Είναι
γνωστό πως το ηθικό κριτήριο των πράξεων του ανθρώπου δε βρίσκεται στο
αποτέλεσμα, αλλά στην πρόθεση, τη διάθεση, την προ-διάθεση της ψυχής.
Αυτό που ο ιερός Χρυσόστομος συνηθίζει στις ομιλίες του να το αποκαλεί
«γνώμη».
Κάποιος είπε, ότι «ο Θεός δε μετράει, αλλά ζυγίζει τις πράξεις του ανθρώπου». Βλέπει βαθιά στης καρδιάς τα ελατήρια, τις σκέψεις, τις βουλήσεις, τις αποφάσεις, τις προδιαθέσεις. Επιδοκιμάζει ή αποδοκιμάζει, ανάλογα με τις θετικές ή αρνητικές διαδικασίες του έσω ανθρώπου. Ο Κύριος το δηλώνει: «Εκ γαρ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι. Ταύτα εστι τα κοινούντα (= τα μολύνοντα) τον άνθρωπον» (Ματθ. ΙΕ΄ 19-20).
Τα πάντα έχουν αφετηρία την καρδιά. Είτε πράξεις αρετής, είτε πράξεις κακίας και αμαρτίας. «Ο Δεσπότης ο ημέτερος ου τη ποσότητι προσέχειν είωθεν, αλλά τη δαψιλεία της γνώμης, και από ταύτης και τα μικρά μεγάλα γίνεται και τα μεγάλα πολλάκις εξευτελίζεται, όταν μη ιλαρά τη προθυμία επιτελήται τα γινόμενα». Ο Θεός δίνει σημασία στη διάθεση κι όχι στην ποσότητα. Γι’ αυτό πολλές φορές, μικρές πράξεις τις θεωρεί μεγάλες – γιατί έγιναν με αγαθή πρόθεση – και αντίθετα, μεγάλες – επειδή δεν έγιναν με αγαθή προαίρεση – τις θεωρεί μικρές και ανάξιες. Παράδειγμα, η χήρα του ευαγγελίου με το «δίλεπτο». Ενώ έβαλε τα λιγότερα στο «γαζοφυλάκιο», «πλείον πάντων έβαλεν», και «πάντας υπερηκόντισεν».
Το μεγαλείο, ή το χάος στον άνθρωπο βρίσκεται στην καρδιά. Εκεί μέσα κυοφορείται η αρετή ή η κακία, η αγιότητα ή η αχρειότητα, ο άγγελος ή το τέρας. Ο νους γίνεται το εργαστήρι, το αυτεξούσιο, η δύναμη και απόφαση, και αγωγός η πράξη.
Επαινετές και θεοπρόσδεκτες είναι όλες οι πράξεις που γίνονται με «γνώμη» αγαθή. «Έστι γαρ, και το έργον μη επιτελέσαντες, από της γνώμης μόνον τον στέφανον κομίσασθαι», λέει ο σοφός ιεράρχης. Είναι δυνατό, και χωρίς να επιτελέσουμε κάποιο έργο καλό, να πάρουμε το στεφάνι της νίκης και της δόξας, εφόσον και μόνο είχαμε την καλή διάθεση και πρόθεση να το κάνουμε.
Βαθύς γνώστης και ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής, αλλά και μέγιστος ερμηνευτής των Γραφών, σημειώνει: «Η «γνώμη», αιτία γίνεται πάντων των αγαθών… Καν τε ουν ευχώμεθα, καν τε νηστεύωμεν, καν τε ελεημοσύνην εργαζώμεθα, καν τε έτερόν τι πνευματικόν έργον επιτελώμεν από γνώμης υγιούς ορμώμενοι τούτο διαπραττώμεθα, ίνα και των καμάτων άξιον τον στέφανον κομισώμεθα».
Το άριστο κριτήριο της ηθικής εκτίμησης των πράξεων είναι η αγαθή διάθεση· ο αγαθός και άγιος λογισμός· η αγάπη στο Θεό και τον άνθρωπο. Γι’ αυτό και ο Κύριος είπε ότι «ος εάν ποτίση ποτήριον ψυχρού μόνον εις όνομα μαθητού, αμήν λέγω υμίν, ου μη απολέση τον μισθόν αυτού». Και παρατηρεί ο άγιος Πατέρας: «Μη τι ψυχρού ποτηρίου ευτελέστερον; Αλλ’ η γνώμη τον μισθόν αυτώ προεξένησε. Το αυτό και επί του εναντίου ευρήσομεν». Υπάρχει, λέει, πιο μηδαμινό πράγμα από ένα ποτήρι νερό; Αυτός που το πρσφέρει ωστόσο, επειδή το προσφέρει με καλή καρδιά, θα πάρει το μισθό του απ’ το Θεό. Και αντίστροφα! Όποιος δεν έχει τη διάθεση ούτε ένα ποτήρι νερό να προσφέρει στο συνάνθρωπό του, θα στερηθεί το μισθό του Θεού.
Ο ιερός Χρυσόστομος φτάνει στο σημείο να πει ότι η αγαθή πρόθεση αναδεικνύει τον άνθρωπο σε μάρτυρα. «Μάρτυρα, ουχί θάνατος ποιεί μόνον, αλλά και πρόθεσις». Αν η αγάπη του στο Θεό είναι τόσο μεγάλη και τόσο σφοδρή, ώστε αν χρειαστεί να θυσιάσει και τη ζωή του, είναι μάρτυρας εκ προθέσεως».
Αλλά η «γνώμη» ισχύει και στην περίπτωση των αμαρτημάτων και των παραβάσεων του θείου νόμου. «Εν γαρ τοις αμαρτήμασιν ουχ η φύσις ζητείται μόνο του γεγενημένου, αλλά και η γνώμη, και ο καιρός και η αιτία, και τα μετά την αμαρτίαν· ει οι μεν ενέμειναν, οι δε μετανόησαν, και ει εκ περιστάσεως, και ει κατά την απάτην, και κατά μελέτην… Πολλά εστί τα ζητούμενα…». Μη βλέπουμε μονάχα την πράξη του αμαρτήματος, αλλά και τις αιτίες και τα ελατήρια, και τις προθέσεις, και τις συνθήκες ακόμα και τα επακόλουθα της αμαρτίας. Εάν εμμένουν και επιμένουν στην αμαρτία, ή εάν έχουν μετανοήσει, εάν έγινε με την πίεση των περιστάσεων, ή από αμέλεια ή εκ προμελέτης…
Στον ωραιότατο Κατηχητικό του λόγο τη μέρα του Πάσχα, είναι έκδηλη η αναφορά του στη «γνώμη», την οποία ο Θεός δέχεται και τιμά. Λέει λοιπόν: «Και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον θεραπεύει· κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται· και τα έργα δέχεται και την γνώμην ασπάζεται· και την πράξιν τιμά και την πρόθεσιν επαινεί…»
Δεν είναι δυνατό να συμβαίνει διαφορετικά. Το απαιτεί η άπειρη αγάπη, η γνώση και η δικαιοσύνη του Θεού. «Ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός» (Β΄ Κορ. Θ΄ 7). Καθώς παρατηρεί ο Παν. Τρεμπέλας: «Τον μετά προθύμου και ευχαρίστου διαθέσεως ελεούντα αγαπά ο Θεός».
Ευλογημένη και θεοφίλητη η αγαθή προαίρεση. Είναι το πιο φωτεινό κάτοπτρο του ανθρώπινου προσώπου. «Πανταχού τοίνυν σπουδάζωμεν, γνώμην υγιή επιδείκνυσθαι» είναι του ιερού Χρυσοστόμου η μεγάλη διδαχή.
Κάποιος είπε, ότι «ο Θεός δε μετράει, αλλά ζυγίζει τις πράξεις του ανθρώπου». Βλέπει βαθιά στης καρδιάς τα ελατήρια, τις σκέψεις, τις βουλήσεις, τις αποφάσεις, τις προδιαθέσεις. Επιδοκιμάζει ή αποδοκιμάζει, ανάλογα με τις θετικές ή αρνητικές διαδικασίες του έσω ανθρώπου. Ο Κύριος το δηλώνει: «Εκ γαρ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι. Ταύτα εστι τα κοινούντα (= τα μολύνοντα) τον άνθρωπον» (Ματθ. ΙΕ΄ 19-20).
Τα πάντα έχουν αφετηρία την καρδιά. Είτε πράξεις αρετής, είτε πράξεις κακίας και αμαρτίας. «Ο Δεσπότης ο ημέτερος ου τη ποσότητι προσέχειν είωθεν, αλλά τη δαψιλεία της γνώμης, και από ταύτης και τα μικρά μεγάλα γίνεται και τα μεγάλα πολλάκις εξευτελίζεται, όταν μη ιλαρά τη προθυμία επιτελήται τα γινόμενα». Ο Θεός δίνει σημασία στη διάθεση κι όχι στην ποσότητα. Γι’ αυτό πολλές φορές, μικρές πράξεις τις θεωρεί μεγάλες – γιατί έγιναν με αγαθή πρόθεση – και αντίθετα, μεγάλες – επειδή δεν έγιναν με αγαθή προαίρεση – τις θεωρεί μικρές και ανάξιες. Παράδειγμα, η χήρα του ευαγγελίου με το «δίλεπτο». Ενώ έβαλε τα λιγότερα στο «γαζοφυλάκιο», «πλείον πάντων έβαλεν», και «πάντας υπερηκόντισεν».
Το μεγαλείο, ή το χάος στον άνθρωπο βρίσκεται στην καρδιά. Εκεί μέσα κυοφορείται η αρετή ή η κακία, η αγιότητα ή η αχρειότητα, ο άγγελος ή το τέρας. Ο νους γίνεται το εργαστήρι, το αυτεξούσιο, η δύναμη και απόφαση, και αγωγός η πράξη.
Επαινετές και θεοπρόσδεκτες είναι όλες οι πράξεις που γίνονται με «γνώμη» αγαθή. «Έστι γαρ, και το έργον μη επιτελέσαντες, από της γνώμης μόνον τον στέφανον κομίσασθαι», λέει ο σοφός ιεράρχης. Είναι δυνατό, και χωρίς να επιτελέσουμε κάποιο έργο καλό, να πάρουμε το στεφάνι της νίκης και της δόξας, εφόσον και μόνο είχαμε την καλή διάθεση και πρόθεση να το κάνουμε.
Βαθύς γνώστης και ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής, αλλά και μέγιστος ερμηνευτής των Γραφών, σημειώνει: «Η «γνώμη», αιτία γίνεται πάντων των αγαθών… Καν τε ουν ευχώμεθα, καν τε νηστεύωμεν, καν τε ελεημοσύνην εργαζώμεθα, καν τε έτερόν τι πνευματικόν έργον επιτελώμεν από γνώμης υγιούς ορμώμενοι τούτο διαπραττώμεθα, ίνα και των καμάτων άξιον τον στέφανον κομισώμεθα».
Το άριστο κριτήριο της ηθικής εκτίμησης των πράξεων είναι η αγαθή διάθεση· ο αγαθός και άγιος λογισμός· η αγάπη στο Θεό και τον άνθρωπο. Γι’ αυτό και ο Κύριος είπε ότι «ος εάν ποτίση ποτήριον ψυχρού μόνον εις όνομα μαθητού, αμήν λέγω υμίν, ου μη απολέση τον μισθόν αυτού». Και παρατηρεί ο άγιος Πατέρας: «Μη τι ψυχρού ποτηρίου ευτελέστερον; Αλλ’ η γνώμη τον μισθόν αυτώ προεξένησε. Το αυτό και επί του εναντίου ευρήσομεν». Υπάρχει, λέει, πιο μηδαμινό πράγμα από ένα ποτήρι νερό; Αυτός που το πρσφέρει ωστόσο, επειδή το προσφέρει με καλή καρδιά, θα πάρει το μισθό του απ’ το Θεό. Και αντίστροφα! Όποιος δεν έχει τη διάθεση ούτε ένα ποτήρι νερό να προσφέρει στο συνάνθρωπό του, θα στερηθεί το μισθό του Θεού.
Ο ιερός Χρυσόστομος φτάνει στο σημείο να πει ότι η αγαθή πρόθεση αναδεικνύει τον άνθρωπο σε μάρτυρα. «Μάρτυρα, ουχί θάνατος ποιεί μόνον, αλλά και πρόθεσις». Αν η αγάπη του στο Θεό είναι τόσο μεγάλη και τόσο σφοδρή, ώστε αν χρειαστεί να θυσιάσει και τη ζωή του, είναι μάρτυρας εκ προθέσεως».
Αλλά η «γνώμη» ισχύει και στην περίπτωση των αμαρτημάτων και των παραβάσεων του θείου νόμου. «Εν γαρ τοις αμαρτήμασιν ουχ η φύσις ζητείται μόνο του γεγενημένου, αλλά και η γνώμη, και ο καιρός και η αιτία, και τα μετά την αμαρτίαν· ει οι μεν ενέμειναν, οι δε μετανόησαν, και ει εκ περιστάσεως, και ει κατά την απάτην, και κατά μελέτην… Πολλά εστί τα ζητούμενα…». Μη βλέπουμε μονάχα την πράξη του αμαρτήματος, αλλά και τις αιτίες και τα ελατήρια, και τις προθέσεις, και τις συνθήκες ακόμα και τα επακόλουθα της αμαρτίας. Εάν εμμένουν και επιμένουν στην αμαρτία, ή εάν έχουν μετανοήσει, εάν έγινε με την πίεση των περιστάσεων, ή από αμέλεια ή εκ προμελέτης…
Στον ωραιότατο Κατηχητικό του λόγο τη μέρα του Πάσχα, είναι έκδηλη η αναφορά του στη «γνώμη», την οποία ο Θεός δέχεται και τιμά. Λέει λοιπόν: «Και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον θεραπεύει· κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται· και τα έργα δέχεται και την γνώμην ασπάζεται· και την πράξιν τιμά και την πρόθεσιν επαινεί…»
Δεν είναι δυνατό να συμβαίνει διαφορετικά. Το απαιτεί η άπειρη αγάπη, η γνώση και η δικαιοσύνη του Θεού. «Ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός» (Β΄ Κορ. Θ΄ 7). Καθώς παρατηρεί ο Παν. Τρεμπέλας: «Τον μετά προθύμου και ευχαρίστου διαθέσεως ελεούντα αγαπά ο Θεός».
Ευλογημένη και θεοφίλητη η αγαθή προαίρεση. Είναι το πιο φωτεινό κάτοπτρο του ανθρώπινου προσώπου. «Πανταχού τοίνυν σπουδάζωμεν, γνώμην υγιή επιδείκνυσθαι» είναι του ιερού Χρυσοστόμου η μεγάλη διδαχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου