμο Τσιντσάτζε. Φαινόταν καλός άνθρωπος. Με ρώτησαν πάλι:
-Γιατί έκαψες την εικόνα του Λένιν;
-Εσείς γιατί γράψατε ¨δόξα στον Λένιν¨; Η δόξα ανήκει μόνο στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, κι εσείς την αποδίδετε σε έναν άνθρωπο, και μάλιστα αντίχριστο.
Κάτω από το τραπέζι, στο οποίο με κάθιζαν, υπήρχαν μικρόφωνα. Κάποια στιγμή τους ρώτησα:
-Τί είναι αυτά; Νομίζετε πως δεν ξέρω ότι καταγράφονται όλα όσα λέμε;
-Ποιός είπε ότι αυτός είναι τρελός; Τώρα βλέπεις τον Χριστό; Με περιγέλασαν.
-Ναι, απάντησα.
-Δείξε Τον και σε μας, μου είπαν.
-Πετάξτε την κομματική σας ταυτότητα και θα σας Τον δείξω, τους υποσχέθηκα.
-Αυτός ο μοναχός θα μας τρελάνει όλους! Σχολίαζαν γελώντας οι ανακριτές».
Ο Θεός είχε σκεπάσει τον π. Γαβριήλ με τέτοια χάρη, που όλοι τον άκουγαν έκπληκτοι. Κάποια στιγμή σηκώθηκε ένας υπάλληλος και ομολόγησε: «Κι εγώ πιστεύω στον Ιησού Χριστό!». Αμέσως όμως επενέβησαν οι συνάδελφοί του και τον έβγαλαν έξω από την αίθουσα για να μη διασαλευτεί η τάξη.
Είναι γνωστό ότι κανείς δεν μπορούσε ν’ αντέξει τις βασανιστικές ανακρίσεις της κρατικής ασφάλειας. Γι’ αυτόν τον ανυπόταχτο μοναχό ζήτησαν ψυχιατρική γνωμάτευση. Ήθελαν με επίσημο έγγραφο να χαρακτηρίσουν τον π. Γαβριήλ τρελό, εξαιτίας της ακλόνητης πίστης του. Οι υπάλληλοι βρέθηκαν σε μεγάλο ηθικό δίλημμα. Η αληθινότητα των λόγων του αγίου και το μεγαλείο της πίστης του δεν επέτρεπαν στους υπαλλήλους να εκτελέσουν αβασάνιστα όσα τους είχε διατάξει η κεντρική εξουσία, η οποία επιζητούσε ακόμη και το θάνατό του.
Όταν τον υπέβαλαν σε ψυχιατρικές εξετάσεις, τον ρώτησαν ειρωνικά: «Τώρα που είσαι στα χέρια μας, πώς θα σε βοηθήσει ο Χριστός σου;». Κι ο άγιος απάντησε ήρεμα: «Σε εφτά μήνες θα βγω από δω. Θα έρθει η ώρα που το άγαλμα αυτού του σκύλου θα το γκρεμίσετε με τα ίδια σας τα χέρια. Και εκεί θα γίνει η πλατεία Τριανταφύλλων».5
Αξιοπερίεργο είναι το γεγονός ότι ενώ τα κρατικά όργανα τον χλεύαζαν και τον περιέπαιζαν, ο Κύριος είχε ενσταλάξει στις ψυχές τους τέτοιο φόβο και δέος, που αναρωτιούνταν τι είδους άνθρωπος ήταν ο π. Γαβριήλ. Κι εκείνος τους απαντούσε: «Τί χριστιανοί είστε εσείς που δεν πιστεύετε τον αναστημένο Χριστό; Αν δεν είχε αναστηθεί, τί Τον ήθελα εγώ τον πεθαμένο Ιησού; Τρελοί ήταν οι απόστολοι που μαρτύρησαν γι’ Αυτόν; Τον δικό σας, τον Λένιν, που κείται πεθαμένος σαν σκύλος, ποιός τον θέλει έτσι; Κι εγώ με τη θεία πρόνοια βρίσκομαι εδώ, για να σωθούν ψυχές, και πρέπει να κηρύττω». Οι υπάλληλοι του κράτους άρχισαν σιγά – σιγά να ζητούν κρυφά συγχώρηση και να ανησυχούν, ρωτώντας ο ένας τον άλλον, μήπως ο π. Γαβριήλ ήταν θυμωμένος μαζί τους. στο τέλος τον δίκασαν με βάση τον κώδικα 72 «περί αντισοβιετικής προπαγάνδας».
Όταν στο μεταξύ τον είχαν μεταφέρει από την απομόνωση στο κελί με τους άλλους κρατουμένους, αυτοί στην αρχή δεν του φέρονταν καλά. Κάποιος μάλιστα πήγε και να χειροδικήσει εναντίον του, αλλά ο π. Γαβριήλ τότε σηκώθηκε και άρχισε να προσεύχεται. Οι κρατούμενοι, βλέποντάς τον να γονατίζει και να προσεύχεται με υψωμένα τα χέρια στον ουρανό, απόρησαν αλλά και φοβήθηκαν. Όλοι ζήτησαν να τους συγχωρέσει. Η ενάρετη συμπεριφορά και ο μελίρρυτος λόγος του π. Γαβριήλ συγκίνησε τις σκληρές καρδιές των κρατουμένων του. Διηγείται ο ίδιος:
«Το πρωί σηκωνόμουν νωρίς, σκούπιζα, έπαιρνα τον κουβά της τουαλέτας και τον έβγαζα έξω. Ύστερα με μια βρεγμένη πετσέτα σφουγγάριζα. Δεν απέφευγα τίποτα. Οι ληστές με κοίταζαν με απορία. Από την ψάθα της σκούπας είχα φτιάξει κι ένα σταυρό και προσευχόμουν, και με αυτόν έκανα κήρυγμα σε όλους τους κρατούμενους. Πολύ γρήγορα αρχίσαμε να προσευχόμαστε όλοι μαζί. Μοιραζόμασταν και τις δουλειές. Μόλις έπιανα τη σκούπα, την άρπαζαν οι καημένοι από τα χέρια μου, λέγοντας: ¨Τις δουλειές όλες θα τις κάνουμε εμείς. Εσύ μόνο να μας μιλάς¨.
Κάποιος που με γνώριζε είπε πως ήμουν ο αδελφός του ¨Δικέφαλου¨, τον οποίο αγαπούσαν και λίγο προτού συλλάβουν κι εμένα πέθανε μέσα στη φυλακή άρρωστος. Οι κρατούμενοι τότε πέταξαν από τη χαρά τους. Με τη χάρη του Θεού με αγάπησαν τόσο, που έλεγαν ότι δεν ήθελαν να αποφυλακιστούν και να με αποχωριστούν».
Λίγο καιρό αργότερα ο π. Γαβριήλ μετήχθη από τη φυλακή στο ψυχιατρικό νοσοκομείο, όπου οι συνθήκες ήταν πολύ χειρότερες από αυτές της φυλακής. Ο διευθυντής και οι ψυχίατροι του νοσοκομείου προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να υπακούσουν και να εφαρμόσουν τις ρητές εντολές που είχαν λάβει από τα ανώτατα στελέχη του κόμματος. Τα βασανιστήρια δεν έλειπαν ούτε εκεί, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πέθαιναν στα ψυχιατρεία, μην υποφέροντας τον εξευτελισμό, την αδικία και τη βάναυση συμπεριφορά των ιατρών. Για τη ζωή του στο ψυχιατρείο εξιστορεί ο άγιος:
« Οι άρρωστοι μου άρπαζαν το ψωμί και έμενα σχεδόν νηστικός. Ήθελαν να με ξυρίσουν αλλά δεν μπορούσαν ν’ αγγίξουν τα γένια μου. Ο Κύριος κοκάλωνε το χέρι τους και τους κυρίευε φόβος. Χτυπούσαν ο ένας τον άλλον, αλλά εμένα δεν τολμούσαν να με ακουμπήσουν˙ με προστάτευε ο Κύριος. Σε όλους έκαναν ηρεμιστική ένεση, όμως εγώ είχα καταλάβει πως σε μερικούς δεν χρειαζόταν˙ πολλοί θα θεραπεύονταν απλώς με μια ευχή. Έδιναν και φάρμακα που έπρεπε να τα πίνουμε υποχρεωτικά μπροστά στους γιατρούς. Εγώ μόλις έβαζα το φάρμακο στην παλάμη μου εξαφανιζόταν. Κι οι γιατροί με κοίταζαν έκπληκτοι. Αν μας έδιναν να φάμε κάτι με το ζόρι, εγώ ύστερα πήγαινα στην τουαλέτα και το έκανα εμετό, για να μη με πειράξει. Οι γιατροί ομολογούσαν ότι λίγο με φοβούνταν και λίγο με αγαπούσαν, ενώ οι ασθενείς κάθε πρωί που με έβλεπαν έλεγαν το Πάτερ ημών».
Ο άγιος περιέγραφε όλα όσα έζησε στο ψυχιατρείο με το χαρακτηριστικό του χιούμορ και το γλαφυρό, θεατρικό του ύφος, και οι πιστοί που τον άκουγαν γελούσαν. Διακόπτοντας όμως την αφήγησή του ξαφνικά, με πόνο και παράπονο έλεγε: «Ξέρετε όμως πόσο άσχημα και σκληρά ήταν όσα πέρασα; Δεν το χωράει ο νους σας». Και ύστερα συνέχιζε με το γνωστό του χιούμορ: «Ο γάιδαρος μισούσε το δυόσμο, κι όμως γέμισαν τη μύτη του. Για ό,τι μου προκαλούσε μεγάλη απέχθεια, με πήγαν από τη φυλακή στο τρελοκομείο, κι εκεί πήρα επισήμως τη σφραγίδα του τρελού. Σαν να με περιγελούσε ο τρισκατάρατος: ¨Βλέπεις; Τώρα εγώ τα κατάφερα και σε ονόμασαν τρελό¨».
Με τη χάρη του Θεού, ο π. Γαβριήλ γλίτωσε και βγήκε από το ψυχιατρείο. Ιδού τι γράφει η σχετική ιατρική έκθεση:
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ.
Σ.Σ. Δ. της Γεωργίας
Ψυχονευρολογικό Νοσοκομείο Τιφλίδας
(οδ. Ελεκτρόνικ, πάροδος 1)
Νο 666/19.1.1966
Ο ασθενής Ουργκεμπάτζε Γκοντέρτζι του Βασιλείου, γεννηθείς το 1929, με εκπαίδευση έξι τάξεων, κάτοικος Τιφλίδας, οδ. Τεθριτσκάρο 11, εισήχθη για νοσηλεία στο Ψυχονευρολογικό Νοσοκομείο στις 18.08.1965. Διακομίστηκε από το κρατητήριο για υποχρεωτική θεραπεία. Διάγνωση: ψυχοπαθητικό άτομο, που έχει τάσεις σχιζοφρένειας με ψυχωτικές διαταραχές. Στις 19/11/65 πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο. Σύμφωνα με το ιστορικό του ασθενή, σε ηλικία 12 ετών του παρουσιάστηκε ο διάβολος με κέρατα στο κεφάλι. Ο ασθενής ισχυρίζεται πως για ό,τι κακό συμβαίνει στον κόσμο φταίει ο διάβολος. Από τα δώδεκα του άρχισε να πηγαίνει στην εκκλησία και να προσεύχεται. Απέκτησε πολλές εικόνες κι έμαθε την εκκλησιαστική γραφή.
Το 1949 τον κάλεσαν να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Στο στρατό τον ελεύθερο χρόνο του τον περνούσε στην εκκλησία. Κάθε Τετάρτη και Παρασκευή δεν έτρωγε τίποτα, και οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί που τον άκουγαν γελούσαν όταν παραμιλούσε λέγοντας: «Την Τετάρτη ο Ιούδας πούλησε τον Χριστό για τριάντα αργύρια, και την Παρασκευή οι Εβραίοι αρχιερείς σταύρωσαν τον Χριστό». Είχε πάντοτε παραισθήσεις.
Όπως είναι γνωστό από το πρωτόκολλο της 1ης Μαΐου 1965, την ημέρα της διαδήλωσης έκαψε το μεγάλο πορτρέτο του Λένιν, που ήταν κρεμασμένο στο κτίριο του Συμβουλίου των Υπουργών. Όταν τον ανέκριναν, δήλωσε ότι προέβη σε αυτή την πράξη διότι δεν πρέπει να θεοποιούν έναν συνηθισμένο άνθρωπο, αναρτώντας το πορτρέτο του. Εκεί έπρεπε να είχαν κρεμάσει την εικόνα της Σταύρωσης του Χριστού. Τότε ανησύχησαν πραγματικά για την υγεία του και τον έστειλαν για ειδική ψυχιατρική εξέταση.
Από την εξέταση διαπιστώθηκε ότι ο ασθενής εκδηλώνει διαταραχή προσανατολισμού ως προς τον τόπο, το περιβάλλον και το χρόνο. Μιλάει μόνος του χαμηλόφωνα: Υπάρχει Θεός, άγγελοι κ.λπ. Συζητώντας, πάντα απευθύνεται στον Θεό, αφού ο Θεός αποφασίζει για όλα κ.λπ. Στην πτέρυγα όπου βρίσκεται, είναι απομονωμένος απ’ όλους τους ψυχασθενείς, κι αν κάποιος του μιλήσει αμέσως αρχίζει να βγάζει λόγο για τον Θεό, για τις εικόνες, για τους αγγέλους κ.λπ. Δεν κάνει κριτική για την κατάσταση που βρίσκεται. Του χορηγήθηκε αμιναζινοφραζία και του έγινε θεραπεία συμπτωματικού χαρακτήρα. Πέρασε από την Επιτροπή Υγείας.
Πράξη του Νοσοκομείου Νο 42/1965.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ψλ. 117, 6-7.
2. Η Κεντρική Επιτροπή του κομμουνιστικού καθεστώτος στη Γεωργία.
3. Ψλ. 36, 32-3.
4. Ο Αγιορείτης ασκητής στον οποίο εμφανίστηκε η Υπεραγία Θεοτόκος λέγοντάς του να παραλάβει την εικόνα Της μέσα από τη θάλασσα, δείχνοντας έτσι την εύνοιά Της προς την Ι.Μ. Ιβήρων. Πρόκειται για τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Πορταΐτισσας.
5. Πράγματι, ύστερα από τριάντα χρόνια περίπου, η πλατεία Λένιν μετονομάστηκε σε πλατεία Τριανταφύλλων.
Από το βιβλίο του «ΜΑΛΧΑΖΙ ΤΖΙΝΟΡΙΑ, «Ο Αγιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός και ομολογητής (1929 – 1995).
Μετάφραση ΝΑΝΑ ΜΕΡΚΒΙΛΑΤΖΕ
Γλωσσική επιμέλεια ΦΑΝΗ ΡΟΠΟΚΗ
ΑΘΗΝΑ 2013.
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)