Πολλοί
προβληματίζονται από θέματα που εμφανίζονται ως αντιφάσεις μεταξύ των τεσσάρων
Ευαγγελιστών. Πρόκειται για πράγματα δευτερεύουσας σημασίας, τα οποία
παραξενεύουν τους αναγνώστες που είτε δεν γνωρίζουν την Αγία Γραφή σωστά, είτε
τους διαφεύγει το νόημά της και ο σκοπός που γράφτηκε και που διαφυλάχθηκε από
την Εκκλησία. Ένα τέτοιο θέμα είναι και το θέμα των δύο ληστών...
Το πρώτο που οφείλουμε να
πούμε, είναι ότι ακόμα και αν κάποια πράγματα χωρίς δογματική
και σωτηριολογική αξία στην Αγία Γραφή ήταν λάθος και
αντιφατικά, αυτό δεν προβληματίζει καθόλου τους Χριστιανούς.
Αυτό θα προβλημάτιζε τους Προτεστάντες, που θεωρούν την Αγία
Γραφή αλάθητη. Για εμάς όμως, δεν προκύπτει πρόβλημα, μια και
πράγματι σε ασήμαντα σημεία η Αγία Γραφή
έχει λαθάκια. Η Αγία Γραφή είναι
αλάθητη σε θέματα σωτηρίας και πίστεως, και όχι σε λεπτομέρειες
χωρίς ουσιαστική σημασία για τη Χριστιανική πίστη. Γι' αυτό και
για δύο χιλιετηρίδες, δεν καταβλήθηκε καμία προσπάθεια να
"διορθωθούν" τα λαθάκια εκείνα από κανέναν Χριστιανό, παρά το
ότι είναι γνωστά, γιατί δεν έχουν σημασία για το σκοπό που
γράφτηκε η Αγία Γραφή. Παρ' όλα αυτά, στο θέμα που μας απασχολεί
εδώ, ΔΕΝ υπάρχει λάθος, ούτε αντίφαση, όπως θα δείξουμε στη
συνέχεια.
Η φαινομενική αντίφαση που θα
εξετάσουμε, βρίσκεται στα εξής εδάφια:
"και
οι λησταί οι συσταυρωθέντες αυτώ ωνείδιζον αυτόν"
(Ματθαίος 27/κζ΄ 44).
"και
οι συνεσταυρωμένοι αυτώ ωνείδιζον αυτόν"
(Μάρκος 15/ιε: 32).
"Εις
δε των κρεμασθέντων κακούργων εβλασφήμει αυτόν λέγων· ει συ ει ο
Χριστός, σώσον σεαυτόν και ημάς. 40 αποκριθείς δε ο έτερος
επετίμα αυτώ λέγων· ουδέ φοβή συ τον Θεόν, ότι εν τω αυτώ
κρίματι ει; 41 και ημείς μεν δικαίως· άξια γαρ ων επράξαμεν
απολαμβάνομεν· ούτος δε ουδέν άτοπον έπραξε. 42 και έλεγε τω
Ιησού· μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου. 43
και είπεν αυτώ ο Ιησούς· αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ’ εμού έση εν
τω παραδείσω" (Λουκάς 23/κγ: 39-43).
Στα δύο πρώτα εδάφια,
παρατηρούμε να λέει ότι "οι ληστές" που ήταν σταυρωμένοι με τον
Χριστό, τον κορόϊδευαν. Όμως στο τρίτο χωρίο του Λουκά, βλέπουμε
ότι ο ένας τον κορόϊδευε, ενώ ο άλλος ληστής τον επέπλητε,
λέγοντάς του ότι αδίκως ο Χριστός σταυρώθηκε. Και μάλιστα ο
Χριστός του χαρίζει μετάνοια και παράδεισο!
Ας τα δούμε όμως πιο
προσεκτικά:
Δύο είναι οι περιπτώσεις που
μπορούμε να υποθέσουμε, ώστε να αρθεί αυτή η φαινομενική
αντίφαση.
Η πρώτη είναι η εξής: Ο
Ματθαίος και ο Μάρκος, ΔΕΝ κάνουν ανάλυση του περιστατικού με
τον μετανοημένο ληστή. Απλώς ΓΕΝΙΚΕΥΟΥΝ την έκφρασή τους στη ροή
του λόγου, και δεν ξεκαθαρίζουν ότι ο ένας ληστής ήταν αυτός που
κορόϊδευε τον Χριστό. Οι δύο Ευαγγελιστές, αυτό που θέλουν να
πουν, είναι ότι ο Χριστός, έγινε αντικείμενο κοροϊδίας, ακόμα
και από "τους" συσταυρωμένους του. Δεν ασχολούνται καθόλου να
πουν ποιος έλεγε και τι. Τους αρκεί ότι δέχθηκε κοροϊδία από
"ληστές".
Ο Λουκάς όμως, κάνοντας μια
πιο λεπτομερή παρουσίαση, ξεκαθαρίζει, ότι ο ένας από τους δύο
ληστές ήταν αυτός που κορόϊδευε, ενώ ο άλλος μετανόησε. Εκεί ο
Λουκάς, δεν θέλει να παρουσιάσει μόνο την κοροϊδία, αλλά και τη
μετάνοια και τη σωτηρία, κάτι που δεν απασχολεί τα άλλα δύο
ευαγγέλια για το συγκεκριμένο περιστατικό. Δηλαδή, η φαινομενική
αυτή αντίφαση, λύνεται άμεσα, αν πούμε ότι οι δύο Ευαγγελιστές
ΔΕΝ ΑΚΡΙΒΟΛΟΓΟΥΣΑΝ, αλλά μιλούσαν ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΑ, κάτι που δεν
είναι ούτε εσφαλμένο, ούτε απαγορευμένο σε μια αφήγηση, ώστε να
θεωρηθεί αυτό αντίφαση.
Η δεύτερη περίπτωση είναι η
εξής: Πράγματι, ακριβολογούσαν ΟΛΟΙ οι Ευαγγελιστές, και οι
μεν, και ο δε. Απλώς αναφέρονταν σε διαφορετική "στιγμή" της
σταύρωσης. Δηλαδή:
Στην αρχή, και οι δύο ληστές
τον κορόϊδευαν. Αλλά από κάποιο σημείο και μετά, ο ένας
λογικεύθηκε, και μετανόησε γι' αυτό, με αποτέλεσμα να φθάσει στο
σημείο να αποθαρρύνει και τον άλλο ληστή σε αυτά που συνέχιζε να
λέει. Έτσι, και οι τρεις Ευαγγελιστές, πράγματι ακριβολογούν.
Δεν έχει σημασία ποια από τις
δύο περιπτώσεις θα διαλέξει κάποιος, γιατί δεν έχει μεγάλη αξία
σωτηριολογική. Επειδή όμως έχει ΜΙΚΡΗ σωτηριολογική αξία,
αρχαίοι πατέρες, όπως ο Ζηγαβηνός και ο άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος, επέλεξαν τη δεύτερη απάντηση σε αυτή την απορία.
Συγκεκριμένα:
Ο Ζηγαβηνός λέει, ότι οι δύο
ληστές, ίσως στην αρχή τον έβριζαν για συμφέρον: "Ίσως δε
και προς χάριν των Ιουδαίων, ίνα δια τούτο κατενέγκωσιν αυτούς.
Ύστερον δε μετενόησεν ο εις".
Και ο άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος, λέει τα εξής: "Πώς ουν ο Λουκάς φησίν, ότι ο
εις επετίμα; Αμφότερα γέγονε. Πρότερον γαρ αφότεροι ωνείδιζον,
ύστερον δε ουκέτι". Και αφού ο άγιος ξεκαθαρίζει
τη θέση του, ότι δέχεται τη δεύτερη εξήγηση που αναφέραμε, σε
άλλο σημείο λέει τα εξής: "Είς δε τις των ευαγγλιστών
φησιν, ότι αμφότεροι ελοιδόρουν τον Ιησούν. Και τούτο δε αληθές,
ό και μάλιστα εκός γαρ αυτόν λοιδορήσαι μεν παρά την αρχήν,
αθρόον δε τοσαύτην την μεταβολήν επιδείξασθαι".
Δεχόμενοι λοιπόν τη δεύτερη
περίπτωση, που είναι και η πιθανότερη, βρίσκουμε σωτηριολογική
αξία στη σύγκριση των τριών αυτών Ευαγγελίων. Γιατί βλέπουμε
αρχικά δύο ληστές να κοροϊδεύουν τον Χριστό, και αργότερα ο ένας
από αυτούς να μετανοεί τόσο, που να κερδίζει τον παράδεισο,
ακόμα και επί του σταυρού! Και η μετάνοια αυτή γίνεται ακόμα πιο
αξιθαύμαστη, για έναν άνθρωπο που πριν από λίγο κορόϊδευε, και
αργότερα αλλάζει εντελώς στάση. Και δείχνει και τη δύναμη της
μετανοίας, αλλά και την υπέρτατη καλοσύνη του Θεού.
Από τη στιγμή λοιπόν που
υπάρχουν ΔΥΟ περιπτώσεις, για απάντηση αυτής της φαινομενικής
αντίφασης, παύει να είναι αντίφαση. Και απλώς ο καθένας κάνει
την επιλογή του για την απάντηση, ανάλογα με την προαίρεσή του.
Αν δηλαδή θα δώσει στη φαινομενική διαφορά αυτή απλώς συντακτική
σημασία, ή αν θα δώσει σωτηριολογική, με τον μετανοημένο ληστή,
να μετανοεί από μια ακόμα μεγαλύτερη αμαρτία, (την ύβρη κατά του
Χριστού), και όμως η καλοσύνη του Χριστού να τον σώζει λίγο
αργότερα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου