Τρίτη 14 Απριλίου 2015

Η κάθοδος του Χριστού στον Άδη κατά την Αγία Γραφή Ο Χριστός και οι νεκροί


Ο Χριστός στον κόσμο των νεκρών, ανάμεσα στις ψυχές (από εδώ).

Όταν ο Χριστός πέθανε πάνω στο σταυρό, η ανθρώπινη ψυχή Του μεταφέρθηκε στον τόπο των νεκρών (στα ελληνικά «Άδης»), όπου μίλησε στους νεκρούς, όπως είχε κάνει και στους ζωντανούς (δες γι’ αυτό την ορθόδοξη εικόνα «Εις Άδου κάθοδος», αλλά και τη μαρτυρία του μεγάλου και αγίου αποστόλου Πέτρου, μαθητή του Χριστού, στην πρώτη επιστολή του, που βρίσκεται μέσα στην Καινή Διαθήκη, κεφ. 3, στίχοι 19-20). Τότε πήρε τις ψυχές των νεκρών από τον Άδη και τις έφερε στον τόπο όπου πηγαίνουν οι ψυχές τώρα, τόπο που τον ονομάζουμε «ουρανό». Εκεί οι ψυχές των προ Χριστού νεκρών και οι ψυχές των ανθρώπων που έζησαν μετά το Χριστό, μαζί, περιμένουν την ανάσταση, για να ζήσουν στη βασιλεία του Θεού παίρνοντας πάλι τα σώματά τους, αλλά ως αθάνατα και φωτεινά πλέον σώματα.
Οι άνθρωποι που έζησαν σ’ αυτό τον κόσμο έχοντας προχωρήσει προς το Χριστό με καθαρή καρδιά, στον ουρανό, τον τόπο των ψυχών, προγεύονται την απερίγραπτη ευτυχία που προκαλεί η σχέση με το Χριστό, η θέα του ουράνιου κάλλους Του και του άκτιστου Φωτός Του. Η ευτυχία αυτή είναι ανάλογη με την καλοσύνη τους και θα ολοκληρωθεί μετά την ανάσταση όλων των ανθρώπων. Την ονομάζουμε «παράδεισο».
Αντίθετα, εκείνοι που έζησαν σ’ αυτό τον κόσμο περιορίζοντας την αγάπη τους στον εγωιστικό εαυτό τους, στον ουρανό προγεύονται την οδύνη που προκαλεί η σχέση με το Χριστό (τον οποίο δεν αγαπούν), η θέα του ουράνιου κάλλους Του και του άκτιστου Φωτός Του. Η οδύνη αυτή είναι ανάλογη με την παραμόρφωση που έχει προκαλέσει ο εγωισμός τους και θα ολοκληρωθεί μετά την ανάσταση όλων των ανθρώπων. Την ονομάζουμε «κόλαση».
Μια αναφορά στην ανάσταση και την τελική κατάσταση, στην οποία θα ζουν όλοι οι άνθρωποι, όλων των λαών και των εποχών, αλλά και όλων των θρησκειών, βρίσκουμε στα λόγια του ίδιου του Χριστού, στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφ. 25, 31-46. Την περιγραφή αυτή πρέπει να την κατανοήσουμε μέσα στα πλαίσια της αγάπης του Θεού προς όλους τους ανθρώπους και προς όλα τα πλάσματα. Ο Θεός δεν «στέλνει στην κόλαση» τους αμετανόητους αμαρτωλούς, αλλά η ίδια η κατάσταση της ψυχής τους είναι η κόλαση. Η κατάσταση, που δεν τους επιτρέπει να γευτούν την απερίγραπτη ευτυχία του παραδείσου.
 
Το κήρυγμα του Κυρίου στους νεκρούς

 
  
Οι άγιοι πάντες (=όλοι οι άγιοι). Στην κάτω μεριά της εικόνας παριστάνεται ο "κόλπος του Αβραάμ" (δεξιά), ο Ιακώβ που παρουσιάζει τα παιδιά του στον Κύριο (ίσως συμβολική αναφορά στο Ησαΐα 8, 18) και στη μέση ο Ληστής που σώθηκε κατά τη σταύρωση (από εδώ).
 
Στην Α΄ επιστολή του αγίου αποστόλου Πέτρου, 3, 19-20, αναφέρεται ότι ο Κύριος, κατά το διάστημα του τριήμερου θανάτου Του, «τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν, απειθήσασί ποτε, ότε απεξεδέχετο η του Θεού μακροθυμία εν ημέραις Νώε κατασκευαζομένης κιβωτού…» (πήγε και κήρυξε στα πνεύματα στη φυλακή, που είχαν απειθήσει κάποτε, όταν περίμενε η μακροθυμία του Θεού, τις ημέρες του Νώε… κ.τ.λ.).
Οι ΜτΙ ερμηνεύουν αυτό το εδάφιο ως αναφερόμενο στους «υιούς του Θεού», που πόθησαν τις θυγατέρες των ανθρώπων και ενώθηκαν με αυτές (Γένεσις, 6, 1-4), οι οποίοι, κατ’ αυτούς, ήταν άγγελοι που «υλοποιήθηκαν», ζευγάρωσαν με γυναίκες ανθρώπους και γέννησαν τους γίγαντες του Γέν. 6, 4.
Όμως αυτή η ερμηνεία πάσχει σε δύο σημεία:
α) Τι νόημα είχε να πάει ο Κύριος και να κηρύξει σε έκπτωτους αγγέλους; Μήπως επρόκειτο να μετανοήσουν και να σωθούν; Πουθενά δεν φαίνεται κάτι τέτοιο – αντίθετα οι έκπτωτοι άγγελοι θεωρούνται αμετανόητοι. Αντίθετα, το να κηρύξει στους νεκρούς ανθρώπους, που βρίσκονταν «στον Άδη», είχε τεράστιο νόημα: έτσι τους δίνει την ευκαιρία να σωθούν, δηλαδή να κριθούν μαζί με τους μετά Χριστόν ανθρώπους και να ενωθούν με αυτούς στη βασιλεία του Θεού. Αυτή είναι η ευκαιρία των αρχαίων νεκρών, όχι κάποια «προσωρινή» ανάσταση, ανάμεσα στο θάνατο και στην Τελική Κρίση, για «να μάθουν τις εντολές του Θεού» και να «δοκιμαστεί» η πίστη και η ηθική τους, όπως νομίζουν οι ΜτΙ. Σε όλες τις αναφορές της Αγίας Γραφής στην ανάσταση και στην Τελική Κρίση (Ματθ. 25, 31-46, Ιω. 5, 28, Δανιήλ 7, 9-10, Β΄ Θεσσαλ., 1, 6-11, Β΄ Πέτρου, κεφ. 3, κ.λ.π.) δεν φαίνεται να μεσολαβεί κάποιο διάστημα ανάμεσά τους. Άλλωστε «απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (επιφυλάσσεται στους ανθρώπους να πεθάνουν μία φορά και, μετά από αυτό, κρίση, Εβρ. 9, 27). Ένας θάνατος υπάρχει, άρα και μία ανάσταση, και οι αναφορές του κεφ. 20 της Αποκάλυψης σε «πρώτη ανάσταση» και «δεύτερο θάνατο» πρέπει να κατανοηθούν πνευματικά, αλλιώς αντιφάσκουν με τα προηγούμενα.
β) Λίγο πιο κάτω, Α΄ Πέτρου 4, 6, αναφέρεται ότι ο Κύριος «και νεκροίς ευηγγελίσθη» (έδωσε το μήνυμα του ευαγγελίου και στους νεκρούς)! Εδώ οι ΜτΙ γράφουν ότι αναφέρεται σε «πνευματικά νεκρούς», δηλ. σε ανθρώπους απομακρυσμένους από το Θεό. Όμως τότε ποιοι είναι οι «ζώντες», αφού πρό Χριστού όλοι οι άνθρωποι ήταν πνευματικά νεκροί. Άλλωστε, αν εδώ διαβάζουν για «πνευματικό θάνατο», γιατί δεν δέχονται και ότι η «πρώτη ανάσταση» της Αποκάλυψης είναι «πνευματική ανάσταση», δηλαδή η ένταξη του ανθρώπου στο «σώμα Χριστού», την Εκκλησία;
Ας αναφέρουμε και ότι η κάθοδος του Χριστού στον Άδη προαναγγέλλεται στην Παλαιά Διαθήκη, όπου ο προφήτης και βασιλιάς Δαβίδ, στον Ψαλμό 23 (στην προτεσταντική Βίβλο –και των ΜτΙ– που ακολουθεί την εβραϊκή αρίθμηση, έχει τον αριθμό 24), στίχ. 7-10, γράφει:
«άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών, και επάρθητε, πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. τίς εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος κραταιός και δυνατός, Κύριος δυνατός εν πολέμω. άρατε πύλας, οι άρχοντες υμών, και επάρθητε, πύλαι αιώνιοι, και εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. τίς εστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος των δυνάμεων, αυτός εστιν ο βασιλεύς της δόξης».
Στα νέα ελληνικά:
«Ας ανοίξουν τις πύλες οι άρχοντές σας, σηκωθείτε, αιώνιες πύλες, για να μπει ο βασιλιάς της δόξας. Ποιος είναι αυτός ο βασιλιάς της δόξας; Κύριος ισχυρός και δυνατός, Κύριος δυνατός στον πόλεμο. Ας ανοίξουν τις πύλες οι άρχοντές σας, σηκωθείτε, αιώνιες πύλες, για να μπει ο βασιλιάς της δόξας. Ποιος είναι αυτός ο βασιλιάς της δόξας; Ο Κύριος των δυνάμεων, αυτός είναι ο βασιλιάς της δόξας».
Οι «αιώνιες πύλες», αφού είναι αιώνιες, δε μπορεί να είναι πύλες κάποιας γήινης πόλης. Πρόκειται για τις «πύλες του Άδη», που αναφέρει αρκετές φορές η Παλαιά Διαθήκη (Ησαΐας 38, 10. Σοφία Σολομώντος 16, 13. Γ΄ Μακκαβαίων 5, 51), αλλά και ο Χριστός στο Ματθ. 16, 18. Ως γνωστόν, ο Χριστός αναφέρεται στην Αγία Γραφή ως βασιλιάς (π.χ. Ματθ. 25, 31-34, όπου αναφέρεται ότι στη Δευτέρα Παρουσία θα καθίσει «επί θρόνου δόξης αυτού», ενώ ο απόστολος Παύλος τον χαρακτηρίζει «Κύριο της δόξης», αναφέροντας μάλιστα ότι είχε ήδη αυτή την ιδιότητα από πριν σταυρωθεί: «γιατί αν γνώριζαν, δε θα σταύρωναν τον Κύριο της δόξας» (Α΄ Κορινθίους 2, 8).
Ο «βασιλεύς της δόξης» λοιπόν, που εισέρχεται στις αιώνιες πύλες, είναι ο Χριστός και εισέρχεται στον Άδη ως κατακτητής και ελευθερωτής. Ας σημειωθεί ότι ο Ψαλμός αυτός είναι ψαλμός «της Μίας των Σαββάτων», δηλ. της πρώτης ημέρας της εβδομάδας, ημέρας κατά την οποία αναστήθηκε ο Κύριος (Ματθ. 28, 1) και που οι χριστιανοί από τα πρώτα κιόλας χρόνια ονομάζουμε Κυριακή (Αποκάλυψη 1, 10). 
 
Συμπλήρωμα: Στο βιβλίο του Ιώβ [εδώ], κεφ. 38, ο Θεός απαντάει στον Ιώβ εξηγώντας του το μεγαλείο Του και τη φροντίδα Του για τον κόσμο: "Πού ήσουν όταν θεμελίωσα τη γη; Ποιος έθεσε τα μέτρα της;" κ.τ.λ. Στο στίχο 17 λέει: "ανοίγονταί δε σοι φόβω πύλαι θανάτου, πυλωροί δε άδου ιδόντες σε έπτηξαν;" ("σε σένα ανοίγονται από φόβο οι πύλες του θανάτου και εσένα βλέποντας μαζεύτηκαν οι θυρωροί του Άδη;").
Ερώτημα: πότε ανοίχτηκαν από οι πύλες του θανάτου στο Θεό και μαζεύτηκαν οι θυρωροί του Άδη; Η μόνη δυνατή απάντηση είναι ότι έχουμε εδώ μια προφητική αναφορά στην κάθοδο του Κυρίου στον Άδη, μετά τη σταύρωση. Ο στίχος παραπέμπει σαφώς στην εικόνα κάποιου που περνάει τις πύλες του Άδη - άρα ως άνθρωπος - και όχι ενός βασιλιά που έχει εξουσία πάνω στο θάνατο και διατάζει π.χ. την ανάσταση ενός νεκρού, γιατί τότε οι πυλωροί (θυρωροί) του Άδη δε θα τον "έβλεπαν", αλλά μόνο θα τον άκουγαν. Τον είδαν μόνο όταν πήγε αυτοπροσώπως, πράγμα που συνέβη κατά την εις Άδου κάθοδο. Γι' αυτό και ο συγκεκριμένος στίχος ενσωματώθηκε στην υμνογραφία της Εκκλησίας αναφερόμενος στο Χριστό.
Ο στίχος αυτός φανερώνει δύο πράγματα: α) ότι ο Άδης είναι τόπος (έστω, όχι με τους γήινους όρους) και β) ότι ο Θεός που μίλησε στον Ιώβ - και επιτρέποντας τα βάσανά του, τον έκανε διδάσκαλο αγγέλων και ανθρώπων - είναι ο Υιός του Θεού, ο αργότερα ενσαρκωθείς ως Ιησούς Χριστός.
Μια σημείωση: στο τέλος της ιστορίας του, ο Ιώβ λαμβάνει από το Θεό διπλάσια περιουσία απ' αυτήν που είχε χάσει και δέκα νέα παιδιά, αντί για τα αρχικά δέκα, που είχαν σκοτωθεί. Γιατί όμως δεν αποκτά και διπλάσια παιδιά; Γιατί, απαντούν οι άγιοι Πατέρες, τα παιδιά του δεν πέθαναν στην πραγματικότητα, αλλά μετατέθηκαν από τη γη στον κόσμο των νεκρών και θα αναστηθούν κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Έτσι, η συγκεκριμένη αναφορά της Αγ. Γραφής είναι ένας υπαινιγμός για την Ανάσταση, και γι' αυτό διαβάζεται κατά τη Μ. Εβδομάδα (π.χ. το πρωί της Μ. Παρασκευής).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου