Θρησκευτικότητα και Πίστη1
Η
θρησκευτικότητα αναφέρεται στην ανασφάλεια των ανθρώπων. Αποτελεί μια
αγωνιώδη προσπάθεια κάλυψης των φοβιών από τη συνειδητοποίηση του
θανάτου. Γι' αυτό περικλείει αρχαϊκά συναισθήματα, όπως φοβίες, ενοχές,
οργή, αδυναμία. Η θρησκεία είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα και γι' αυτό
έχει σωστά γραφεί ότι οι θεοί είναι πλασμένοι με τρόπο που να μοιάζουν
στους ανθρώπους που τους έπλασαν. Η προβολή των ανθρώπινων
χαρακτηριστικών στους θεούς οδηγεί τελικά τον άνθρωπο σε μεγαλύτερη
ανασφάλεια.
0
θρησκευτικός άνθρωπος ακολουθεί με ψυχαναγκαστικό τρόπο τις
θρησκευτικές τελετουργίες, ώστε να εξιλεωθεί. Γι' αυτόν η θρησκεία
αντιπροσωπεύει την πάλη με το κακό. Νιώθει την δύναμη του κακού
κυρίαρχη στη ζωή του, την φοβάται, μα ταυτόχρονα έλκεται απ' αυτήν.
Θεωρεί
τον διάβολο, τον εκφραστή και εξουσιαστή του κακού, ως παντοδύναμο που
δύναται να εισχωρήσει οποιαδήποτε στιγμή στη ζωή του. Επομένως
ασχολείται διαρκώς μ' αυτόν και του δίνει υπόσταση. Τις δικές του
αδυναμίες, αστοχίες και σκέψεις-λογισμούς τις χρεώνει στο διάβολο και
έτσι ο ίδιος αισθάνεται ως άβουλο πλάσμα που κάθε στιγμή κινδυνεύει να
παρασυρθεί από το κακό. Προσφεύγει στο Θεό, όχι γιατί έχει νιώσει
αφόρητη έλξη από το πρόσωπο Του, αλλά σαν κρυψώνα-καταφύγιο από τις
δυνάμεις του κακού.
Πλησιάζει
το Θεό όχι με εμπιστοσύνη στο άπειρο έλεος Του, αλλά με φόβο και
ενοχές, γιατί νιώθει να έλκεται από το κακό. Γι' αυτό συμμετέχει
ανελλιπώς στις θρησκευτικές τελετουργίες και τηρεί αυστηρά τα
θρησκευτικά του καθήκοντα, ως τελετουργίες κάθαρσης από την ηθική
βρωμιά.
Παρ'
όλα αυτά όμως δεν νιώθει γαλήνη. Γιατί μεταφέροντας την αίσθηση της
προσωπικής αδυναμίας του στην πάλη με το κακό, αισθάνεται ως κύριο
στοιχείο του Θεού τη δικαιοσύνη. Μια δικαιοσύνη αμείλικτη, τιμωρητική,
σαδιστική, ισοπεδωτική. Ο Θεός γίνεται εξισορροπητικό στοιχείο της
ύπαρξης του κακού και το πολεμάει μ' αντίστοιχα όπλα.
Ο
θρησκευτικός άνθρωπος, μη βιώνοντας το έλεος του Θεού, διαμορφώνει μια
εσωτερική σκληρία. Γίνεται σκληρόκαρδος προς τους άλλους ανθρώπους,
τους οποίους εξουθενώνει. Επικριτικός για την κάθε τους αδυναμία.
Ανελέητος στη μη συμμόρφωση τους προς τα πρέποντα και καθήκοντα.
Η
ανάγκη για πληροφόρηση όσον αφορά κάποια στοιχεία της παρουσίας του
κακού είναι αφόρητη και καταναγκαστική. Αναζητά «δαιμονισμένους» που να
αποδεικνύουν την πίστη του και θυμώνει απεριόριστα αν αμφισβητηθεί η
διάγνωση του. Συγκεντρώνει υλικό και στοιχεία για τη δράση κάποιων
σατανολατρών, γιατί του δίνεται η ευκαιρία να φαντασιώσει τη μέθη της
ζωής δίχως όρια, που την φαντάζεται ως απόλυτη ηδονή και όχι ως αφόρητη
μιζέρια.
Ασχολείται
με την καταστροφολογία, το τέλος του κόσμου, την εμφάνιση του
Αντίχριστου. Περιμένει την τιμωρία των κακών ως ανταμοιβή γι' αυτά που
στερήθηκε. Θεωρώντας, δηλαδή, τους ανθρώπους που δεν αντιστέκονται στο
κακό ως «τυχερούς», που περνούν καλύτερη ζωή από αυτόν, αναμένει την
τιμωρία τους για να δικαιωθεί ο ίδιος. Γι' αυτό αναζητά «σημεία» που να
επιβεβαιώνουν τις αντιλήψεις του. Επομένως έλκεται από θρησκευτικές
κοινότητες που διέπονται από αντίστοιχη ιδεολογία. Που ο υπεύθυνος της
ομάδας καλλιεργεί κλίμα αμείλικτης τιμωρίας της κάθε παρακοής, και
κηρύττει έναν αντίστοιχο Θεό - τιμωρό.
Το κλίμα σ' αυτές τις θρησκευτικές κοινότητες, που μοιάζουν με κλειστά club,
είναι αρχικά υποστηρικτικό. Είναι ανοιχτοί στην προσέλευση νέων μελών
που αυξάνουν το πλήθος και το κύρος της κοινότητας, με την προϋπόθεση
βέβαια να αποποιηθούν το ανήθικο παρελθόν τους.
Τα
νέα μέλη νιώθουν ότι βρίσκουν μια οικογένεια που θα τους περιβάλει με
τη φροντίδα της. Δέχονται με ευγνωμοσύνη το ενδιαφέρον του πνευματικού
υπεύθυνου της ομάδας, στο πρόσωπο του οποίου προβάλλουν τον ιδανικό
γονιό. Φορτισμένοι με τα προβλήματα της καθημερινότητας που
δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν, λαχταρούν μια προστατευτική αγκαλιά που
θα τους περιβάλει και θα τους αναλάβει. Επομένως όταν συναντούν ή
θεωρούν ότι συναντούν την ιδανική αυτή οικογένεια, παραδίδονται άνευ
όρων.
Αποκηρύσσουν
το παρελθόν τους σε σημείο που δεν μπορούν να ανακαλύψουν κάτι που να
αξίζει να διαφυλαχθεί στη νέα τους ζωή. Υιοθετούν τις συμπεριφορές,
τους τρόπους, ακόμη και την αισθητική των άλλων μελών. Στα πλαίσια της
ομάδας γίνονται πολύ ευαίσθητοι και προσπαθούν να εκφράζονται τρυφερά.
Η συμπεριφορά τους όμως προς τους εκτός της ομάδας διαφέρει. Αρχικά
προσπαθούν να τους μυήσουν και τους πλησιάζουν ευγενικά. Αν όμως αυτοί
αρνηθούν, τότε αλλάζουν στάση. Αγανακτούν, επιτίθενται φραστικά και
τελικά κόβουν τις σχέσεις.
Οι
συζητήσεις μέσα στην ομάδα είναι συναισθηματικά φορτισμένες και πάντα
έντονα επικριτικές για τους ανθρώπους τους εκτός ομάδας. Ευνοείται η
μεταφορά ειδήσεων που επιβεβαιώνουν ότι ο κόσμος οδεύει στην
καταστροφή, που οδηγεί μέσω των αναπτυσσόμενων φοβιών στη συσπείρωση της
ομάδας, και στην προσήλωση στον αρχηγό, που θα προστατεύσει τα μέλη από
όλους τους κινδύνους.
Στα
πλαίσια αυτά, έχει χαθεί η προσωπική ελευθερία. Πολύ αργότερα, όταν θα
έχει διαψευσθεί κατ' επανάληψη ο αρχηγός και θα έχουν βγει στην
επιφάνεια μια σειρά από συμπεριφορές του, που απέχουν από το να
χαρακτηρίζονται ως πνευματικές, τότε μόνο κάποια μέλη θα αρχίσουν να αναζητούν την ελευθερία τους.
Ο
Θεός της Ορθοδοξίας δεν είναι μια ιδέα αλλά μια συγκεκριμένη οντότητα,
με την οποία μπορεί να υφίσταται μια προσωπική σχέση. Μια οντότητα που
δε θα κατανοηθεί ποτέ πλήρως. Η ανθρωπότητα όμως στο διάβα των αιώνων
και με την αύξηση των επιστημονικών γνώσεων θα καταγράφει με έκπληξη την
παρουσία της άπειρης σοφίας Του, ενώ μέσα από τις βιωμένες προσωπικές
εμπειρίες θα γίνεται κοινωνός του ζωοποιού ενδιαφέροντος Του.
Ο
άνθρωπος που πιστεύει, έλκεται από την ομορφιά και την αγάπη του Θεού.
Νιώθει έκθαμβος με την παρουσία του Θεού που του αποκαλύπτεται είτε
στην ομορφιά της φύσης, είτε στην ύπαρξη των άλλων ανθρώπων, είτε
κάποιες στιγμές και στον ίδιο προσωπικά.
Ο
άνθρωπος της πίστης ζει ουσιαστικά και γνήσια την εμπιστοσύνη του προς
την άπειρη και ανέκφραστη μ' ανθρώπινους χαρακτηρισμούς αγάπη του
Θεού. Βιώνει το ζωοποιό έλεος του Θεού, Δημιουργού των πάντων, που
αναζωογονεί διαρκώς την πεπτωκυία φύση. Επιζητεί τη δικαιοσύνη και την
κρίση του Θεού, αφού την ταυτίζει με το ασύλληπτο για τους ανθρώπους
έλεος Του, που αναζητά λόγους όχι για να τιμωρήσει, αλλά για να
καταξιώσει - σώσει - αναδείξει το ανθρώπινο πρόσωπο.
Ο
άνθρωπος που βιώνει την παρουσία του Θεού στη ζωή του, δεν περιμένει
την μετά θάνατο ζωή για να δικαιωθεί. Δεν στερείται κάτι, ώστε να
περιμένει την ανταπόδοση. Αντίθετα νιώθει υπόχρεος για τη χάρη που του
έχει προσφερθεί. Αυτή τη χάρη που εξαφανίζεται όποτε την θεωρεί ως
ατομική του κατάκτηση και που πολλαπλασιάζεται όποτε την μοιράζεται με
τους άλλους.
Ο
άνθρωπος που πιστεύει και κοινωνεί με τον Θεό, γνωρίζει ότι το κακό δεν
έχει οντότητα. Είναι το σκότος, δηλαδή η απουσία φωτός. Επομένως δεν
έχει καμιά δύναμη και καμιά τύχη απέναντι σ' Αυτόν που είπε ότι «Έγώ
είμι τό φως», γιατί η παρουσία του φωτός «βγάζει έξω το σκότος». Δεν
κατακρίνει τους άλλους ανθρώπους, γιατί ζει το «μνήσθητι των αμαρτωλών
ών πρώτος ειμι εγώ».
Ο
άνθρωπος της πίστης γνωρίζει την ανεπάρκεια του. Βιώνει την απιστία του
ως στέρηση, ως αποσυντονισμό. Ως αποπροσανατολισμό. Προσπαθώντας να
είναι αυθεντικός καταγράφει την ανεπάρκεια του, αλλά χαίρεται γνήσια
και πλήρως την κάθε στιγμή όταν, ξαναβρίσκοντας τον προσανατολισμό του,
μπορεί να ξαναζεί την ομορφιά της ζωής. Ο Θεός για τον άνθρωπο της
πίστης είναι η αστείρευτη πηγή του ανεφοδιασμού του, «ο θησαυρός των
αγαθών και ζωής χορηγός» που είναι πάντα εκεί για όποιον Τον θελήσει.
1. Δημήτρης Καραγιάννης, « Ρωγμές και Αγγίγματα », εκδ. Αρμός, σ.163-169
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου