Σελίδες

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο Παλαμά


 Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό

τόμος 8, 2019






Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο

Παλαμά



ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΠΑΛΙΑΤΣΑΣ, πτυχιούχος του τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού

και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτοχος Διδακτορικού Διπλώματος του Τμήματος

Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας, του Τομέα Φιλοσοφίας, του Εθνικού και Καποδιστριακού

Πανεπιστημίου Αθηνών και μεταδιδακτορικός ερευνητής του τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής

Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών



Θεσσαλονίκη 2019 -



Ι55Ν:2241-5106



«χ) Φ Θ

ι Αυτή η εργασία χορηγείται με άδεια ��63ί�ν6 �ο�η�ηοη5 Αναωοοά Δτιιιιουονού - 'Ογι Παοάνωνα Έονα 4.0 Διεθνές

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό

τόμος 8, 2019

Λν\ν\ν.αοαάεηιγ.εάιι.§Γ

Ραργτί - δοίεηΐίίΐο ΙοιίΓπαΙ

νοίιιιηε 8, 2019

ρ3ργΓΪ@&03ά6ΐηγ.6(1ΐ1.§Γ



Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο Παλαμά



Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόρίο Παλαμά



ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΠΑΛΙΑΤΣΑΣ, πτυχιούχος του τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του

Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Διδάκτωρ του Τμήματος Φιλοσοφίας,

Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας, του Τομέα Φιλοσοφίας, του Εθνικού και Καποδιστριακού

Πανεπιστημίου Αθηνών και μεταδιδακτορικός ερευνητής του τμήματος Θεολογίας της

Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών





Περίληψη

Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται κατά κύριο λόγο η διαλεκτική σχέση φιλοσοφίας και

θεολογίας, όπως αυτή επικυρώνεται κατά τον 14ο αιώνα, και μάλιστα στη διδασκαλία του

ηγέτη των Ησυχαστών, του Γρηγορίου Παλαμά, περί του θείου φωτός. Επιχειρείται να κατα¬

δειχθεί η ιδιαίτερη σύνθεση που προκύπτει από τις θέσεις και τις αντιθέσεις των φιλοσόφων

και των θεολόγων και ειδικότερα η δυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ Νεοπλατωνισμού και

Χριστιανισμού ώστε να εμπλουτιστεί η Πατερική Θεολογία, εκπεφρασμένη διά στόματος του

κορυφαίου του ορθοδόξου μυστικού.



Λέξεις κλειδιά:φιλοσοφία, ησυχασμός, μεταφυσική, μυστικισμός, νεοπλατωνισμός,

χριστιανισμός, έριδα, θέωση, θέαση, ψυχή, μυστική εμπειρία, σώμα



Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο Παλαμά



Γενικά τινά

Ο Γρηγόριος Παλαμάς (1296-1360), γόνος ευγενικής οικογένειας, μολονότι έχασε τον

πατέρα του στην ηλικία των επτά ετών, εντούτοις είχε την τύχη να δεχθεί την προστασία της

αυτοκρατορικής αυλής -του Ανδρονίκου τού Β'- και να λάβει την πλούσια μόρφωση και παι¬

δεία που χάριζαν αφειδώς οι Παλαιολόγοι στους νέους της εποχήςΛ Διδάχθηκε λογική, ρητο¬

ρική, φυσική, γραμματική, πλατωνική και αριστοτελική φιλοσοφία. Λόγω, αφενός, του εντό¬

νου έρωτά του προς τον θεωρητικό βίο και, αφετέρου, της βαθιάς πίστης και αγάπης του

προς τον Θεό, σε ηλικία 20 ετών επιδίδεται στην ασκητική στο Άγιο Όρος, επιδιώκοντας με

όλες του τις δυνάμεις τη θέαση του εκπάγλου φωτός, την ευδαιμονία, τη μακαριότητα.� Ο

ηγέτης των Ησυχαστών επιστρέφει στο Άγιο Όρος, όπου το 1331 αντιμετωπίζει τις ενέργειες

του Καλαβρού μοναχού Βαρλαάμ, ο οποίος ήταν αντίπαλος των Ησυχαστών. Σε αυτήν τη διέ¬

νεξη, την ησυχαστική έριδα, ο Παλαμάς αναλαμβάνει ενεργό δράση και, μάλιστα, ως σύμβου¬

λος του αυτοκράτορα.� Όπως τονίζει με χαρακτηριστικό τρόπο ο Β. Τατάκης, «ό Παλαμάς είχε

τή δύναμη νά κατέβει άπό τις υψηλές σφαίρες της θεώρησης στή σφαίρα της κοινωνικής

δράσης»� αναδεικνύοντας συγχρόνως τον κοινωνικό και ανθρωπιστικό χαρακτήρα του

Ησυχασμού. Οι αντιμαχόμενες μερίδες θα κατηγορήσουν η μία την άλλη για το φιλοσοφικό

υπόβαθρο των θέσεών τους -οι παλαμίτες τους βαρλααμίτες για τον αριστοτελισμό τους,

ενώ οι βαρλααμίτες τους παλαμίτες για τον πλατωνισμό τους.

Το αν η έριδα αυτή υπήρξε φιλοσοφική ή θεολογική ή φιλοσοφικο-θεολογική είναι ένα

ζήτημα που θα απασχολήσει την παρούσα μελέτη, η οποία θα επικεντρωθεί για τον σκοπό

αυτόν στη διαλεκτική σχέση της φιλοσοφίας προς την θεολογία, όπως διαφαίνεται στη διέ¬

νεξη μεταξύ Αγίου Γρηγορίου Παλαμά και μοναχού Βαρλαάμ περί του θείου φωτός.



Η επίδραση του Διολ�σίου Αρεοπαγίτη (Ψευδο-Διονυσίου) στον Γρηγόριο Παλαμά

Οι κυριότεροι και κορυφαίοι ηγέτες του Νεοπλατωνισμού, ο Πλωτίνος και ο Πρόκλος,

εξέφρασαν την έντονη θρησκευτικότητά τους μέσω της προσπάθειάς τους να πείσουν τον

άνθρωπο ότι είναι δυνατή και εφικτή η είσοδος της ανθρώπινης ψυχής (= ψυχολογία) με την

έκσταση και την ένωση στο χώρο του θείου, δηλαδή του ένός. Πιθανότατα αυτό αποτελεί και

το παράδοξο κατά την ύστερη ελληνική φιλοσοφία, δηλαδή στον Νεοπλατωνισμό, καθώς,

ενώ ως φιλοσοφικό κίνημα/σύστημα εντείνεται κατά τους χρόνους της ραγδαίας εξάπλωσης

του Χριστιανισμού, εντούτοις εμμένει στην αναζήτηση της αρχής του κόσμου διά του φιλο¬

σοφικού λόγου. Μολονότι σιωπάται από τους Νεοπλατωνικούς η παρουσία του Χριστιανι¬

σμού, αναντιλέκτως επηρεάζεται από αυτόν. Το δε πνεύμα του Νεοπλατωνισμού θα εισαχθεί

στη χριστιανική διανόηση -και της ανατολικής και της δυτικής Εκκλησίας- από τον Διονύσιο

Αρεοπαγίτη.





1 Βλ. σχετικά, Κ. Δ. Γεωργούλης, Λστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας, έκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2012�, σσ. 806 κ.έξ.

2 Όπως αναφέρει ο Κ. Δ. Γεωργούλης, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη με σκοπό τη μετάβαση του στην Παλαιστίνη,

αΧΚά δεν τα κατάφερε· χειροτονήθηκε ιερέας και αποσύρθηκε στη Βέροια όπου ίδρυσε σκήτη , την οποία ονό¬

μασε «φροντιστήριον» (ό.ττ., σσ. 806-807).

3 Όπως σημειώνει ο Β. Ν. Τατάκης, οι ανασκευές που αναγκάστηκε να αντιπαραβάλει στον Βαρλαάμ έδωσαν την

εσφαλμένη εντύπωση ότι η αφορμή της ενασχόλησης του με τη φιλοσοφία ήταν περιστασιακή- πλην όμως, ο

Παλαμάς, ων μυστικός, άδραξε την ευκαιρία να εκφράσει με τον λόγο ό,τι ζούσε «στο βάθος της καρδιάς του και

στή σιωπή της ένατένισης» (Β. Ν. Τατάκης, Ή Βυζαντινή φιλοσοφία, μτφρ. Ε. Κ. Κοίλπουρτζή, έποπτεία καΐ

βιβλιογραφική ένημέρωση Λ. Γ. Μπενάκη, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας,

Αθήνα 197, σσ. 251-252).

Β. Ν. Τατάκης, δ.π., σ. 251.



89

Ι55Ν: 2241-5106

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό

τόμος 8, 2019

Λν\ν\ν.αοαάεηιγ.εάιι.§Γ

Ραργτί - δοίεηΐίίΐο ΙοιίΓπαΙ

νοίιιιηε 8, 2019

ρ3ργΓΪ@&03ά6ΐηγ.6(1ΐ1.§Γ



Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο Παλαμά



Ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης ήταν -πιθανότατα- μαθητής του Πρόκλου,� γι' αυτό και

επηρεάστηκε, ως εικός, από εκείνον. Αξιοποίησε τη φιλοσοφία του τόσο για να ερμηνεύσει το

χριστιανικό δόγμα, όσο και για να εκθέσει την αποφατική θεολογία του. Ως γνωστόν, ο Διο¬

νύσιος καθιερώθηκε στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία από τον μέγα Ιωάννη Δαμασκηνό

και στη Δυτική -αργότερα, βέβαια- από τον Θωμά Ακινάτη.� Ως επακόλουθο της καθιέρωσης

αυτής ήλθε η ανάδειξη του έργου του ως του απαραίτητου δογματικού εγχειριδίου για κάθε

θεολογική συζήτηση, με αποτέλεσμα, μάλιστα, οι Πατέρες της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλη¬

σίας να παραπέμπουν σε αυτό -υπό την υποσημείωση, ασφαλώς, ότι η ευρεία χρήση των

αρεοπαγιτικών κειμένων δεν τους αποσπά κατά το περιεχόμενο από την πιστότητά τους

στην εν Ιησού Χριστώ θεία αποκάλυψη. Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον Γρηγόριο Παλαμά.

Αυτός ο θαυμασμός προς το έργο του Διονυσίου θα επιφέρει και την εύνοια των Πατέ¬

ρων, η οποία μπορεί να εξηγηθεί με βάση δύο παραμέτρους: α) Ο Διονύσιος διατυπώνει αρι¬

στοτεχνικά φιλοσοφικώς το χριστιανικό δόγμα· β) τονίζει δε με έμφαση τον αποφατικό και

μυστικό χαρακτήρα της θεολογίας -στηρίζοντας, ως εκ τούτου, τον έντονο μυστικισμό των

βυζαντινών Πατέρων, και δη του Παλαμά. Για παράδειγμα, διαβάζουμε στο ΠερΙ θείων

ονομάτων, επειδή ο Θεός υπάρχει υπερούσιος και υπερώνυμος, η «υπέρ πάντα λόγον και

νουν κρυφιότης», η «υπέρ πάντα ύπερουσίως ύπεροϋσα ύπερθεότης», καθίσταται προφανές

πως είναι εντελώς αδύνατο να Τον νοήσουμε και να Τον χαρακτηρίσουμε -άψογες εκφρά¬

σεις, απείρου κάλλους λόγος, κατά το αρμόττον προς το νοούμενο.

Κατακλείοντας την αναφορά, ιδιαίτερης προσοχής θα πρέπει να τύχει το ότι οι Πατέ¬

ρες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας� δεν προέβαλαν ποτέ κάποιον από τους κορυφαί¬

ους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους (τον Πλάτωνα ή τον Αριστοτέλη) ως αυθεντία. Ειδικό¬

τερα στην περίπτωση του Πλάτωνος, φαίνεται με τον πιο οριστικό τρόπο γιατί δεν έγινε ποτέ

επισήμως αποδεκτός στην Ανατολή: η περί ιδεών διδασκαλία του προσκρούει καταφανώς

στο χριστιανικό δόγμα.�





Η μεταφυσική του θείου φωτός στο έργο του Γρηγορίου Παλαμά
Ο αρχηγέτης του Ησυχασμού υποστήριξε την εξής θεμελιώδη αντίληψη: ο πιστός μπο¬

ρεί πράγματι να δει το «θείον, άκτιστον και άϋλον φως», το οποίο είναι το ίδιο με εκείνο που

είδαν οι τρεις Απόστολοι (ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης) κατά τη Μεταμόρφωση του

Κυρίου ημών Ιησού Χριστού στο όρος Θαβώρ. Υποστήριξε, λοιπόν, ότι το φως που έβλεπαν οι

μοναχοί ασκητές δεν ήταν η άκτιστη ουσία του Θεού,� αλλά η άκτιστη και άυλη ενέργεια της





� Βλ. σχετικά Κ. ΡιΐΓΐίΠ - 1,. ΟΐθΓΐ33ΐίθν3, «Ή φιλοσοφία στην Όρθόδοξη Ανατολική Παράδοση», στο Φιλοσοφία

και Όρθοδοξία, μτφρ. Χρ. Μανωλοπούλου, έκδ. Κ. Βουδούρη, Αθήνα 1994, σ. 292. Πρβλ Η. Ρ. ΜϋΙΙθΓ, "Οίοηγδίοδ,

ΡγοΜοβ, ΡΙοΐίηοδ. Είη ΗίδΐΟΓίδοΙίθΓ ΒθίίΓ3§ ζιΐΓ ηθΐιρΐ3ΐοηί5ε1ΐθη Ρΐιίίοδορίιίθ", 1)θί ΒβίίΓ3§6 ζυΓ ΟεεαΜαΜε άβΓ

ΡήίΙοεορΙιίε άεε ΜίίίεΙΒΙίεΓε, Βά XX. Ηθίΐ 3-4, Μιιπβϊθγ ί. νν. 1918. Κθηέ Κοςιΐθδ, Οβηγε ί,'ΑΓβορΆξϋε, 13 ΗίβΓΞΓ-

οΐιίβ εέΐεείε, Ρ3Γί5 1958, ρρ. Υ-ΧΙΧ (5'.<Γ. 58).

� Βλ. σχετικά, Κΐ3ΐΐ5 Κγθγπθγ, Οίε ηευρΐ3ίοηί5αΙιε ΞείηερΜΙοεορΜε υηά ίΙίΓε ΐνίΓΐίυη§ 3πίΤΙιοπιβξ νοη Αςυίη, Ι,θί-

άθη 1966, ρρ. 258-259.

� Η διάκριση γίνεται για να καταδειχθεί η διαφορά με την Δυτική Εκκλησία. Για παράδειγμα, ο Θωμάς Ακινάτης

όχι μόνο μετέφρασε πολλά και σημαντικά έργα του Αριστοτέλους, αλλά και επέβαλε τον Σταγειρίτη στην σύγ-

χρονή του χριστιανική διανόηση.

® Επιβάλλεται, όμως, να συμπληρωθεί ότι οι Πατέρες της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας θεωρούσαν πως η

αρχαία ελληνική φιλοσοφία είναι πολύτιμη και, ως εκ τούτου, μπορούσαν να την ανεχθούν, εφόσον και μόνο δεν

αντιτίθεται στην Αγία Γραφή και, κυρίως, στο δόγμα.

� Στηριζόμενος στο χωρίο Ιω. 1,18: «Θεόν ούδεις έώρακε πώποτε' ό μονογενής υιός ό ών είς τον κόλπον τοϋ

πατρός, έκεΐνος έξηγήσατο».



90

Ι55Ν: 2241-5106

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό

τόμος 8, 2019

Λν\ν\ν.αοαάεηιγ.εάιι.§Γ

Ραργτί - δοίεηΐίίΐο ΙοιίΓπαΙ

νοίιιιηε 8, 2019

ρ3ργΓΪ@&03ά6ΐηγ.6(1ΐ1.§Γ



Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο Παλαμά



ουσίας του Θεού. Προς επίρρωση και επιβεβαίωση της ως άνω θέσης του παρέθετε το όραμα

της άφλεκτης βάτου, το οποίο είδε ο Μωυσής, το πύρινο άρμα του προφήτη Ηλία καθώς και

την πύρινη στήλη που οδήγησε τους Ισραηλίτες στην έρημοΛ"

Από την άλλη, ο μοναχός Βαρλαάμ αντιπροσώπευε την σχολαστική αντίληψη της Δυ¬

τικής Εκκλησίας· ως εκ τούτου, υποστήριζε διακαώς ότι στον Θεό προεξέχει η «ένότης»· επο¬

μένως, αν υπήρχε όντως το φως που έβλεπαν οι ησυχαστές, τότε αυτό ήταν κάτι το κτιστό,

δημιούργημα. Η θέση του αυτή στηριζόταν στο ότι κάθε αντικείμενο της όρασης είναι κτιστό,

υπόκειται στον ορατό και αισθητό κόσμο. Έτσι και το θαβώριο φως έγινε προσιτό στην

όραση· άρα, είναι κτιστό.

Οι ησυχαστές υποστήριζαν ότι διά της ασκήσεως, της καθάρσεως από τα πάθη, της

ησυχίας και της αδιάλειπτης προσευχής διά καθαρής καρδιάς, ο πιστός μπορεί να έρθει σε

άμεση επαφή και θέα του Θεού, αφού ο Θεός εμφανίζεται και συλλαμβάνεται ως νοερό φως.

Άρα, ο πιστός κατά τη θέωσή του κοινωνεί της θειότητας (δηλαδή, της ιδιότητας του θείου)

του Θεού και όχι της θεότητας, δηλαδή της ουσίας Του.�� Αλλοις λόγοις, ο άνθρωπος με τη

βοήθεια της θείας χάριτος ενώνεται με την ενέργεια του Θεού και ουδαμώς με την ουσία Του.

Ο γνώστης της αριστοτελικής φιλοσοφίας και της θεολογίας του Ακινάτη Βαρλαάμ θεωρούσε

ότι η θέση αυτή των Ησυχαστών αποτελεί υπεραπλούστευση των λογικών κανόνων της αν¬

θρώπινης σκέψης και, συνεπώς, και της θεολογίας.

Οι αιτιάσεις αυτές του Βαρλαάμ δεν έμειναν αναπάντητες, καθώς ο Παλαμάς ανέλαβε

αγώνα αντίστασης στους διαλεκτικούς της θωμιστικής θεολογίας, διότι διείδε πως οι βαρλα-

αμικοί με τις ιδέες τους αυτές και με τους λογικούς συλλογισμούς θα έπλητταν τη σχέση του

πιστού με τον Θεό της χάριτος.

Στον αγώνα του κατά των αντιπάλων του Ησυχασμού ο Παλαμάς οπλίζεται με τα κεί¬

μενα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης και με το έργο των Πατέρων της Ορθοδοξίας και

του ορθοδόξου μυστικισμού.Σε αυτό το σημείο αρχίζει να διαφαίνεται η επίδραση του



Όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με την Αγία Γ ραφή, κανείς στην Ιστορία του ανθρώπου δεν είδε ποτέ τον Θεό

κατά πρόσωπο και κυρίως την ουσία Του, παρά μόνον «έν έσόπτρω» {Υπέρ ήσυχαζόντων 1, 3, 9, 10-14 (Συγ¬

γράμματα Α', σ. 419)]. Η πιθανότητα του να βρίσκεται ο Παλαμάς αντιμέτωπος με μια θεολογική και λογική

αντινομία [= εφόσον ο Θεός ως υπερούσιος και υπερνοητός είναι απρόσιτος στην ανθρώπινη νόηση, επομένως,

πώς κατά τη θέωση και ένωση του ανθρώπου με το θείο φως (Γρηγόριος Παλαμάς, Κατά Ακίνδυνου, ΡΟ 150,

823: «"Οτι φως ού κατ' ούσίαν, άλλά κατ' ένέργειαν λέγεται») καθίσταται αντικείμενο θεωρίας ή θεάσεως;] δεν

υφίσταται στην ουσία, διότι κάθε τέτοια αντινομία αίρεται με τη διασάφηση των δογματικών θεμάτων που

αναφέρονται ή σχετίζονται με τη φύση του Θεού. Έτσι εξηγείται και ο λόγος που ο Παλαμάς από τη μια στηρίζε¬

ται στο έργο των προγενέστερων Πατέρων της Ορθοδοξίας και στην Αγία Γραφή, και, από την άλλη, προβαίνει

στη διάκριση του Θεού σε ουσία και δύναμη ή ενέργεια.

11 Πρβλ. Βλ. Λόσκι, Κατ' εικόνα και καθ' όμοίωσιν Θεοΰ, μτφρ. Μ. Γ. Μιχαηλίδη, έκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη

1974, σ. 50. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το θαβώριο φως ήταν κτιστό φαινόμενο φυσικής τάξης κατά τον

Βαρλαάμ, αλλά για τον Παλαμά ως άκτιστο φως υπερέβαινε το αισθητό και το διανοητικό φως. Το άκτιστο

φως, κατά τον Παλαμά, ως αιώνιο, θείο και θεοποιούν, είναι η ίδια η θεία χάρις, η οποία προέρχεται από τις

θείες ενέργειες, οι οποίες με τη σειρά τους ωθούν, συνεπικουρούν, καθοδηγούν και τελικά πραγματοποιούν τη

θέωση στον άνθρωπο, με την έννοια της θέασης του εκπάγλου φωτός βέβαια.

12 Ο Μ. Φαράντος (άττ., σσ. 13-14) παραθέτει τα εξής σημαντικά: «Είς την Καινήν Διαθήκην ή θειότης τοϋ Θεοΰ

άποτελεΐ τι τό αύτονόητον, και ούχΙ θέμα προς έ'ξαρσιν ή κατοχύρωσιν. "Τό έξηρημένον τοϋ Θεοΰ", όπως προ¬

βάλλει τούτο ό Διονύσιος, άνήκει είς την έλληνικήν παράδοσιν "της κεχωρισμένης των αίσθητών ούσίας" (Αρι¬

στοτέλης, Μεταφ. Λ', 10733), και τοϋ Όντος, όπερ κείται "προ πάντων καΐ πάντων έτερον των μετ' αύτό, έφ' ε¬

αυτού 6ν, ού μεμιγμένον τοις άπ' αύτοϋ,... έπέκεινα ούσίας" (Πλωτίνος, Έννεάδες, V 4,1)» .

13 Σύμφωνα με τη διδασκαλία του μυστικισμού, «η γνώση δεν αποκτάται διά των αισθήσεων ούτε μέσω της δια-

σκεπτικής ενέργειας του νου, αλλά μέσω μιας ιδιαιτέρου τύπου εμπειρίας, εντελώς διαφορετικής από τις εμπει¬

ρίες που ζούμε καθημερινά, μέσω της μυστικής εμπειρίας, όπου φθάνει κανείς ύστερα από μία επίπονη πνευμα¬

τική άσκηση, στην οποία περιλαμβάνονται η προσευχή, ο διοίλογισμός, η νηστεία ...                 Η διδασκαλία του μυστικι-



91

Ι55Ν: 2241-5106

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό

τόμος 8, 2019

Λν\ν\ν.αοαάεηιγ.εάιι.§Γ

Ραργτί - δοίεηΐίίΐο ΙοιίΓπαΙ

νοίιιιηε 8, 2019

ρ3ργΓΪ@&03ά6ΐηγ.6(1ΐ1.§Γ



Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο Παλαμά



Διονυσίου Αρεοπαγίτη, καθώς οι αναφορές πυκνώνουν και το ύφος των παραπομπών και της

γραφής φανερώνει ιδιαίτερη εκτίμηση και σεβασμό προς εκείνον. Το ότι ο Παλαμάς -ο

οποίος έχει τη γνώμη ότι οι θεολογικές συζητήσεις πρέπει να στηρίζονται στην αποδεικτική

μέθοδο και όχι στην διαλεκτική-�� αντλεί από το έργο του Ψευδο-Διονυσίου σχετικά με το

φως, καταδεικνύει τη σχέση μεταξύ αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και της χριστιανικής

σκέψης τουλάχιστον ως προς την έννοια του φωτός.

Αναζητώντας τις αρχαιότερες ρίζες της διανόησης περί φωτός καταλήγουμε στο ότι

από αρχαιοτάτων χρόνων οι Έλληνες, επειδή προφανώς ζούσαν σε χώρα πλούσια σε ηλιοφά¬

νεια, εξύμνησαν τον ήλιο ως αστείρευτη πηγή φωτός και χρωμάτων από τη μιά, ως δύναμη

απώθησης και εκδίωξης του σκότους από την άλλη -σαφής επίδραση δυαδισμού καλού - κα¬

κού, φωτός - σκότους. Οι δε αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι κατάφεραν να διαγνώσουν πίσω

από τη φωτεινότητα των αισθητών πραγμάτων και του κόσμου μια άλλη πραγματικότητα,

τη μεταφυσική. Έτσι, το αισθητό φως αποτέλεσε τη δίοδο που οδηγεί στο νοητό φως· με

άλλα λόγια, το αισθητό φως αποτελεί δηλωτικό της φωτεινότητας του νοητού όντος.

Εξειδικεύοντας τώρα τον λόγο: ο Πλάτων θεώρησε ότι η ιδέα του αγαθού είναι «τοϋ

δντος τό φανότατον»,�� η αιτία τού είναι και της γνώσης του νοητού κόσμου των ιδεών, και

με τον τρόπο αυτόν κατέστη ο ιδρυτής της μεταφυσικής του φωτός. Το δε «άγαθόν» της Πο¬

λιτείας του, επειδή «τό πασιν φως παρέχον»��, κατέχει ιδιαιτέρως σημαντική θέση στη

φιλοσοφία του Πλωτίνου και του Πρόκλου.

Κατά τον μεν Πλωτίνο, η εικόνα του ήλιου και του φωτός διατρέχει τις τρεις υποστά¬

σεις έν - νοΰς - ψυχήΡ Ο νοΰς είναι το «φως έκ φωτός» του ένόςν\ του άγαθοΰ, η ψυχή το

«φως έκ φωτός» του νοός. Βέβαια, το έν ως ήλιος και φως διά της απορροής, της έλλάμ-

ψεως�� και του φωτισμοΐΡ�� επηρεάζει τα υπ' αυτό και τα αναγκάζει να στραφούν προς αυτό.

Ίδια άποψη έχει και ο Πρόκλος. Εν ολίγοις, ο Πρόκλος με βάση το �ώ�προβαίνει στην

ιεράρχηση των όντων. Το τριαδικό σχήμα του Πρόκλου «μονή - πρόοδος - έπιστροφή» θα δι¬

ατηρήσει ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης καθιστώντας το ως βάση της θεολογίας του και, μάλιστα

την εμμένεια στη σωτηρία του ανθρώπου κατά τρόπον μακαριότητος.

Ο Διονύσιος παραθέτει στο έργο του ουσιώδη στοιχεία της μεταφυσικής τού φωτός

από τους Νεοπλατωνικούς, καθώς, για τον ίδιο, ο αισθητός κόσμος αποτελεί μια θεοφάνειο��

της ύπερουσώτητος�'� του Θεού. Ο Θεός, μολονότι είναι «ύπέρφωτος γνόφος»�� -απ' όπου

απορρέουν οι θείες ενέργειες�� που αποτελούν τις εκδηλώσεις του Θεού- ως φως νοητόχ�'�



σμού ...  προκάλεσε το έντονο ενδιαφέρον φιλοσόφων, όπως οι νεοπλατωνικοί» (Θ. Πελεγρίνης, Λεξικό της Φιλο¬

σοφίας. Οι έννοιες, οι Θεωρίες, οι Σχολές, τα Ρεύματα και τα Πρόσωπα / Εξάγλωσση Ορολογία, Ελληνικά Γ ράμ¬

ματα, Αθήνα 2009, σσ. 430-431.

Βλ. σχετικά Γρηγόριος Παλαμάς, Υπέρ Ήσυχαζόντων 1,3,13 {Συγγράμματα Α', σ. 423). Για περισσότερες πλη¬

ροφορίες βλ. Ν. Ά. Ματσούκας, "Ή διπλή θεολογική μεθοδολογία Γρηγορίου τοϋ Παλαμά", στο Πρακτικά Θεο¬

λογικού Συνεδρίου εις τιμήν και μνήμην τοϋ έν άγίοις πατρός ήμών Γρηγορίου Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης

τοϋ Παλαμά (12-14 Νοεμβρίου 1984), Θεσσαλονίκη 1986, σ. 88.

Πλάτωνος, Πολιτεία, Ζ 518ε9.

Πλάτωνος, Πολιτεία, Ζ 54038.

Πλωτίνος, Έννεάδες, VI 7, 24,1-3.

18 Πλωτίνος, Έννεάδες VI 7, 5, 30-31· VI 9, 7,16.

" Πλωτίνος, Έννεάδες VI 3,17, 33-37· V 5, 7,16-21· V 6, 4,16-20.

2° ΡΟ 3, Περί θείων όνομάτων, κεφ. I, § Π, 589Α.

21 ΡΟ 3, Περί θείων όνομάτων, κεφ. I, § I, 588Α.

22 ΡΟ 3, Περί μυστικής θεολογίας, κεφ. I, § I, 997ΑΒ.

23 Οι ενέργειες αυτές, μεριστές αλλά αδιαίρετες, απλές καθ' εαυτές, προσδίδουν στα όντα την ουσία τους (ΡΟ

1172,946 0).

2�� ΡΟ 3, Περί θείων όνομάτων, κεφ. IV, § V, 7000.



92

Ι55Ν: 2241-5106

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό

τόμος 8, 2019

Λν\ν\ν.αοαάεηιγ.εάιι.§Γ

Ραργτί - δοίεηΐίίΐο ΙοιίΓπαΙ

νοίιιιηε 8, 2019

ρ3ργΓΪ@&03ά6ΐηγ.6(1ΐ1.§Γ



Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο Παλαμά



και «άκτις πηγαία και ύπερβλύζουσα φωτοχυσία, πάντα τον ύπερκόσμιον και περικόσμιον,

και έγκόσμιον νοϋν, έκ τοϋ πληρώματος αύτής καταλάμπουσα ...   ώς άρχίφωτος και

ύπέρφωτος»25 ενεργεί. Διά του θείου φωτός επίσης, η ψυχή του ανθρώπου καταλαμπόμενη

και φωτιζόμενη ανάγεται στο θείον και θεουμένη ενώνεται με αυτό, δηλαδή με τον ύπέρ νοϋν

θείον γνόφον?� Κατά τον Διονύσιο, στον Θεό δεν είναι δυνατόν να αναφέρονται οι δικές μας

γνώσεις, διότι αυτές είναι γνώσεις των όντων και περιορίζονται στα όντα, ενώ ο Θεός είναι

επέκεινα�'� πάσης ουσίας και κρείττων παντός λόγου και πάσης νοήσεως.Ούτε είναι δυνα¬

τόν να γνωρίσουμε τον Θεό από τον κόσμο, όπως το αίτιο από το αιτιατό, καθότι το αιτιατό

έχει μεν κατά το δυνατόν την εικόνα του αιτίου, αλλά αυτό το αίτιο είναι εκτός του αιτιατού

και υπέρτερο αυτού.Ως καθ' υπεροχήν αίτιος παντός αισθητού ο Θεός δεν έχει κανένα

γνώρισμα που να ανήκει στα αισθητά· ούτε ανούσιος είναι ούτε άζωος ούτε άλογος ούτε

άνους· δεν διαθέτει σχήμα ούτε είδος ούτε ποιότητα ούτε ποσότητα· δεν υπάρχει σε συγκε¬

κριμένο τόπο, δεν οράται ούτε επαφή αισθητή έχει· δεν υφίσταται αλλοίωση ή φθορά ή μερι¬

σμό ή στέρηση ή ροή ή κάτι παρόμοιο και σχετικό.3"

Ο Παλαμάς, διακρίνοντας τον Θεό σε ουσία και δύναμη ή ενέργεια, ήλθε σε σφοδρή

σύγκρουση με τον Βαρλαάμ, ο οποίος -ένεκα της επίδρασης του Θωμισμού που υφίστατο-

δεν δεχόταν τη διάκριση αυτή. Ο Παλαμάς, όμως, διέκρινε τον άκτιστον, δηλαδή ίτΐ/ζίσι/χαρα¬

κτήρα της θείας ουσίας τής απρόσιτης στην ανθρώπινη αντίληψη και νόηση, και τις θείες

ένέργειες οι οποίες, ως αναπόσπαστο στοιχείο της θείας ουσίας, εκδηλώνονται στον άν¬

θρωπο ως άκτιστον θείο φως, αλλά μεθεκτό στον άνθρωπο που καθίσταται άξιος�� να το

θεαθεί. Το άκτιστον αΧλά μεθεκτόν φως της θείας ενέργειας εκδηλώνεται, κατά τον Παλαμά,

ως θείαχάρις�'� και λαμπρότη�'� και δόξα Θεού στην κεκαθαρμένη καρδιά του μοναχού και

έτσι ο μοναχός καθίσταται ικανός να επιτύχει τη θέωση και ένωση μαζί Του. Πρέπει να ση¬

μειωθεί δε ότι ο Παλαμάς πίστευε πως διά της παρουσίας και μόνο του θείου φωτός η αν¬

θρώπινη νόηση και το σώμα του πιστού μεταμορφώνονται, μετασκευάζονται, και έτσι μετα¬

σκεύαζαμενα           του θείου φωτός πνεύμα και σώμα γεύονται την αμεσότητα της θείας πα¬

ρουσίας, ζουν εν μακαριότητι.34

Στην Β'Προς Βαρλαάμ επιστολή του («Ότι έστιν έφ' ών άπόδειξις των θείων και οτι

κυρίως άπόδειξις αυτη») ο Γρηγόριος Παλαμάς εκτείνει έτι περαιτέρω την έννοια του θείου

φωτός. Διατυπώνοντας λόγο για ουσιοποιό και ζωοποιό και θεοποιό ενέργεια του Θεού, ορί¬

ζει την φωτοδοτική και δημιουργική ενέργεια του Θεού στην κτίση και στον χρόνο ως



25 ΡΟ 3, Περ'ί θείων ονομάτων, κεφ. IV, § VI, 701ΑΒ.

26 Ρα 3, Έπιστ. Ε', 1073Α.

27 Αυτό ακριβώς καθορίζεται στο θεολογικό σύστημα των Αρεοπαγιτικών συγγραφών. Κατά τον Μ. Φαράντο,

«Εις τα πλαίσια ταϋ-τα τής θρησκευτικότητος τοϋ "έπέκεινα" καΐ τής φιλοσοφίας τοϋ Πλωτίνου κινείται, έν

πολλοίς, και ή θεολογία Ψευδο-Διονυσίου τοϋ Αρεοπαγίτου, ήτις προβάλλεται ώς έν σύστημα κατανοήσεως και

έξηγήσεως συνόλου τής πραγματικότητος: θείας καΐ κοσμικής, και εργάζεται με τάς αύτάς κατηγορίας

στοχασμοϋ καΐ θεματολογίας, οϊας και ό Νεοπλατωνισμός» (Μ. Φαράντος, «Τό Φιλοσοφικόν ύπόβαθρον τής

Θεολογίας τοϋ Ψευδο-Διονυσίου τοϋ Αρεοπαγίτου», άνάτ. έκ τοϋ περιοδ. Θεολογία, τόμ. ΞΔ', τεϋχος Γ', Αθήναι

1993, σσ. 11-12).

28 ΡΟ 3, Περί θείων ονομάτων, κεφ. I, § IV, 498Β.

2� Αυτ.

ΡΟ 3, Περ'ί μυστικής θεολογίας, κεφ. IV.

Ασφαλώς, «άξιος» με την έννοια ότι διήγε βίο ενάρετο, χριστιανικό, ότι είχε χριστιανά τά τέλη, ότι η ψυχή του

καθάρθηκε και ο πιστός καθαγιάσθηκε. Αλλοις λόγοις, ο όρος άξιος στ� θεολογία του Παλαμά επέχει θέση επιτο¬

μής της Χριστιανικής Ηθικής.

32 Γρηγόριος Παλαμάς, ΚατάΓρηγοράί�', 54, 3-4 {Συγγράμματαί�', σ. 370).

33 Γρηγόριος Παλαμάς, Ύπέρ ήσυχαζόντωνί, 3, 7, 20 {ΣυγγράμματαΑ', σ. 416).

3�� Γρηγόριος Παλαμάς, Ύπέρ ήσυχαζόντωνί, 3, 7, 20 {ΣυγγράμματαΑ', σ. 416).



93

Ι55Ν: 2241-5106

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό

τόμος 8, 2019

Λν\ν\ν.αοαάεηιγ.εάιι.§Γ

Ραργτί - δοίεηΐίίΐο ΙοιίΓπαΙ

νοίιιιηε 8, 2019

ρ3ργΓΪ@&03ά6ΐηγ.6(1ΐ1.§Γ



Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο Παλαμά



καλλοποίόν δύναμιν. Το κάλλος είναι ο ίδιος ο Θεός, ο οποίος δημιουργεί θεόμορφα πλάσματα

«κατ' είκόνα» Του· επομένως, ο άνθρωπος φέρει στοιχεία του κάλλους Του.�� Όπως σημειώ¬

νει δε ο Ν. Ματσούκας, «οταν τά πράγματα οδεύουν σέ άπελπιστική φθορά καί στόν θάνατο,

πάλι ή θεραπευτική καί καλλοποώς�ύ,α ένέργεια καλλύνει τά ταλαιπωρούμενα δντα, πού μέ

τόν τρόπο αύτό μπορούν νά βρούν ιατρεία, άλήθεια καί όμορφίά»?� συμπληρώνοντας εύ¬

στοχα στη συνέχεια: «οποίος διαβάζει κείμενα τού Διονυσίου Αρεοπαγίτη, τού Μαξίμου

Όμολογητού, τού Ιωάννη της Κλίμακος, τού Συμεών τού Νέου Θεολόγου καί άλλα, έχει την

έντύπωση οτι μέ τό ελκυστικό όχημα τού Συμποσίου τού Πλάτωνα μεταφέρεται στην

άεικίνητη καλλοποιό θεία βασιλεία, διαφορετική ριζικά ώστόσο σέ σχέση μέ τήν πλατωνική

βασιλεία των άρχετύπων ίδεών καί -ρρύ άγα�ΰ».�·�

Εν κατακλείδι, ενώ οι βαρλααμίτες θεωρούσαν τη σχέση αιτίας και αποτελέσματος

κατά τρόπο φυσικό ή λογικό (Θεός         κτίση       κτίσματα), οι παλαμίτες έβλεπαν τον Θεό με τα

ίδια τους τα μάτια, βοηθούμενοι βέβαια από τη θεία χάρη. Και ενώ οι μεν άγγιζαν τη θέωση

με τη νόηση μόνον, οι δε την επιτύγχαναν με τη θεία χάρη, αφού κάθε παλαμίτης ζει και τελεί

υπό την σκέπη της θείας ενέργειας· έτι περαιτέρω, ο παλαμίτης "βλέπει" τον Θεό καθώς ζει

«έν τω Θεώ», έχει δηλαδή την μυστική εμπειρία.





Συμπεράσματα

Η ελληνική φιλοσοφία δεν αποτέλεσε απλώς τον προθάλαμο της πίστης {�ρΓ363ΐηύυΐ3

ίίάθϊ) στην αναζήτηση της αλήθειας. Ο Γρηγόριος Παλαμάς στη διδασκαλία των Νεοπλατωνι¬

κών -μέσω του Διονυσίου Αρεοπαγίτου- περί έλλάμψεως, φωτισμοϋ και άναγωγήςτν[(; ψυ¬

χής μέχρι του θείου θα ανακαλύψει το αναγκαίο για τον ίδιο πλαίσιο και σχήμα, διά των

οποίων θα διοχετεύσει τη νέα ουσία του χριστιανικού δόγματος.��

Εκ της ανωτέρω συντόμου εκθέσεως των αντιλήψεων του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά

περί του ακτίστου θείου φωτός σχετικά προς τον φιλοσοφικό λόγο, συμπληρωματικά και

συμπερασματικά σημειώνονται τα εξής:

1. Οι αντιλήψεις του Παλαμά και, ειδικότερα, η εκ μέρους του περιγραφή της μυστικής

ένωσης του ανθρώπου με το άκτιστο θείο φως αποτελεί απλούστατα το μέτρο σύγκρισης και

διαφοράς μεταξύ ορθοδόξου και νεοπλατωνικού μυστικισμού. Σύνολο το έργο του καταδει¬

κνύει ότι ο μυστικισμός του είναι γνήσια και βαθιά θρησκευτικός και ελάχιστα φιλοσοφικός.

Θα μπορούσαμε να ορίσουμε τον μυστικισμό του ως χριστιανικό μυστικισμό, που έχει ως ση-





Εν προκειμένω, εύστοχη και καταλυτική η τοποθέτηση του Β. Τσίγκου: «τό ανθρώπινο πρόσωπο άνακλα τό ύ-

πέρτατο κάλλος τοϋ προσώπου τοϋ Θεοϋ, άφοϋ κτίσθηκε κατ' είκόνα καί καθ' όμοίωσιν Αύτοϋ. Άπό τήν άρχή

της δημιουργίας του ό άνθρωπος είχε σχέση έξαρτήσεως -σχέση αγάπης, έλευθερίας, συνεργίας, κοινωνίας καί

μετοχής- μέ τόν Θεό - Δημιουργό του» (Β. Α. Τσίγκος, "Ανθρωπος, ό ένμικρώ μέγας. "Οψεις ορθοδόξου άνθρωπο-

λογίας, έκδ. Έννοια, Αθήνα 2019, σ. 59).

Ν. Α. Ματσούκας, Ιστορία της φιλοσοφίας. Αρχαίας Ελληνικής - Βυζαντινής - Δυτικοευρωπαϊκής, έκδ. Π.

Πουρναρα, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 577.

37 Ν. Α. Ματσούκας, δ.π., σ. 578.

3® Την άρρηκτη σχέση και αλληλεπίδραση φιλοσοφίας και θεολογίας εξέφρασαν κορυφαίοι Πατέρες, όπως για

παράδειγμα: α) Μ. Βασίλειος, Όμιλία προς τούς νέους,όπως αν έξ ελληνικών ώφελοΐντο λόγων 3, ΒΕΠΕΣ 54,

20037-201� (ΡΟ 31, 568Β): «... καθάπερ φυτού οίκεία μεν άρετή τω καρπω βρύειν ώραίω, φέρει δε τινα κόσμον

καΐ φύλλα τοις κλάδοις περισειόμενα· ούτω δή καΐ ψυχή προηγουμένως μεν καρπός ή άλήθεια, ούκ άχαρι γε μήν

ούδέ τήν θύραθεν σοφίαν περιβεβλήσθαι, οΐόν τινα φύλλα σκέπην τε τω καρπω και όψιν ούκ άωρον παρεχό¬

μενα». β) Θεοδώρητος Κύρου, Ελληνικών παθημάτων θεραπευτική, Λόγ. α', ΡΟ 83, 816: «δεΐται ή πίστις τής

γνώσεως, καθάπερ αύ ή γνώσις τής πίστεως· ούτε γάρ πίστις άνευ γνώσεως, ούτε γνώσις δίχα πίστεως γένοιτ'

αν».



94

Ι55Ν: 2241-5106

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό

τόμος 8, 2019

Λν\ν\ν.αοαάεηιγ.εάιι.§Γ

Ραργτί - δοίεηΐίίΐο ΙοιίΓπαΙ

νοίιιιηε 8, 2019

ρ3ργΓΪ@&03ά6ΐηγ.6(1ΐ1.§Γ



Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο Παλαμά



μείο αναφοράς τον αποκεκαλυμμένο και ενανθρωπήσαντα Λόγο του Θεού, που υπόσχεται

και οδηγεί στη σωτηρία του ανθρώπου. Αντιθέτως, ο νεοπλατωνικός μυστικισμός είναι βαθιά

φιλοσοφικός· κέντρο και αναφορά του έχει το ένν\ άγαθόν, δηλαδή μία απρόσωπη και αφη¬

ρημένη υπόσταση, η οποία προσεγγίζεται εκ μέρους της ψυχής επιπόνως και εμμέσως. Η δε

ψυχή, όταν φθάνει στην ύψιστη νοητική δραστηριότητα, ενώνεται μυστικά με την αρχή του

κόσμου.

Πασιδήλως μεγάλη η διαφορά. Η αρχή του κόσμου στον μυστικισμό του Παλαμά είναι

Πρόσωπο με βούληση που ενεργεί· είναι Πρόσωπο με πατρική αγάπη· είναι            και φως

που εμφανίζεται άμεσα, προσφέρει την πρόγευση και τον άρραβώνοβ'� της μελλούσης παρου¬

σίας Του.

2. Ο Παλαμάς κατάφερε να διαστείλει το μυστικιστικό βίωμα των Ησυχαστών από την

εκστατική κατάσταση των Νεοπλατωνικών. Αυτό το βίωμα πλημμυρίζει την καρδιά με το

θείο φως χωρίς να μεταθέτει την ψυχή εκτός εαυτής· επιτελείται έτσι μια μεταμόρφωση των

αισθήσεων χωρίς να μηδενίζεται ούτε να υποτιμάται η ανθρώπινη υπόσταση -η οποία ανά¬

γεται ουσιαστικά στον νοητό υπεραισθητό κόσμο διατηρώντας την αυτοσυνειδησία της.

3. Η απόρριψη των αντιλήψεων του Βαρλαάμ�" αποτελεί στην ουσία αποδοκιμασία

της διδασκαλίας της Δυτικής Εκκλησίας περί του ακτίστου θείου φωτός, της διδασκαλίας της

εδραζομένης στη σχολαστική διδασκαλία του Θωμά Ακινάτη. Συνεπαγωγικά, η θέση του Πα¬

λαμά ήταν αντίθεση στη δυτική σχολαστική φιλοσοφία, η οποία αποσκοπούσε στο να λύσει

όλα τα προβλήματα διά της συλλογιστικής σκέψεως.

4. Η μεταφυσική του φωτός στον Παλαμά παρουσιάζεται αρρήκτως συνδεδεμένη με

το δόγμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας και την Αγία Γραφή. Παρά τον έντονο αποφατισμό της,

διά της μυστικής θεολογίας του φωτός επιτυγχάνει να φέρει σε επαφή και συνάφεια το χρο¬

νικό με το αιώνιο και άχρονο, το ανθρώπινο με το θείο, δηλονότι το θνητό με το αθάνατο.

Από αρχαιοτάτων χρόνων η ελληνική θρησκευτικότητα και θεο-λογία εξέφραζε αυτή την

επιθυμία. Ως γνωστόν, ο Αριστοτέλης στα                Ηθικά Νίκομάχεια (Κ7, 11771) 31-34) το

«άθανατίζειν» την ψυχή χαρακτήριζε ως επιβεβλημένο χρέος του ανθρώπου.

5. Ο Παλαμάς, όπως αναφέρθηκε, ακολουθεί την βιβλική εμπειρία ώστε να προσλάβει

την αποκεκαλυμμένη και αποκαλυπτόμενη θεία αλήθεια, να αποκτήσει, δηλαδή, θεογνωσία,

καθόσον ο Θεός είναι απρόσιτος αλλά προσεγγιζόμενος διά των θεοφανειών. Αρα, ο Θεός φα¬

νερώνεται με φως και δόξα, ο δε άνθρωπος, ο καθαρός στην καρδιά, θεάται του φωτός και

της δόξης Του, αποκτώντας -κατά το δυνατόν- γνώση του Θεού και του θελήματός του. Γι'

αυτό και επιχειρεί την έκφραση θεωρίας η οποία θέλει τη νόηση να βρίσκεται εντός της καρ¬

διάς του ανθρώπου και να οδηγείται από αυτή. Αλλωστε, για τον ίδιο, όταν συγκεντρώνεται η

νόηση στην καρδιά του ανθρώπου, τότε και μόνον τότε μπορεί να εξαγνιστεί.�ι

6. Όπως όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας μετέδιδαν με τρόπο δυναμικό ό,τι είχαν παρα¬

λάβει ως γνήσια έκφραση της αληθείας, έτσι και ο Παλαμάς μετέδωσε με επιτυχία και σύγ¬

χρονο τρόπο την διδασκαλία των προηγουμένων του Πατέρων.�� Ακολουθώντας πιστά την

μέλίτταντο\> Μ. Βασιλείου διέπρεψε. Το ότι ήρθε σε ρήξη με τον Νεοπλατωνισμό δεν σημαίνει



Γρηγορίου Παλαμα, Υπέρ ήσυχαζόντων 1, 3, 33, 13-29 (�Συγγράμματα Α σ. 444)· Κατά Γρήγορα Δ 60, 25-31

(�ΣυγγράμματαΔ ',α. 373).

Η εν Βλαχέρναις συνελθούσα σύνοδος τον Μάιο του 1351 δικαίωσε τον Παλαμά. Συγκεκριμένα, αποφάσισε

ότι «έ'στι διάκρισις μεταξύ θείας ούσίας και ένεργείας ...           την θείαν ένέργειαν μετέχεσθαι καΐ μερίζεσθαι

άμερίστως και όνομάζεσθαι καΐ νοεΐσθαι καί πως εί και άμυδρώς· την γε μην ούσίαν άμέθεκτον είναι καΐ

άμέριστον και άνώνυμον. 'Άκτιστός έστιν ή θεία ένέργεια».

« Ρα 150,11050.

Βλ. σχετικά Σ. Γ. Παπαδόπουλος, ΠατρολογίαΑ έκδ. Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 19862,     βζ

95

Ι55Ν: 2241-5106

Πάπυροι - Επιστημονικό Περιοδικό

τόμος 8, 2019

Λν\ν\ν.αοαάεηιγ.εάιι.§Γ

Ραργτί - δοίεηΐίίΐο ΙοιίΓπαΙ

νοίιιιηε 8, 2019

ρ3ργΓΪ@&03ά6ΐηγ.6(1ΐ1.§Γ



Η Διαλεκτική σχέση Θεολογίας και Φιλοσοφίας

Το παράδειγμα της μεταφυσικής του Θείου Φωτός στον Γρηγόριο Παλαμά



ότι τον απέρριψε εξ ολοκλήρου, έστω και εμμέσως. Η αναγνώριση του έργου του Ψευδο-Διο-

νυσίου αποτελεί ένα δείγμαΗ γνώση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας αλλά και της μετα-

κλασσικής ή της ελληνιστικής φιλοσοφίας των ύστερων χρόνων προσέδιδε το βάθος της παι¬

δείας των Πατέρων, και φυσικά και του Γρηγορίου Παλαμά. Αν οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν

διέθεταν την βαθειά παιδεία που διέθεταν, το μεγαλειώδες έργο τους θα ήταν αδύνατο.��



Συνελόντι ειπείν, «ό βυζαντινός πατήρ θεαται τήν φιλοσοφία και τήν θεολογία ώς

ίσχυρά συνυφασμένες άκόμη και στον άποκαλυπτικό λόγο, ύπό τήν έξης έννοια: ή φιλοσοφία

υποστηρίζει δια τοϋ λόγου τήν έκφραση και άντίληψη των υψίστων νοημάτων ένισχύοντας

τήν πίστη -θεολογία- στήν έμπέδωσή τους και στήν πράξη. Τό άκατάληπτον της θείας

ουσίας παραμένει βέβαια άκατάληπτον, άλλα οι θειες άκτιστες ένέργειες, ή ένανθρώπηση τοϋ

Κυρίου, ή     θέαση     τοϋ    «ύπερλάμπρου   φωτός» Άγίω    Πνεύματι δια νοός και ψυχής

κατανοούνται και άναγνωρίζονται ώς τέτοιες δια πίστεως. Ή πίστη φωτίζει, δηλαδή, τόν

λόγο για τή γνώση και τήν κατανόηση τών άποκεκαλυμμένων θείων άληθειών. Άλλωστε,

στήν όρθόδοξη θεολογία ό λόγος, ό όρθός λόγος, δεν άπορρίπτεται· υπάρχει στήν «κατ'

είκόνα» δημιουργία· ώστόσο, περιορίζεται βάσει τών άποκεκαλυμμένων θείων άληθειών, οι

όποιες σαφώς και δεν γίνονται άπολύτως κατανοητές». �5

 

Παρόμοια και με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι όλοι οι θεοφόροι Πατέρες

γνώριζαν καλά την πλατωνική και την αριστοτελική φιλοσοφία, σημαίνει ότι της απέδιδαν τη δέουσα σημασία

και αξία.

Βλ. σχετικά Κ. Ε. Παπαπέτρου, Πίστη και γνώση, άνάτ. άπό τόν 27ο τόμο «Επίσημοι Λόγοι» περιόδου άπό

1.9.1982 έως 18.5.1983 (Πρυτανεία Σπ. Μουλοπούλου), Αθήνα 1987, σ. 17, όπου και συμπληρώνει: «Ό Θεός

χρησιμοποιεί τό διαθέσιμο λόγο τών άνθρώπων για να μιλήσει στήν ιστορία. "Οσο περισσότερος λόγος ύπάρχει

στή ζωή τών άνθρώπων, τόσο καθαρότερα "φαίνεται" ή ύπερβατική Αποκάλυψη τοϋ Θεοϋ στόν κόσμο».

Δ. Β. Μπαλιάτσας, Βυζαντινή Φιλοσοφία. Ή Ηθική τοϋ Γεωργίου Σχολαρίου. Επιστημολογικές προσεγγίσεις,

Οιιΐθηΐ3θΓ§, Αθήνα 2019, σ. 348.



96

Ι55Ν: 2241-5106




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου