Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Αδάμ, ποῦ εἶ;


«...Εύλογα λοιπόν άρμοζε σ'εκείνον που δια της παραβάσεως κατάντησε στην φθορά και τον θάνατο να κατοικεί σε παρομοίως ρευστή και φθαρτή γή και να μετέχει επαξίως σε τέτοια τροφή. Πράγματι, επειδή η άφθονη απόλαυση, η άφθαρτη και ακάματη διαβίωση τον οδήγησε σε λήθη των αγαθών του Θεού και σε καταφρόνηση της δεδομένης εντολής, δικαίως καταδικάσθηκε σε κόπους και να καλλιεργεί με ιδρώτα την γη κι έτσι σιγά σιγά να αποκομίζει από αυτήν τις τροφές σαν από κάποιον οικονόμο. Είδες πως η γη επήρε την κατάρα και εστερήθηκε την πρώτη αυτόματη βλάστηση, κι ύστερα εδέχθηκε τον παραβάτη; Χάριν ποιού και γιατί; Για να παρέχει συμμετρικώς, καλλιεργούμενη με ιδρώτα και κόπο από αυτόν, τα φυτά της για την επάρκεια του, μή καλλιεργούμενη όμως να μένει άκαρπη, αναφύοντας αγκάθια και ζιζάνια.
Μόλις λοιπόν εξήλθε αυτός από τον παράδεισο, όλη η κτίση που εδημιουργήθηκε από τον Θεό εκ του μή όντος βλέποντας τον, δεν ήθελε να υποταγεί στον παραβάτη · ο ήλιος δεν ήθελε να λάμψει, η σελήνη δεν ερχόταν να φανεί, τα άστρα δεν επιθυμούσαν να ιδωθούν από αυτόν, οι πηγές δεν επρόκειτο να τρέξουν · οι ποταμοί δεν ήθελαν να ρέουν, ο αέρας εφρόντιζε από μόνος του να σταματήσει και να μή δίνει αναπνοή σ'εκείνον που συγκρούσθηκε με τον Θεό · τα θηρία και όλα τα ζώα της γης, θεωρώντας τον απογυμνωμένο από την προηγούμενη δόξα, τον περιφρόνησαν κι αμέσως όλα ετραχύνθηκαν εναντίον του · ο ουρανός εκινήθηκε κάπως να πέσει δικαίως επάνω του και η γη δεν ήθελε να τον φέρει επάνω της...»
Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ΕΠΕ Φ19Β, Ηθικός Λόγος Α', 117-119


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου