Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2017

α. Ἡ Ἁγία Γραφή στή Δύση β. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες γιά τήν Ἁγία Τριάδα Πατερική Θεολογία, 18ο μέρος,Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:
Συνεχίζουμε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ τήν Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννου τοῦ Ρωμανίδη καί εἴμαστε στό κεφάλαιο πού ἐπιγράφεται «Ἡ Ἁγία Γραφή ὑπό τό πρίσμα τῆς Δυτικῆς Θεολογίας». Πῶς δηλαδή οἱ Δυτικοί, οἱ Παπικοί καί οἱ Προτεστάντες, βλέπουν τήν Ἁγία Γραφή.
Λέει ὁ π. Ἰωάννης «Ἐάν θέλει κάποιος νά βρεῖ μία σωστή ἑρμηνεία γιά κάποιο θέμα στήν Ἰατρική ἐπιστήμη, θά ἀπευθυνθεῖ σέ φοιτητή Ἰατρικῆς ἤ σέ καθηγητή Ἰατρικῆς; Θά ἀπευθυνθεῖ σέ καθηγητή Ἰατρικῆς. Ἔτσι εἶναι καί στήν Θεολογία». Δέν θά πᾶς σ’ ἕναν μαθητευόμενο ἀλλά θά πᾶς σ’ αὐτόν πού εἶναι καθηγητής, σ’ αὐτόν πού εἶναι Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. Καθηγητής καί Πατέρας εἶναι ὁ θεωμένος, αὐτός δηλαδή πού ἔχει δεῖ τόν Θεό, ἔχει ἐμπειρία θεώσεως, ἔχει θεοπτία, ἔχει δεῖ τό ἄκτιστο φῶς καί ἔτσι ἔχει φτάσει στήν κορυφή τῆς ἁγιότητας ἀπό τήν ὁποία πηγάζει καί ἡ Θεολογία. Τότε αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν μιλάει στοχαστικά, ἐγκεφαλικά, δηλαδή δέν κάνει στοχασμό καί σκέψεις καλές ἤ κακές γιά τόν Θεό ἤ συλλογισμούς ἀριστοτελικούς, νά φιλοσοφεῖ δηλαδή, άλλά μιλάει καί γράφει ἀπό τήν ἐμπειρία πού ἔχει, ἀπό αὐτά πού εἶδε καί ἔζησε κατά τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως πού εἶχε.
«Ὑπάρχουν διάφορα στάδια θεολογίας. Στήν Παλαιά Διαθήκη ἔχουμε τούς προφῆτες. Ἀλλά τί εἶναι αὐτοί οἱ προφῆτες;». Προσέξτε, γιατί κι ἐμεῖς ἔχουμε τήν δυτική, τήν παπική ἀντίληψη. Σύμφωνα μέ τήν παπική ἀντίληψη καί παράδοση «ὁ Θεός μίλησε στούς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί οἱ προφῆτες ἄκουσαν ἀπό τόν Θεό λόγια. Αὐτή ἡ παράδοση ὑπάρχει ἀκόμη καί σήμερα στήν Δυτική Θεολογία», ὅτι αὐτός εἶναι ὁ προφήτης πού τοῦ μιλάει ὁ Θεός καί «ὁ προφήτης ταυτίζεται μέ ἐκεῖνον πού ἔχει δεχθεῖ μηνύματα ἀπό τόν Θεόν», πού μεταφέρει δηλαδή τά μηνύματα τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους.
«Στήν Ἑβραϊκή Παράδοση, ὅμως, προφήτης εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐδοξάσθη. Ἐκεῖνος δηλαδή πού εἶδε τήν δόξα τοῦ Ἀγγέλου ἤ διαφορετικά τόν Ἄγγελον ἐν δόξη. Μάλιστα στήν ἐμπειρία τῆς καιομένης ἀλλά μή καταφλεγομένης βάτου, πού εἶχε ὁ Μωϋσῆς, σ’ αὐτήν τήν ἐμπειρία, στήν βάτο παρών εἶναι ὁ Θεός Πατήρ, πού εἶναι τό Φῶς, παρών εἶναι ἐπίσης ὁ Υἱός – Λόγος, πού εἶναι τό Φῶς μέσω τοῦ ὁποίου βλέπει ὁ Μωϋσῆς τό πρῶτο Φῶς καί μετά παρόν εἶναι τό Πῦρ –ἡ φωτιά– πού εἶναι τό Ἅγιον Πνεῦμα. Αὐτή εἶναι ἡ Πατερική ἑρμηνεία τῆς ἀποκαλύψεως αὐτῆς τοῦ Θεοῦ. Ὅτι, δηλαδή, ἐκεῖ εἶναι ἡ Ἁγία Τριάς παρούσα». Αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη παράδοση. Οἱ Παπικοί, ὅμως ,τί λένε; Ὅτι τό Πῦρ αὐτό, δέν ἦταν τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά ἕνα κτιστό πῦρ, μιά κτιστή φωτιά, ὅπως ἡ φωτιά στό τζάκι μας ἄς ποῦμε.. Καί ὅτι τό ὅλο γεγονός ἦταν ἕνα θαῦμα κτιστό, κτιστοῦ περιεχομένου. Δηλαδή, ὅτι ἡ φωτιά αὐτή ἡ κτιστή δέν ἔκαιγε τήν βάτο καί αὐτό εἶναι ἕνα θαῦμα. Ἀλλά δέν εἶναι αὐτό. Ἡ ἀλήθεια εἶναι τελείως διαφορετική. Τό φῶς αὐτό δέν εἶναι μιά φωτιά κτιστή, ἀλλά εἶναι τό Φῶς τοῦ Θεοῦ, τό ἄκτιστο Φῶς. Καί τό γεγονός ὅτι δέν καιγόταν ἡ βάτος δέν ἦταν θαῦμα. Ἦταν ἁπλῶς αὐτό πού ζοῦσε ὁ Μωϋσῆς, ἡ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, ἦταν τό ἄκτιστο Φῶς, τό ὁποῖο δέν ἔχει ἰδιότητα νά καίει. Εἶναι φῶς, εἶναι ἄλλο πράγμα. Ἑπομένως, πρόκειται γιά μιά φανέρωση τοῦ Θεοῦ καί ὄχι γιά ἕνα θαῦμα, ὅπως τό ἑρμηνεύουν οἱ Παπικοί.

«Ὁ Μωϋσῆς εὑρίσκεται μέσα σ’ ἕνα Πῦρ πού δέν καίει καί τό ὁποῖο δέν καταναλίσκει, δέν καταφλέγει τήν βάτο. Ἡ βάτος παραμένει ἀνέπαφος, πράγμα πού σαφῶς σημαίνει ὅτι δέν πρόκειται περί κτιστοῦ πυρός, περί κτιστῆς φωτιᾶς, διότι, ἄν ἦταν κτιστή ἡ φωτιά ἐκείνη, ἡ βάτος θά καιγόταν τελείως. Ἐκτός καί ἄν ἔγινε κανένα θαῦμα ἐκεῖ, συμπέρασμα στό ὁποῖο θά καταλήξει εὔκολα κάποιος, ἄν δέν δεχθεῖ τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία περί θεώσεως, ὁπότε τότε θά καταντήσει μέ πολλά θαύματα στήν τσέπη του, διαβάζοντας τήν Παλαιά Διαθήκη», λέει ὁ π. Ἰωάννης. Στήν Παλαιά Διαθήκη ἔχουμε πολλές τέτοιες θεοφάνειες τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ὀνομάζεται Ἄγγελος. Γι’ αὐτό εἶπε προηγουμένως, ἐκεῖνος πού εἶδε τήν δόξα τοῦ Ἀγγέλου. Στήν Παλαιά Διαθήκη ὀνομάζεται Γιαχβέ ἤ ὀνομάζεται Κύριος τῆς δόξης. Πρόκειται γιά τόν ἄσαρκο Λόγο. Αὐτός εἶναι πού ἐμφανίζεται πάντοτε στήν Παλαιά Διαθήκη καί στήν Καινή Διαθήκη ἐμφανίζεται ὡς ἔνσαρκος Λόγος.
«Δηλαδή βλέπουμε ὅτι στήν Ὀρθόδοξη παράδοση τό φαινόμενο τῆς καιομένης καί μή καταφλεγομένης βάτου δέν ἦταν θαῦμα. Ἦταν ἁπλῶς ἡ ἀποκάλυψις τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. Γιά τούς Δυτικούς, ὅμως, ἦταν μεγάλο θαῦμα, διότι ὁ Θεός δέν ἄφησε τήν κτίστη φωτιά νά κάψει τήν βάτο! Διαβάζοντας κανείς τήν Παλαιά Διαθήκη μέ Δυτικά γυαλιά, θά τήν βρεῖ γεμάτη θαύματα. Ἄν. ὅμως. τήν διαβάσει μέ Πατερικά γυαλιά, δέν ὑπάρχουν θαύματα στίς περιπτώσεις τῶν Θεοφανείων. Ἁπλῶς ὑπάρχουν καί περιγράφονται ἀποκαλύψεις τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. Τό ἴδιο συμβαίνει καί στήν Καινή Διαθήκη στίς ἀνάλογες περιπτώσεις. Ἐκεῖνος πού δέν κατανοεῖ τί ἐστί ἐμπειρία θεώσεως καί διαβάζει Ἁγία Γραφή, δηλαδή ἐκεῖνος πού δέν βρίσκεται μέσα στήν Πατερική παράδοση, πού εἶναι κληρονομημένη ἀπό τήν Ἑβραϊκή παράδοση καί δέν κατέχει τά Πατερικά ἑρμηνευτικά κλειδιά, δέν μπορεῖ νά ἑρμηνεύσει σωστά τήν Ἁγία Γραφή» καί πέφτει σέ πλάνες.
«Ὅσον ἀφορᾶ τώρα στήν οὐσία τοῦ Θεοῦ ὑπάρχουν στίς δύο Διαθῆκες οἱ ἑξῆς διακρίσεις:
α) Στήν Παλαιά Διαθήκη, ὑπάρχουν:
Ὁ Θεός, ὁ Γιαχβέ καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἤ ἀλλιῶς
Ὁ Θεός, ὁ Κύριος τῆς δόξης καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ». Ἡ Ἁγία Τριάδα δηλαδή. Στήν Παλαιά Διαθήκη ὅμως ὀνομάζεται εἴτε ἔτσι, εἴτε «Ὁ Θεός, ὁ Ἄγγελος καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή στήν Παλαιά Διαθήκη ὑπάρχει σαφής ὁρολογία περί τῆς Ἁγίας Τριάδος». Γιατί λένε μερικοί τί σχέση ἔχει ἡ Παλαιά Διαθήκη; Νά τήν πετάξουμε… Ὄχι, δέν πρέπει νά τήν πετάξουμε, γιατί εἶναι ἡ ἴδια θεολογία, ὁ ἴδιος Θεός, ὁ Ὁποῖος ἀποκαλύπτεται καί στήν Παλαιά Διαθήκη.
«β) Στήν Καινή Διαθήκη προστίθενται ἐκτός ἀπό τούς παραπάνω ὅρους καί οἱ ὅροι Πατήρ καί Υἱός. Δηλαδή, ἡ μόνη διαφορά στήν ὁρολογία περί Θεοῦ στήν Καινή Διαθήκη εἶναι ὅτι προστίθενται ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός», τά ὀνόματα αὐτά. Στήν Παλαιά Διαθήκη λεγόταν Θεός καί Γιαχβέ ἀντίστοιχα, ἤ Θεός καί Κύριος τῆς δόξης, ἤ Θεός καί Ἄγγελος, ὁ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος. Εἶναι ὁ Υἱός. «Αὐτή ἡ διαφορά προσετέθη ἐξ αἰτίας τῆς Ἐνσαρκώσεως», τῆς Ἐνανθρωπήσεως, πού ὁ Υἱός δηλαδή παίρνει σάρκα. «Ἐξαιτίας τῆς Ἐνσαρκώσεως ἀποκαλύπτεται στήν Καινή Διαθήκη ὁ Θεός ὡς Πατήρ καί ὁ Ἄγγελος ὡς Υἱός. Ἐκτός ἀπό αὐτήν τήν διαφορά δέν ὑπάρχει ἄλλη διαφορά μεταξύ Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης», μόνο αὐτή ἡ διαφορά ὁρολογίας,
«Ἐκτός, ὅμως, ἀπό τήν διδασκαλία περί Θεοῦ, Ἀγγέλου καί Πνεύματος ὑπάρχουν καί ἄλλες διακρίσεις, πού ἀφοροῦν τήν Ἁγία Τριάδα». Στήν Ἁγία Τριάδα νά ξέρετε διακρίνουμε οὐσία, ἔχουμε τήν οὐσία. Ἔχουμε τά Πρόσωπα, τά τρία Πρόσωπα καί ἔχουμε καί τίς ὑποστάσεις, οἱ ὁποῖες λέγονται τρία Πρόσωπα καί ἔχουμε καί τά ὑποστατικά λεγόμενα ἰδιώματα, τά ὁποῖα εἶναι τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τῆς κάθε μιᾶς ὑπόστασης. Ὅταν άκοῦτε τήν λέξη ὑπόσταση νά πηγαίνει ὁ νοῦς σας στό Πρόσωπο. Ὑπόσταση = Πρόσωπο. Ὑπάρχουν κάποια ξεχωριστά χαρακτηριστικά, τά ὁποῖα κάνουν τήν διαφορά μεταξύ τῶν Προσώπων, τά ἰδιαίτερα προσωπικά χαρακτηριστικά. Εἶναι ἕνας Θεός, ἀλλά εἶναι τρία ξεχωριστά Πρόσωπα καί τό κάθε Πρόσωπο ἔχει τό δικό Του, προσωπικό, ὑποστατικό ἰδίωμα. Ὁ Πατέρας εἶναι ἀγέννητος. Αὐτό εἶναι τό ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό τοῦ Πατρός. Ὁ Υἱός εἶναι γεννητός, γεννᾶται πρό πάντων τῶν αἰώνων ἀπό τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκπορευτό, ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός. Ἐδῶ οἱ Παπικοί λένε ὅτι ἐκπορεύεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Εἶναι λάθος αὐτό, θεολογικό λάθος. Αἵρεση, εἶναι τό λεγόμενο Filioque (Φιλιόκβε). Γιατί τό ξέρουμε ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ μας πού εἶπε «ὅ παρά τοῦ πατρός ἐκπορεύεται» (Ἰω. 15,26). Δέν εἶπε ὅτι ἐκπορεύεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Τώρα τί σημαίνει ἡ λέξη ‘ἐκπορεύεται’, δέν τό ξέρουμε. Ἐκεῖνο πού καταλαβαίνουμε εἶναι ἡ ἀρχή, ἡ πηγή, πού εἶναι ὁ Πατέρας. Ἀλλά τί σημαίνει ἐκπορεύεται ἤ τί σημαίνει γεννᾶται γιά τόν Υἱό δέν τό ξέρουμε. Τό λέμε ὅπως μᾶς ἀποκαλύφθηκε ἀπό τόν Χριστό.
Αὐτές οἱ διακρίσεις τώρα πού ὑπάρχουν στήν Ἁγία Τριάδα «εἶναι φιλοσοφικές διακρίσεις; Δηλαδή προέρχονται ἀπό τήν φιλοσοφική σκέψη τῶν Πατέρων; Ἤ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως; Ἀπάντηση: Στήν Πατερική παράδοση ἡ διάκριση αὐτή δέν εἶναι ἀποτέλεσμα φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ, ἀλλά προέρχεται ἐξ ὁλοκλήρου ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως». Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό καί γιά μᾶς. Γιατί θά πεῖ κανείς: Τί τά λέμε τώρα ἐμεῖς αὐτά; Μᾶς ἐνδιαφέρουν; Μᾶς ἐνδιαφέρουν πολύ. Γιατί; Γιατί ὁ Θεός μας, ἡ διδασκαλία περί τοῦ Θεοῦ πού ἔχουμε δέν εἶναι μιά ἀνθρώπινη σύλληψη. Ἔκατσε κάτω ἕνας Πατέρας ἤ μιά ὁμάδα Πατέρων καί μᾶς ἔβγαλαν τό Πιστεύω, ἄς ποῦμε… Ὄχι! Δέν τό σκέφτηκαν, δέν τό φιλοσόφησαν, δέν τό στοχάστηκαν, ἀλλά τό εἶδαν, εἶχαν ἐμπειρία τῶν τριῶν Προσώπων καί τῶν ξεχωριστῶν αὐτῶν ἰδιωμάτων κ.λ.π. Εἶναι κάτι λοιπόν πού τό ἔχουν ζήσει οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ἔτσι μᾶς τό ἀποκάλυψαν, μᾶς τό φανέρωσαν, μᾶς τό διατύπωσαν καί ἔκαναν μεγάλους ἀγῶνες γιά νά διαφυλαχτεῖ ἀνόθευτο αὐτό τό δόγμα, ἡ ἀλήθεια δηλαδή γιά τόν Θεό. Κι ἄν χαθεῖ αὐτή ἡ ἀλήθεια γιά τόν Θεό, τότε χάνεται ὁ Θεός. Χάνουμε τόν Θεό καί μετά πέφτουμε σέ αἵρεση καί καταλήγουμε στήν εἰδωλολατρία.
«Στήν Δυτική Θεολογία, ὅμως, ἡ διάκριση πού κάνουν οἱ θεολόγοι τῆς Δύσεως στό θέμα αὐτό εἶναι ἀποτέλεσμα ὄχι μόνο χρήσεως τῶν κατατεθειμένων στοιχείων τῆς Παραδόσεως, ἀλλά καί φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ». Μπερδεύεται στήν Δύση ἡ Θεολογία μέ τήν φιλοσοφία – καί δυστυχῶς αὐτό πάει νά γίνει καί σέ μᾶς τώρα καί γίνεται ἐν πολλοῖς στίς Θεολογικές Σχολές – ὁπότε τό προϊόν δέν εἶναι ἀληθινό καί ἔχουν πέσει σέ αἵρεση. «Ἀκριβῶς δέ ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ γεγονότος οἱ Δυτικοί πέσανε σέ αἱρέσεις», ἐπειδή ἔβαλαν καί φιλοσοφία μέσα στήν ἀλήθεια τήν ἀποκαλυμμένη καί τήν πατερικά κατοχυρωμένη. «Ἔκαναν δηλαδή μεταφυσική (ὀντολογική) διάκριση καί ὄχι ἐμπειρική». Ἔχουμε πεῖ κι ἄλλη φορά, ἡ μεταφυσική εἶναι φιλοσοφία καί δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, τήν Θεολογία. Ἑπομένως, ἔπεσαν σ’ αὐτό τό σφάλμα οἱ Δυτικοί γιατί ἀνακάτεψαν τήν φιλοσοφία μέ τήν ἐμπειρία τῶν Πατέρων καί τό προϊόν ἦταν ψευδές καί εἶναι μέχρι σήμερα γιατί ἐμμένουν σ’ αὐτό.
«Πατερικές διακρίσεις στήν Ἁγία Τριάδα»: πῶς μιλᾶνε καί διατυπώνουν τήν ἀλήθεια γιά τήν Ἁγία Τριάδα οἱ Πατέρες. «Πατερική διάκριση μεταξύ οὐσίας καί ἐνεργείας, καθώς καί μεταξύ τῶν τριῶν ὑποστάσεων τοῦ Θεοῦ, βασίζεται ἀποκλειστικά στήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως». Τί θά πεῖ αὐτό τώρα; Στόν Θεό διακρίνουμε οὐσία καί ἐνέργεια. Ὁ Θεός δηλαδή ἔχει οὐσία, ἀλλά ἔχει καί ἐνέργεια. Καί διακρίνουμε, ὅπως εἴπαμε, καί τρεῖς ὑποστάσεις, τρία πρόσωπα στόν ἕναν Θεό. «Στήν Παλαιά Διαθήκη ἡ διάκριση μεταξύ Θεοῦ, Ἀγγέλου καί Πνεύματος ὑπάρχει ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν. Στήν Καινή Διαθήκη ἡ διάκριση μεταξύ Πατρός, Υἱοῦ καί Ἁγίου Πνεύματος προέρχεται ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως ἐν ἀναφορά πρός τήν Ἐνσάρκωση. Ἔχοντες οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Πατέρες τήν ἴδια ἐμπειρία μέ τούς Προφῆτες, διεπίστωσαν τό Φῶς ἐν Φωτί διά τοῦ Φωτός». Θά τό ἐξηγήσει πιό κάτω τί σημαίνει αὐτό. Τό Φῶς, δηλαδή ὁ Πατέρας, ἐν Φωτί, ἐν Ἁγίω Πνεύματι, διά τοῦ Φωτός, διά τοῦ Υἱοῦ. Ἔτσι φανερώνεται ἡ Ἁγία Τριάδα. Τριά Φῶτα, ἀλλά ἕνα φῶς. «Στήν Καινή Διαθήκη ὁ Πατέρας δέν εἶναι ἐνσαρκωμένος». Τό ξέρουμε πολύ καλά αὐτό. Δέν σαρκώθηκε ὁ Πατέρας. «Οὔτε τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἐνσαρκωμένο». Τά εἴπαμε αὐτά ἄλλη φορά, γι’ αὐτό καί δέν τά εἰκονίζουμε. Δέν ἔχουμε εἰκόνα οὔτε τοῦ Πατρός οὔτε τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως διαπιστώνεται ὅτι ἐνσαρκωμένο εἶναι μόνο τό ἕνα Φῶς, ὁ Λόγος». Βλέπετε; Οἱ Πατέρες εἶχαν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ καί ἔβλεπαν ὅτι ἀπό τά τρία Φῶτα, τό ἕνα Φῶς, ὁ Λόγος, εἶναι σαρκωμένος, ἔχει σάρκα. «Ὁπότε ὑπάρχει μία μόνο ἕνωση μεταξύ τῆς ἀνθρωπίνης φύσης καί τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ ἀκτίστου, ἡ ὁποία δέν συμπεριλαμβάνει καί τά τρία Φῶτα, ἀλλά μόνο τό ἕνα Φῶς. Στούς Πατέρες τό ἐν Φωτί δέν εἶναι ἐνσαρκωμένο. Ἐνσαρκωμένο εἶναι μόνο τό διά τοῦ Φωτός», δηλαδή ὁ Υἱός, ὁ Χριστός. «Μετά τήν Ἐνσάρκωση τό διά τοῦ Φωτός γίνεται διά τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἐν τῶ Φωτί (τοῦ Ἁγίου Πνεύματος), διά τοῦ Φωτός (τοῦ Χριστοῦ) βλέπουμε τήν πηγή τοῦ Φωτός (τόν Πατέρα). Ἐδῶ τό «διά τοῦ Φωτός» συνδέεται ἄμεσα μέ τό «ἐν τῆ ἀνθρωπίνη φύσει τοῦ Χριστοῦ». Διά τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως τοῦ Χριστοῦ, διά τοῦ σαρκωμένου Λόγου βλέπουμε τόν Πατέρα ἐν Πνεύματι Ἁγίω. Ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως εἶναι ἐκείνη πού δίνει τήν σωστή ἑρμηνεία γιά τά ἀναφερόμενα στήν Ἁγία Γραφή. Δέν ἀποκλείονται βέβαια καί ἄλλες ἑρμηνεῖες τῆς Ἁγίας Γραφῆς», ἀλλά προσέξτε εἶναι αἱρετικές αὐτές οἱ ἄλλες ἑρμηνεῖες. «Ὑπάρχουν καί ἄλλες ἑρμηνεῖες, πού εἶναι οἱ ἑρμηνεῖες τῶν αἱρετικῶν. Π.χ. τῶν Ἀρειανῶν, τῶν Εὐνομιανῶν, τῶν Μοναρχιανῶν, τῶν Δυναμικῶν καί Τροπικῶν, τῶν Νεστοριανῶν κλπ». Πῶς τό ξέρουμε ὅτι εἶναι αἱρετικές; Διότι δέν ἐπαληθεύονται ἀπό τήν ἐμπειρία. Εἶναι αὐτό πού εἴπαμε κι ἄλλη φορά ὅτι καί ἡ θεολογία εἶναι θετική ἐπιστήμη. Αὐτό πού λέει ὁ θεολόγος πρέπει νά τό ἀποδείξει, νά τό στηρίζει πάνω σέ ἐμπειρικά δεδομένα. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μίλησαν γιά τήν Ἁγία Τριάδα ἀλλά εἶχαν ἐμπειρία καί μίλησαν. Οἱ αἱρετικοί δέν εἶχαν ἀνάλογες ἐμπειρίες ἀλλά τά ἔλεγαν μέ βάση τόν στοχασμό, μέ βάση τήν φιλοσοφία, γι’ αὐτό καί ἔπεφταν ἔξω.
«Γιατί ὅμως ὅλες αὐτές, οἱ ἄλλες ἑρμηνεῖες νά μήν εἶναι σωστές καί νά εἶναι σωστή μόνο ἡ Ὀρθόδοξη ἑρμηνεία; Γιατί π.χ. νά εἶμαι ὑποχρεωμένος ἀπό ἐπιστημονικῆς ἀπόψεως νά φθάσω νά ἀποδεχθῶ τό συμπέρασμα ὅτι μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι ἔκαναν σωστή ἑρμηνεία καί δέν ἔκανε σωστή ἑρμηνεία καί ἕνας αἱρετικός;». Γιατί, εἴπαμε ὅτι δέν ἐπαληθεύονται ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως οἱ αἱρετικοί. «Ἐδῶ φυσικά δέν ἔχει καμμία θέση ἡ Θεολογία τῶν μοντέρνων Ὀρθοδόξων, πού λένε: Οἱ ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας, πού ἀποτελοῦν τά μέλη τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἔχουν ἀπό τόν Θεό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, καθώς καί τήν κανονική χειροτονία καί ὅταν συνέρχονται ἐν Συνόδω, σέ μία Οἰκουμενική Σύνοδο, ἀποφαίνονται ἀλαθήτως».
Νά δοῦμε θά ἀποφανθοῦν ἀλαθήτως τώρα στήν μέλλουσα νά συνέλθει…; Δέν εἶναι σίγουρο. Ἐξαρτᾶται… Γιατί δέν εἶναι μόνο ἡ χειροτονία, -κανονική χειροτονία, δέν λέμε ὅτι δέν εἶναι κανονική- ἤ ἡ ἀποστολική διαδοχή πού ἐξασφαλίζει τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόν ἄνθρωπο. Χρειάζονται καί ἄλλες προϋποθέσεις ὥστε ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἐπίσκοπος, ὁ ὁποιοσδήποτε θεολογῶν, νά ἔχει ἐνεργό μέσα του τό Ἅγιο Πνεῦμα.
«Δέν ἔχει ἐδῶ καμμία θέση μία τέτοια Θεολογία, διότι δέν φωτίζει κάποιον ἐπίσκοπο τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἔτσι ἁπλῶς», ἐπειδή εἶναι ἐπίσκοπος, «ἐπειδή ἔχει κανονική χειροτονία ἤ ἐπειδή συνέρχεται σέ Σύνοδο, ἔστω καί Οἰκουμενική ἤ ἐπειδή ἔχει ἀνάγκη ἡ Ἐκκλησία ἤ ἐπειδή γίνεται κοινή προσευχή ἀπό ὅλα τά μέλη τῆς Συνόδου. Χρειάζονται καί ἄλλες οὐσιαστικές προϋποθέσεις, δηλαδή τό νά εὑρίσκεται ἤδη ὁ ἐπίσκοπος σέ κατάσταση φωτισμοῦ». Ἔχουμε πεῖ ὅτι φωτισμός σημαίνει ἀδιάλειπτη προσευχή, πού στήν πλήρη καί τελειότερη μορφή της ἡ νοερά προσευχή εἶναι αὐτενεργουμένη. Δέν κάνει προσευχή αὐτός πού εἶναι σέ κατάσταση φωτισμοῦ, ἀλλά ἀκούει νά κάνει προσευχή τό Ἅγιο Πνεῦμα πού εἶναι μέσα του.
Ἄν δέν ὑπάρχει δηλαδή τέτοιος ἄνθρωπος φωτισμένος μέσα στή Σύνοδο, ἡ Σύνοδος μπορεῖ καί νά πεῖ αἱρετικά πράγματα καί ἄς εἶναι καί οἰκουμενική, ἄς εἶναι δηλαδή ἐπίσκοποι μαζεμένοι ἀπό ὅλο τόν κόσμο. Θά πρέπει νά ὑπάρχει τουλάχιστον ἕνας τέτοιος φωτισμένος, θεωμένος ἄνθρωπος, δηλαδή πού νά μιλάει τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα του. Τότε βεβαίως θά πεῖ σωστά πράγματα καί θά ἀναγνωριστεῖ καί ἀπό τήν δογματική συνείδηση τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ τελικός κριτής. Πρόσφατα ἕνας ἐπίσκοπος εἶπε γιά τήν μέλλουσα νά συνέλθει καί γιά αὐτά πού λένε ὅτι θά ἐνισχύσουμε τούς Παπικούς κ.λ.π. ὅτι λογαριάζετε χωρίς τόν ξενοδόχο. Ξενοδόχος εἶναι ὁ λαός. Ὄχι ὅλος ὁ λαός, ἡ μάζα, ἀλλά οἱ φωτισμένοι ἄνθρωποι πού ὑπάρχουν καί μέσα στόν λαό. Δέν εἶναι ἀνάγκη νά εἶσαι ἐπίσκοπος ἤ παπάς ἤ μοναχός γιά νά εἶσαι φωτισμένος. Μπορεῖ νά εἶσαι καί λαϊκός καί νά ἔχεις ἐνεργό μέσα σου τήν νοερά προσευχή. Αὐτοί θά ποῦνε ἀλαθήτως ἄν αὐτά πού θά ἀποφανθοῦν οἱ μεγάλοι ἐπίσκοποι κ.λ.π. εἶναι σωστά ἤ ὄχι. Ἡ δογματική συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ τελικός κριτής. Γι’ αὐτό βλέπετε στή Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, πού τώρα τήν ἀναφέρουν στήν ἐπικαιρότητα οἱ Οἰκουμενιστές γιατί λένε: ‘νά τότε εἴχαμε ὑπογράψει τήν ἕνωση’. Ὄντως τήν εἶχαν ὑπογράψει. Ὅλοι; Ὅλοι! Ἐκτός ἀπό ἕναν… ἐκτός ἀπό τόν Ἅγιο Μάρκο. Καί ὅταν γύρισαν στήν Κωνσταντινούπολη ὁ πιστός λαός, ὁ λαός πού εἶχε τά σωστά κριτήρια ποιόν ζητωκραύγασε; Μόνο τόν Ἅγιο Μάρκο. Ὅλους τούς ἄλλους τούς ἀποδοκίμασαν. Καί οἱ ἴδιοι κατάλαβαν τό λάθος τους καί ἔλεγαν ‘νά μοῦ κοβόταν τά χέρια πού ὑπέγραψα’. Μετάνοιωσαν καί οἱ ἄλλοι ἐπίσκοποι. Κατάλαβαν μετά τό λάθος τους, λειτούργησε ἡ σωστή δογματική συνείδηση καί σ’ αὐτούς.
«Μετά ἔρχονται οἱ Παπικοί καί λένε τά δικά τους, ὅτι δηλαδή ὅταν ὁ Πάπας ἀποφασίσει κάτι, αὐτό εἶναι ἀλάθητο!». Ἡ ἴδια ἀντίληψη πού λέγαμε προηγουμένως γιά τούς Ὀρθοδόξους ὅτι δηλαδή ‘εἶσαι ἐπίσκοπος, σέ φωτίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα’. Ἐξαρτᾶται ἄν σέ φωτίζει ἤ ὄχι. Δέν σημαίνει ὅτι σέ φωτίζει, ἄν δέν ἔχεις ὁ ἴδιος ἐσύ ἐργαστεῖ μέσα σου, νά ἔχεις κάνει κάθαρση δηλαδή ἀπό τά πάθη, ὥστε νά ἔχει ἐνεργοποιηθεῖ μέσα σου τό Ἅγιο Πνεῦμα πού πῆρες μέ τό βάπτισμα καί νά ἔχεις μέσα σου τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Μπορεῖ καί νά μή σέ φωτίσει καί νά ἔχεις τόν σκοτισμό τοῦ δαιμονικοῦ πνεύματος, ὅπως τό εἶχαν πάθει αὐτοί οἱ ἐπίσκοποι πού εἴπαμε στή Φερράρα-Φλωρεντία. Καί ὅταν τούς ρώτησαν γιατί τό πάθατε αὐτό; Ξέρετε τί εἶπαν; Μᾶς πίεσαν οἱ Παπικοί. Πιεστήκαμε πολύ… Καί ἐπειδή πιεστήκατε, ἔπρεπε νά ὑποχωρήσετε, νά ἀφήσετε τήν ἀλήθεια; Ὅπως καί σήμερα… τά ἴδια ἐπιχειρήματα. Μᾶς πιέσανε, λένε, πάρα πολύ, ἀφόρητα. Ἀφοῦ ξέρεις ὅτι εἶναι λάθος. Τί θά πεῖ σέ πιέσανε; Ὅσο κι ἄν σέ πιέσουν, τό λάθος καί τήν αἵρεση δέν μπορεῖς νά τό ὑπογράψεις. Ἀλλά, ὅταν λείπει ἡ ἐνεργός παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ ἄνθρωπος δειλιάζει, φοβᾶται καί ὑποκύπτει στήν τρομοκρατία τοῦ πονηροῦ πνεύματος, γιατί ὄντως ἀσκοῦσαν τρομοκρατία τότε οἱ Παπικοί στούς ὀρθόδοξους ἐπισκόπους στήν Ἰταλία. Τρόμαξαν καί ὑποτάχτηκαν στόν Πάπα, ἐκτός ἀπό τόν Ἅγιο Μάρκο, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα του καί γι’ αὐτό δέν ὑπέκυψε. Ἔτσι λοιπόν καί οἱ Παπικοί λένε ὅ,τι πεῖ ὁ Πάπας εἶναι ἀλάθητο ἐπειδή εἶναι Πάπας. Ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ;
«Σάν νά ὑπάρχει δηλαδή μία διαιτησία μέσα στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὥστε νά ἀποφασίζει ἡ Ἐκκλησία μέσω κάποιας διαιτησίας γιά τό ποιός θεολόγος ἔχει δίκιο ἤ γιά τό ποιά Θεολογία εἶναι σωστή! Αὐτό ὅμως εἶναι τό ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ἔτσι ἀνιχνεύεται ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας;». Ὄχι, βέβαια!
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
http://hristospanagia3.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου