Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ sinidisiΨυχανάλυση τῆς συνείδησης τοῦ ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη

sinidisiΨυχανάλυση τῆς συνείδησης
τοῦ ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη
Τά τελευταῖα χρόνια ὑπάρχει μεγάλη ἔξαρση στά ψυχικά νοσήματα. Ὅλο καί περισσότεροι συνάνθρωποί μας ἐπισκέπτονται ψυχολόγους-ψυχιάτρους-ψυχαναλυτές γιά νά βροῦν τήν θεραπεία στήν ὁμολογουμένως δύσκολη κατάστασή τους. Σέ μεγάλες πόλεις ἀλλά καί στήν ἐπαρχία ὁπωσδήποτε θά συναντήσεις γραφεῖα ἱατρῶν μέ τίς συγκεκριμένες εἰδικότητες. Οἱ ἐπιστήμονες αὐτοί, πολλές φορές, ἀσκοῦν μέ ὑπευθυνότητα τήν δουλειά τους καί εἶναι ἀναγκαῖοι στίς σύγχρονες κοινωνίες πού ταλαιπωροῦνται οἱ ἄνθρωποι ἀπό τό ἄγχος. Ἄλλοι συνάνθρωποί μας, πού ἔχουν καί αὐτοί φυσικά τήν πίεση τῆς καταναλωτικῆς κοινωνίας, ἐπισκέπτονται τόν πνευματικό τους καί νιώθουν μιά ἀπίστευτη ἀνακούφιση ἀπό τήν συνομιλία καί συναναστροφή μαζί του. Ἔτσι, τίθεται τό ἐρώτημα: « Κάποιος πού ἔχει πνευματικό πατέρα χρειάζεται νά ἐπισκέπτεται καί τόν ψυχολόγο; ἤ μπορεῖ νά ἰσχύει καί τό ἀντίστροφο;». Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή. Ἕνας καλός πνευματικός πατέρας, ἄν τό κρίνει ἀπαραίτητο μπορεῖ νά κατευθύνει τόν ἄνθρωπο σέ κάποιον ψυχολόγο, πού ὅμως νά πιστεύει στόν Θεό καί ἕνας ἐπιστήμονας ψυχολόγος ὀφείλει νά στείλει τόν ἄνθρωπο πού τόν ἐμπιστεύθηκε σέ πνευματικό πατέρα. Φυσικά, ἄν κάποιος ἔχει μιά οὐσιαστική, εἰλικρινῆ ἐπικοινωνία μέ τόν πνευματικό του δέν χρειάζεται κάνεναν ἄλλον βοηθό –τό νιώθει ἄλλωστε- παρά τήν ἴδια του τήν θέληση καί πίστη νά παλέψει γιά τήν ἐφαρμογή ὅσων τόν συμβουλεύει ὁ πνευματικός. Ἐάν τώρα ὁ πνευματικός εἶναι στά μέτρα τοῦ ὁσίου Παϊσίου, πού πρόσφατα ἀνακυρίχθηκε ἅγιος ἀπό τήν Ἐκκησία, τότε τά πράγματα γίνονται σαφῆ.
Ἀφορμή γιά τά παρόντα ὑπῆρξε ἡ ἀνάλυση, οὐσιαστικά ἡ ψυχανάλυση, πού κάνει ὁ ἁγιασμένος γέροντας στό ζήτημα τῆς συνείδησης τοῦ ἀνθρώπου. Πρόκειται γιά ἕνα ἐξαιρετικό μάθημα διάγνωσης καί θεραπείας τῆς ψυχικῆς νόσου, πού ὀνομάζεται «λανθασμένη συνείδηση».
Ἄς πάρουμε τά πράγματα ἀπό τήν ἀρχή. Πολλοί ἄνθρωποι λένε «γιά μένα Θεός εἶναι ἡ συνείδηση μου• ἀρκεῖ πού δέν κάνω κακό σέ κανέναν». Αὐτό κατά βάση εἶναι σωστό, ἀφοῦ ὁ Θεός ὄντως ἔδωσε στόν πρῶτο ἄνθρωπο τήν συνείδηση ὡς «τόν πρῶτο θεῖο νόμο». «Τήν χάραξε βαθιά στίς καρδιές τους (τῶν πρωτοπλάστων) καί ἀπό τότε ὁ κάθε ἄνθρωπος τήν παίρνει κληρονομιά ἀπό τούς γονεῖς του καί, ὅταν δέν ἐνεργῆ σωστά, αὐτή δουλεύει μέσα του, τόν ἐλέγχει καί τόν ὁδηγεῖ στήν μετάνοια. Πράγματι λοιπόν ἡ συνείδηση εἶναι ἕνα θεῖο δῶρο καί ἀφορᾶ, κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο, σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους τῆς γῆς. Καί ἄν κάποιος δέν γνώρισε τόν Θεό θά κριθεῖ μέ τόν νόμο τῆς συνείδησής του.
Πῶς ὅμως μποροῦμε νά ξέρουμε ὅτι ἡ συνείδηση λειτουργεῖ κανονικά• ὅτι δέν ἔχει βλαφτεῖ;
Ἀπαντᾶ ὁ γέροντας: «Πρέπει ὅμως ὁ ἄνθρωπος νά κάνη σωστή πνευματική ἐργασία καί νά μελετάη τήν συνείδησή του, γιά νά μπορῆ νά ἀκούη πάντοτε τήν φωνή της. Ἐάν δέν τήν μελετάη, δέν θά ὠφεληθῆ οὔτε ἀπό πνευματικές μελέτες οὔτε ἀπό συμβουλές ἁγίων Γερόντων, ἀλλά οὔτε καί τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ δέν θά μπορέση νά τηρήση». Κάνει λοιπόν μιά σπουδαία διευκρίνιση ἀφοῦ λέει ὅτι ὑπάρχει καί «καπακωμένη συνείδηση».
Πῶς κάποιος μπορεῖ νά εἶναι σίγουρος ὅτι αὐτό πού κάνει εἶναι αὐτό πού τοῦ λέη ἡ συνείδησή του;
«Αὐτό θά γίνει ὅταν παρακολουθῆ τόν ἐαυτό του καί τόν ἐκθέτη στόν πνευματικό του. Γιατί μπορῆ νά ἔχη καταπατήση τήν συνείδηση του καί νά νομίζη ὅτι πάει καλά. Ἤ νά ἔχη φτιάξει λανθασμένη συνείδηση καί, ἐνῶ ἔχει κάνει ἔγκλημα, νά νομίζη ὅτι ἔκανε εὐεργεσία. Ἤ, ἀκόμη, νά ἔχη κάνει τήν συνείδησή του ὑπερευαίσθητη καί νά πάθη ζημιά ». Μάλιστα μᾶς δίνει καί παραδείγμα περί τοῦ θέματος: «Θέλει πολλή προσοχή. Βλέπεις, ὅταν κάνη κανείς μιά ἁμαρτία γιά πρώτη φορά, νιώθει κάποιον ἔλεγχο, στεναχωριέται. Ἄν τήν ἐπαναλάβη γιά δεύτερη φορά, νιώθει λιγότερο ἔλεγχο καί, ἄν δέν προσέξη καί συνεχίση νά ἁμαρτάνη, πωρώνεται ἡ συνείδησή του. Μερικοί, ὅταν λ.χ. τούς κάνης παρατήρηση γιά κάποιο σφάλμα τους, ἀλλάζουν θέμα, γιά νά μήν τούς πειράξη ἡ συνείδηση καί στεναχωριοῦνται, σάν τούς Ἰνδούς πού κάνουν νιρβάνα. Ἕνας νεαρός, ἐκεῖ στά Ἰμαλάια, σκότωσε πέντε Ἰταλούς ὀρειβάτες καί, ἀφοῦ τούς ἔθαψε, ἄρχισε νά κάνη αὐτοσυγκέντρωση. Κάθησε κάτω καί ἔλεγε δύο ὧρες «ξύλο-ξύλο…», γιά νά βγῆ στό κενό, νά ξεχάση καί νά μήν τόν πειράζη ὁ λογισμός.» Καί γιά νά γίνει πιό σαφής τό θέμα αὐτό ἀνέφερε καί ἕνα ἀκόμα γεγονός: «Μιά γυναίκα,ὅταν πῆγε νά ἐξομολογηθῆ, ἔκλαιγε συνέχεια καί ἔλεγε: <Δέν ἤθελα νά σκοτώσω>. < Κοίταξε της εἶπε ὁ πνευματικός, ἄν ὑπάρχη μετάνοια, ὁ Θεός συγχωρεῖ• συγχώρεσε τόν Δαβίδ>. «Ναί, ἀλλά δέν τό ἤθελα>, ἔλεγε ἐκείνη. <Καλά, πῶς ἔγινε καί σκότωσες;>, τήν ρώτησε ὁ πνευματικός. <Νά, καθῶς ξεσκόνιζα, τήν χτύπησα μέ τήν πετσέτα καί τήν σκότωσα τήν μύγα. Δέν τό ἤθελα>! Ἐν τῷ μεταξύ αὐτή κορόιδευε τόν ἄνδρα της, εἶχε ἐγκαταταλείψει τά παιδιά της, εἶχε διαλύσει τό σπίτι της καί γύριζε στούς δρόμους, καί αὐτά τά ἀνέφερε σάν νά μή συνέβαινε τίποτε».
Γίνεται λοιπόν ἀντιληπτό πῶς ἡ συνείδηση μπορεῖ νά βλαφτεῖ καί νά ἔχουμε τραγικά ἀποτελέσματα. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀσφαλίζεται στήν ἰδέα ὅτι ἔχει «καθαρή τήν συνείδησή του» βρίσκεται σέ ὀλισθηρό δρόμο διότι μπορεῖ νά ἔχει φτιάξει μέσα του «ἀρρωστημένη συνείδηση». « Ὅταν ἀναπαύη τόν λογισμό του γιά πολύ καιρό, κάνει μιά ἄλλη, δική του, συνείδηση, μιά συνείδηση στά μέτρα του, δηλαδή μιά λανθασμένη συνείδηση.»
Πῶς θά καταλάβει κάποιος ὅτι ἔχει βλαφθεῖ ἡ συνείδησή του;
Θά νιώθει μέσα του ἕνα κενό ἤ μιά ἀνησυχία ἐνώ λέει στόν ἑαυτό του καί στούς ἄλλους ὅτι δέν ἔχει τίποτα καί νά πῶς γίνεται αὐτό: « Ἄν προσέξης, θά δῆς πώς, ἐνῶ λές ὅτι δέν ἔχεις τίποτε, δέν νιώθεις καί καλά. Γι᾽αὐτό χρειάζονται ἐξετάσεις. Ὅταν ἕνας δέν νιώθη καλά, ἔχη σωματική κατάπτωση κ.λπ., τοῦ κάνουν ἐξετάσεις μικροβιολογικές, ἀξονική τομογραφία, γιά νά βροῦν ἀπό ποῦ προέρχεται αὐτό πού αἰσθάνεται. Ἄν βλέπης ὅτι δέν ἔχεις γαλήνη ἀλλά στεναχώρια, νά ξέρης ὅτι ὑπάρχει μέσα σου κάτι ἀτακτοποίητο καί πρέπει νά τό βρῆς, γιά νά τό διορθώσης. Κάνεις, ἄς ὑποθέσουμε, ἕνα σφάλμα• στεναχωριέσαι, ἀλλά δέν τό ἐξομολογεῖσαι. Σοῦ συμβαίνει μετά ἕνα εὐχάριστό γεγονός καί νιώθεις χαρά. Αὐτή ἡ χαρά σκεπάζει τήν στεναχώρια γιά τό σφάλμα σου καί σιγά-σιγά τό ξεχνᾶς• δέν τό βλέπεις, ἐπειδή καπακώθηκε ἀπό τήν χαρά.
Οἱ χαρές σκεπάζουν τό σφάλμα, τό πᾶνε πιό κάτω, πιό βαθιά, ἀλλά ἐκεῖνο ἐσωτερικά δουλεύει. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά σκληραίνη, γιατί καταπατᾶ τήν συνείδησή του καί ἡ καρδιά του πιάνει σιγά-σιγά γλίτσα. Ὕστερα τό ταγκαλάκι (ὁ διάβολος) ὅλα τοῦ τά δικαιολογεῖ: <αὐτό δέν ἔχει τίποτε, ἐκεῖνο εἶναι φυσιολογικό>, ἀνάπαυση ὅμως δέν ἔχει, γιατί ἡ στεναχώρια δουλεύει ἀπό κάτω. Νιώθει μιά ἀνησυχία, δέν ἔχει ἐσωτερική γαλήνη. Ζῆ μέ ἕνα συνεχές ἄγχος. Εἶναι βασανισμένος. Δέν βρίσκει τί φταίει, γιατί τά σφάλματα του εἶναι καπακωμένα. Δέν καταλαβαίνει ὅτι ὑποφέρει, ἐπειδή ἁμάρτησε.
-Γέροντα, μπορεῖ νά βοηθηθῆ ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, ἄν τοῦ πῆς ποιά εἶναι ἡ αἰτία τῆς ταλαιπωρίας του;
- Κοίταξε, θέλει προσοχή, γιατί, ὅταν τοῦ βάλης τά πράγματα στήν θέση τους, ξυπνάει ἡ συνείδηση καί ἀρχίζει ὁ ἔλεγχος. Καί ἄν δέν ταπεινωθῆ, μπορεῖ νά φθάση στήν ἀπελπισία, ἐπειδή δέν ἀντέχει τήν ἀλήθεια. Ἄν ὅμως ταπεινωθῆ, θά βοηθηθῆ.
-Γέροντα, ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού γεννιοῦνται μέ πωρωμένη συνείδηση;
-Ὄχι, δέν ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού γεννήθηκαν μέ πωρωμένη συνείδηση. Δέν ἔκανε ὁ Θεός τέτοια συνείδηση. Ὅταν ὅμως καπακώνη κανείς τά σφάλματά του, ἡ συνείδηση του σιγά-σιγά πιάνει πουρί καί δέν τόν ἐλέγχει.»
Πῶς κάποιος ἐλέγχει καί θεραπαύει στήν συνέχεια τήν ἀσθενοῦσα συνείδησή του;
Μέ τό νά σκέφτεται ταπεινά, χωρίς νά ἔχει ἐμπιστοσύνη στόν λογισμό του καί μέ τήν συζήτηση μέ τόν πνευματικό του πατέρα, πού ἐννοεῖται ὅτι θά πρέπει νά ἔχει.
Κλείνοντας, τήν «ψυχανάλυση τῆς συνείδησης» παραθέτουμε μιά σκέψη ἀκόμη τοῦ μέγιστου θεραπευτοῦ ἀμέτρητων ψυχῶν: «Ἡ συνείδηση…, φοβερό! Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη φωτιά, μεγαλύτερη κόλαση ἀπό τό κάψιμο τῆς συνειδήσεως. Δέν ὑπάρχει φοβερώτερο καί βασανιστικώτερο σαράκι ἀπό τό σαράκι τῆς συνειδήσεως. Οἱ κολασμένοι θά ὑποφέρουν αἰωνίως, γιατί θά τούς βασανίζη ἡ σκέψη πώς ἔχασαν τά ἀγαθά τοῦ παραδείσου γιά λίγα χρόνια ἐπιγείου ζωῆς, ἄν καί αὐτά ἦταν γεμάτα τύψεις καί ἄγχος. Τά πάθη τότε δέν θά ἰκανοποιοῦνται καί αὐτό θά εἶναι ἄλλο βάσανο».

Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

ΟΡΘΟΔOΞIA PAPISMOS w.augoustinos kantiotis grΠΡΟΦΗΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Η 5η ΦΑΛΑΓΓΑ – ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑ


«Κακός οιωνός για την Ελλάδα η επίσκεψη του Πάπα στη Λέσβο»

http://ekklisiaonline.gr/eipan/item/13617-kakos-oionos-

d47


Η ομιλία εκφωνήθηκε το 1959, όταν για πρώτη φορά ο βασιλιάς των Ελλήνων Παύλος και η βασίλισσα Φρειδερίκη επισκέφτηκαν το Βατικανό και φίλησαν το χέρι του πάπα.
Τώρα, όχι κοσμικοί άρχοντες, αλλά εκπεσόντες ορθόδοξοι κληρικοί, επίσκοποι και πατριάρχαι, μέλη της 5ης φάλαγγας, που ήταν τότε στα σπάργανα ἐτοιμάζουν την υποταγή της ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ στον πάπα.
Ο αγωνιστής Ορθόδοξος ιεράρχης της Φλώρινας π. Αυγουστίνος Καντιώτης, όπως θα δείτε, πριν από 50 χρόνια το 1959 είδε τον κίνδυνο αυτό, που έρχονταν στην Ελλάδα και ενημέρωσε τον Ελληνικό λαό.
Στην απομαγνητοφωνημένη αυτή ομιλία μιλά για την πέμπτη φάλαγγα, που ετοίμαζε τότε Βατικανό. Φτωχά δηλαδή Ελληνόπουλα, που σπούδαζαν στην Ιταλία, τα περιέβαλλαν με «αγάπη» οι φραγκοπαπάδες, για να τα πάρουν το διαμάντι της Ορθόδοξης πίστεως, να τα κάνουν γενίτσαρους και να τα στρέψουν εναντίον της. Ένα από τα παιδιά της πέμπτης φάλαγγας είναι και ο σημερινός πατριάρχης Βαρθολομαίος. Φοιτητής τότε, σταλμένος από τον πατριάρχη Αθηναγόρα πήγε για ανώτερες σπουδές στην Ιταλία και φωτογραφίζονταν με φραγκοπαπάδες.
Η ομιλία απομαγνητοφωνημένη κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2001, στην εφημερίδα “ΦΥΛΑΚΕΣ ΓΡΗΓΟΡΕΙΤΕ”, της Ιεράς Μονής του Αγίου Αυγουστίνου Φλώρινης, πριν από την έλευση του πάπα στην Αθήνα.
________________
________________
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ 28-6-1959 (βράδυ)
Απομαγνητοφωνημένο ἀπόσπαμα τῆς ομιλίας είναι εδώ:

«Θα σας πω την αλήθεια. Δεν θα σας κολακεύσω. Δεν πα’ να φύγετε όλοι και να μείνουν τα καθίσματα μόνα; Αδιαφορώ.
Έχω παράπονο με όλους σας. Διότι δεν είστε κοντά στους ιεροκήρυκας πού δίνουν αγώνα. Τους εγκαταλείπετε και μένουν μόνοι κράζοντες και φωνάζοντες επάνω στα ερείπια αυτά της πατρίδος.

Παίρνω ζυγαριά και ζυγίζω, παίρνω την ζυγαριά της Ορθοδοξίας, και βλέπω ότι το χειρότερο απ’ όλα τα κακά, για μένα, είναι αυτό που δεν έφερε καμμιά συγκίνησι εις τον Ελληνικό λαό. Είναι αυτό που δεν έγραψε κανένα θρησκευτικό περιοδικό. Είναι αυτό για το οποίο κοιμάται ολόκληρος η Ιεραρχία μας. Είναι το χειροφίλημα του πάπα.

ΤΟ ΧΕΙΡΟΦΙΛΗΜΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑ
Το χειροφίλημα του πάπα;
Μάλιστα· αυτό είναι χειρότερο απ’ όλα. Πρωτοφανές γεγονός για την Ελληνική πατρίδα.
Πού τα λές αυτά Αυγουστίνε; Στα βουνά, στα λαγκάδια, στα μνήματα; Λάθος. Πού μιλάω; Στα παιδιά της Ορθοδοξίας μιλάω;
– Ούχ ού! μας μάζεψε ο παπάς, για να μας μιλήσει για το χειροφίλημα του πάπα! Ψύλλος στ’ άχυρα! Καθυστερημένος ιεροκήρυκας. Πίσω αιώνες βρίσκεται.
Δεν είναι τίποτε το χειροφίλημα του πάπα;
Ποιος είσαι συ πού το λες; Αυτό μας έφαγε. «Δεν είναι τίποτε το ένα, δεν είναι τίποτε το άλλο». Στο τέλος τι μένει;
Ξέρετε με τι μοιάζει αυτό; Σαν να παίρνω το μαχαίρι και να σου κόβω το αυτί, και να λες· δεν είναι τίποτε. Να σου κόβω και τη μύτη, και να λες· δεν είναι τίποτε. Να σου αφαιρώ με τσιμπίδια τα κρέατα και τα νεύρα, και να λες· δεν είναι τίποτε. Να σου βγάζω τα μαλλιά και το δέρμα και ό,τι άλλο αποτελεί τον άνθρωπο, και να λες· δεν είναι τίποτε. Στο τέλος τι θα μείνη από το κορμάκι σας; Μόνο ο σκελετός· απαίσιο πράγμα και αηδές.
Έτσι λοιπόν; Δεν είναι τίποτε το ένα, δεν είναι τίποτε το άλλο. Θα μείνη επί τέλους ένας σκελετός και ένα ανεμώλιον (= ανεμώδες, κούφο, μάταιο) πράγμα η Ορθοδοξία.
Ποιος είσαι συ ο ψευτοθεολόγος και ο ψευτοπαπάς και ο ψευτοεπίσκοπος του 20ου αιώνος, πού μου λές ότι δεν είναι τίποτε το χειροφίλημα του πάπα; Έλα εδώ μπροστά, για να συζητήσουμε καθαρά και ξάστερα.
Αν δεν είναι τίποτε, αγαπητέ μου, να πάρης τη γομολάστιχα που έχει ο διάβολος και ν’ ανοίξης την Ιστορία και να σβήσης τα «κατορθώματα» του πάπα – αν μπορέσης να τα σβήσης. Αλλ’ εάν το δικό σου χέρι μπορεί να τα σβήση, το δικό μου χέρι τρέμει και δεν τα σβήνει. Να πας κατόπιν στην εκκλησία και να ξεκρεμάσης τις εικόνες· του αγίου Αθανασίου, του ιερού Δαμασκηνού, του ιερού Φωτίου, του Γενναδίου, του Γρηγορίου του Παλαμά, του Κοσμά του Αιτωλού, όλων αυτών των αγίων μορφών, και να τις κάψης – αν μπορέσης να τις κάψης· γιατί όλοι αυτοί αγωνίσθηκαν εναντίον του παπισμού. Κι αφού τα σβήσης όλα αυτά, να σβήσης και τις εορτές όλων αυτών των αγίων. Και μετά να μου πής ότι δεν είναι τίποτε το χειροφίλημα του πάπα.
Θέλεις εξηγήσεις; Πολύ καλά. Εγώ θα σου εξηγηθώ απόψε, με λίγα λόγια και σταράτα.
ΓΙΑΤΙ ΔΙΑΦΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΠΑ;
Άμα βρεθήτε με φράγκο, που επαινεί την «εκκλησία» του -δικαίωμά του-, εσείς να του πήτε μια κουβέντα·
Κοντός ψαλμός αλληλούϊα. Εσείς οι φράγκοι κατηγοράτε την Ορθόδοξο Εκκλησία και λέτε, ότι η δική σας «εκκλησία» είναι η πρώτη και ότι εμείς είμεθα στην πλάνη. Ένα ερώτημα θέλω να σας κάνω, «άγιοι» φράγκοι·
Σας δίνουμε τα άγια βιβλία μας, το Ωρολόγιο, τα Μηναία, όλα τα βιβλία της Εκκλησίας μας, να τα διαβάσετε ένα μήνα και ένα χρόνο. Κι αφού τα διαβάσετε, αν μπορήτε, να μας βρήτε και να μας αποδείξετε, ότι εμείς προσθέσαμε ή αφαιρέσαμε έστω και ένα γιώτα. Η Πίστις μας η άμωμος δεν δέχεται ούτε προσθήκη ούτε αφαίρεσι. Είναι όπως η Ακρόπολι.
Λένε, ότι ο Παρθενώνας είναι τέλειο έργο και δεν επιτρέπεται επάνω του ούτε να προσθέσης ούτε ν’ αφαιρέσης τίποτε. Όπως λοιπόν στον Παρθενώνα δεν επιτρέπεται χέρι βέβηλο να προσθέση ή ν’ αφαιρέση κάτι, έτσι και η Ορθοδοξία μας είναι ο Παρθενών του πνεύματος, είναι μνημείο τέλειο και αθάνατο, και δεν μπορεί κανείς να προσθέση ή ν’ αφαιρέση τίποτε.
Λοιπόν μπορείτε, εσείς οι φράγκοι, να μας αποδείξετε, ότι εμείς οι ορθόδοξοι προσθέσαμε ή αφαιρέσαμε έστω και ένα γιώτα από την πίστι πού μας παρέδωσαν οι απόστολοι και οι πατέρες της Εκκλησίας;
Ενώ οι φράγκοι δεν μπορούν να μας αποδείξουν ότι εμείς στο μεγάλο θησαυρό της Ορθοδοξίας προσθέσαμε ή αφαιρέσαμε κάτι, εμείς όμως μπορούμε να τους αποδείξουμε, ότι αυτοί και πρόσθεσαν και αφαίρεσαν πολλά. Πώς;
1) Το Filioque
Πρώτα-πρώτα πήραν το τέλειο Σύμβολο της πίστεώς μας, πού το συνέταξαν οι πατέρες στις Οικουμενικές Συνόδους, στην πρώτη εν Νικαία και στην δευτέρα εν Κωνσταντινουπόλει, και πρόσθεσαν οι παπικοί, προσέθεσε ο παπισμός, το περιβόητο «Φιλιόκβε» (Filioque), που είναι λατινική λέξι και σημαίνει «και εκ του Υιού».
Δηλαδή, ακόμη σαφέστερον. Εμείς εις την Θεότητα μίαν πηγήν αναγνωρίζομεν και όχι δύο πηγές. Στην Θεότητα πηγή είναι ο Πατήρ, και εκ της πηγής αυτής γεννάται ο Υιός και εκπορεύεται το Πνεύμα το άγιον. Οι παπικοί, εκεί που λέει το Σύμβολο της πίστεως «…το εκ του Πατρός εκπορευόμενον», πρόσθεσαν· «και εκ του Υιού», που δεν υπήρχε πουθενά αυτό μέσα στους πρώτους αιώνας.
Και αυτή ακόμα η παπική «εκκλησία» επί Λέοντος του Γ΄, το 803 περίπου μ.Χ., κατεδίκασε αυτή την προσθήκη. Όπως στην Αθήνα επάνω στον Άρειο πάγο είναι γραμμένη σε μία πλάκα χάλκινη, μπρούτζινη, η ομιλία του αποστόλου Παύλου, έτσι και στη Ρώμη ο Λέων ο Γ΄ διέταξε να γράψουν επάνω σε δύο ασημένιες πλάκες το Σύμβολο της πίστεως. Στη μία πλάκα, με ανεξίτηλα γράμματα, εγράφη εις την ελληνική, και στην άλλη εις την λατινική χωρίς αυτή την προσθήκη, χωρίς το «Φιλιόκβε». Και αυτές τις πλάκες διέταξε να τις βάλουν έξω από την πύλη του Βατικανού.
Το να προσθέσης όμως κάτι εις το Σύμβολο της πίστεώς μας ή να αφαιρέσης είναι αίρεσις, πού εκτινάσσει την «παπική εκκλησία» στον κύκλο των αιρέσεων των καταδικαστέων.
2) Αντι βαπτισματος, ραντισμα
Μά δεν είναι μόνο αυτή η διαφορά, δεν είναι μόνο το Filioque. Είναι κι άλλα, πού δεν θα τ’ αναφέρω σήμερα όλα και δεν θα κάνω ανάλυσι των διαφορών μας με την παπική «εκκλησία». Λίγα μόνο θα σας πω.
Άλλη διαφορά είναι ότι· εμείς βαπτίζομε το παιδί ολόκληρο μέσα στην κολυμβήθρα, είς τρόπον ώστε ολόκληρο το σώμα του, και η κεφαλή του ακόμα στιγμιαίως, να βυθίζεται μέσα στο νερό. Αυτό που κάνουν μερικοί παπάδες και δεν βυθίζουν την κεφαλή στο νερό, δεν είναι βάπτισμα. Πρέπει ολόκληρο το κορμί, ολόκληρος ο άνθρωπος, να ταφή μέσα στο νερό, μέσα στην κολυμβήθρα, για να βαπτισθή ορθόδοξα. Ναι, αυτή είναι η βάπτισις. «Είς το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος». Αυτοί, οι φραγκοπαπάδες, δεν τα βαπτίζουν τα παιδιά, αλλά τα ραντίζουν.
3) Μονο οστια
Τρίτη διαφορά. Εμείς οι ορθόδοξοι εκ παραδόσεως αρχαίας, μολονότι αμαρτωλοί και ανάξιοι, κοινωνούμε το σώμα και το αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Οι φράγκοι δεν κοινωνούν και τα δύο. Κοινωνούν μόνο σώμα, μόνο την όστια, άνευ τιμίου αίματος.
Είναι και άλλες πολλές διαφορές οι οποίες μας χωρίζουν, η κυριωτέρα όμως είναι το «Φιλιόκβε».
Διαφωνούμεν ως προς το βάπτισμα, διαφωνούμεν ως προς το Σύμβολο της πίστεως, διαφωνούμεν όμως και ως προς τον τρόπον της διοικήσεως της Εκκλησίας.
Τρεις είναι οι διαφορές μας διοικητικώς. Διαφωνούμεν ως προς το «έκκλητον», διαφωνούμεν ως προς το «αλάθητον» και ως προς το «πρωτείον».
4) Το «εκκλητον»
Τι θα πή «έκκλητον»; Ο πάπας, λέει, έχει το «έκκλητον». Απλά θα σας το πω.
Όταν υπάρχη διαφορά πολιτικής ή οικονομικής φύσεως μεταξύ δύο ανθρώπων, πάνε στο ειρηνοδικείο για να λύσουν τη διαφορά τους. Και όταν το ειρηνοδικείο δεν μπορή να λύση τη διαφορά, πάνε στο πρωτοδικείο· κάνουν έκκλησι. Και όταν και το πρωτοδικείο δεν μπορή, πάνε στο εφετείο. Και όταν και το εφετείο δεν μπορή να λύση τη διαφορά, φτάνουν μέχρι τον Άρειο Πάγο. Και εκεί στόπ. Το είπε ο Άρειος Πάγος· δεν υπάρχει άλλο.
Όπως λοιπόν για τάς διαφοράς υπάρχει η «έφεσις», δηλαδή από ένα μικρότερο δικαστήριο φτάνομε στο μεγαλύτερο, κατά παρόμοιον τρόπο είς τας θρησκευτικάς διαφοράς, μέσα στην Εκκλησία υπάρχει το «έκκλητον», η βαθμολογική αυτή κλίμαξ. Δηλαδή· όταν υπάρχη διαφορά, θα πάμε στον ιερέα. Όταν ο ιερεύς δεν μπορή να λύση τη διαφορά μας, πού θα είναι ζήτημα πάντως πνευματικής φύσεως (γάμου, διαζυγίου κ.λ.π.), θα πάμε στον επίσκοπο. Όταν ο επίσκοπος δεν μπορή να λύση τη διαφορά μας, θα πάμε στον αρχιεπίσκοπο. Εάν και ο αρχιεπίσκοπος δεν μπορή να λύση τη διαφορά μας, θα πάμε στην Ιερά Σύνοδο, που αποτελείται από 12 ή 15 ή 20 μέλη – αδιάφορος είναι ο αριθμός. Και όταν η Ιερά Σύνοδος δεν μπορή να λύση τη διαφορά μας, θα πάμε στην Τοπική Σύνοδο. Και όταν και η Τοπική Σύνοδος δεν μπορή να το λύση, τότε είναι η Οικουμενική Σύνοδος. Πέρα από την Οικουμενική Σύνοδο στόπ. Η Οικουμενική Σύνοδος είναι τρόπον τινά ο Άρειος Πάγος.
Τι λένε οι φράγκοι; Ά, λένε· παραπάνω από την Οικουμενική Σύνοδο είναι ο πάπας! Αν δεν είναι ο πάπας μέσα στην Οικουμενική Σύνοδο; Δεν υπάρχει Οικουμενική Σύνοδος!
Παραπάνω από Τοπικές και Οικουμενικές Συνόδους έχουν τον πάπα.
Τοιούτον καθεστώς εμείς δεν το γνωρίζομε. Πού το στηρίζουν οι παπικοί αυτό; Πώς δώσανε σ’ έναν άνθρωπο τοιαύτην εξουσίαν; Τον εγκαταστήσανε τρόπον τινά Δαλαϊλάμα του χριστιανισμού.
5) Το «αλάθητο»
Έπειτα, θεωρούν τον πάπα αλάθητο. Τι είναι το «αλάθητο»;
Κάντε λίγη υπομονή ώσπου να φύγουμε απ’ αυτό το δογματικό θέμα. Εγώ σας δίνω όπλα, σας οπλίζω, για να μπορήτε να πολεμάτε με τους φράγκους.
Λένε ότι, όταν ο πάπας είναι πάνω στην έδρα, έχει το Πνεύμα το άγιο μονοπώλιο και ότι πη από την έδρα είναι αληθές.
Η θεωρία αυτή είναι ψευδής, διότι εμείς μέσα είς την χριστιανοσύνη ένα φρονούμε· ότι άνθρωποι εσμέν και πάντες σφάλλομεν. Είμεθα άνθρωποι και όλοι σφάλλομεν. Το πλανάσθαι είναι ανθρώπινον. Ένας μόνον δεν έσφαλε ποτέ· μόνον ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και η αγία Εκκλησία με τας Οικουμενικάς της Συνόδους. Το άτομο ουδέποτε είναι αλάθητο. Είναι εσφαλμένη η θεωρία αυτή.
Αλλά αφού λέτε εσείς, ότι ο πάπας δεν σφάλλει, τότε ας ανοίξουμε τα κιτάπια να δούμε. Θα έπρεπε, από τον καιρό που έγινε η Εκκλησία, κανένας πάπας να μην έσφαλε. Τι λέει η Εκκλησία, δεν έσφαλαν οι πάπες;
Ανοίγουμε την Ιστορία και βλέπουμε, ότι η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος κατεδίκασε και αναθεμάτισε έναν αιρετικό. Ποιόν; Κανένα παπά; κανένα καλόγερο; Όχι. Ποιόν; Τον πάπα Ονώριο κατεδίκασε και αφώρισε, διότι είπε βλάσφημα και αιρετικά πράγματα εναντίον του Ιησού Χριστού.
Πού είναι λοιπόν το «αλάθητο»;
Και μόνο τον πάπα Ονώριο κατεδίκασε η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος; Κατεδίκασε και άλλους πάπες. Κατεδίκασε τον Ιούλιο, κατεδίκασε τον Νιβέριο, κατεδίκασε – ποιόν άλλο νομίζετε; Ά, έναν φοβερόν….
Έλα εσύ, φράγκε, πού καυχάσαι ότι ο πάπας είναι αλάθητος, έλα εδώ να σου δείξω πάπες αιρετικούς, που έγιναν πτώματα του διαβόλου. Έλα, αιρετικέ, να σου δείξω για να καμαρώσης τους πάπες σου. Έλα να δής έναν… Πώ πώ πώ!
Αυτός ο πάπας λέγεται Μάρκελλος. Στην εποχή του Διοκλητιανού, πού και παιδιά και νήπια ακόμη μαρτυρήσανε, μέσα στη Ρώμη ένας πάπας, ο Μάρκελλος, όταν τον ηπείλησαν, πήγε και προσεκύνησε τα είδωλα της Αφροδίτης και θυσίασε, και αρνήθηκε το χριστιανισμό. Έγινε αποστάτης και ειδωλολάτρης, για να σώση το σαρκίον του. Λοιπόν, πού είναι το «αλάθητο» του πάπα;
Έπειτα, ανοίγουμε την Ιστορία και τι βλέπουμε; Πενήντα πάπες -ακούτε; όχι ένας, πενήντα πάπες- υπέγραψαν διατάγματα. Τί διατάγματα; Πώ πώ! πρέπει αυτή η Ρώμη να χύση ποτάμι δάκρυα για να ξεπλύνη τα αμαρτήματα των παπών. Πενήντα πάπες με κόκκινο μολύβι υπέγραψαν την καταδίκη είς θάνατον χιλιάδων ανθρώπων, επειδή δεν προσκυνούσαν τον πάπα. Είναι η φοβερά εποχή της Ιεράς Εξετάσεως, που φρικιά το πνεύμα του ανθρώπου, και πρέπει, όπως είπα, να χύσουν πολλά δάκρυα οι φράγκοι, για να ξεπλύνουν τα αμαρτήματα των παπών. Και έπειτα μας λέτε, ότι ο πάπας έχει το «αλάθητο».
Αλλά δεν ημάρτησαν μόνον εις το δόγμα οι πάπαι· ημάρτησαν και είς τα ήθη. Έχουμε εδώ ένα πάπα πού πήγε επάνω στα βουνά και έκανε το ληστή. Αυτές τις ημέρες κυκλοφόρησε ένα βιβλίο – πώ πώ! εγώ τουλάχιστον δεν συμφωνώ, το καταδικάζω. Έχει τίτλο «Ο πάπας Ιωάννης ο ΚΓ΄» και τό ‘βγαλε κάποιος δημοσιογράφος.
Αυτός ο πάπας, ο Ιωάννης ΚΓ΄, με τα μεγάλα όργια που έκανε μέσα στη Ρώμη, ξεπέρασε το Νέρωνα, ξεπέρασε το Σαρδανάπαλο, κάτω από το ράσο και κάτω από την τιάρα την παπική. Τόσο πολύ αμάρτησε, ώστε οι πονηροί πάπαι τι κάνανε; Ενώ αυτός ήταν πάπας 4-5 χρόνια, πήρανε γομολάστιχα οι παπικοί και τον σβήσανε από τον κατάλογο. Τον σβήσανε και δεν φαίνεται πουθενά. Είναι μέν ιστορικό πρόσωπο, έδρασε και έκανε ό,τι έκανε, αλλά κατόπιν οι παπικοί, επειδή έχουν τη θεωρία του «αλαθήτου», τον σβήσανε.
Και τον σημερινό πάπα (1959), όταν έγινε πάπας, τον ρώτησαν· «Τί όνομα θέλεις να σε βάλουν;» και προς τιμήν του βέβαια- είπε· «Εγώ θέλω να πάρω το όνομα του πιο αμαρτωλού πάπα των αιώνων· θέλω να πάρω το όνομα του Ιωάννου του ΚΓ΄». Έτσι νόμιζε ότι θα μπορέση να ξεπλύνη τα φοβερά αμαρτήματα και εγκλήματα που διέπραξε εκείνος. Ο σημερινός πάπας έχει το ίδιο όνομα (Ιωάννης) και τον ίδιο αριθμός (ΚΓ΄) πού είχε εκείνος, πού εγκλημάτισε και έμεινε ως μαύρη και απαίσια σελίς μέσα στην ιστορία.
Λοιπόν όταν έχουμε τέτοια πράγματα, μου μιλάτε εσείς για «αλάθητο»; Πού είναι το «αλάθητο»;
6) Το «πρωτειο»
Διαφωνούμε ως προς το «έκκλητον», ότι ο πάπας δεν είναι παραπάνω από την Τοπική και την Οικουμενική Σύνοδο. Διαφωνούμε ακόμα ως προς το ότι ο πάπας είναι αλάθητος. Αλλά πού στηρίζεται το αλάθητο του πάπα; Επάνω στο «πρωτείο». Τι θα πή «πρωτείο»;
Το «πρωτείο» αυτό στηρίζεται επάνω σε μια παρερμηνεία ή μάλλον διαστρέβλωσι ενός χωρίου της αγίας Γραφής. Γιατί όλες οι αιρέσεις επάνω σε χωρία της αγίας Γραφής, διαστρεβλωμένα και κακώς ερμηνευόμενα, στηρίζονται.
Βρήκαν λοιπόν αυτοί ένα χωρίο, από το 16ο κεφάλαιο, στίχοι 13-18 του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου. Εκεί λέγει, ότι πήρε ο Χριστός τους μαθητάς του στην έρημο και κάτω από τα άστρα μέσα στη νύχτα τους έκανε το μεγαλύτερο ερώτημα· «Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι;». Τώρα, λέει, που γυρίζουμε τα χωριά και τους κάμπους και τις πολιτείες, οι άνθρωποι τι λένε για μένα;
Βλέπετε ο Χριστός ενδιαφέρεται. Εμείς λέμε «Δε μ’ ενδιαφέρει». Λάθος κάνεις. Ο Χριστός ο ίδιος ενδιεφέρετο για να μάθη, τι λέει ο λαός γι’ αυτόν.
Θέτει λοιπόν το κρίσιμον ερώτημα στους μαθητάς·
-«Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι;», τι λέει ο λαός για μένα;
-Άλλοι σε λένε, απαντούν οι μαθηταί, ότι είσαι ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, άλλοι ότι είσαι ο Ηλίας, ο Ιερεμίας, άλλοι ο Ησαΐας.
-Εσείς, λέει, οι δώδεκα μ’ ενδιαφέρει τι ιδέα έχετε για μένα. Μ’ ενδιαφέρει τι ιδέα έχει ο λαός, αλλά προπαντός με ενδιαφέρει τι ιδέα έχετε εσείς οι δώδεκα.
Τότε ο θερμός ο Πέτρος, ο κορυφαίος Πέτρος, σηκώνεται επάνω και λέει·
-«Κύριε, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού του ζώντος».
Ο Ιησούς συνεκινήθη και μέσα στη σιγή της νύχτας είπε·
-«Αυτό που είπες, Πέτρε, δεν σου το φανέρωσε άνθρωπος», δεν το έμαθες μέσα σε σχολές θεολογικές, «δεν σου το απεκάλυψε σάρξ και αίμα», κάποιος άνθρωπος. Αυτό σου το απεκάλυψε ο ουρανός, το Πνεύμα το άγιον, ό Πατήρ μου ο ουράνιος.
«Καγώ σοί λέγω ότι σύ εί Πέτρος, και ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ού κατισχύσουσιν αυτής» (ε.ά. 16, 18).
Αιώνια λόγια! Δεν υπάρχει ζυγαριά να τα ζυγίσουμε.
Έρχονται τώρα οι παπισταί και τι κάνουν; Τά παρερμηνεύουν όλα αυτά. Τι είπε ο Χριστός; «Πέτρος είσαι». Δεν είπε ο Χριστός «επί σοί τώ Πέτρω», επάνω σ’ εσένα τον Πέτρο θα χτίσω την Εκκλησία. Όχι. Τι είπε; Είπε «επί τη πέτρα». Ποια πέτρα; Ανοίγουμε τη Γραφή και βλέπουμε, ότι «πέτρα» ο άλλος κορυφαίος απόστολος, ο Παύλος, λέγει τον Χριστό· «ή δε πέτρα», ο βράχος, «ήν ό Χριστός» (Α΄ Κορ. 10, 4). Είδες πώς είναι ο βράχος μέσ’ στη θάλασσα; πέφτουν τα κύματα επάνω του, αλλ’ αυτός μένει ακλόνητος. Είμαι από νησί και ξέρω τι θα πη βράχος. Είναι κάτι βράχια που περάσανε 100, 200, 1000, 3000 χρόνια, και τα βλέπεις τα βράχια αυτά ακλόνητα. Αφρίζουν τα κύματα και σπάνε επάνω στο βράχο, αλλ’ αυτός τίποτα.
Υπάρχει ένας βράχος ακλόνητος, κ’ επάνω έχει μια εκκλησία· ένας σταυρός ακτινοβολεί στα σύμπαντα, και τη νύχτα ένας φάρος φωτίζει τα πελάγη. Είναι ο βράχος των αιώνων, πού όλα τα σφυριά του διαβόλου θα σπάσουν και δεν θα μπορέσουν ούτε τόσο δά να τον πειράξουν· δεν θα μπορέσουν να πειράξουν την πέτρα των αιώνων. Η δε πέτρα των αιώνων δεν είναι ο πάπας. Είναι βλασφημία να το πή κανείς αυτό. Πέτρα των αιώνων είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ον παίδες Ελλήνων υμνείτε και υπερυψούτε.
Να η βλασφημία των παπιστών. Δεν είναι πέτρα ο άνθρωπος· πέτρα είναι η πίστις, η ακλόνητος πίστις ότι ο Ιησούς Χριστός δεν είναι απλώς άνθρωπος, αλλά είναι το δεύτερο πρόσωπο της αγίας Τριάδος. «Αύτη ή πίστις των ορθοδόξων», αύτη η πίστις σώζει τον κόσμον.
Πάνω στη διαστρέβλωσι αυτή στηρίζονται οι παπικοί.
Πιάσε κανένα φράγκο και πές του· Πού το στηρίζετε αυτό; Και σου απαντά· Ο Πέτρος πήγε στη Ρώμη, κ’ επειδή πήγε στη Ρώμη πρέπει οι διάδοχοί του να έχουν εξουσία επάνω σ’ όλη την Εκκλησία….
Μά για στάσου· ο Πέτρος μόνο στη Ρώμη πήγε; Πήγε και στα Ιεροσόλυμα. Πήγε και στην Αντιόχεια. Πήγε και σε άλλες πολιτείες. Άρα λοιπόν πρέπει και οι άλλοι επίσκοποι να πούν τα ίδια; και ο επίσκοπος των Ιεροσολύμων να θέλη το «πρωτείο»; Έ, όχι δά.
Εσφαλμένη λοιπόν είναι η ιδέα ως προς το «πρωτείον» του πάπα.
Έπειτα και ένα άλλο. Όταν ζούσε ο Πέτρος δεν είχε το «πρωτείο».
Αλλ’ ας υποθέσουμε, ότι αυτό είναι αληθινό και ότι ο Πέτρος είναι κυρίαρχος της Εκκλησίας. Όμως δεν στέκει. Γιατί; Ποιος θα το πή από εσάς; Η απάντησις είναι μέσα στην αγία Γραφή (έπρεπε να κάνουμε ειδικά μαθήματα· τώρα αυτά τα λέμε πετώντι καλάμω).
Λοιπόν, όταν παρουσιάστηκε μία διαφορά επάνω στο θέμα της περιτομής, τότε έγινε η πρώτη Σύνοδος, η λεγομένη Αποστολική Σύνοδος. Μαζευτήκανε όλοι οι απόστολοι. Ο απόστολος Πέτρος είχε την εσφαλμένη ιδέα· και ο απόστολος Παύλος είχε την ορθήν ιδέαν. Και ο Παύλος ήλεγξε τον Πέτρο. Και ο Πέτρος δεν είπε, το δικό μου είναι αληθινό. Όχι. Το «δικό μου» και «δικό σου» δεν υπάρχει στους αγίους ανθρώπους. Το θέλημα του Θεού, το θέλημα του ουρανίου Πατρός, αυτή είναι η αθάνατος ιδέα. Και τότε ο Πέτρος υπέκυψε και είπε, ότι η αλήθεια είναι με όλους τους αποστόλους. Και υπέγραψε ο Πέτρος. Υπέκυψε, παρεχώρησε το δικαίωμα της αλήθειας στην τοπική Σύνοδο, αυτή την Αποστολική.
Και όμως ο πάπας δεν το βάζει κάτω. Αυτός το γουδί το γουδοχέρι.
Εγώ είμαι από νησί που έχει φράγκους και από μικρός ασχολούμαι με τα θέματα αυτά. Και στο Γυμνάσιο της Σύρου, που πήγαινα, είχαμε καθηγητή έναν Γάλλο ονόματι Σιγάλα, επίσκοπο των φράγκων· και πάνω από την έδρα πάντοτε μας πετούσε λόγια πού τον βόλευαν, γιατί ήθελε να μας κάνη παπικούς – και ήμασταν τότε μικρά παιδιά.
Άκου εκεί, Ελληνικό κράτος να έχη στο γυμνάσιο καθηγητή φράγκο, για να μας κάνη παπικούς!
Δεν αλλάζουν αυτοί. Το γουδί το γουδοχέρι τους. Και εκεί επιμένουν. Ξέρετε πόσο επιμένουν;
Άκου τι ιδέα έχουν για τον πάπα. Έχουν βγάλει κανόνα οι παπισταί και λένε· Όποιος δεν παραδέχεται, ότι παραπάνω από την Οικουμενική Σύνοδο είναι ο πάπας· όποιος δεν παραδέχεται, ότι ο πάπας είναι διάδοχος του αποστόλου Πέτρου· όποιος δεν παραδέχεται, ότι ο πάπας κατέχει τα κλειδιά του παραδείσου· όποιος δεν θεωρεί τον πάπα ανώτερο από όλους, αυτός, λένε μέσ’ στα χαρτιά τους, να είναι αφωρισμένος από του νύν και έως του αιώνος!
7) Δυο «Πατερ ημων….»
Ακούστε τι άλλο ανεκάλυψαν.
Όταν κάνουμε προσευχή εμείς, λέμε το «Πάτερ ημών…», όπως μας το δίδαξε ο Χριστός (Ματθ. 6, 9-13). Ένα «Πάτερ ημών» έχουμε.
Λέμε· «Πάτερ ημών ό έν τοίς ουρανοίς…». Πατέρα μας, εσύ πού είσαι πάνω από τους γαλαξίες και τα άστρα και κυβερνάς τα σύμπαντα, Θεέ, ρίξε μια ματιά σ’ εμάς τα σκουλήκια της γης. Και σκουλήκια είναι και ο πάπας και όλοι μας.
Οι φράγκοι το αλλάξανε. Και τι λένε αυτοί. Άκου εκεί πράγματα. Ανεκάλυψαν μια προσευχή, πού έχει δύο «Πάτερ ημών»! Δύο «Πάτερ ημών» έχουν οι φράγκοι· ένα στον ουράνιο Πατέρα, και ένα στον επίγειο. Και έχουν καλόγριες που πέφτουν χάμω μπρούμυτα όλες, σαν κοττούλες, φιλάνε το πρόσωπο της γης και κάνουν προσευχή στον πάπα. Και λένε στον πάπα την προσευχή τους «Πάτερ ημών ο επί της γής»! Έπρεπε να το δήτε αυτό το φοβερό θέαμα. Να πέφτουν οι καλόγριες κάτω και να λένε στον πάπα «Πάτερ ημών ό επί της γής».
Εμείς γονατίζουμε μόνο στον ουράνιο Πατέρα. Σε άνθρωπο δε γονατίζουμε.
Στον ουράνιο Πατέρα λέμε το «Πάτερ ημών ό έν τοίς ουρανοίς…».
8) Το σταυρο με … τεσσερα δακτυλα
Και κάτι άλλο ανεκάλυψαν αυτοί. Για ακούστε το.
Εμείς οι ορθόδοξοι, όσοι είμεθα ορθόδοξοι, κάνουμε το σημείο του σταυρού. Σηκώνουμε ενωμένα τα τρία δάκτυλά μας ψηλά στο μέτωπο, γιατί από τα άστρα ψηλά ήρθε ο Χριστός· σαν τον αετό πού φτερουγίζει. Χαμηλώνει, χαμηλώνει, χαμηλώνει και αγγίζει κάτω τη γη. Έπειτα κατεβάζουμε το χέρι και το βάζουμε στην κοιλιά, πού σημαίνει ότι ο Χριστός ήρθε κάτω στη γη και γεννήθηκε από τα αγνά αίματα της παναχράντου Παρθένου. Κατόπιν το βάζουμε δεξιά, πού σημαίνει τον εκ δεξιών ληστή, και λέμε μαζί του· «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης έν τη βασιλεία σου» (Λουκ. 23, 42). Και μετά το βάζουμε αριστερά, σα να λέμε· Μη με ρίψης στην κόλασι, στο πύρ το αιώνιο. Αυτή είναι η προσευχή μας. Κάνουμε το σταυρό μας ορθόδοξα, όχι κατά τρόπο μοντέρνο και εξελιγμένο.
Οι Χριστιανοί του 20ου αιώνος ντρέπονται να κάνουν το σταυρό τους. Κυρά μου, ο Χριστός δε ντράπηκε να σταυρωθή, κ’ εσύ ντρέπεσαι να κάνης το σταυρό σου;…
Οι παπικοί κάνουν σταυρό με τέσσερα δάκτυλα. Το πρώτο, εις το όνομα του Πατρός. Το δεύτερο, εις το όνομα του Υιού. Το τρίτο, εις το όνομα του αγίου Πνεύματος. Και το τέταρτο, εις το όνομα του πάπα!
Καταλαβαίνεις; το καταλαβαίνεις αυτό; Κάνανε τον πάπα είδωλο, τον κάνανε Θεό!
9) Ο παπας ειδωλο
Εγώ, όταν τα βλέπω αυτά, ο νους μου πηγαίνει στις προφητείες. Διαβάστε το 2ο κεφάλαιο της Β΄ προς Θεσσαλονικείς επιστολής και θα δήτε, ότι ομιλεί για κάποιον άνθρωπο, τον «υιόν της απωλείας», πού θα τον πάρουν στους ώμους τους και θα τον ανεβάσουν, θα τον ανεβάσουν, θα τον ανεβάσουν πολύ ψηλά, σαν ασανσέρ. Και θ’ ανυψώσουν το θρόνο του παραπάνω από δεσποτάδες, από μητροπολίτες και αρχιεπισκόπους και πατριάρχες. Και θα τον καθίσουν μέσα στο ναό του Θεού «ως Θεόν» (Β΄ Θεσ. 2, 4). Και θα πέση μπρούμυτα να τον προσκυνήση όλος ο κόσμος.
Όταν λοιπόν βλέπω τις καλόγριες να πέφτουν μπρούμυτα και να λένε «Πάτερ ημών ο επί της γης»· όταν βλέπω να κάνουν τον πάπα είδωλο και να τον θεοποιούν -«Ού ποιήσεις σεαυτώ είδωλον», λέει η αγία Γραφή (Εξ. 20, 4)-, τότε λέω· Έχουν δίκιο εκείνοι οι ερμηνευταί, που ερμήνευσαν την Αποκάλυψι και είπαν ότι εννοεί τον πάπα.
Διαβάστε το βράδυ στο σπίτι σας το 13ο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως. Το 13ο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως λέει ότι· Θα βγουν δύο θηρία. Το ένα θηρίο θα είναι χειρότερο από τ’ άλλο.
Το ένα θηρίο θα είναι μείγμα αρκούδας, λεοπαρδάλεως και λέοντος (βλ. Απ. 13, 1-2)· και τρόμος και φόβος θα πέση επί της γης. Το θηρίο αυτό θα βγή από τη θάλασσα. Ποια θάλασσα, του Μαρμαρά; Μυστήρια! Ο Θεός να φυλάει τον κόσμο. Αυτό θα το φάη το αβυσσαλέο κύμα.
Μετά θα βγη άλλο θηρίο από την ξηρά. Θα φαίνεται μαλακό αυτό και ευγενές. Θα έχη κερατάκια αρνιού, αλλά πίσω από τ’ αρνί θα είναι μεγάλος γκρίζος λύκος (βλ. ε.α. 13, 11). Και θα κάνη μεγάλο κακό στον κόσμο. Και αυτός θα έχη παράξενο αριθμό, «χξς΄», (ε.α. 13, 18)· δηλαδή η αριθμητική του δύναμι θα είναι 666….
Αλλά αφήνω την θεωρία αυτή, που είναι η θρησκευτική πλευρά του θέματος, και παίρνω την εθνική πλευρά.
10) Η εθνική πλευρά
Είμεθα Έλληνες, αγαπούμε την πατρίδα; Δε μου λέτε σας παρακαλώ, διαβάσατε στην ιστορία για να δήτε, τι έκανε ο πάπας σ΄ αυτό το έρημο Ελληνικό κράτος;
Όργια των οργίων. Δε λέω για τον σημερινό πάπα. Θα κλάψετε, θ’ ανατριχιάσετε, θα σηκωθή η πέτσα σας, εάν σας διηγηθώ τι έκαναν οι πάπες.
Τι έκαναν; Φοβερά πράγματα. Στις Σταυροφορίες, μέσα στο ναό της Αγίας Σοφίας, ούτε ο Μωάμεθ δεν έκανε τα όργια που έκαναν αυτοί. Ο Μωάμεθ μπήκε στην Αγία Σοφία και στάθηκε με προσοχή, και είπε «Ως φοβερός ο τόπος ούτος». Σταμάτησε τη σφαγή μέσα στο ναό. Αυτοί τι κάνανε; Τα όσα κάνανε δεν λέγονται. Πρέπει να βγούνε έξω τα μικρά παιδιά για να πούμε τι κάνανε….
Βάλανε μέσα στο ναό της Αγίας Σοφίας μουλάρια. Και πήρανε όλα τα διαμαντικά της εκκλησίας.
Όσοι από σας πήγατε στη Βενετία, θα είδατε τον ωραιότερο ναό της Βενετίας, πού είναι ο Άγιος Μάρκος. Έχει κάτι πόρτες μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας. Είναι όλες σκαλισμένες στο μπρούτζο και στο ασήμι. Οι πόρτες λοιπόν αυτές δεν είναι ιταλικές· είναι οι πόρτες της Αγίας Σοφίας, πού τις πήρανε αυτοί και τις μετέφεραν εκεί πέρα στον Άγιο Μάρκο.
Ένα αυτό. Υπάρχει και άλλο, πού είναι πιο κοντά η μνήμη του. Κάτι ασπρομάλληδες γέροντες θα το θυμούνται.
Δεν είχε η καημένη Ελλάδα συνέλθει από το ’22 πού δέχθηκε στην αγκάλη της 2 εκατομμύρια παιδιά της, διωγμένα σαν πουλάκια από τη Μικρά Ασία, κυνηγημένα από τα γεράκια του σατανά. Δεν είχε ακόμα σφραγίσει τα δάκρυά της, και το 1923 η αρμάδα της Ιταλίας ήρθε έξω από την Κέρκυρα και έστειλε τελεσίγραφο. Ο στόλαρχος, με τα καράβια και τα κανόνια του παπικού καθεστώτος, διά του ασυρμάτου έστειλε από τη ναυαρχίδα του τελεσίγραφο στο νομάρχη της Κερκύρας με τη διαταγή·
– Να καταβιβασθή από το φρούριο η ελληνική σημαία. Έχετε διωρία ένα τέταρτο· μετά το τέταρτο θ’ αρχίση κανονιοβολισμός.
Δεν καταβιβάσθηκε η Ελληνική σημαία, και άρχισαν να βάλλουν τα κανόνια. Σκότωσαν τον άμαχο πληθυσμό της Κερκύρας. Σκότωσαν εκατοντάδες Ελλήνων, επειδή δεν θέλησαν να κατεβάσουν την γαλανόλευκη ελληνική σημαία. Έτσι έγινε η απόβασι των κατακτητών στο νησί.
Βγήκαν από τα καράβια τους οι «γενναίοι» της Ρώμης, βγήκαν οι ναύτες της με τα σπαθιά τους, και γέμισε η προκυμαία. Οι Κερκυραίοι κλειστήκανε μέσα στα σπίτια τους, κλείσανε και τα παράθυρά τους. Κανείς Κερκυραίος δεν υπήρχε. Ξέρετε μόνο ποιοι πήγαν στην προκυμαία και τους υποδέχθηκαν με λουλούδια; Ο φράγκος δεσπότης με τους φράγκους παπάδες.
Και το ’40 – ’41, όταν ήρθαν τα αεροπλάνα από την Ιταλία και βομβάρδισαν την Πάτρα και γέμισαν τα πεζοδρόμια με αίματα, οι φράγκοι της Πάτρας ανέβηκαν επάνω στις στέγες και χαιρετούσαν «αγγελικά» τους φίλους των.
Ο Θεός να φυλάξη από τα έργα των παπιστών.
Οι αγώνες Μάρκου του Ευγενικού
Ανέκαθεν οι πάπαι είναι πονηροί, είναι αλεπούδες και εκμεταλλεύονται την ανάγκη του δυστυχισμένου τούτου έθνους. Όταν το Βυζάντιο εκλονίζετο από την λαίλαπα του μωαμεθανισμού και είχε ανάγκη βοηθείας, ο πάπας είπε στον αυτοκράτορα Ιωάννη τον Παλαιολόγο·
– Θέλεις βοήθεια;
– Θέλω.
– Να φέρης στη Ρώμη τον πατριάρχη και καμμιά 25αριά θεολόγους, παπάδες, διακόνους, μοναχούς. Να κάνετε συμφωνητικό, και έτσι θα σου δώσουμε βοήθεια.
Ο δυστυχής Ιωάννης ο Παλαιολόγος γέμισε ένα καράβι με θεολόγους, μοναχούς, επισκόπους και τον πατριάρχη τον Ιωσήφ, και ύστερα από 4 μήνες έφθασαν στη Δύσι, στη Φερράρα και στη Φλωρεντία. Κ’ εκεί τι έγινε;
Επί τη υποσχέσει του πάπα, ότι θα βοηθήση το Βυζάντιο μαχόμενον κατά των εχθρών της πίστεως, ο Ιωάννης ο Παλαιολόγος είπε· Συμφωνώ και δέχομαι την ένωσι. Έκανε μια «τούμπα» και φίλησε την παντόφλα του πάπα. Μετά, ήρθαν άλλοι μητροπολίται, μοναχοί και θεολόγοι, και αυτοί υπέκυψαν. Όλοι υπέκυψαν και ο ένας κατόπιν του άλλου υπέγραψαν την ένωσι.
Ένας δεν υπέγραψε. Ο αθάνατος ήρωας, που κράτησε ολόκληρη την Ορθοδοξία στους ώμους του, ο Μάρκος ο Ευγενικός, του οποίου η μνήμη είναι αιώνια.
– Δεν υπογράφω, λέει. Δεν προδίδω τα όσια και τα ιερά της Ορθοδοξίας. Ορθόδοξος γεννήθηκα, ορθόδοξος και θα πεθάνω. Την παντόφλα του πάπα δεν την φιλάω. Δεν προσκυνώ το είδωλο του πάπα.
Δεν υπέγραψε την ένωσι. Και έμεινε μόνος, Άτλας της Ορθοδοξίας.
Όταν έμαθαν στην Ανατολή ότι υπέγραψαν συμφωνητικό για την ένωσι, αναστατώθηκε ολόκληρος η Πόλις. Από τότε δεν πέρασαν αρκετά χρόνια, και….
Αρχιζει ο αγωνας
Εδώ τώρα πρέπει να σταματήσω, να πάω στο κελλί μου και να κλάψω, σαν αμαρτωλός άνθρωπος πού είμαι. Γιατί ξέρω πολύ καλά, ότι εσείς δεν είστε αγωνισταί. Εγώ το κήρυγμα δεν το κάνω για να σας ευχαριστήσω, αλλά γιατί θέλω να γίνεται αγωνισταί της Ορθοδοξίας. Αν δεν γίνετε αγωνισταί, είστε άχρηστοι.
Λοιπόν, τι είστε; Αγωνισταί, ή μόνο ακροαταί και θαυμασταί;
Από εδώ αρχίζει ο αγώνας. Δεν ομιλώ από πολιτικά ελατήρια, κάθε άλλο· μάρτυς μου είναι ο Θεός, πού με ακούει.
Άγγελοι και αρχάγγελοι, απόστολοι και πατέρες, όσιοι και μάρτυρες, μεγάλοι και κορυφαίοι πού με ακούτε, απευθύνω διαμαρτυρίαν έντονον από της θέσεως ταύτης, ότι η ενέργεια αύτη του άρχοντος του κράτους είναι εναντία της ορθοδόξου πίστεώς μας και συντελείται προδοσία της Ορθοδοξίας μας!
Γνωρίζω πολύ καλά, ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα, πού το παραδέχονται όλοι οι Έλληνες, για ό,τι κάνει ο βασιλιάς, όλη η φτωχολογιά είμαστε υπεύθυνοι, ένας είναι ανεύθυνος· ο βασιλιάς των Ελλήνων.
Δεν θα εξετάσω τώρα εάν είναι αθώος ή όχι. Εν πάση περιπτώσει, ο βασιλιάς νομικώς, σύμφωνα με το Σύνταγμα, είναι ανεύθυνος. Την ευθύνη για ό,τι έκανε την έχουν οι πολιτικοί κύκλοι της πατρίδος μας, και προπαντός την ευθύνη την έχουν οι θρησκευτικοί κύκλοι….
Επιθυμώ, ο καθένας από σας να μην είναι μόνο ακροατής και θαυμαστής, αλλά να είναι και αγωνιστής ενός τιμίου αγώνος υπέρ της ορθοδόξου ημών πίστεως.
Κανενας δεν διαμαρτυρηθηκε
Λοιπόν, εάν προ 50 και 100 ετών γινόταν αυτή η επίσκεψι και το χειροφίλημα του πάπα, θα ξεσηκωνόταν όλη η Ελλάς. Τώρα κανένας δεν διαμαρτυρήθηκε.
Μου έκανε εντύπωσι, ότι κάποιο θρησκευτικό περιοδικό, που έχει μεγάλη επιρροή στον Ελληνικό λαό, δεν εκαυτηρίασε το γεγονός του χειροφιλήματος, αλλά το μόνο που παρετήρησε είναι, ότι ο λόγος του πάπα δεν ήταν τόσο καλός.
Μπράβο σου – μερσί μποκού! Ξέρεις πώς μοιάζει αυτό· με το λόγο πού είπε ο Χριστός στους γραμματείς και φαρισαίους· «… οί διυλίζοντες τον κώνωπα, τήν δέν κάμηλος καταπίνοντες!» (Ματθ. 23, 24). «Κάμηλος» είναι το χειροφίλημα, «κώνωψ» είναι ο λόγος του πάπα. «Κάμηλος» είναι το χειροφίλημα, αλλά δεν το ελέγχεις αυτό. Ξέρω γιατί δεν το ελέγχεις, αλλά σιωπηλά λες· Δεν το σχολιάζω αυτό, το ότι πήγε ένας ορθόδοξος άρχων, ένας βασιλεύς, να προσκυνήση τον πάπα. Αυτό δεν το σχολιάζεις, και σχολιάζεις τα λογάκια του πάπα, πού δεν είχαν λίγο «μέλι». Δεν είναι κατάστασις αυτή.
Λοιπόν, κανείς δεν ωμίλησε.
Πρέπει όμως να ομολογήσουμε, ότι απ’ όλες τις εφημερίδες των Αθηνών μόνο μία εσπερινή εφημερίδα ωμίλησε ευθαρσώς, τιμίως και ορθοδόξως. Δεν σας λέω το όνομά της· γιατί άμα σας το πω, θα μου δημιουργήσετε ζητήματα· κ’ εμένα δεν μ’ ενδιαφέρει το πολιτικό μέρος, αλλά μ’ ενδιαφέρει καθαρά το ορθόδοξο.
Ο ηρωικος Γερμανος Καραβαγγελης
Εάν γινόταν αυτό το πράγμα πρό 50 και 100 ετών, θα είχαμε μεγάλες συνέπειες. Ζούσε τότε ένας δεσπότης, που άξιζε όσο αξίζουν όλοι μαζί οι δεσποτάδες της Ελλάδος. Ζούσε τότε ο Γερμανός Καραβαγγέλης, πού με αεροπλάνο φέρανε τα άγια κόκκαλά του από τη Βιέννη, και ο κόσμος ήταν κορδέλλα από τη Θεσσαλονίκη μέχρι την Καστοριά για να υποδεχθή και να τιμήση τον ήρωα αυτό δεσπότη. Τον έθαψαν με τιμές.
Ο Γερμανός Καραβαγγέλης ήταν από τους πρώτους που αγωνίσθηκαν για να δώσουν τη λευτεριά στους Μακεδόνας. Ήταν εκείνος πού πήρε τη νύχτα σ’ ένα δίσκο την κεφαλή του Παύλου Μελά και με δάκρυα και με προσευχές την έθαψε στα άγια χώματα της Καστοριάς.
Ο Γερμανός Καραβαγγέλης ήταν ήρωας της πίστεως και της πατρίδος.
Έψαξα απόψε και βρήκα ένα σπάνιο βιβλίο, που είχε γράψει για τον πάπα τότε που ήταν 35 ετών, νεώτατος, ως επίσκοπος Ηλιουπόλεως. Φωτιά είναι εναντίον του πάπα. Τι δε λέει μέσα εναντίον αυτής της αλεπούς! Ήταν το πρώτο βιβλίο που έβγαλε ως επίσκοπος, ως φρουρός της ορθοδόξου πίστεώς μας.
Αν ζούσε σήμερα ο Γερμανός Καραβαγγέλης, πώ πώ!… Θα εφαντάζετο ποτέ για το έθνος μας, πού θα ελευθερώνετο, ότι ο ορθόδοξος βασιλεύς του θα έκανε χειροφίλημα στον πάπα; Τρίζουν τα οστά του Καραβαγγέλη, εκεί στη λίμνη της Καστοριάς για το χειροφίλημα αυτό του αντιχρίστου του αιώνος μας, πού θέλει το ξεθεμελίωμα της πίστεώς μας.
Οφείλουμε να διαμαρτυρηθούμε όλοι
Δεν είμαι προφήτης, σας το είπα και άλλοτε, ουδέ υιός προφήτου, ώστε να προφητεύσω τα μέλλοντα συμβαίνειν εδώ είς την μικρά αυτή γωνία της Ελλάδος. Ένα μόνο από τα σημεία αυτά των καιρών οφείλω να εκφράσω. Τον φόβο μου. Φοβούμαι για το μέλλον της πατρίδος μου, από απόψεως Ορθοδοξίας. Εάν κάτι μας έμεινε σαν διαμάντι πολύτιμο, για το οποίο πρέπει να καυχώμεθα είς τα έθνη, είναι η Ορθοδοξία μας. Και η Ορθοδοξία μας κινδυνεύει. Δεν είναι σχήμα λόγου. Τα σημεία που αναφέραμε είναι φανερά πλέον. Γίνεται κάποια υπονόμευσις του ορθοδόξου πληρώματος. Και περισσότερο απ’ όλα φοβάμαι την πέμπτη φάλαγγα, που έχει σχηματισθή στο έθνος μου.
Η πέμπτη φάλαγγα
Όπως στα χρόνια του χιτλερισμού, του φασισμού, μέσα στο έθνος μας υπήρχαν Έλληνες-πράκτορες του εχθρού, έτσι και τώρα μέσα στους κόλπους του έθνους μας δημιουργήθηκε η πέμπτη φάλαγγα.
Ποια είναι η πέμπτη φάλαγγα; Είναι οι φίλοι του πάπα. Είναι κάτι ψευτοθεολόγοι, είναι κάτι άνθρωποι – ο Θεός να φυλάξη από δαύτους. Έρχεται η πέμπτη φάλαγγα στο έθνος μας, για να διαλύση την Ορθοδοξία μας. Ποια είναι αυτή η πέμπτη φάλαγγα; Είναι τα παιδιά που πάνε στη Βιέννη, στη Ρώμη, στο Παρίσι, στο Λονδίνο και σπουδάζουν σε ξένα πανεπιστήμια. Δεν αδειάζουν μόνο τα πορτοφόλια των γονέων τους, ούτε μόνο καταστρέφονται και διαφθείρονται, αλλά κινδυνεύουν ψυχικά. Και εδώ στην Ελλάδα κινδυνεύουν, διότι η φτώχεια τους είναι μεγάλη. Το βλέπουν αυτό οι φραγκοπαπάδες και τα παίρνουν σε σπίτια καθολικά, τα παίρνουν στα οικοτροφεία τους.
Φτωχά παιδιά και δυστυχισμένα είναι. Τους δείχνουν αγάπη και τους δίδουν χρήματα, τα ντύνουν και τα περιποιούνται, για να τους πάρουν το διαμάντι, να τους πάρουν την Ορθοδοξία. Έχω πληροφορία, ότι πολλά παιδιά, φοιτηταί που σπουδάζουν στη Ρώμη, στο Μιλάνο, στη Βενετία, στη Βιέννη, φεύγουν από την ορθόδοξον γραμμή. Και θα’ ρθουν εδώ και θα συνεργασθούν με τους ουνίτες και θα βάλουν δυναμίτη στα σπίτια τους. Θα βάλουν δυναμίτη, για να διαλύσουν την Ορθοδοξία μας. Η πέμπτη αυτή φάλαγγα είναι η πιο θλιβερά. Οι νέοι που την αποτελούν είναι οι νέοι Βησσαρίωνες.
Θα νικηση η Ορθοδοξια
Αλλά έχουμε μια ελπίδα. Δεν ξέρω ποιο θα είναι το τέλος μου. Αν είμαι ορθόδοξος, θα πεθάνω στα μπουντρούμια, εξώριστος για την πίστι των πατέρων μου. Δεν ξέρω ποιο θα είναι το τέλος μου με την γλώσσα που μεταχειρίζομαι ενώπιον βασιλέων και δεν αποκλείεται το κήρυγμα αυτό να είναι το τελευταίο. Ένα όμως γνωρίζω πολύ καλά· ότι μέσα στα χώματα της πατρίδος μου υπάρχουν φοιτηταί της θεολογίας, νέοι πού σπουδάζουν. Αυτά τα παιδιά τα ορκίζω είς το όνομα του Χριστού και της υπεραγίας Θεοτόκου· είς μνήμην του Βασιλείου, του Χρυσοστόμου, του Μάρκου του Ευγενικού και όλων των πατέρων της Εκκλησίας μας· ν’ αγωνισθούν και θα νικήσουν. Να σταθούν μπροστά στην πέμπτη φάλαγγα, να υψώσουν τα μέτωπα και τα λάβαρα της Ορθοδοξίας και θα νικήσουν. Δεν θα νικήσουν οι φράγκοι, ούτε οι προτεστάντες. Θα νικήση η ορθόδοξος παράταξις και θα μείνη η Ελλάς μας χώρα ορθόδοξος, «βασίλειον ιεράτευμα, έθνος άγιον» (Α΄ Πέτρ. 2, 9). Ο δε Κύριος Ιησούς Χριστός ας ευλογή πάντας υμάς, εις τον αγώνα αυτόν της πίστεώς μας. Αμήν.
+επίσκοπος Αυγουστίνος

Κυριακὴ Ε΄ Νηστειῶν (Ἑβρ. 9,11-14) Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου


Ἡ αἰωνία λύτρωσις

«…Αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος…» (Ἑβρ. 9,12)
ΑΧΘΟΦΟΡΟΣ b.Λίγες μέρες ὑπολείπονται, ἀγαπητοί μου, καὶ ἔφθασε ἡ Μεγάλη Ἑ­βδομάδα μὲ τὰ σε­πτὰ πάθη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰ­ησοῦ Χριστοῦ, τὴ Σταύρωσι καὶ τὴν Ἀνάστασι. Ἀλλὰ γεννᾶται τὸ ἐρώ­τημα· Πρὸς τί οἱ ἑορτὲς αὐτές; ποιό σκο­­πὸ ἔ­χουν; Εἶνε ἁπλῶς γιὰ μιὰ ποικιλία στὴ ζωή;
Ὄχι. Ὁ σκοπὸς τῆς Ἐκ­κλη­σίας μας εἶνε ὑ­ψη­λός. Εἶ­νε, νὰ ὑψωθοῦμε πάνω ἀπὸ τὰ ὑλικά, νὰ λησμονήσουμε τὰ γήινα καὶ φθαρ­τά, νὰ ἔρ­­θουμε σὲ στενώτερη σχέσι καὶ γνωριμία μ᾽ Ἐ­κεῖνον ποὺ εἶνε καὶ πρέπει νὰ εἶνε τὸ ἄλφα καὶ τὸ ὠ­μέγα τῆς ζωῆς μας, Ἐκεῖνον ποὺ εἶνε ὁ Νυμφί­ος τῆς Ἐκκλησίας· ὁ σκοπὸς εἶνε ν᾽ ἀνάψῃ στὴν καρδιὰ ἡ ἀγάπη γιὰ τὸ Χριστό. Σ᾽ αὐτὸ συντελοῦν τὰ ὑπέροχα τροπάρια ποὺ θ᾽ ἀκούσουμε τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα, τὰ ἀ­ναγνώσματα, οἱ ἀπόστολοι καὶ τὰ εὐαγγέλια.
Λόγου χάριν, ὁ ἀπόστολος ποὺ ἀκούσαμε σήμερα μᾶς καλεῖ νὰ σκεφτοῦμε, τί προσέφε­ρε καὶ τί ἐξακολουθεῖ νὰ προσφέρῃ ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο. Διότι ἀνάλογη μὲ τὴν προσφορὰ εἶνε καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη. Ἐὰν κάποιος σὲ κερά­σῃ ἕνα ποτήρι νερό, θέλεις νὰ τοῦ πῇς εὐ­χα­ρι­στῶ. Ἐὰν σοῦ δείξῃ τὸ δρόμο ποὺ ψάχνεις, τὸν εὐχαριστεῖς. Ἐ­ὰν ἔρθῃ βοηθὸς σὲ κάποια οἰκογενει­ακή σου ἀνάγκη, νιώθεις χρέος νὰ τὸν εὐχαριστή­σῃς. Κι ἂν ἀπειλῆσαι ἀπὸ κά­­ποιο κίνδυνο μεγάλο κι αὐτὸς σὲ σώσῃ, τότε ἡ εὐγνω­μοσύνη σου εἶνε ἀκόμα μεγαλύτερη.
Στὸ ἐρώτημα λοιπὸν «Τί μᾶς προσέφερε ὁ Χριστός;» ἀπαντᾷ σήμερα ὁ ἀπόστολος καὶ λέει· μᾶς προσέφερε τὴ μεγαλύτερη, τὴν ὑ­ψί­στη εὐεργεσία· καὶ ἡ εὐεργεσία αὐτὴ εἶνε ὅτι μᾶς χάρισε τὴ λύτρωσι. Ὄχι ἁπλῶς τὴ λύτρωσι, ἀλλὰ τὴν «αἰωνίαν λύτρωσιν» (Ἑβρ. 9,12).
Τὸ θέμα δὲν εἶνε τόσο εὔκολο καὶ ζητῶ τὴν προσοχή σας. Διότι ἐδῶ, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ «κλειδί». Ἂν καταλάβουμε τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά, σωθήκαμε. Ἐμεῖς, ὅταν λέμε «λυτρώθηκα», συνήθως ἐννοοῦμε ὅτι ἀπαλλαχθή­καμε ἀπὸ κά­ποιον κακοποιὸ ἢ γλυτώσαμε ἀ­πὸ κάποιο κίνδυνο· ὅταν ὁ ἀπόστολος λέῃ ὅτι ὁ Χριστὸς προσέφερε στὸν καθένα καὶ σὲ ὅ­λους μαζὶ «αἰωνίαν λύτρωσιν», τί ἐννοεῖ;

* * *

Ὁ ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου, δὲν βρίσκεται σὲ εὐχάριστη κατάστα­σι. Φαίνεται εὐ­χαριστημένος, ἐν τούτοις ὑποφέρει κι ἀ­να­στενάζει τόσο ὑλι­κῶς – σωματικῶς ὅσο καὶ πνευματικῶς – ἠθι­κῶς. Ἐὰν βάλῃς τὸ αὐτί σου προσεκτικά, θ᾽ ἀ­κούσῃς ὅτι ἡ ἀνθρωπότης ἀναστενάζει.
Καὶ πρῶτα ὑλικῶς – σωματικῶς. Μιὰ ἔρευνα ποὺ ἔγινε ἔ­δειξε, ὅτι ἡ πλειονότης τοῦ κόσμου, καὶ στὰ δύο ἡμισφαίρια, ὑποφέρει ἀπὸ ἔλλειψι τῶν ἀναγ­καίων. Πεινοῦν καὶ ὑποσιτίζονται τὰ τρία τέταρτα τῆς ἀνθρωπότητος· στοὺς 100 ἀνθρώπους οἱ 70 δὲν ἔ­χουν νὰ φᾶνε. Γιατί; Ἡ γῆ αὐτή, ὅπως δημιουργήθηκε, φτάνει νὰ θρέψῃ διπλάσιο πληθυσμό· γιατί λοι­πὸν ὑποφέρουν; Ὑποφέρουν ἀπ᾽ τὴν κακία καὶ τὴν πλεονεξία, ποὺ δὲν ἀ­φήνουν νὰ μοιρα­στοῦν τὰ ἀγαθὰ κατ᾽ ἀναλογία σὲ ὅλους· ἀπ᾽ τὴν πλου­τοκρατία, ποὺ συγκεντρώνει τὰ ἀγαθὰ στὰ χέρια τῶν ὀλίγων. Δὲν ὑποφέρουν ὅμως μόνο οἱ φτωχοί· ὑποφέρουν καὶ οἱ πλούσιοι. Κι αὐ­τοὶ ἀναστενάζουν. Μπορεῖ ἕνας νά ᾽χῃ τοῦ κόσμου τ᾽ ἀγα­θά, ἀλλ᾽ ὅταν πέσῃ στὸ κρεβάτι ἀ­πὸ ἀνίατη ἀ­σθένεια, τί νὰ τοῦ κάνουν τὰ λεφτά; Μποροῦν νὰ τὸν βάλουν σὲ σύγχρονη κλινικὴ ἢ νὰ τὸν μεταφέρουν μὲ εἰδικὸ ἀεροπλάνο σὲ διασήμους γιατροὺς ἢ νὰ τοῦ προμηθεύσουν αἷ­μα καὶ φάρμακα· αὐτὸς ὅμως θὰ προτιμοῦ­σε νά ᾽νε ζητιάνος σὲ μιὰ γωνιὰ νὰ ζητάῃ ἐλεημοσύ­νη, παρὰ καρκινοπαθὴς στὴν καλύτερη κλινική. Κάθε ἄνθρωπος λοιπὸν ἔχει μέσα του «σκουλήκι». Γιατὶ κι αὐτὸς ποὺ εἶνε ὑγιέστατος ἔχει ἀγωνία μήπως χτυπήσῃ τὴν πόρτα του ὁ κακὸς ἐπισκέπτης ποὺ λέγεται χάρος κι ἀ­κού­σῃ «Ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀ­παιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ…» (Λουκ. 12,20).
Ἀλλὰ καὶ πνευματικῶς – ἠθικῶς, ἀδελφοί μου, καὶ μάλιστα πιὸ βαθειά, ἀγωνιᾷ κι ἀναστενάζει ὁ ἄνθρωπος. Εἶνε π.χ. χρόνια τώρα ποὺ ἔ­κανες κάποιο κακό, δίχως νὰ σὲ δῇ ἀνθρώπου μάτι. Κι ὅμως αὐτὸ ποὺ ἔκανες εἶνε κάρβουνο μέσα σου. Περνᾶνε τὰ χρόνια, ἀσπρίζουν τὰ μαλλιά, μὰ αὐτὸ μένει μπροστά σου ζωντανό. Ἀκοῦς μιὰ φωνὴ νὰ σοῦ λέῃ «Ἔκλεψες, ἀτίμασες, ἔ­βαψες τὰ χέρια σου μὲ αἷμα, εἶσαι ἔνοχος!…» καὶ δὲ σ᾿ ἀφήνει νὰ ἡσυχά­σῃς. Εἶνε ἡ συνείδησις. Καὶ προτιμότερο νὰ σὲ δαγκάσῃ ὀχιὰ ἢ σκορπιός, παρὰ οἱ τύψεις τῆς συνειδήσεως. Κάθε ἄνθρωπος στὸν κόσμο αὐτόν, μικρὸς – μεγάλος, γραμ­ματισμένος – ἀγράμματος, γυναίκα – ἄντρας, σὲ ὅποιο τόπο καὶ ἐποχὴ κι ἂν ζῇ, ἔχει κάποιον ἔ­λεγχο τῆς συνειδήσεως ἀλλὰ καὶ φόβο τῶν εὐθυνῶν του. Κάποτε ἕνας αὐλοκόλακας εἶπε σ᾽ ἕνα βασιλιᾶ· ―Δὲν εἶδα ἄλλον εὐ­τυχέστερο στὸν κόσμο ἀ­πὸ σένα. —Ἔτσι λές; Ἔ­λα λοιπὸν αὔριο στὸ τραπέζι μου νὰ δῇς… Τὴν ἄλλη μέρα ὁ βασιλιᾶς τοῦ παρέθεσε τὰ κα­λύτερα φαγητὰ σὲ σερβίτσια πολυτελείας, ἀλλὰ εἶ­πε σ᾽ ἕναν ὑ­πηρέτη καὶ κρέμασε στὴν ὀρο­φὴ ἀπὸ μιὰ τρίχα ἀλόγου ἕνα σπαθὶ ζυγισμένο πάνω του, ἕ­τοιμο νὰ πέσῃ στὸ κεφάλι του. Μόλις τὸ εἶδε αὐτός, τοῦ κόπηκε ἡ ὄρεξι, τὰ χέρια του ἔτρε­μαν, ἤθελε νὰ φύγῃ ἀπὸ τὴ θέσι ἐκείνη. —Νά, τοῦ λέει ὁ βασιλιᾶς, ἡ εὐτυχία μου· ἂν μπο­ρῇς φάε…
Ἀδελφοί μου, μὴ ἀπατώμεθα· εἴτε βασιλιᾶς εἶσαι εἴτε ζητιάνος, ὅ,τι καὶ νά ᾿σαι στὸν κόσμο αὐτόν, πάνω ἀπ᾽ τὸ κεφάλι σου κρέμεται ἡ δικαία ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ δημιουργεῖ αἴ­σθημα ἀνασφαλείας, προσωρινότητος, μαται­ότητος, ἐνοχῆς γιὰ τὴν ἁμαρτωλότητά μας. Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· ἀπὸ ὅλο αὐτὸ τὸ κακὸ καὶ τὴ στενοχώρια ὑπάρχει τρόπος σωτηρίας; ποιά δύναμις μπορεῖ νὰ μᾶς γλυτώσῃ;
Ὁ ἄνθρωπος μόνος του δὲν μπορεῖ. Πολλὲς προσπάθειες ἔκανε καὶ πολλὰ μέσα δοκίμασε γιὰ νὰ λυτρωθῇ καὶ νὰ διώξῃ μακριά του τὴ στενοχώρια· καὶ μελέτη καὶ φιλοσοφία καὶ ἐ­­πι­στήμη καὶ γνώσεις καὶ τέχνη καὶ μουσικὴ καὶ τόσα ἄλλα. Ὅλ᾽ αὐτὰ ξέρετε πῶς μοιάζουν; Εἶνε σὰν κάποιος νά ᾽νε ἄρρωστος βαρειά, κι ὁ γιατρὸς νὰ τοῦ δίνῃ ἀσπιρίνη, ποὺ φέρνει προσωρινὴ ἀνακούφισι καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο ὁ πόνος ἐπανέρχεται. Γιατρέ, τὴν ἀσπιρίνη τὴν ξέρω κ᾽ ἐγώ· μπορεῖς νὰ μὲ θεραπεύσῃς;

* * *

Τὰ μέσα, ἀδέρφια μου, ποὺ χρησιμοποιοῦν ὅλοι, δεξιοὶ – ἀριστεροὶ – ὅλες οἱ ἰδεολογίες, αὐτὰ τὰ μέσα ―γράψατέ το― εἶνε ἀσπιρίνες. Καὶ ἡ ἀνθρωπότης δὲν θεραπεύεται μὲ ἀσπιρίνες. Αὐτὸ ποὺ προσφέρουν οἱ ἀσπιρίνες εἶ­νε μία προσωρινὴ λύτρωσις· αὐτὸ ποὺ χαρίζει ὁ Χριστὸς ―τώρα ἔφθασα στὴν ἑρμηνεία τοῦ χωρίου― εἶνε ἡ «αἰωνία λύτρω­σις»· ἔτσι τὸ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος. Πάρε ζυγαριὰ καὶ ζύγισε αὐτὴ τὴ λέξι, «αἰωνίαν λύτρωσιν». Ὦ Χριστέ, ἂν μπορούσαμε νὰ τὸ καταλάβου­με! Δὲν εἴμαστε Χριστιανοί. Ἂν δὲν τὸ πιστέψου­με αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, εἰς μάτην οἱ μετάνοιες μας, εἰς μάτην ὅλα. «Αἰωνίαν λύτρωσιν» ἔ­δωσε, ὄ­χι προσωρινὴ λύτρωσι, ὄχι ἀσπιρίνη ἀλλὰ ῥιζικὴ καὶ ὁριστικὴ καὶ μόνιμη πλέον θεραπεία.
Δὲν θεραπεύεται ὁ ἄνθρωπος μὲ καταπλάσματα. Ἡ ἀρρώστια του εἶνε πολὺ σοβαρή, τὸ κα­κὸ εἶνε πολὺ μεγάλο· εἶνε ἕνα εἶδος καρκίνου, ἕνα μικρόβιο ποὺ δὲν μπορεῖ ἡ ἐπιστήμη νὰ νικήσῃ. Θὰ ἔρθῃ μέρα ―τὸ πιστεύω― ποὺ ἡ ἐπιστήμη θὰ νικήσῃ τὸ μικρόβιο καὶ τοῦ καρκί­νου ἀκόμα· ἀλλὰ δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ νικήσῃ τὸ φοβερώτερο μικρόβιο ποὺ εἶνε μέσ᾿ στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ λέγεται ἁμαρτία· τὸ φθόνο, τὴν κακία, τὸ μῖσος, τὴν ἀσέλγεια, τὴ φιλοδοξία…, ποὺ ἀναστατώνουν πρόσωπα, οἰκογένειες, ἔθνη καὶ κοινωνίες.
Τὰ μικρόβια αὐτὰ ποιός τὰ φονεύει; Ἕνα μόνο. Μιὰ σταγόνα. Ποιά σταγόνα; Μιὰ σταγόνα – τί λέω; ἕνα ἠλεκτρόνιο ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Μόλις πέσῃ ἐπάνω στὸν ἁμαρτωλό, λυτρώνεται – σῴζεται. Αὐτὸ τονίζει σήμερα ὁ ἀπόστολος· ὅτι ὁ Χριστὸς διὰ τῆς θυσίας του ἐπέτυχε γιὰ μᾶς αὐτὸ τὸ ἀκατόρθωτο· μὲ μία εἴσοδό του στὸν οὐρανὸ μᾶς προξένησε μία παντοτικὴ εὐεργεσία, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.

* * *

Πιστεύεις, Χριστιανέ, σὲ ρωτῶ, πιστεύεις ὅ­τι ὁ Χριστὸς ἔπαθε γιὰ σένα; ὅτι σταυρώθηκε γιὰ σένα; ὅτι τὸ αἷμα του εἶνε λύτρο «ὑ­πὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας» (θ. Λειτ. Μ. Βασ., καθαγ.); Ἂν τὸ πιστεύῃς, τότε εἶσαι Χριστιανὸς καὶ θ᾽ ἀλ­λά­ξῃ ἡ ζωή σου. Κι ὅ­ταν ἔρθῃ ἡ Μεγάλη Ἑ­βδομάδα, τὸ Μέγα Σάββατο, ἀκούγον­τας στὸν κανόνα τὸν ὕμνο «Ἄφραστον θαῦ­μα!…» (καν. Μ. Σαβ. ᾠδ. ζ΄), θὰ ὑ­μνήσῃς κ᾽ ἐσὺ τὸ Χριστὸ γιὰ τὸ ἀνέκφραστο θαῦμα τῆς σωτηρίας σου καὶ μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς σεσωσμένους (τὸν τελώνη, τὴν πόρνη, τὸ λῃ­στή, τὸν Πέτρο…) θὰ τοῦ πῇς· «Λυτρωτά, ὁ Θεός, εὐλογητὸς εἶ»! Λυτρωτής μας εἶνε Αὐ­τός· δὲν εἶνε ὁ πλοῦτος, δὲν εἶνε οἱ ἡδονές, δὲν εἶνε τὰ κόμματα, δὲν εἶνε οἱ ἰδεολογίες…
Ἂς τὸν ὑμνοῦμε καὶ ἂς τὸν δοξάζουμε· αὐ­τὸς εἶνε ἡ «αἰωνία λύτρωσίς» μας· Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς αἰῶνας αἰώνων.

Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΚΑΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ ΘΑ ΕΛΘΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΦΑΥΛΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΠΟΙΜΕΝΩΝ

Ἀπόσπασμα «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΣΠΙΘΑΣ», φυλ. 240, Αύγούστου 1961

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ιστ..

«…Λέμε στοὺς σημερινους χριστιανοὺς, οἱ ὁποῖοι μόνον διὰ τὰ ὑλικὰ συμφέροντα τῆς μικρᾶς των οἰκογενείας ἐνδιαφερόμενοι ἀδιαφοροῦν διὰ ζητήματα τῆς μεγάλης οἰκογενείας, τῆς Ἐκκλησίας των, ἀδιαφοροῦν διὰ τὴν ἀθλίαν κατάστασιν τῆς ἐνορίας των, τῆς ἐπισκοπῆς των, ὑψώνουν τοὺς ὤμους των καὶ λέγουν˙ «Οὔφ, μὲ τοὺς παπάδες καὶ δεσποτάδες ἡμεῖς θʼ ἀσχολοῦμεθα; Ἔχομεν τὶς δικές μας δουλειές». Πολὺ καλά, κύριοι. Ἔχετε «τὶς δικές σας δουλειὲς» καὶ δὲν σᾶς μένει καιρὸς νὰ ἐνδιαφερθῆτε διὰ τὴν Ἐκκλησίαν σας; Ἀφήσατε λοιπὸν τὸ πεδίον ἐλεύθερον διὰ τὴν δρᾶσιν τῶν κακοποιῶν. Ἀφήσατε τοὺς κλέπτας τοῦ ἱεροῦ χρήματος νὰ καταλάβουν τὰ παγκάρια τῶν Ἱ. Ναῶν. Ἀφήσατε τοὺς φαύλους καὶ διαβεβλημένους, τὰ οἰκτρὰ ναυάγια τῆς κοινωνίας νὰ περιβληθοῦν τὸ τίμιον ράσον, νὰ χειροτονηθοῦν καὶ νὰ εὐλογοῦν ἀπὸ τῆς ὡραίας πύλης καὶ σᾶς καὶ τὰ παιδιά σας. Ἀφήσατε νὰ σᾶς σταλῆ ἐξ Ἀθηνῶν, κατόπιν αἰσχρᾶς συναλλαγῆς μεταξὺ τῶν ἰσχυρῶν ἐκκλησιαστικῶν καὶ κοσμικῶν παραγόντων, ἐπίσκοπος ἀνίκανος καὶ φαῦλος, διὰ νὰ σᾶς ἀρμέγη ἐλεεινῶς καὶ νὰ σᾶς διοικῆ δικτατορικῶς καὶ φατριαστικῶς καὶ νὰ βοοῦν οἱ δρόμοι καὶ αἱ πλατεῖαι ἀπὸ τὰ καθημερινὰ σκάνδαλα. Ἀφήσατε νὰ καταληφθοῦν ὅλα τὰ «πόστα» τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ ἀνάξια ὑποκείμενα. Σεῖς καὶ τὰ τέκνα σας καὶ τὰ τέκνα τῶν τέκνων σας θὰ πληρώσουν ἀκριβὰ τὴν ἀδιαφορίαν σας. Ὅ,τι κακὸν δύνασθε νὰ φαντασθῆτε θὰ προέλθη ἐκ τῆς φαυλότητος καὶ τῆς ἀνικανότητος τῶν κακῶν ποιμένων, τῶν ὁποίων τὴν εἰκόνα δύνασθε νὰ ἴδητε ἐν προφητείαις Ἰεζεκιὴλ (κεφάλαιον ΛΒ΄). Ὡς λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ἡ Ἐκκλησία δεξαμένη «φθόρους (διεφθαρμένους) ἀνθρώπους ἐπλήσθη ναυαγίων πολλῶν».
Διὰ τοῦτο ἡ ἀδιαφορία τῶν χριστιανῶν διὰ τὴν Ἐκκλησίαν των ἀποτελεῖ ἔγκλημα, θανάσιμον ἔγκλημα, θανάσιμον ἁμάρτημα, ποὺ βλάπτει τὴν Ἐκκλησίαν ὅσον οὐδὲν ἕτερον. Ὦ εὐσεβὴς λαὲ τῆς Ἑλλάδος! Παῦσον τὴν ἐγκληματικὴν αὐτὴν ἀδιαφορίαν σου. Δεῖξον ἐνδιαφέρον διὰ τὴν Ἐκκλησίαν σου. Ἀγωνίσου διὰ νὰ ἀνέλθουν εἰς τοὺς ἐπισκοπικοὺς θρόνους ἐκεῖνοι, τοὺς ὁποίους σὺ ἐκ τῆς ἐν γένει ἀναστροφῆς αὐτῶν γνωρίζεις καλλίτερον παντὸς ἄλλου ὡς ἀξίους καὶ ἰκανοὺς καὶ ἄν σὺν Θεῶ τὸ ἐπιτύχης, τότε ἡ Ἑλλάς, ἀποκτῶσα ἀξίαν πνευματικὴν ἡγεσίαν θὰ γίνη λαὸς περιούσιος, τὸ εὐτυχέστερον ἔθνος τῶν Βαλκανίων καὶ τῆς Εὐρώπης ὁλοκλήρου. Ναί! Τὸ εὐτυχὲς μέλλον τῆς μικρᾶς μας πατρίδος ἐξαρτᾶται κυρίως ἐκ τῆς πνευματικῆς ἡγεσίας, ἐκ τῶν ἁγίων καὶ σοφῶν ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι ὡς ἥλιοι πνευματικοὶ θὰ λάμψουν εἰς τὸ στερέωμα τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας καὶ κοινωνίας.
Ἰδοὺ γιατὶ ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν διαμαρτυρόμεθα κατὰ τοῦ σημερινοῦ τρόπου ἐκλογῆς ἐπισκόπων καὶ λέγομεν, ὅτι ἡ ἐκλογὴ ἐπισκόπου πρέπει νὰ ἐπανέλθη εἰς τὴν κανονικὴν τροχιάν. Ἡ ἐκλογὴ πρέπει νὰ γίνεται κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Τὶς δὲ εἶνε ὁ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τρόπος ἐκλογῆς ἐπισκόπων ἐν τῆ Ὀρθοδόξω ἡμῶν Ἐκκλησία, αὐτὴν τὴν φορὰν δὲν θὰ τὸ εἴπωμεν ἡμεῖς, ἀλλὰ θʼ ἀφήσωμεν ἐπὶ τοῦ ζωτικοῦ τούτου διὰ τὴν Ἐκκλησίαν θέματος νὰ ὁμιλήση ἕνας ἐκ τῶν νεωτέρων διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, ὅστις ἐσχάτως ἀνεκηρύχθη ὅσιος καὶ ἑορτάζεται εἰς τὰς 14 Ἰουλίου. Θὰ ὁμιλήση ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (1749-1809). Ὅ,τι λέγει φέρει τὴν σφραγίδα τῆς σοφίας καὶ τῆς ἁγιότητός του καὶ ἐλπίζομεν νʼ ἀκουσθῆ μετὰ τῆς δεούσης προσοχῆς καὶ εὐλαβείας ἐκ μέρους ὅλων. Δὲν ὁμιλεῖ ὁ συντάκτης τῆς «Σπίθας»… Ὁμιλεῖ ὁ Ὅσιος. Δὲν θὰ τὸν ἀκούσετε; Ὅσοι κατέχετε ὕψιστα ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα, ὅσοι πυρετωδῶς κινεῖσθε νὰ καταλάβετε ἐπισκοπικοὺς θρόνους, ἀλλὰ καὶ σύ, ὦ λαέ, ὦ δῆμε, ποὺ δὲν ὑψώνεις τὴν φωνήν σου, διὰ νὰ φύγουν οἱ λύκοι καὶ ἐκλεγοῦν καλοὶ ποιμένες διὰ νὰ σὲ ποιμάνουν θεαρέστως, κλῆρος καὶ λαός πλησιάζετε, ἀνοίξατε τὰ ὦτά σας καὶ ἀκούσατε τὶ φθέγγεται ἡ ἱερὰ γλῶσσα ἑνὸς νεωτέρου Ὁσίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ ἀφοῦ ἀκούσετε, κάμετε αὐστηρὰν αὐτοκριτικὴν καὶ δὲν εἶνε δυνατὸν παρὰ νὰ κλαύσητε καὶ νὰ θρηνήσητε, νὰ κλαύσωμεν καὶ νὰ θρηνήσωμεν ὅλοι μας ἀνεξαιρέτως διὰ τὴν ἀθλιότητα, εἰς τὴν ὁποίαν περιῆλθε σήμερον ἡ Ἐκκλησία μας ἀκριβῶς διότι δὲν ἐφαρμόζονται πλέον οἱ χρυσοῖ λόγοι τοῦ Ὁσίου.
«Ἤ Θεόκλητοι ἤ δημόκλητοι»
Ὁ ὅσιος Νικόδημος ἀσκητεύων εἰς μίαν ἐρημόνησον τοῦ Αἰγαίου πελάγους, τὴν Σκυροπούλλαν, ἔλαβεν ἐπιστολὴν συγγενοῦς τοῦ κληρικοῦ Ἱεροθέου καλουμένου, ὅστις τὸν ἐπληροφόρει, ὅτι ἐγένετο ἐπίσκοπος Εὐρίπου καὶ ἐζήτει τὶς πολυτίμους συμβουλάς του. Ὁ ὅσιος εἰς ἀπάντησιν τῆς ἐπιστολὴς του συνέγραψεν ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα βιβλία του, τὸ ὑπὸ τὴν ἐπιγραφὴν «Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον ἤ περὶ φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων». Τὸ βιβλίον προορίζεται κυρίως διὰ τοὺς καθημένους ἐπὶ τῶν ἐπισκοπικῶν θρόνων. Μετὰ πόσης σοφίας, ἀλλὰ καὶ μετὰ πόσης παρρησίας γράφει πρὸς αὐτοὺς τὰ δέοντα! Τὸ βιβλίον τοῦτο οἱ ἐπίσκοποι καὶ ἐν γένει οἱ κληρικοὶ θὰ ἔπρεπε νὰ τὸ ἔχουν ὑπὸ τὸ προσκεφάλαιόν των καὶ νὰ τὸ μελετοῦν συχνά. Ὅποιος τὸ διαβάζει θαυμάζει πῶς ἕνας μοναχός, ἀπομεμονωμένος εἰς μίαν ἐρημόνησον χωρὶς κανὲν βιβλίον κατώρθωσε νὰ γράψη τοιοῦτον βιβλίον! Ἀσφαλῶς, ὡς σημειοῖ καὶ ὁ νεώτερος βιογράφος του μοναχὸς π. Θεόκλητος Διονυσιάτης, ὁ συγγραφεὺς τοῦ ἀριστουργηματικοῦ τούτου βιβλίου ἐφωτίζετο ἀπὸ τὰς ἀκτῖνας τοῦ ἁγίου Πνεύματος. (Ἄγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης – Ὁ βίος καὶ τὰ ἔργα του. 1749-1809. Ἕκδοσις Παπαδημητρίου – Ἀθῆναι 1959 σελ. 154-171).
Εἰς τὴν ἀρχὴν τοῦ βιβλίου ὁ ὅσιος Νικόδημος ὡς ἄριστος ἰατρὸς ερευνᾶ τὴν αἰτίαν, διὰ τὴν ὁποίαν ἡ Ἐκκλησία ἐκ τοῦ ἀρχαίου της μεγαλείου κατέπεσεν εἰς τὴν ἀδοξίαν. Καὶ
η αἰτία εὑρίσκεται εἰς τὸ ὅτι ἡ ἐκλογὴ τῶν ἐπισκόπων ἐξέκλινε τῆς κανονικῆς τροχιᾶς καὶ δὲν γίνεται πλέον ὡς ἐγίνετο κατὰ τὴν ἀρχαίαν ἐποχήν. Ἰδοὺ ἐπὶ λέξει ἡ σχετικὴ περικοπὴ τοῦ βιβλίου:
«Ὅτι τὸ πάλαι οἱ ἀρχιερεῖς δὲν ἐγίνοντο αὐτόκλητοι, ἀλλὰ Θεόκλητοι ἤ Δημόκλητοι. Καὶ τὸ παράδοξον εἶναι, ὅτι και σὺν τῆ σωρεία ὅλων τούτων τῶν ἀρετῶν μετὰ τῆς ὁποῖας ἦσαν πεπλουτισμένοι οἱ γεννᾶδαι ἐκεῖνοι καὶ τρισμακάριοι, δὲν φαίνονται ὅμως ποτέ τις αὐτόκλητος νὰ ὁρμήση εἰς τὸ μέγα τῆς ἱεραρχίας ἀξίωμα. Ἀλλʼ ἦτον ἀνάγκη, ἤ νὰ προσκληθῆ εἰς τοῦτο ὑπὸ τοὺ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου διὰ σημείων τινῶν καὶ ἀποκαλύψεων˙ ἤ τὸ ἐλάχιστον νὰ κληθῆ ὑπὸ τοῦ λαοῦ. Συντόμως εἰπεῖν, ἦτον ἀνάγκη νὰ γείνη ἤ Θεόκλητος ἤ δημόκλητος. Ἀλλὰ καὶ τότε πάλιν, ἄλλος ἔκοπτε τὸ ὠτίον, καθὼς ὁ Ἀμμώνιος˙ ἄλλος ὑπεκρίνετο τὸν δαιμονῶντα, ὡς ὁ Ἐφραίμ˙ ἄλλος ἐκρύπτετο, ὡς ὁ Ἀκραγαντίνων Γρηγόριος˙ ἄλλος ἔφευγε καὶ ἐπλανᾶτο ἐδῶ καὶ ἐκεῖ, ὡς ὁ Νεοκαισαρείας Γρηγόριος˙ καὶ ἄλλος ἄλλην μηχανὴν ἐτεχνάζετο, διὰ νὰ ἐλευθερώση τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τοιούτου φορτίου βαρυτάτου, φοβούμενος τὴν ὑπερτάτην ὑπεροχὴν τοῦ ἀρχιερατικοῦ ἀξιώματος. Άφοῦ δὲ μία τοιαύτη ἁγιωτάτη συνήθεια (ἀγνοῶ τίνος ἕνεκα ἀφορμῆς) ὀλίγον κατʼ ὀλίγον ἐξέλιπεν ἀπὸ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, συνεξέλιπον οἴμοι! (καλὸν γὰρ ἐνταῦθα στενάξει πικρόν) ἐν ταυτῶ καὶ τὰ προειρημένα πάντα καλά˙ ἀντεινήχθησαν δὲ τὰ ἐναντία τούτων δεινά». (Ἴδε Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον. Ἔκδοσις «Ἁγιορειτικῆς Βιβλιοθήκης» – Σωτηρίου Σχοινᾶ – Βόλος σελ. 27).
Ἠκούσατε ἀγαπητοί, τὸν ὅσιον Νικόδημον; Κατʼ αὐτὸν τὸν τρόπον ἤθελε νὰ ἀναδεικνύωνται οἱ ἐπίσκοποι. Ἤ θεόκλητοι ἤ δημόκλητοι νὰ εἶνε. Ποτὲ αὐτόκλητοι. Καὶ ὁ τρόπος αὐτὸς εἶνε σύμφωνος μὲ τὴν ἀρχαίαν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας, ὡς διὰ τοῦ ὑπʼ ἀριθμ. 208/1958 φύλλ. τῆς Σπίθας ἀπεδείξαμεν. Ἀλλὰ δυστυχῶς ἡ ἐκλογὴ τῶν ἐπισκόπων ἐν τῆ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐξέφυγεν ἐντελῶς ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ εὐσεβοῦς Ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ περιῆλθεν ἀπολύτως εἰς τὴν ἐξουσίαν ἐπισκόπων (ὀλιγομελοῦς ἤ πολυμελοῦς Συνόδου), οἱ ὁποῖοι καὶ ἐὰν ἀκόμη ἦσαν κορυφαῖοι Ἀπόστολοι, δὲν θὰ ἔκαμνον τὴν ἐκλογήν των μόνοι, ἀλλὰ θὰ ἐκάλουν τὸν εὐσεβῆ λαὸν νὰ ἐκλέξη τοὺς κατὰ τὴν κρίσιν του ἀξίους, καὶ αὐτοὶ ὕστερον θὰ ἐνέκρινον τὸ ἀποτέλεσμα καὶ θὰ ἐχειροτόνουν τοὺς ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐκλεγέντας (Ἴδε Πράξ. 1, 15-26). Ἐὰν θέλη νὰ ἴδη τις κατὰ ποῖον τρόπον ἐξελέγησαν οἱ πρῶτοι ἐν Ἑλλάδι ἐπίσκοποι μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν τοῦ Ἔθνους ἐκ τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ, ἄς ἀνοίξη τοῦ ἀοιδίμου Κωνσταντίνου Οἰκονόμου τοῦ ἐξ Οἰκονόμων τὰ Ἐκκλησιαστικὰ Ἀπομνημινεύματα, τόμος Β΄, σελ. 662 καὶ ἀπαισία εἰκὼν ἐκλογῆς ἐπισκόπων θὰ προβάλη ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν του. Θὰ φρίξη διὰ τὸ κατάντημα τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ δυστυχῶς τὸ κακὸν μέ τινας βαρυτέρας ἤ ἐλαφροτέρας παραλλαγὰς ἐπὶ αἰῶνα καὶ πλέον ἐξακολουθεῖ νὰ διαιωνίζεται ἐν τῆ ἡμετέρα Ἐκκλησία.

Ἡ παραβολὴ τῶν κακῶν γεωργῶν Μ. Δευτέρα [Κυριακὴ Βαΐων βράδυ] (Μθ 21,33-46)



Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἐν ὄψει τοῦ σταυρικοῦ θανάτου του ἐλέγχει τὴν κακότητα τῆς ἄρχουσας θρησκευτικῆς τάξεως τῶν Ἰουδαίων (ἀρχιερέων καὶ γραμματέων) μὲ τὴν καυστικὴ παραβολὴ τῶν κακῶν γεωργῶν.
Ἕνας νοικοκύρης (= ὁ Θεός), λέει στὴν παραβολή, φύτεψε ἀμπέλι (= τὸν Ἰσραὴλ) καὶ ἔβαλε γύρω περίφραξη (= τὸ Νόμο) καὶ ἄνοιξε στὸ βράχο πατητῆρι (= θυσιαστήριο) καὶ ἔκτισε πύργο (= τὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος) καὶ τὸ ἐμπιστεύθηκε σὲ γεωργοὺς (στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ στοὺς ἄρχοντας, γιὰ νὰ κυβερνοῦν τὸ λαό του καὶ νὰ τὸν καθοδηγοῦν κατὰ τὸ θέλημά του) καὶ ἔφυγε (= τοὺς ἄφησε ἐλεύθερους). Ὅταν πλησίασε ὁ καιρὸς τῆς καρποφορίας, ὁ Θεὸς ἔστειλε τοὺς δούλους του (= τοὺς προφῆτες) πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς νὰ πάρει τοὺς καρπούς του (= τὰ καλὰ ἔργα τους). Ἀλλ’ ἐκεῖνοι τοὺς ἔπιασαν καὶ ἄλλον μὲν ἔδειραν, ἄλλον σκότωσαν, ἄλλον λιθοβόλησαν.
Οἱ ἄξιοι τιμωρίας τιμωροῦν τοὺς ἀθῴους. Οἱ ἄξιοι καταδίκης γίνονται δικασταί. Ἀνατροπὴ τῆς τάξεως. Ἐπανάσταση. Ἀνταρσία. Τὸν προφήτη ᾿Ιερεμία τὸν ἔρριξαν σὲ λάκκο γεμάτο ἀκαθαρσία. Τὸν Μιχαΐα τὸν χτύπησε στὴ σιαγόνα ὁ Σεδεκίας. Τὸν Ζαχαρία, γιὸ τοῦ Βαραχίου, τὸν φόνευσαν μὲ λιθοβολισμὸ ἀνάμεσα στὸ ναὸ καὶ στὸ θυσιαστήριο. Τὸν Ἰωάννη τὸν βαπτιστὴ τὸν ἀποκεφάλισαν μὲ μαχαῖρι. Καὶ ὁ μὲν Θεὸς μακροθυμοῦσε καὶ ἔστελνε καὶ ἄλλους προφῆτες περισσότερους ἀπὸ πρίν, οἱ δὲ ἀρχιερεῖς ἀποθρασύνθηκαν καὶ τοὺς ἔκαναν κι ἐκείνους τὰ ἴδια. Ἔτσι φάνηκε ἡ μεγαλοψυχία του, φάνηκε καὶ ἡ κακουργία τους.
Τελευταῖον στέλνει ὁ Θεὸς τὸ Γιό του, σκεπτόμενος ὅτι ἴσως θὰ τὸν ντραποῦν. Ὄχι ὅτι δὲν ἤξερε τί θὰ τὸν κάνουν, ἀλλὰ λέει «ἴσως», γιὰ νὰ φανεῖ τί θὰ κάνουν. Ὁ Θεὸς ὡς παντογνώστης πρόβλεψε τὴ διαγωγὴ τῶν κακῶν γεωργῶν, ἀλλὰ δὲν δέσμευσε τὴν ἐλευθερία τους νὰ ἐνεργήσουν ὅπως ἐνήργησαν, ἀφοῦ αὐτοὶ δὲν ἤξεραν τὶς βουλές του. Λέγεται ὅτι, ὅταν ὁ λύκος δοκιμάσει αἷμα ζώου, γίνεται ἀσυγκράτητος. Καὶ αὐτοὶ λοιπὸν ἔγιναν λύκοι βαρεῖς ποὺ διψοῦσαν αἷμα ἀνθρώπινο, αἷμα δικαίων, καὶ ἔφτασαν νὰ ὁρμήσουν καὶ ἐναντίον τοῦ Γιοῦ τοῦ Θεοῦ. «Ἐμπρός, εἶπαν, ἂς τὸν σκοτώσουμε, καὶ ἂς τοῦ πάρουμε τὴν κληρονομία».
Ὁ Ἰησοῦς ἐδῶ ζωγραφίζει τὸ μέγεθος τῆς κακότητος καὶ τῆς ζηλοτυπίας τῶν ἀρχιερέων τῶν ἡμερῶν του. Οἱ ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς δὲν τὸν ἄντεξαν ἄλλο· ἔβλεπαν κάθε μέρα νὰ κερδίζει ἔδαφος, νὰ τὸν ὑποδέχεται ὁ λαὸς μὲ ἐνθουσιασμό, νὰ παίρνει μαστίγιο καὶ νὰ διώχνει τοὺς ἐμπόρους ἀπὸ τὸ ναό, πλήττοντας τὰ οἰκονομικά τους συμφέροντα. Ἕως πότε, εἶπαν, θὰ τὸν ἀνεχόμαστε;
Τὸν ἔπιασαν λοιπόν, τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὸν σκότωσαν, τὸν σταύρωσαν. Ὁ Ἰωάννης χρυσόστομος τοὺς ἐρωτᾶ· Μὰ γιατί; τί μικρὸ ἢ μεγάλο ἔχετε νὰ τὸν κατηγορήσετε; Ἐπειδὴ σᾶς τίμησε, καὶ ἐνῷ ἦταν Θεός, ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἔκανε γιὰ σᾶς τὰ μύρια ἐκεῖνα θαύματα; Μήπως ἐπειδὴ συγχωροῦσε τ’ ἁμαρτήματα ἢ ἐπειδὴ προσκαλοῦσε στὴ βασιλεία του;
Ὁ ῾Ρωμαῖος αὐτοκράτορας Τίτος μπῆκε μὲ τὶς λεγεῶνες του στὰ ᾿Ιεροσόλυμα σὰν θεία δίκη καὶ ἔκανε μία καταστροφή, ποὺ ἄλλη τέτοια δὲν μαρτυρεῖται στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου. Ὁ Ἰώσηπος ἀναφέρει ὅτι ὁ ναὸς κάηκε καὶ καταστράφηκε ἐκ θεμελίων. Ἡ πόλη ὀργώθηκε ὅπως τὸ χωράφι, μὲ τὸ ἀλέτρι. Πάνω ἀπὸ ἕνα ἑκατομμύριο Ἰουδαῖοι φονεύτηκαν ἢ πουλήθηκαν σὰν δοῦλοι στὴ ῾Ρώμη καὶ στὴν Ἀλεξάνδρεια. Καὶ ὅσοι γλίτωσαν τὸ μαχαῖρι, ἔφυγαν στὰ πέρατα τοῦ κόσμου, μακριὰ ἀπὸ τὸ ναό τους, τὴν πατρίδα τους, τοὺς τάφους τῶν συγγενῶν τους.
Εἶχαν πεῖ· «Τὸ αἷμα αὐτοῦ νὰ πέσει πάνω μας καὶ στὰ παιδιά μας». Καὶ ἔπεσε. Καὶ δὲν ἔμεινε τίποτε ὄρθιο. Οὔτε λίθος ἐπὶ λίθου. Καὶ αὐτὰ στὴν ἐδῶ ζωή. Στὴ μετὰ θάνατον ἀναμένονται τὰ χειρότερα.
«Καὶ τὸν ἀμπελῶνα, λέει στὴν παραβολὴ ὁ Κύριος, ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς». Καὶ αὐτὴ ἡ λεπτομέρεια τῆς παραβολῆς ἐπαληθεύτηκε. Ὁ ἀμπελῶνας τοῦ Θεοῦ δὲν χάθηκε μὲ τὴν ἔκπτωση τοῦ ἰσραηλιτικοῦ ἱερατείου· δόθηκε στὴν Ἐκκλησία. Καὶ πρέπει ἡ ἡγεσία της καὶ τὰ μέλη της ν’ ἀποδώσουν καρποὺς ἀγαθούς. Ἂν δὲν ἀποδώσουν, θὰ δώσουν λόγο κατὰ τὴ δευτέρα παρουσία, καὶ ἡ τιμωρία θὰ εἶναι σκληρότερη ἀπὸ τὴν καταστροφὴ τῶν ᾿Ιεροσολύμων.
Πάντως ἀνεξαρτήτως ἀπὸ τὴν κατὰ περιόδους τόπους καὶ πρόσωπα ἀκαρπία τῆς ἐκκλησίας, τοὺς καρποὺς τῆς πίστεως, τῶν ἀγαθῶν ἔργων της καὶ τοῦ μαρτυρικοῦ αἵματός της ἡ Ἐκκλησία ἀντιπρόσφερε καὶ ἀντιπροσφέρει στὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Θεὸν μὲ τοὺς ἐκλεκτούς της, ἀναμένοντας τὸ στεφάνι τῆς δόξης.

θανάσιος Γ. Σιαμάκης, ρχιμανδρίτης

Σέ ποιόν πρέπει νά δίνουμε ἐλεημοσύνη καί μέ ποιό τρόπο; (῾Αγ. ᾿Ιωάννη τῆς Κρονστάνδης)


eleimosuniΟ Ιησούς Χριστός λέει: «Παντί τω αιτούντί σοι δίδου». Αυτό σημαίνει πως πρέπει να ευεργετούμε και να ελεούμε όλους, χωρίς να διακρίνουμε τους ανθρώπους από την κατάστασή τους, το κοινωνικό παρελθόν τους ή τη θρησκεία τους. Πρέπει να δίνουμε την ελεημοσύνη μας στον καθένα που την έχει πραγματικά ανάγκη. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει πως πρέπει να είμαστε σπλαχνικοί προς τους φτωχούς και εκείνους που είναι δυστυχισμένοι από οποιαδήποτε αιτία. Σαν άνθρωποι πρέπει να δίνουμε την ελεημοσύνη μας στους άλλους ανθρώπους, οποία κι αν είναι η αιτία που τους κάνει να ζητιανεύουν, είτε είναι χήρες και ορφανά είτε εξορίστηκαν από την πατρίδα τους, είτε υποφέρουν από την αυταρχικότητα των κυβερνώντων είτε από τη σκληρότητα των προϊσταμένων, είτε από την απανθρωπιά των φοροεισπρακτόρων είτε από την απληστία των εχθρών, είτε από την αρπαγή της περιουσίας τους είτε από την απώλεια που είχαν λόγω ναυαγίου. Όλοι τους έχουν δικαίωμα και μερίδιο στη συμπάθειά μας. Κοιτάζουν με προσμονή τα χέρια σου, όπως κοιτάζουμε όλοι μας τα χέρια του Θεού όταν ζητάμε κάτι. Είναι πολύ καλύτερα ν’ ανοίξει κανείς το χέρι του σε κάποιον ανάξιο, παρά να στερήσει την ελεημοσύνη του από εκείνον που την έχει ανάγκη, από φόβο να μην απατηθεί.
Πρέπει να βοηθάμε τους ανθρώπους όχι από ματαιοδοξία ή από έπαρση κι αλαζονεία, όχι από την επιθυμία μας να μας ευχαριστούν και να μας ευγνωμονούν οι ευεργετούμενοι ή για να λάβουμε ανταπόδοση, αλλά με ανιδιοτέλεια, για να ευχαριστήσουμε το Θεό, αλλά κι από αγάπη για τον πλησίον μας. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει πως η ελεημοσύνη που μολύνθηκε από την αρρώστια της ματαιοδοξίας δεν είναι πια ελεημοσύνη, αλλά κομπασμός και σκληροκαρδία. Γιατί όταν δίνεις με υπερηφάνεια είναι σα να διασύρεις δημόσια τον αδελφό σου.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει στη δέκατη τρίτη ομιλία του στη Β΄ προς Κορινθίους Επιστολή πως η ελεημοσύνη δε συνίσταται μόνο στο να δίνεις χρήματα, αλλά και στο να τα δίνεις με αίσθημα χριστιανικής συμπάθειας. Πρέπει να κάνουμε το καλό και να παρέχουμε τη βοήθειά μας θεληματικά, πρόθυμα, καρδιακά, με σεβασμό και ανυπόκριτη αγάπη προς τους φτωχούς. Δεν πρέπει να μας κατέχει κανένα αίσθημα περιφρόνησης, αγανάκτησης ή οργής κι εκνευρισμού. «Έκαστος καθώς προαιρείται τη καρδία, μη εκ λύπης ή εξ ανάγκης· ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός» (Β’ Κορ. θ’ 7). «Διάθρυπτε πεινώντι τον άρτον σου και πτωχούς αστέγους εισάγε εις τον οίκον σου», λέει κι ο προφήτης Ησαΐας (κεφ. νη’ 7). Κι όλα αυτά πρέπει να τα κάνεις με την καρδιά σου, όπως λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Ο απόστολος Παύλος μας δίνει το μέτρο, πως πρέπει να ενεργούμε σ’ αυτές τις περιπτώσεις: «ο παρακαλών, εν τη παρακλήσει, ο μεταδιδούς, εν απλότητι, ο προϊστάμενος, εν σπουδή, ο ελεών, εν ιλαρότητι» (Ρωμ. ιβ’ 8).
Όταν συμπεριφέρεσαι έτσι, η προθυμία σου θα διπλασιάσει την αξία της καλής σου πράξης. Όταν όμως η καλή αυτή πράξη γίνεται με λύπη ή από ανάγκη, δεν μπορεί να φέρει χαρά. Όταν κάνεις το καλό πρέπει να έχεις χαρά, όχι θλίψη ή γογγυσμό. «Ελεημοσύνη δε σημαίνει απλά το να δίνεις χρήματα, λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αλλά να το κάνεις με ζήλο, με χαρά, με ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης προς το πρόσωπο που δέχεται τη δωρεά σου. Αν κάποιος δε δίνει με τέτοια διάθεση, θα ήταν καλύτερα να μην έδινε τίποτα, γιατί τότε αυτό που δίνει δεν είναι ελεημοσύνη αλλά ανώφελο και άχρηστο έξοδο. Τότε μόνο λέγεται και είναι ελεημοσύνη μια καλή πράξη, όταν δίνεται με χαρά, όταν σκέφτεσαι πως από αυτά που δίνεις εσύ ωφελείσαι πολύ περισσότερο» (Ομιλία 1η στην προς Φιλιππησίους Επιστολή).
Το καλό πρέπει να το κάνεις χρησιμοποιώντας τη δική σου περιουσία κι όχι κάποιου άλλου, στην οποία δεν έχεις κανένα νόμιμο δικαίωμα. Και θα πρέπει να είναι περιουσία που αποκτήθηκε με τίμια δουλειά, όχι με κλοπές, άπατες και ψέματα. Για να δώσουμε πολλή ελεημοσύνη, πρέπει να περιορίσουμε τα έξοδά μας. Για παράδειγμα δεν πρέπει ν’ αγοράζουμε ακριβά κι εξεζητημένα πράγματα, εφόσον μπορούμε να κάνουμε και χωρίς αυτά. Γιατί αυτό που μας περισσεύει  ανήκει στους φτωχούς κι όταν το ξοδεύουμε ασυλλόγιστα είναι σα να τους το αφαιρούμε. Πρέπει να κάνουμε πάντα το καλό και να βοηθάμε τους άλλους. Να μην περιορίζεται ο ζήλος μας αυτός από τις τυχόν δυσκολίες που θα συναντήσουμε στην άσκηση της ελεημοσύνης. Λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Η πίστη σου κι η ελεημοσύνη σου να μη μειωθούν». Δε λέει να κάνεις το καλό μια φορά, δυο, τρεις, δέκα ή εκατό φορές, αλλά πάντα. «Το έργο αυτό να μην το εγκαταλείψεις» (Ομιλία στην προς Φιλιππησίους Επιστολή).
Όταν δίνεις ελεημοσύνη, καλό είναι να κάνεις διάκριση ανάμεσα στους πραγματικά φτωχούς και σε εκείνους που φαίνονται φτωχοί. Πρέπει να δίνεις όση περισσότερη βοήθεια μπορείς, ανάλογα με τη δύναμή σου. Πρέπει να δίνεις προτεραιότητα στους περισσότερο φτωχούς, σε εκείνους που αξίζουν περισσότερο τη βοήθειά σου, στους κοντινούς και τους συγγενείς σου πρώτα κι υστέρα στους ξένους. Επειδή δεν είναι εύκολο να τα γνωρίζεις πάντα αυτά τα πράγματα με ακρίβεια, μερικοί εκκλησιαστικοί πατέρες μας συμβουλεύουν να εμπιστευόμαστε εκείνους που είναι έμπειροι για να μας πουν πού θα δώσουμε την ελεημοσύνη μας. Αυτό όμως δεν πρέπει να μας γίνει πρόβλημα. Δεν πρέπει να ψάχνουμε πολύ το θέμα των φτωχών, γιατί έτσι μπορεί να στερήσουμε από τη βοήθειά μας και εκείνους που έχουν πραγματικά ανάγκη. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει πως δεν υπάρχει παράδειγμα κάποιου υπερβολικά ακριβοδίκαιου ανθρώπου που να έπεσε πάνω σ᾽ έναν άγιο. Υπάρχει όμως το αντίθετο, δηλαδή να συναντήσει κανείς έναν απατεώνα. Γι᾽ αυτό, εκείνο που σας συμβουλεύω είναι να ενεργούμε σε όλα με απλότητα.
Τέλος θα ήθελα να πω ότι δεν πρέπει να λογαριάζουμε πως κάνουμε κάτι σπουδαίο όταν δίνουμε ελεημοσύνη, αλλά μάλλον να πιστεύουμε πως απλά είμαστε διαχειριστές των αγαθών του Θεού. Ποτέ δε θα γίνεις τόσο γενναιόδωρος όσο ο Θεός, λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Ακόμα κι αν μοιράσεις ολόκληρη την περιουσία σου, ακόμα κι αν μαζί με την περιουσία σου παραδώσεις και τον εαυτό σου πάλι δεν έκανες τίποτα σπουδαίο. Γιατί ό,τι κι αν δώσει ο άνθρωπος, ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό, τα παίρνει πίσω από Εκείνον. Όσα περισσότερα και να Του δώσεις, εκείνα που θα σου γυρίσει πίσω θα είναι περισσότερα. Και βέβαια δεν πρόκειται να δώσεις τίποτα δικό σου, αφού «πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον άνωθεν εστί καταβαίνον».
Ας κλείσουμε λοιπόν λέγοντας: ΅Μακάριοι οι ελεήμονες, ότι αυτοί ελεηθήσονται.
Μακάριοι κι ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που είναι εύσπλαχνοι κι ελεούν τους φτωχούς, γιατί αυτοί θα ελεηθούν από το Θεό. Αχ! και να ήξερες τι μεγάλη ανταπόδοση σε περιμένει για την ελεημοσύνη που δίνεις στους φτωχούς! Θα σου δείξει ο Θεός έλεος κατά την ήμερα της κρίσης ενώπιον αγγέλων και ανθρώπων και θα κληρονομήσεις τη βασιλεία των ουρανών που έχει ετοιμαστεί από καταβολής κόσμου. Αμήν.
(Αγ. Ιωάννη της Κρονστάνδης, «Οι Μακαρισμοί»- Δέκα ερμηνευτικές ομιλίες- απόσπασμα.)
 Πηγή:http://fdathanasiou.wordpress.com

Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ



Τσακ­τσί­ρα Μα­ρί­ας
Νηπιαγωγοῦ
 «Εἰς τήν Πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολήν τοῦ Ἀπ. Παύλου», Ὁμιλία  (21η), ΜPG 62, 149- 156
    Ἓνα ἀπό τά καθαρά παιδαγωγικά ἒργα τοῦ Χρυσοστόμου εἶναι ἡ εἰκοστή πρώτη ὁμιλία του, μέ θέμα ἀντλημένο ἀπό τήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου. Συνολικά, ἒχουν καταγραφεῖ εἰκοσιτέσσερις ὁμιλίες τοῦ Ἱεράρχη γιά τή συγκεκριμένη ἐπιστολή, τό κείμενο τῆς ὁποίας ὁμολογουμένως προσφέρεται γιά πολλαπλές καί πολυεπίπεδες ἀναλύσεις, λόγω τῆς πυκνότητας καί τοῦ βάθους τῶν νοημάτων πού περικλείει.
    Ὡς ἐναρκτήριο μήνυμα ἐπιλέγονται οἱ στίχοι 2-3 τοῦ ἓκτου κεφαλαίου τῆς ἐπιστολῆς: « Τά τέκνα, ὑπακούετε τοῖς γονεῦσιν ἡμῶν ἐν Κυρίῳ. Τοῦτο γάρ ἐστί δίκαιον. Τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα, ἥτις ἐστίν ἐντολή πρώτη ἐν ἐπαγγελίᾳ, (πού συνοδεύεται ἀπό ὑπόσχεση) ἵνα εὖ σοι γένηται καί ἔσῃ μακροχρόνιος ἐπί τῆς γῆς». Ἡ προτροπή τοῦ Ἀποστόλου γιά ὑπακοή τῶν παιδιῶν στούς γονεῖς βασίζεται πάνω στήν πέμπτη ἐντολή τοῦ Δεκαλόγου. Στήν ἐπιστολή του «Πρός ἄπιστον πατέρα» ὁ Χρυσόστομος ἀναφέρει, ὃτι μεγάλη ἀνταμοιβή περιμένει ὃσους τιμοῦν τούς γονεῖς καί τούς θεωρούν κυρίους (MPG 47, 344). Ἡ ὑπακοή ὃμως ἒχει ὡς ὃριο τό «ἐν Κυρίῳ», δηλαδή εἶναι σωστή μόνο μέ τήν προϋπόθεση, ὃτι οἱ προσταγές τῶν γονέων δέν ἀντιβαίνουν στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
    Τά παιδιά δέν ὑπακούουν πάντα εὐχάριστα, πολύ συχνά γίνεται δέ αὐτό ἀφορμή ἒντασης στήν οἰκογένεια. Καί τοῦτο διότι, εἰδικά στίς μικρές ἡλικίες, δέν εἶναι ἱκανά νά κατανοήσουν τήν ἀξία τῆς ὑπακοῆς. … Ἀντιθέτως, «εἶναι σέ θέση νά συνδέσουν τήν ὑπακοή μέ τά εὐχάριστα συναισθήματα πού τή συνοδεύουν. Ἀλλά καί αὐτό πάλι οἱ γονεῖς θά τούς τό ἐμπνεύσουν. Γιατί ὃσες φορές αὐτά ὑπακούουν στίς συμβουλές τους, θά τά ἐπαινοῦν καί θά τούς φανερώνουν περισσότερο ἒκδηλα τήν ἀγάπη τους. Ἒτσι καί αὐτά θά συνηθίσουν καί θά ἀρέσκονται νά ὑπακούουν, γιά νά τούς εὐχαριστοῦν καί νά αἰσθάνονται ὃτι ἀποσποῦν τήν ἐπιδοκιμασία τους».[1]
    Στήν ἀρχή ὁ ὁμιλητής χρησιμοποιεῖ τήν παρομοίωση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου μέ γλύπτη – ἀγαλματοποιό, ὁ ὁποῖος ἀκολουθεῖ μιά ὁρισμένη σειρά σ’ αὐτό πού δημιουργεῖ. Ἒτσι καί ὁ Ἀπόστολος ἒρχεται φυσικά νά μιλήσει στό σημεῖο αὐτό (Κεφ. 6, 2-3) γιά τά παιδιά, ἀφοῦ ἒχει ἀναφερθεῖ προηγουμένως στόν ἂνδρα καί τή γυναίκα. Καί σέ ἀρκετά ἂλλα σημεῖα τῶν λόγων καί τῶν πραγματειῶν του ὁ Χρυσόστομος παρομοιάζει τούς μορφωτές τῶν παιδικῶν ψυχῶν- παιδαγωγούς καί γονεῖς- μέ ἀργυροχόους ἢ ἀγαλματοποιούς, πού ὃμως δέν βρίσκουν κάθε φορά τά παιδιά ὃπως τά εἶχαν ἀφήσει, πράγμα πού, ἀντίθετα, συμβαίνει στήν τέχνη τῶν δεύτερων μέ τά ὑλικά πού κατεργάζονται. «Οὐ γάρ ἄψυχα σκεύη, ἀλλά ψυχάς χαλκεύομεν (σφυρηλατοῦμε) λογικάς» (Ὁμιλία 13η Εἰς Ἀνδριάντας, MPG 49,142).
    «Καθάπερ τις σῶμα πλάττων, πρῶτον μέν τήν κεφαλήν, ἔπειτα τόν αὐχένα, εἶτα τούς πόδας τίθησιν, οὕτω καί ὁ μακάριος Παῦλος τῷ λόγῳ πρόεισιν. Εἶπε περί τοῦ ἀνδρός, εἶπε περί τῆς γυναικός, τῆς δευτέρας ἀρχῆς. Χωρεῖ (προχωρᾶ) λοιπόν ὁδῷ βαδίζων ἐπί τήν τρίτην. Αὕτη δέ ἐστίν τῶν παίδων. Τῆς μέν γάρ γυναικός ἄρχει ὁ ἀνήρ, τῶν δέ παίδων ὁ ἀνήρ καί ἡ γυνή»(Παράγραφος α΄).[2]
    Ὁ Κορνιτσέσκου ἀναφέρει γιά τόν καθορισμό αὐτό τῆς ἐνδοοικογενειακῆς ἱεραρχίας : «Ἐπικρατέστερη γνώμη σ’ αὐτόν (στόν Χρυσόστομο) εἶναι, ὃτι ἡ ἱεράρχηση αὐτή ὑπῆρχε καί πρίν τήν πτώση. Δέν πρόκειται γιά φυσική ἢ ψυχική διαφορά μεταξύ ἂνδρα καί γυναίκας. Ἡ ἱεράρχηση γίνεται γιά πρακτικούς λόγους: τήν προκοπή τῆς οἰκογένειας καί τήν ἀποφυγή διαμάχης. Δέν πρόκειται γιά ἀπόλυτη μοναρχία. Εἶναι ἀπαραίτητη ἡ πλήρης ἐναρμόνιση τῶν ρόλων…».[3] «Αὐτό γίνεται σαφέστερο στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή, ὃπου ἡ ὑποταγή τῆς γυναίκας στόν ἂνδρα καί ἡ ἀγάπη τοῦ ἂνδρα πρός τή γυναίκα παρουσιάζονται ὡς ἀναλύσεις τῆς γενικῆς παραινέσεως πού ἀπευθύνεται ἀπό κοινοῦ στούς πιστούς (ἀμοιβαία θυσία καί διακονία)».[4] Ἐξάλλου καί ὁ Μέγας Βασίλειος ἐπιγραμματικά λέει ὃτι: «Τό θῆλυ ὁμοτίμως τῷ ἄρρενι παρά τοῦ κτίσαντος γέγονε». Ἡ ἰσοτιμία τοῦ ἂνδρα καί τῆς γυναίκας καί τό πῶς ὀφείλουν νά χειριστοῦν τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν τους λαμβάνει ἰδιαίτερη βαρύτητα ὡς θέμα στό συνολικό ἒργο τοῦ χρυσοῦ Ἱεράρχη. Ἒξοχες ἀναφορές ἐντοπίζονται μεταξύ ἂλλων στίς ὁμιλίες πάνω στίς ἐπιστολές Πρός Κορινθίους, Πρός Ἐφεσίους, Πρός Τιμόθεον, πάνω στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ματθαίου καί στή Γένεση. Καί ὁ Ν. Νευράκης ἐπ’ αὐτοῦ ἀναφέρει: «Ὁ ἱερός Πατήρ ἐπαινεῖ τήν «κατ’οἶκον» ἐκκλησία ὃταν γράφει «Ἔνθα ἀνήρ καί γυνή καί παιδία καί ὁμόνοια καί φιλία» (Λόγοι 8ος καί 9ος στό κείμενο τῆς Γένεσης, MPG 54, 616 καί 620). Πραγματικά τά παιδιά εἶναι μεγάλη εὐλογία. Καί ἓνα μόνο χαμόγελο τοῦ παιδιοῦ μπορεῖ νά λύσει ὁλόκληρη συμφορά».[5]
    Προχωρώντας, τονίζει, ὃτι αὐτά γιά τά ὁποῖα κάνει λόγο ὁ Ἀπόστολος δέν εἶναι δυσνόητα, ἀλλά ἁπλά, ὃπως ἁπλές καί ἁπαλές εἶναι οἱ ψυχές τῶν μικρῶν παιδιῶν, ἐλεύθερες ἀπό πάθη καί εὒπλαστες. «Οὐδέ ἐνταῦθα περί τοῦ Χριστοῦ διαλέγεται (γίνεται λόγος), οὐδέ περί τῶν ὑψηλῶν. Ἔτι γάρ πρός ἁπαλάς διαλέγεται διανοίας. Διό καί βραχεῖαν ποιεῖται τήν παραίνεσιν, ἅτε οὐ δυναμένων τῶν παίδων μακρῷ παρακολουθῆσαι λόγῳ»(Παράγραφος α΄). Ὁ Χρυσόστομος, ὂχι ἂδικα, συνιστᾶ σέ πολλά σημεῖα τή συντομία στίς συμβουλές πού δίνουν οἱ γονεῖς: «Βραχύς ὁ καρπός τοῦ καλῶς εἰρηκότος» (Ἐπάνω στό ρητό «Μή φοβοῦ ὅταν πλουτήσῃ ἄνθρωπος», MPG 55, 511).
   Συνεχίζοντας, διασαφηνίζει, ὃτι δέν εἶναι ὃλα τά διδάγματα τοῦ χριστιανισμοῦ κατάλληλα γιά ὃλες τίς ἡλικίες. Τό τί θά ἀκούσουν καί θά διδαχθοῦν τά παιδιά ἐξαρτᾶται ἀπό τή φάση στήν ὁποία βρίσκεται ἡ γνωστική καί ψυχοσυναισθηματική τους ἀνάπτυξη καί εἶναι ἀνάλογο τῶν ἰδιαίτερων ἀναγκῶν κάθε ἡλικίας. «Διά τοῦτο οὐδέ περί βασιλείας τι διαλέγεται. Οὐ γάρ ἐστι τῆς ἡλικίας ἐκείνης ταῦτα ἀκούειν. Ἀλλ’ ἅ μάλιστα ψυχή νηπιώδης ἀκοῦσαι ποθεῖ, ταῦτά φησιν, ὅτι μακροχρόνιος ἔσται» (Παράγραφος α΄). Εἶναι  ἐπιζήμιο νά εἰσάγει κανείς ἀκαίρως τά μικρά παιδιά στή διδασκαλία γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί παρόμοιας φύσης θέματα.
   Σκόπιμο ἀπεναντίας εἶναι νά τούς παρουσιάζεται ἡ χριστιανική ζωή ἑλκυστική: «Ἡ θρησκευτική γνώση γιά νά λειτουργήσει ὡς γεγονός μεταμορφωτικό καί σωτήριο γιά τό παιδί, θά πρέπει νά φανερωθεῖ ὡς ἀγαπητικό καί χαρούμένο γεγονός, καθώς εἶναι στήν πραγματικότητα καί ὂχι καθώς τήν παρουσιάζουν διάφοροι κίβδηλοι ἢ φανατικοί χριστιανοί. Μόνο ἒτσι θά μπορέσει νά ἑλκυστεῖ ἀπό τό κάλλος τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας καί ζωῆς».[6] Καί ὁ Στέλιος Ράμφος συμπεραίνει: «Ἡ κάμψη τῆς θρησκευτικότητας δέν ἀφορᾶ τά παιδιά, πού κυριολεκτικά διψοῦν γιά ὀμορφιά, ἀλήθεια καί δικαίοσύνη».[7]
   «Τοῦ ἀνδρός καί τῆς γυναικός οὕτω διακειμένων κατά τόν νόμον ὅν ἔθηκεν, οὐ πολλοῦ καμάτου ἐστί τά παιδία ὑποτάξαι». «Τό γάρ χαλεπώτερον, τό θεμέλιον θέσθαι, τήν κρηπῖδα (βάση) ὑποβαλλεῖν» (Παράγραφος α΄). Μέ γνώμονα ὃτι οἱ  ἁπαλές ψυχές τῶν παιδιῶν φύσει διαθέτουν ὀξυμένα αἰσθητήρια καί  δίψα γιά τήν ἀλήθεια καί ὃ, τι εἶναι γνήσιο, εἶναι εὒκολο ἓνας εὐσυνείδητος παιδαγωγός νά ἐργαστεῖ γιά τήν καλλιέργεια τῆς ἀρετῆς μέσα σ’ αὐτές. Γιά τόν Ἰ. Κογκούλη: «σημαντικότατο ρόλο παίζει ἡ γλώσσα. Πῶς ἐκφράζουν οἱ γονεῖς μέσα ἀπό συγκεκριμένο λεξιλόγιο τίς θρησκευτικές τους ἐμπειρίες! Ἐπίσης, πόσο νοηματίζουν βασικές καταστάσεις πού τό παιδί τους βιώνει, ὃπως ἡ ἀνασφάλεια, τό ἂγχος, ἡ χαρά, ὣστε ἡ χριστιανική ἀγωγή νά περνάει μέσα ἀπό μιά ἀληθινή σχέση, ἀνακαλύπτοντας στούς γονεῖς τό χριστιανικό τρόπο ζωῆς. Αὐτός πηγάζει ἀπό τήν κοινή της ζωή καί πραγματικότητα, μέσα ἀπό τόν προβληματισμό τῶν παιδιῶν σέ θέματα πίστης, τίς συγκαταθέσεις καί διαφωνίες τους».[8]
   Ὁ Χρυσόστομος τονίζει στήν «Περί Ἄννης» ὁμιλία του (MPG 54, 659) πώς δέν κάνει κάποιους γονεῖς τό νά γεννοῦν ἓνα παιδί, ἀλλά τό νά τό ἀνατρέφουν ὀρθά. Ἂν οἱ ἲδιοι ὡς προσωπικότητες καί σύζυγοι εἶναι τό χειροπιαστό παράδειγμα, τό ὁποῖο τά παιδιά βιώνουν καθημερινά, δέν ἒχουν νά καταβάλλουν, παρά ἐλάχιστο κόπο γιά τή σωστή ἀνατροφή «κατά νουθεσία Κυρίου», ὑπενθύμιση- παραγγελία πού ἐπανέρχεται ὡς ἐπωδός σέ ὃλη τήν ἒκταση τῆς ὁμιλίας πού σχολιάζουμε. Καί τοῦτο, διότι τά παιδιά προσέχουν πολύ περισσότερο ὃσα βλέπουν παρά ὃσα ἀκοῦν: «Οὐδέ γάρ τοῖς παρ’ ἡμῶν λεγομένοις οὕτω προσέχουσιν, ὡς τοῖς ὑφ’ ἡμῶν πραττομένοις» (Ὁμιλία Η΄ Εἰς Γένεσιν, MPG 53, 69-76). Ἂν δηλαδή οἱ γονεῖς προσφέρουν τή ζωντανή μαρτυρία αὐτοῦ πού πιστεύουν, θά εἶναι στά μάτια τῶν παιδιῶν τους ἓνα εἶδος πρώτης εἰκόνας τοῦ Θεοῦ, προκαλώντας τα νά προσέξουν τή μεγάλη παρουσία του στή ζωή τους καί θά προσανατολίζουν τίς ψυχές τους πρός τό μυστήριο αὐτῆς τῆς παρουσίας. Ταυτόχρονα βέβαια «δέν ἀπουσιάζει καί ἡ ἂλλη διάσταση τῆς χριστιανικῆς καλλιέργειας, πού ξεκινάει ἀπό τά παιδιά καί ἀπευθύνεται στούς γονεῖς, ἀφοῦ στά πρόσωπά τους ἐκεῖνοι ἀνακαλύπτουν τό Θεό.[…] Ἒτσι τά παιδιά δέν ἀποτελοῦν εἰκόνες τῶν γονέων, ἀλλά γίνονται γι’ αὐτούς εἰκόνες πρός μίμηση σύμφωνα μέ τήν προτροπή τοῦ Κυρίου νά παραμείνουν οἱ ἐνήλικοι παιδιά στίς ψυχές (Ματ. 18,3) […] Ἡ οἰκογένεια μεταδίδει τή χριστιανική πίστη μέσα ἀπό τή συμπεριφορά της».[9] Καί ὁ Γ. Μαντζαρίδης συμπληρώνει γιά τήν αὐτοαγωγή τῶν γονέων: «Καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος προτρέπει τούς πιστούς νά νηπιάζουν ‘‘τῇ κακίᾳ’’ χωρίς νά μειονεκτοῦν ὃμως στήν ὡριμότητα τοῦ νοῦ».[10]
    «Ἄν γάρ μή τοῦτό τις ἔχῃ (τό σεβασμό καί τήν τιμή πρός τούς γονεῖς), οὐδέποτε περί τούς ἔξωθεν ἔσται ἐπιεικής»(Παράγραφος α΄). Αὐτονόητο εἶναι, ὃτι ἂν κάποιος δέν γνώρισε ἒγκαιρα νά σέβεται καί νά δείχνει εὐγνωμοσύνη στούς ἲδιους τούς γονεῖς, πού εἶναι κατά κανόνα οἱ πρῶτοι ἐνήλικοι πού τό περιστοίχισαν, δέν θά ἐπιδείξει αὐτή τή συμπεριφορά σέ ξένους  ἀνθρώπους, στούς ὁποίους ἂλλωστε σίγουρα δέν ὀφείλει τή ζωή του καί τήν ὃποια ἀνατροφή. Γιατί ὁ χρυσός Ἱεράρχης λέει, πάλι στήν «Περί Ἄννης» ὁμιλία του, ὃτι ἀκόμη καί τούς «κακούς» γονεῖς ἡ φύση τούς ἐλέγχει καί μπορεῖ νά τούς ἀναγκάσει νά ἐπιμελοῦνται τά παιδιά, ἀκόμη καί ὃταν οἱ ἲδιοι ἒχουν διαφθαρεῖ (MPG 54, 637).[11] Ὑπάρχουν παράλληλα καί ἀξιόλογες ψυχολογικές ἑρμηνεῖες γιά τό θέμα τῆς κοινωνικῆς συμπεριφορᾶς τῶν παιδιῶν καί πῶς αὐτή συναρτᾶται μέ τή συμπεριφορά μέσα στήν οἰκογένεια. Ὁ Ἀ. Ἀσπιώτης γράφει: «Στό βίωμα τῆς τάξης καί τῶν ὁρίων ἢ στήν ἒλλειψή του ὀφείλεται ἂν ἓνας ἂνθρωπος ἀργότερα ὑποτάσσεται στήν τάξη, λαμβάνει ὑπόψη τούς ἂλλους, ἐάν εἶναι εὐγενής ἀπέναντί τούς, ἢ ἂν γίνει αὐθάδης, χωρίς σεβασμό, αὐτοκυριαρχία, θέληση, καχύποπτος, ἐχθρικός, ὓπουλος».[12]
   «Καί οἱ πατέρες, μή παροργίζετε τά τέκνα ὑμῶν, ἀλλά ἐκτρέφετε αὐτά ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου»(Παράγραφος α΄). Εἶναι ἀνάγκη νά μήν μεταχειρίζονται βία οἱ γονεῖς προκειμένου νά πειθαρχήσουν τά παιδιά τους. Γράφει ὁ Ἱεράρχης στήν 34η ὁμιλία του πάνω στό κείμενο τῆς Γένεσης, ὃτι: «Μήτε πρός τάς ὕβρεις ἀγριαίνομεν (ἐξαγριωνόμαστε), κἄν ὑποδεέστεροι εἶεν οἱ πρός ἡμᾶς διαπληκτιζόμένοι» (MPG 53, 313) καί πολύ σοφά παροτρύνει στήν 21η ὁμιλία του «Εἰς Ἀνδριάντας» γιά ὃσους ἀσκοῦν ἀγωγή: «Ἡ πραότης ἡ σή καί ἡ φιλοσοφία, ἀντί πάσης ἔσται διδασκαλίας αὐτοῖς καί παραινέσεως, καί ἐρυθριάσουσι καί καταισχυνθήσονται τοιοῦτον ἔχοντες φιλοσοφίας παράδειγμα, ἐλάττους (κατώτεροι) φανῆναι» (MPG 49, 218). Πολύ πιό ἀποτελεσματικό ἀναδεικνύεται γιά ἂλλη μιά φορά τό προσωπικό παράδειγμα τῆς ὑπομονῆς καί τῆς πραότητας, τό ὁποῖο, χωρίς ὁ παιδαγωγός ἢ ὁ γονέας νά προσπαθήσει πάρα πολύ, «ἀναγκάζει» τά παιδιά νά τό μιμηθοῦν.
     Εἶναι ἀλήθεια, ὃτι οἱ μειλίχιοι τρόποι καί ἡ καλοσύνη κερδίζουν ἀκόμη καί τίς πιό ταραγμένες, τίς πιό πονεμένες ψυχές, καί δέν θά ἦταν ὑπερβολικό νά ποῦμε, ὃτι κατεξοχήν τέτοιες ψυχές ἒχουν στά χέρια τους οἱ σημερινοί γονεῖς καί παιδαγωγοί. «Ὃσον ἀφορᾶ τήν ἐπίπληξη, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γράφει, ὃτι ὁ γονέας ὀφείλει νά τιμωρεῖ τό παιδί του περισσότερο μέ τόν τόνο τῆς φωνῆς του καί μέ τήν προειδοποίηση, παρά μέ τή φυσική βία. ‘‘Ὅταν μέντοι ἴδης ἀπό τοῦ φόβου κερδάναντα (ὠφελημένο), ἄνες(ἂφησέ το). Δεῖ (πρέπει) γάρ τινος φύσει τῇ ἡμέτέρᾳ καί ἀνέσεως (ἐπιείκεια)’’» (Περί κενοδοξίας καί ὅπως δεῖ τούς γονέας ἀνατρέφειν τά τέκνα, Παράγραφος 15).[13] Ἡ ἀγριότητα, ὁ παράφορος θυμός καί ἡ βίαιη μεταχείριση φέρνουν ἀγριότητα, κάνουν τό παιδί νά παραφέρεται ἢ νά κλείνεται ἑρμητικά στόν ἑαυτό του κάποτε καί νά μελαγχολεῖ σέ ἐπικίνδυνο βαθμό. Ἀσφαλῶς κάτι τέτοιο δέν συντελεῖ στήν ἐπίτευξη ἒστω καί τοῦ πιό ἁπλοῦ στόχου τῆς ἀγωγῆς, παρά αὐξάνει τόν ἀριθμό τῶν οἰκογενειακῶν καί προσωπικῶν δραμάτων.
   «Οὕτω δή καί ἐνταῦθα (ἐδῶ) πάλιν εἰς  αὐτόν (στόν πατέρα) τήν αἰτίαν ἀνάγει»(Παράγραφος α΄). Ὁ ὁμιλητής παρατηρεῖ, ὃτι ὁ Ἀπόστολος ἀπευθύνεται στούς πατέρες, νά μήν ἐξοργίζουν τά παιδιά τους. Ὁ πατέρας εἶναι συνυπεύθυνος καί συνοικοδόμος στό ἒργο τῆς ἀνατροφῆς, ἑπομένως ὁ ρόλος του παραμένει σπουδαιότατος, πολυδιάστατος καί ἀναντικατάστατος, σέ πλήρη ἀντιστοιχία καί ἐνιαία πορεία ἀσφαλῶς μέ αὐτόν τῆς μητέρας. «Εἶναι καλύτερα νά ὑπάρχει ὁ δυνατός πατέρας, πού γίνεται σεβαστός καί ἀγαπητός, ἀπό τό νά προσπαθεῖ ἡ μητέρα νά τόν ὑποκαταστήσει μέ ἀπαγορεύσεις καί ἀπειλές πού δέν ὁδηγοῦν πουθενά. Εἶναι μέγιστο παιδαγωγικό λάθος νά μειώνεται τό κύρος τοῦ πατέρα καί νά γκρεμίζεται ἀπό τό βάθρο τοῦ προτύπου».[14]
   Γιά τόν πατέρα ἀναφέρονται καί ἀλλοῦ τά ἑξῆς: «Στήν οἰκογένεια δάσκαλος εἶναι ὁ πατέρας. Αὐτός διδάσκει τήν ἀρετή μέ τό λόγο, τή συμβουλή καί τήν προτροπή. Ἡ θέση του συγκρίνεται μέ ἐκείνη τοῦ βασιλιά, ὁ ὁποῖος ἐπιδιώκοντας τό καλό τῆς ὁμάδας τήν ὁποία κυβερνᾶ, δίνει νόμους καί ἐπιβλέπει τήν ἐκτέλεσή τούς. Γι’ αὐτό εἶναι αὐστηρός μέ αὐτούς πού τούς καταπατοῦν, πράος δέ καί ἀγαπητός σέ αὐτούς πού τούς σέβονται». [15]Ἡ ἐποχή μας  ἒχει ἀντιστρέψει πολλά δεδομένα πού ἲσχυαν στό παρελθόν καί ἀνάμεσα σέ αὐτά καί τά καθήκοντα τοῦ πατέρα στήν οἰκογένεια. Κατά τή διάρκεια τῆς ἀπουσίας τῆς μητέρας στήν ἐργασία της, ὁ πατέρας ἒχει περιθώριο νά συνδεθεῖ ψυχικά μέ τά παιδιά του, νά τούς ἀφιερώσει χρόνο καί νά τά ἐπηρεάσει θετικά. Παραδόξως καί προφανῶς περισσότερο ἀπό κάθε ἂλλοτε-εὐτυχῶς ὃμως- οἱ πατέρες δείχνουν νά ἐνδιαφέρονται νά εἶναι ὑπεύθυνοι καί συνειδητοποιημένοι γονεῖς. Πάλι ὁ Β. Σκιαδάς σημειώνει: «Φαίνεται πώς λειτουργοῦν σωστικά κάποιοι ἒμφυτοι ἀμυντικοί μηχανισμοί. Θά πρέπει ὃμως οἱ μηχανισμοί αὐτοί νά διαφωτίζονται, ὣστε ἡ σύγχρονη οἰκογένεια ὂχι ἁπλά νά ἐπιζήσει, ἀλλά νά ἀνταποκριθεῖ στόν ὑψηλό της προορισμό».[16]
    Πολύ ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν ὃσα ἀκολουθοῦν στό κείμενο τῆς ὁμιλίας: «Μή νομίσῃς εἶναι περιττόν τό τῶν θείων Γραφῶν αὐτόν ἐπακούειν. Ὥστε ὑπέρ σοῦ τοῦτο γίνεται»(Παράγραφος α΄). Στή συνέχεια ὁ ὁμιλητής ἐπανέρχεται ἐπιμένοντας σέ μία οὐσιαστικά προτροπή: «Χριστιανόν αὐτόν ποίησον» (Παράγραφος α΄). Τά ἐπιχειρήματα πού χρησιμοποιοῦνται ἐδῶ ἀφοροῦν ὃσους γονεῖς ἢ παιδαγωγούς θεωροῦν, ὃτι τά παιδιά δέν ἒχουν  ἀνάγκη νά μαθαίνουν τήν Ἁγ. Γραφή καί νά γνωρίζουν βαθύτερα θέματα πίστεως. Ὁ Χρυσόστομος ἐφιστᾶ τήν προσοχή τῶν ἀκροατῶν στό γεγονός, ὃτι ἐφόσον ἡ ἐντολή προτρέπει σέ τιμή καί σεβασμό τῶν γονέων, συμφέρει πρῶτα ἀπό ὃλους τούς ἲδιους τούς γονεῖς νά μάθουν τά παιδιά τους ἒγκαιρα νά τήν τηροῦν.  Ὁ Κορνιτσέσκου ἀναφέρει πάνω σ’ αὐτό: «Γιά νά γίνει πιστευτός (ὁ ὁμιλητής) ἀπό τούς γονεῖς πρός τούς ὁποίους ἀπευθυνόταν, συνδέει κάποιες φορές τήν εὐγενική τους κλήση μέ τό συμφέρον. Ἓνα καλά ἀναθρεμμένο παιδί γίνεται αἰτία, ἐκτός ἀπό τούς ἐπαίνους ἐκ μέρους τῶν συνανθρώπων καί γιά ἀμοιβή ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ».[17] Γιά τήν ἐπιτυχία τῆς χριστιανικῆς ἀγωγῆς σημειώνει ὁ Ἀ. Ἀσπιώτης τά ἑξῆς πολύ ἀληθινά: «Τό μήνυμα τοῦ Θεοῦ δέν θά εἶναι δεκτό παρά ἀπό προετοιμασμένες ψυχές. Θά πρέπει νά ἀφυπνισθοῦν στό παιδί ψυχικές διαθέσεις, οἱ ὁποῖες τό καθιστοῦν ἱκανό νά διακρίνει τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, ὃπως ἡ αὐτοκυριαρχία, τό ἂνοιγμα πρός τούς ἂλλους, τό νά συνηθίσει νά δίνει […] Σημειώθηκε ἢδη πόσο ἀπό τά κυριότερα καθήκοντα τῶν γονέων εἶναι ἡ ἀφύπνιση τῶν παιδιῶν στήν ἐλευθερία. Θά εἶναι σημαντικό, ἐάν βοηθηθοῦν τά παιδιά νά εἶναι ἡ πρώτη τους ἐλεύθερη πράξη μιά ἐκλογή, μέσω τῆς ὁποίας θά ποῦν ναί στό Θεό».[18]
   Ὁ τρόπος διατύπωσης- προστακτική «κάνε τον χριστιανό»- φανερώνει ἐκτός τῶν ἂλλων καί τό βάρος πού τοποθετεῖται στήν ἒγκαιρη μύηση τῶν παιδιῶν στό χριστιανικό τρόπο ζωής ὡς ἐπαρκή  ὃρο  γιά τήν ἀληθινή εὐτυχία στή ζωή τους. Τήν προτροπή αὐτή ἐνισχύει παρακάτω:  Τῇ δέ ἀνοίᾳ (ἀνοησία) προσθήκη γίνεται καί παρά τῶν ἔξωθεν λόγων, ὅταν μάθωσιν ἐκεῖ τούς παρ’ αὐτοῖς θαυμαζομένους ἥρωας, παθῶν δούλους ὄντας καί δειλούς πρός θάνατον»(Παράγραφος α΄). Ἓνας ἐπιπρόσθετος λόγος πού καθιστᾶ ἀναγκαία τή γνώση τῶν διδαγμάτων τῶν Γραφῶν φαίνεται νά εἶναι τό γεγονός ὃτι τά παιδιά καθημερινά δέχονται ἐκ τῶν πραγμάτων ἐπιρροές ἀπό μή ὑγιή πρότυπα καί ἀπό τίς ἀρνητικές τους συμπεριφορές, πού λειτουργοῦν ὡς τροχοπέδη στίς προσπάθειες γονέων καί ἐκπαιδευτικῶν: δράση ἀναρχικῶν στοιχείων στήν κοινωνία, ὑπερ- ἣρωες τῶν κινουμένων σχεδίων, ἀπατηλοί χαρακτῆρες τοῦ κινηματογράφου καί τῶν ἠλεκτρονικῶν παιχνιδιῶν, «καλλιτέχνες» πού πεθαίνουν ἀπό ὑπερβολική δόση ἡρωίνης κοκ. Τέτοια πρότυπα κάθε ἂλλο παρά ενσαρκώνουν, φυσικά, τίς ἀξίες καί τά ἰδανικά μέ τά ὁποῖα ἐπιδιώκουν αὐτοί νά μεγαλώνουν τά παιδιά.
   Ἐδῶ ὁλοκληρώνεται τό πρῶτο μέρος. Στό δεύτερο ἀναφέρεται ἀρχικά  στό βαρυσήμαντο καθῆκον τῆς μητέρας γιά τήν ἀγωγή. Προηγουμένως ὃμως ἐπαναλαμβάνει: «Διά τοι τοῦτο πρῶτοι τῶν καρπῶν ἡμέῖς ἀπολαύομεν, θρασεῖς, ἀκολάστους, ἀπειθεῖς, βαναύσους ἐκτρέφοντες τούς παῖδας»(Παράγραφος β΄). Πρίν περάσει δηλαδή νά μιλήσει καθαρά γιά τή μητέρα διατυπώνει ἐκ νέου ὃ, τι λίγο πιό πάνω ἢδη εἶχε ἀναφερθεῖ, ἐδῶ ὃμως τό ζήτημα τίθεται ἀρνητικά. Οἱ γονεῖς θά βιώσουν τά ἀποτελέσματα τῆς κακής ἀγωγῆς τήν ὁποία ἂσκησαν, δηλαδή τή θρασύτητα, τήν ἀπειθαρχία καί τίς βίαιες ἀντιδράσεις τῶν παιδιῶν πρῶτα ἀπέναντί τους καί ὓστερα ἀπέναντι στό κοινωνικό περιβάλλον.
  «Μάλιστα ὑμεῖς αἱ γυναῖκες, τάς θαυμαστάς ἐκείνας γυναίκας ζηλώσατε»(Παράγραφος β΄). Σ’ αὐτό τό σημεῖο προτρέπονται οἱ μητέρες πού βρίσκονται στό ἀκροατήριο νά μιμηθοῦν τά συνετά καί θεάρεστα παραδείγματα δύο γυναικῶν: Τῆς Ἂννας, μητέρας τοῦ Σαμουήλ καί τῆς γυναίκας τοῦ Ἠλεί, οἱ ὁποῖες ἀφιέρωσαν ἀδίστακτα τά πρῶτα τους παιδιά στό Θεό, χωρίς νά γνωρίζουν ἂν θά γεννοῦσαν καί ἂλλα, πράξη γιά τήν ὁποία ὁ Θεός τίς τίμησε μέ πολυτεκνία καί εὐτυχία στό γάμο τους, ἀφοῦ  ἒδειξαν μεγάλη προθυμία καί πίστη.  «Ἀλλά πάντα ταῦτα ἡ γυνή παρωσαμένη (ἀφοῦ παραμέρισε), ἑνός μόνου γέγονε (φρόντισε), πῶς ἐκ προοιμίων τό ἄγαλμα τό πνευματικόν ἀναθῇ τῷ Θεῷ». «Διά τοῦτο καί ὁ γάμος ἐγένετο λαμπρότερος, ἐπειδή πρότερον τά πνευματικά ἐζήτησεν, ἐπειδή τήν ἀπαρχήν ἀνέθηκε.[…] Εἰ γάρ ἄνθρωποι τιμώμένοι ἀντιτιμῶσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὁ Θεός, ὁ καί χωρίς τοῦ τιμηθῆναι τοῦτο ποιῶν;»(Παράγραφος β΄). Ὁ ὁμιλητής  τονίζει, ὃτι δέν ἦταν δυνατόν ὁ Θεός νά παραβλέψει αὐτή τήν ἀφιέρωση- θυσία καί ἒστειλε πολλές εὐλογίες στή γυναίκα αὐτή. Ὂντας καί οἱ δύο αὐθεντικές μητέρες, ἀνέθεσαν τήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν τους ἀποκλειστικά στό Θεό καί Αὐτός δόξασε τή ζωή τους.
    Μέ ἀφορμή τά παραπάνω προκύπτει, ὃτι εἶναι προφανῶς ἀναγκαῖος ὃρος ἀφενός μέν νά διαθέτουν οἱ μελλοντικές μητέρες πνευματική ὑποδομή καί γνώση, ἀφετέρου δέ καί νά προετοιμάζονται γιά τό μεγάλο καί ἱερότατο ἒργο τῆς ἀγωγῆς, ὣστε νά μήν τό ἀντιμετωπίσουν «στά τυφλά» ἢ μέ τυχαῖο τρόπο, μέ ἀσταθή γραμμή πορείας. Αὐτό θά τίς ἀπάλλασσε ἀπό τό ἂγχος καί τά αἰσθήματα ἀνεπάρκειας καί ἀνασφάλειας γιά τήν ἀγωγή, πού ἀργότερα  γίνονται αἰτία σύγκρουσης στούς συζύγους, μέ ὀλέθριες συνέπειες γιά τά παιδιά. Μάλιστα, πολύ περισσότερο φαίνεται ἀπαραίτητο αὐτό στή σημερινή εποχή, πού ὁ χρόνος πού ἀπομένει σέ μιά μητέρα γιά νά ἀφιερώσει στά παιδιά της λόγῳ τῆς εργασίας της καί τῶν πολλαπλῶν κοινωνικῶν ὑποχρεώσεων καί δεσμεύσεων εἶναι λίγος. Ἂς ἐπισημανθοῦν ἐδῶ τά λόγια τοῦ Ἰ. Χρυσοστόμου στήν 62η ὁμιλία στό Κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο: «Κἄν βασιλίδα δείξῃς μετά διαδήματος οὐ προτίθησι τῆς μητρός ράκια (κουρέλια) περιβεβλημένης» (MPG 58, 601). Ἡ ἲδια ἡ σωματική  παρουσία τῆς μητέρας καί ἡ ἐνασχόλησή της μέ τά παιδιά της εἶναι γι’ αὐτά τό πολυτιμότερο πράγμα στόν κόσμο.
    Ἒχει παρατηρηθεῖ σέ πληθώρα ἐρευνῶν ἡ συσχέτιση τῆς ὑποβάθμισης τῆς ἀγωγῆς μέ τήν ὂξυνση προβλημάτων, τά ὁποῖα κάποτε καταλήγουν νά περιγράφονται ἀπό τούς κοινωνιολόγους ὡς μείζονες κοινωνικές πληγές. Ὁ Χρυσόστομος συνιστᾶ γι’ αὐτό: «Πάντα ἡμῖν δεύτερα ἔστω τῆς προνοίας τῶν παίδων»(Παράγραφος β΄). Σέ ἀντίθετη περίπτωση, τό ἀποτέλεσμα εἶναι  ἡ ἀποδιοργάνωση τῆς οἰκογένειας καί ἡ συνεχῶς χειρότερη λειτουργικότητά της. Γιά τό σπουδαιότατο ρόλο τῆς μάνας στή χριστιανική ἀνατροφή γράφει ὁ Β. Σκιαδάς: «Μέσα στήν οἰκογένεια, μέ κυρίαρχη τή φυσιογνωμία τῆς μητέρας, τό παιδί θά μάθει νά μιλάει, νά σκέφτεται, νά κρίνει, νά λογικεύεται, νά συμπεριφέρεται, ν’ ἀγαπάει καί νά ζεῖ τίς πρῶτες θρησκευτικές ἒννοιες. Γι’ αὐτό καί ὁ μέγάλος παιδαγωγός Pestalozzi τόνιζε πώς ἡ μητέρα ισοδυναμεῖ μέ ἑκατό δασκάλους».[19] Καί σέ ἂλλο σημεῖο γίνεται λόγος γιά τήν αὐθεντική μάνα ἀλλά καί τό σύνθημα πού πρέπει νά ἒχουν ὑπόψη τους καί οἱ δύο γονεῖς : «Ἡ μητέρα αὐτή, ὃταν μάλιστα ἒχει σημεῖο ἀναφορᾶς τό Θεό, γίνεται ἀναντικατάστατος παράγοντας μιᾶς περισσότερο ὑπεύθυνης, παραγωγικῆς καί ἀποτελεσματικῆς ἀγωγῆς. […] Πάνω ἀπ’ ὃλα ὃμως, θά πρέπει νά γνωρίζουν οἱ γονεῖς αὐτό πού γράφει ὁ Ἰ. Χρυσόστομος ‘‘οὐκ ἔστιν ἀνθρώπινον τό ἔργον τους…ἀλλά μυστήριον καί τύπος μεγάλου πράγματος’’».[20]
   Ἀμέσως μετά ἀκολουθοῦν καί ἂλλες, πιό πρακτικές συμβουλές γιά τούς γονεῖς. Ὁ Χρυσόστομος διδάσκει ἀποφθεγματικά σχεδόν τήν κοσμοθεωρία, μέ τήν ὁποία συμφέρει περισσότερο νά ‘‘ὁπλίζουν’’ τό παιδί στή ζωή του, ἂν σκοπός εἶναι νά ζήσει αὐτό πραγματικά εὐτυχισμένο. Καί αὐτή φυσικά συνίσταται σέ μιά στάση ἀνώτερη τῆς ἀπόκτησης ἀποκλειστικά χρημάτων καί δόξας: «Οὐδέν τοσοῦτον ἐργάσῃ, τέχνην διδάσκων αὐτόν καί παιδείαν τήν ἔξωθεν, δι’ ἧς χρήματα κτήσεται, ὅσον ἐάν διδάξῃς αὐτόν τέχνην, δι’ ἧς χρημάτων καταφρονήσει»(Παράγραφος β΄). Σέ πολλά ἂλλα σημεῖα τῶν ὁμιλιῶν καί τῶν πραγματειῶν του ὁ Χρυσόστομος μέ πολύ σαφή τρόπο ἐξηγεῖ ὃτι ὑποστηρίζοντας κάτι τέτοιο, σέ καμία περίπτωση δέν ἐννοεῖ, ὃτι οἱ γονεῖς δέν πρέπει νά μεριμνοῦν καί γιά τήν κατά κόσμον μόρφωση καί ἀνέλιξη τῶν παιδιῶν τους. Στήν ὁμιλία «Πρός πιστόν πατέρα» ἀναφέρει: «Καί μή μέ τις νομιζέτω νομοθετεῖν ἀμαθεῖς τούς παῖδας γίνεσθαι» (MPG 47, 368) Αὐτή ἡ φροντίδα ὃμως ἒρχεται καί δέν εἶναι κατακριτέα, ἀφοῦ περάσει στά παιδιά νωρίς τό μήνυμα νά μήν θεωροῦν τίς γνώσεις ἐργαλεῖο ἀπόκτησης πλούτου καί τήν δόξα πού ἲσως ἀποκομίζουν ἀπ’ αὐτές πρώτιστο σκοπό τῆς ζωῆς. Στήν ἲδια ὁμιλία σημειώνει ἂλλωστε δίνοντας ἓνα παράδειγμα, ὃτι ἡ σπουδή τῆς ρητορικῆς τέχνης δέν ἀρκεῖ, παρά μόνο ἂν συνοδεύεται ἀπό καλή συμπεριφορά καί σωφροσύνη. Ἀκόμη καί στήν ὁμιλία πού ἐξετάζουμε, λίγο παρακάτω ἐπισημαίνει: «Οὐ κωλύων παιδεύειν ταῦτα λέγω, ἀλλά κωλύων ἐκείνοις (κοσμική μόρφωση) μόνοις προσέχειν»(Παράγραφος β΄).
     Ἀλλά τί εἶναι τελικά ὁ γνήσιος πλοῦτος; «Πλούσιος γάρ οὐχ ὁ πολλῶν χρημάτων δεόμενος (αὐτός πού ἒχει άνάγκη), καί πολλά περιβεβλημένος, ἀλλ’ ὁ μηδενός χρείαν ἔχων»(Παράγραφος β΄). Ἡ ρήση αὐτή πού ορίζει τόν πλούσιο ὑπεράνω παντός ὑλικοῦ πράγματος θυμίζει τή φιλοσοφία τῶν στωικῶν γιά τήν ἀπάθεια. Ὁ πραγματικός πλοῦτος εἶναι νά σκέφτεται τό παιδί ἀπό μικρή ἡλικία σάν πιστός. Στήν ὂγδοη ἑρμηνευτική ὁμιλία του γιά τήν Πρός Ρωμαίους Ἐπιστολή διαβάζει κανείς μιά μεταφορά: «Ἂν θέλεις νά τά ἀφήσεις (τά παιδιά) πλούσια μέ ἀσφάλεια, ἂφησε τό Θεό ὀφειλέτη σέ αὐτά, καί σ’ αὐτόν παράδωσε τό γραμμάτιό τους. Ἐάν τά δανείσεις στό Θεό, παραμένει στή συνέχεια ἀσύλητος ὁ θησαυρός καί ἡ επιστροφή του θά γίνει μέ πολλή εὐκολία».[21] Ἡ πίστη στό Θεό ἀναδεικνύεται τελικά ἀπό τόν ἱερό Πατέρα ὡς τό μέγιστο ἐφόδιο εὐτυχίας. «Γιά νά εἲμαστε σέ θέση νά βοηθήσουμε τά παιδιά μας στήν πίστη πρέπει νά δεχόμαστε τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας μέ τόση σοβαρότητα, ὣστε κανείς νά μή μπορεῖ νά φανταστεῖ τή ζωή μας χωρίς αὐτή τήν παρουσία. Ὃποιος δέν αἰσθάνεται νά τοῦ κόβεται ἡ ἀναπνοή, ὃταν καλεῖ τά παιδιά νά πλησιάσουν τό Χριστό, καλύτερα νά σιωπᾶ».[22]
    «Φρόντισον πῶς αὐτόν διδάξεις καταφρονεῖν  τῆς δόξης τῆς ἐν τῷ βίῳ τούτῳ. Ἐκεῖθεν λαμπρότερος καί ἐνδοξότερος γένοιτο ἄν»(Παράγραφος β΄). Γιά τήν ἐφήμερη διάσταση τῆς δόξας πού προέρχεται ἀπό τούς ἀνθρώπους δίνει μιά περιγραφή καί στήν ὁμιλία «Περί Ἄννης» λέγοντας ὃτι «οἱ ζητωκραυγές τοῦ λαοῦ μέ τούς κρότους καί τούς θορύβους σβήνουν ὃταν ἒλθει ἡ νύχτα καί ὃταν περάσει τό πανηγύρι. Σάν νά ἀπόλαυσαν ἓνα ὂνειρο, ἒτσι μένουν πάλι ἒρημοι ἀπό κάθε εὐφροσύνη (ὃσοι δοξάστηκαν) καί δέν μποροῦν νά βροῦν  τήν εὐθυμία, διότι ὃλα αὐτά πέρασαν γρηγορότερα ἀπό κάθε ἂνεμο».[23] Ὡστόσο, ὃπως θά ἐξηγήσει παρακάτω, ἡ περιφρόνηση τῆς δόξας θά ἑλκύσει τή δόξα! Τό γεγονός ὃτι πρόκειται πράγματι γιά βαθιά νοήματα δέν στέκεται ἐμπόδιο, καθώς ὁ ὁμιλητής συνιστᾶ στούς γονεῖς: «Τά μεγάλα αὐτῷ χαρίζου, μή τά μικρά». Τά ὑψηλά διδάγματα ὃμως, ἡ ἀληθής φιλοσοφία, ἀσφαλῶς δέν ἐνσταλάζονται στά παιδιά μέ λόγια ἀλλά, μέ τό προσωπικό παράδειγμα. «Τρόπων χρεία, οὐ λόγων, ἤθους, οὐ δεινότητος, ἔργων, οὐ ρημάτων»(Παράγραφος β΄). Ὁ Χρυσόστομος φαίνεται νά συμμερίζεται τό ἀρχαιοελληνικό ἰδεῶδες τῆς μεγαλοψυχίας.
    Περνώντας στό τρίτο μέρος τῆς ὁμιλίας, ἐπιμένει στό ἲδιο θέμα ἐξηγώντας: «Ὥστε ὅσῳ ἄν εὐδόκιμος (πετυχημένος) γένηται ἐν τῷ βίῳ τῷ παρόντι, τοσούτῳ αὐτῷ δεῖ τῆς παιδεύσεως ταύτης».   «Οὐ γάρ ἔνι τόν τοιοῦτον λαθεῖν (μείνει κρυμμένος).[…] Ἐν δέ πολλοῖς κάμνουσιν (σέ αὐτούς πού ὑποφέρουν πνευματικά) ὅταν εἷς  ὑγιαίνων ᾖ, ταχέως καί εἰς τάς βασιλικάς ἀκοάς ἡ φήμη διαδραμεῖται, καί πολλοῖς αὐτήν ἐπιστήσει ἔθνεσι»(Παράγραφος γ΄). Ὃσο περισσότερο κανείς πετυχαίνει ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀνάγκη νά ἒχει ἐγκολπωθεῖ τά διδάγματα πού ἀναφέρθηκαν παραπάνω. Δέν εἶναι  δυνατόν ἓνας ἂνθρωπος μέ τέτοιου εἲδους φιλοσοφημένο καί ἀνώτερο τρόπο ζωῆς νά μήν ἀνακαλυφθεῖ ἀπό τούς συνανθρώπους του καί νά μήν ὠφελήσει καί αὐτούς, ἀφοῦ ἡ διαφορά του εἶναι ἐμφανέστατη καί τόν κάνει ξεχωριστό.
   Ὡς παράδειγμα γνήσιας φιλοσοφίας -καί ἡ λέξη φιλοσοφία ἐδῶ ἰσοδυναμεῖ μέ ὃ, τι ἐννοοῦμε «συνετό φρόνημα»- φέρνει τή φήμη τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ θαυμασίου, ὁ ὁποῖος φαίνεται νά εἶναι γνωστός στό ἀκροατήριο. Ὁ Ἰουλιανός δέν κατεῖχε κοσμική μόρφωση καί εἶχε ταπεινή καταγωγή, ἦταν γεμάτος ὃμως ἀπό τήν «ἀληθινή» φιλοσοφία. Ἐπειδή ὁ Ἰουλιανός ἦταν μοναχός, ἀμέσως ὁ Χρυσόστομος στό τέταρτο μέρος χρησιμοποιεῖ καί τό παράδειγμα του πατριάρχη Αβραάμ, πού εἶχε μεγάλη οἰκογένεια, ἀλλά γιά τίποτε ἂλλο δέν ἒμεινε θαυμαστό ὑπόδειγμα, παρά γιά τήν μεγάλη του ἀρετή: «Πόσοι γυναῖκας ἔχοντες, καί παῖδας τρέφοντες, τῶν εἰρημένων οὐδέν ἔλαττον, οὐδέν ἔλαττον ἔσχον;»(Παράγραφος γ΄). Αὐτοί πού ἀκολούθησαν ἒγγαμο βίο σέ τίποτε δέν ὑστέρησαν ἀπό τούς μοναχούς.
    Βαθύς γνώστης τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς, καί ὁπαδός τῆς «αἰώνιας»  φιλοσοφίας, προχωρεῖ ὁ ὁμιλητής σέ μιά σκιαγράφηση τῆς πραγματικῆς καί οὐσιαστικῆς ἂποψης γιά τά πράγματα, στήν ὁποία εἶναι σκόπιμο νά μυηθοῦν τά παιδιά: «Τί γάρ ἐστιν εἰπέ μοι, φιλοσόφου; Οὐχί καί χρημάτων καί δόξης καταφρονεῖν; Καί φθόνου καί παντός πάθους ἀνώτερον εἶναι;». Καί ἀκόμη πιό ἐμφατικά: «Τοιοῦτος ὁ φιλόσοφός ἐστι, τοιοῦτος ὁ πλοῦτος ἐκεῖνος. Οὐδέν ἔχει, καί πάντα ἔχει. Πάντα ἔχει, καί οὐδέν ἔχει»(Παράγραφος δ΄). Εἶναι ἐξαιρετικά χρήσιμο νά σημειωθεῖ ἐδῶ, μέ ἀφορμή τίς νύξεις περί φιλοσοφίας στήν ὁμιλία πού προσεγγίζουμε, ὃτι ὁ Χρυσόστομος γενικότερα, δέν ἀξιολογεῖ τή φιλοσοφία καθεαυτήν, ἀλλά μόνον σέ σχέση μέ τό ἐάν συντελεῖ ἢ ὂχι- καί ἀσφαλῶς κατά πόσο- στήν εἲσοδο τοῦ ἀνθρώπου στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι σύμφωνα μέ τόν Ἱεράρχη τό μέγιστο ζητούμενο τῆς ζωῆς. Διατηρεῖ δέ ἐπιφυλάξεις γιά τή λειτουργία τῆς φιλοσοφίας στήν ἀνθρώπινη ψυχή σέ τέτοιο βαθμό, ὣστε ἡ πρώτη ἐντύπωση πού σχηματίζει ἓνας μελετητής τῶν ἒργων του νά εἶναι, ὃτι ὁ Ἱεράρχης στέκεται ὁλωσδιόλου ἀρνητικά ἀπέναντί της.
    Ὡστόσο, ὃπως χαρακτηριστικά ἀναφέρει σέ ἂρθρο του ὁ Ν. Χρονόπουλος: «Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καταφάσκει στήν ἐθνική παιδεία μέ τόν ὃρο, ὃτι μαζί μ’ αὐτήν προσφέρεται καί ἡ χριστιανική παιδεία. Αὐτό πού θέλει νά ἐμποδίσει (μέ τά κηρύγματά του πρός τούς γονεῖς) εἶναι νά ὁδηγήσουν τά παιδιά σέ ἀποκλειστική καί χρησιμοθηρική ἀφοσίωση στίς σπουδές τῆς ρητορείας καί σέ μιά φιλοσοφία πού ἀντιστρατεύεται τίς χριστιανικές ἀρχές μέ τίς ὁποῖες ἐνδείκνυται νά τά μεγαλώνουν».[24] Ἑπομένως, ἡ στάση τοῦ Χρυσοστόμου ἀπέναντι στήν ἀρχαία φιλοσοφία φαίνεται νά εἶναι ὃπως καί ἂλλων Πατέρων ἐκλεκτική καί νά ἀκολουθεῖ συγκεκριμένους ὃρους, σέ καμία περίπτωση ὃμως ἀπορριπτική. Σέ πολλές του ἀπόψεις γιά τήν ἀγωγή ἐντοπίζονται ἐξάλλου ἐπιδράσεις ἀπό προγενέστερες ἒξοχες μορφές τῆς φιλοσοφίας. Κάποιες ἀπό αὐτές σχολιάστηκαν στό πρῶτο μέρος τῆς ἐργασίας (Βλέπε σελ. 9).
   Ἐπανερχόμένος ὁ Χρυσορρήμων πρός τό τέλος τῆς ὁμιλίας διακηρύττει, ὃτι ὁ πλοῦτος καί ἡ δόξα παρομοιάζονται μέ στηρίγματα πού τοποθετοῦνται ἐξωτερικά καί τά ὁποῖα ἐμποδίζουν τό χαρακτήρα νά παλεύει καί νά ἐξασκεῖται στίς δύσκολες περιστάσεις. Ἒτσι, ἡ συνολική προσωπικότητα δέν καλλιεργεῖται καί δέν ἀποκτᾶ τήν ἀρετή ὡς ἐσωτερικό στήριγμα. «Μή τοίνυν θριγκία (στηρίγματα) ἔξωθεν περιβάλλετε. Τοῦτο γάρ ὁ πλοῦτος, τοῦτο ἡ δόξα.[…] Ἐκεῖνα γάρ τά θριγκία τά κωλύοντα αὐτό ἐγγυμνάζεσθαι πρός τάς τῶν ἀνέμων προσβολάς, νῦν (ὃταν ὁ πλοῦτος καί ἡ δόξα δέν ὑπάρχουν πιά ἢ πάψουν νά εἶναι γιά ὁποιοδήποτε λόγο χρήσιμα) ἀθρόον καταπεσεῖν περεσκεύασεν»(Παράγραφος δ΄). Στήν πρώτη ὁριακή κατάσταση, ὃπως θά ἒλεγε ὁ Karl Jaspers, τό νεαρό ἂτομο θά ἀπειληθεῖ ἀπό τήν κατάρρευση καί τήν ἀπελπισία, διότι δέν θά ἒχει προετοιμαστεῖ πῶς νά ἀγωνιστεῖ.
  «Τοῦτο γάρ ἐστιν ὅμοιον, ἡ τῆς ψυχῆς ἀρετή, ὅταν ἀγαθούς εἶναι παιδεύσωμεν τούς παῖδας, ὅταν ἀοργήτους, ὅταν ἀμνησικάκους […] ὅταν εὐεργετικούς, ὅταν φιλανθρώπους»(Παράγραφος δ΄). Συμπερασματικά, ἂν οἱ παιδαγωγοί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ πλάθουν τά παιδικά πνεύματα, αὐτό θεωρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὡς τήν καλύτερη προπαρασκευή γιά τή ζωή καί ὡς τήν ἀσφαλέστερη ἐγγύηση τῆς χαρᾶς καί τῆς εὐτυχίας. Ἡ φιλανθρωπία, ἡ συγχωρητικότητα, ἡ ἀγωνιστικότητα, ἡ πραότητα θά σφυρηλατήσουν  λαμπρά, ἐλεύθερα καί ἀθλητικά πνεύματα, πού θά εἶναι περιζήτητα καί θά παίξουν καθοδηγητικό ρόλο γιά τούς συνανθρώπους τους, ἀποκτώντας τή δόξα πού διδάχθηκαν νά περιφρονοῦν.
Συνεχίζεται…




[1] Ἀδελφότητα Θεολόγων «ΖΩΗ», Τό Παιδί-Ἓνας ἂγνωστος κόσμος, Ἀθήνα 1971, σελ. 100-101
[2] Κ. Λουκάκης, Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἒργα- Παιδαγωγικά, Ἐκδόσεις «Ὁ Λόγος», Ἀθήνα 1969, σελ. 33-40. (Tα αὐτούσια ἀποσπάσματα- παράγραφοι τῶν τριῶν παιδαγωγικῶν ἒργων πού ὑπάρχουν  στό Β΄ μέρος τῆς ἐργασίας προέρχονται ἀπό αὐτό τό σύγγραμμα. Στό ἑξῆς θά παραπέμπουμε σ’ αὐτό μέ τή συντομογραφία Ἰω. Χρ. Ἒργα-Παιδαγωγικά)
[3] Κ. Κορνιτσέσκου, Ὁ Ἀνθρωπισμός κατά τόν Ἱερόν Χρυσόστομον, Πατριαρχικό Ἳδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσ/νίκη 1971, σελ. 79
[4] Γ. Μαντζαρίδης, Χριστιανική Ἠθική, Θεσ/νίκη 1981, σελ. 229
[5] Ν. Νευράκης, Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, Χθές- Σήμέρα- Αὒριο, σελ. 25
[6] Β. Σκιαδάς, Ἀγωγή, Μόρφωση, Ψυχαγωγία τοῦ παιδιοῦ, Χριστιανική παιδαγωγική θεώρηση, σελ. 102
[7] Β. Σκιαδάς, ὃπ. π., σελ. 109- 110
[8] Ἰ. Κογκούλης, Κατηχητική καί Χριστιανική παιδαγωγική σελ. 156
[9] Ἰ. Κογκούλης, ὃπ. π., σελ. 155
[10] Γ. Μαντζαρίδης,  Χριστιανική Ἠθική, σελ. 235-236
[11]  Παιδ. Ἀνθρωπολογία Ἰω. Χ., Τόμος Β΄, σελ. 156.
[12] Ἀ. Ἀσπιώτης,  Τό παιδί καί ἡ θρησκευτική διαπαιδαγώγηση, Ἰνστιτοῦτο Ψυχολογίας καί Ψυχικῆς Ὑγείας, Ἀθήνα 1962, σελ. 86
[13] Ἀδελφή Μαγδαληνή, Σκέψεις γιά τά παιδιά στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σήμέρα, Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Ἒssex 1994, σελ. 41-42
[14] Β. Σκιαδάς, Ἀγωγή, Μόρφωση, Ψυχαγωγία τοῦ παιδιοῦ- Χριστιανική παιδαγωγική θεώρηση, σελ. 32.
[15] Κ. Κορνιτσέσκου, Ὁ ἀνθρωπισμός κατά τόν Ἱερόν Χρυσόστομον, σελ. 85.
[16] Β. Σκιαδάς, ὃπ. π., σελ. 34-35.
[17] Κ. Κορνιτσέσκου, ὃπ. π., σελ. 84
[18] Ἀ. Ἀσπιώτης, Τό παιδί καί ἡ θρησκευτική διαπαιδαγώγηση, σελ. 91- 93
[19] Β. Σκιαδάς, Ἀγωγή, Μόρφωση, Ψυχαγωγία τοῦ παιδιοῦ- Χριστιανική παιδαγωγική θεώρηση, σελ. 23
[20] Β. Σκιαδάς, ὃπ.π., σελ. 27
[21] Βενέδικτος Ἱερομόναχος Ἁγιορείτης, Χρυσοστομικός Ἂμβων τόμος Γ΄, Ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξη Κυψέλη», Θεσ/νίκη 1995, σελ. 215
[22] Ἀ. Ἀσπιώτης, Τό παιδί καί ἡ θρησκευτική διαπαιδαγώγηση, σελ. 90
[23] Βενέδικτος Ἱερομόναχος Ἁγιορείτης, ὃπ. π., σελ. 207
[24]  Ν. Χρονόπουλος, Χριστιανισμός καί Ἑλληνισμός κατά τούς Τρεῖς Ἱεράρχες, Περιοδικό «Ὀρθοδοξία καί Παιδεία», 3 (2004), σελ. 51- 54. Ἐκδόσεις Ν. Παναγόπουλος, Ἀθήνα