Σελίδες

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2017

Ἡ Θεολογία τῆς εἰκόνας "Εἰς Ἅδου Κάθοδος"


Γράφει ἡ Δέσποινα Ἰωάννου – Βασιλείου,  Πρεσβυτέρα –Ἐκπαιδευτικός
Ἡ Ὀρθοδοξία, ἔχει χαρακτηριστεῖ «Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως» διότι οἰκοδομεῖ ἐκεῖ ὅλη τήν ἱστορική της παρουσία, ἐμβολιάζοντας στή συνείδηση τῶν λαῶν της τήν ἀναστάσιμη ἐλπίδα. "εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν" (Α΄ Κορ. ιε΄ 17). Δέν θά μποροῦσε λοιπόν ἡ ἱερή τέχνη τῆς Ἁγιογραφίας νά μήν καταυγάζεται ἀπό τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως . Ἡ Ὀρθοδοξία δέν αὐθαιρετεῖ οὔτε στό λόγο Της, οὔτε καί στήν ἐκκλησιαστική της ζωγραφική. Αὐτό πού κηρύττει τό ἀπεικονίζει καί αὐτό πού ἀπεικονίζει τό ψάλλει. Ἔτσι ἡ Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, μέ τό θεολογικό καί λειτουργικό της περιεχόμενο, σφραγίζει ὅλη τη σκέψη καί ὄλον τό βίον τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως χειραγωγούμενη ἀπό τό δόγμα καί τήν πίστη τῶν Ἁγίων Πατέρων , ἔδωσε τήν πρέπουσα μορφή – δομή γιά τήν καταγραφή ἑνός διπλοῦ γεγονότος ἱστορικοῦ καί ἐσχατολογικοῦ, ἀπροσμέτρητου σέ μέγεθος καί ἀξία.
Γιά νά δηλωθεῖ ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, κατά καιρούς, χρησιμοποιήθηκαν διάφορες ἀναπαραστάσεις, πού πολλές φορές ἦταν δυτικῆς ἐμπνεύσεως. Γιά παράδειγμα, ὁ Χριστός πού ἐξέρχεται γυμνός ἀπό τόν τάφο καί κρατεῖ κόκκινη σημαία, στερεῖται παντελῶς τοῦ μυστικοῦ, θεολογικοῦ νοήματος. Ὁ δυτικός ζωγράφος προσπαθεῖ νά ἀποδώσει τό γεγονός ἱστορικά, ἐνῶ ἡ ὀρθόδοξη ἁγιογραφία προσπαθεῖ νά ἀποδώσει τό νόημα τοῦ γεγονότος. Ὁ ὀρθόδοξος ἁγιογράφος μέ τό χρωστῆρα του δέν προσπαθεῖ νά γράψει ἱστορία, διότι τόν ἐνδιαφέρει νά γράψει θεολογία. Στέκεται πάνω ἀπό τή φωτογραφική ἀποτύπωση τοῦ γεγονότος, διότι προσπαθεῖ νά συλλάβει τό νόημα καί τή σημασία τοῦ γεγονότος γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Μέ τά χρώματά του ζωγραφίζει τήν πίστη του καί ἀποτυπώνει πάνω στό ξύλο τήν ὀρθόδοξη θεολογία.
Στήν Ὀρθόδοξη εἰκονογραφία ὑπάρχουν δυό εἰκόνες, πού ἀντιστοιχοῦν στή σημασία τοῦ γεγονότος αὐτοῦ καί πού συμπληρώνουν ἡ μία τήν ἄλλη. Ἡ μία εἶναι συμβολική παράσταση. Ἀπεικονίζει τή στιγμή πού προηγήθηκε τῆς θεόσωμης Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ – τήν Κάθοδο στόν Ἅδη, ἡ ἄλλη τή στιγμή πού ἀκολούθησε τήν Ἀνάσταση τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, τήν ἱστορική ἐπίσκεψη τῶν Μυροφόρων στόν Τάφο τοῦ Χριστοῦ.

Τά παραπάνω συμφωνοῦν καί μέ τά ἀναστάσιμα τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μας, πού ὑπογραμμίζουν τό ἀνεξιχνίαστο μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως καί τό παραλληλίζουν μέ τή Γέννηση τοῦ Κυρίου ἀπό τήν Παρθένο «Προῆλθες ἐκ τοῦ μνήματος, καθώς ἐτέχθης ἐκ τῆς Θεοτόκου» καί τήν ἐμφάνισή του στούς μαθητές μετά τήν Ἀνάσταση «Ὥσπερ ἐξῆλθες ἐσφραγισμένου τοῦ τάφου, οὕτως εἰσῆλθες καί τῶν θυρῶν κεκλεισμένων πρός τούς μαθητάς σου». Ἐξάλλου ἀκόμη κι οἱ Εὐαγγελιστές δέν ἀναφέρουν τίποτε γιά τή συγκεκριμένη στιγμή τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἀνάστασή Του δέν μπορεῖ νά ἀποτυπωθεῖ τή συγκεκριμένη στιγμή, ὅπως συνέβη μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Λάζαρου. Οἱ Ὀρθόδοξες εἰκόνες πού περιγράφουν τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ φανερώνουν τίς δωρεές πού ἔφερε ἡ Ἀνάστασή Του στόν κόσμο. " Νυνὶ δὲ Χριστὸς ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων " (Α΄Κορ. Ιε΄, 20). Ἡ εἰκόνα τῆς καθόδου τοῦ Χριστοῦ στόν Ἅδη μᾶς ὁδηγεῖ πρός τό ἐσωτερικό νόημα τοῦ γεγονότος καί μᾶς δίνει τή δυνατότητα νά ἔρθουμε σέ προσωπική σχέση μέ αὐτό.
Ὁ Χριστός ἐμφανίζεται ὡς ὁ Κύριος της Ζωῆς καί τῆς Κτίσης. Στέκεται κάτ΄ ἐνώπιον, ὄρθιος, μέ μία κίνηση σφοδρή, ἔντονη σχεδόν ἐκρηκτική δηλώνοντας ἔτσι τή νίκη Του πάνω στό θάνατο καί τή φθορά. Ὁ Χριστός κατέβηκε στόν Ἅδη ως Θεός ἐνῶ τό σῶμα Του ἦταν γιά τρεῖς μέρες στόν τάφο Ἐν τάφῳ, σωματικῶς, ἐν ᾅδῃ δὲ μετὰ ψυχῆς ὡς Θεός ". Ὁ Χριστός κατέβηκε στή γῆ γιά νά σώσει τόν Ἀδάμ. Μή βρίσκοντας αὐτόν κατέβηκε μέχρι τόν Ἅδη ζητώντας τον. Ἐπὶ γῆς κατῆλθες, ἵνα σώσῃς Ἀδάμ καὶ ἐν γῇ μὴ εὑρηκὼς τοῦτον Δέσποτα, μέχρις ἅδου κατελήλυθας ζητῶν". Ἄρα ἡ συνέχεια τῆς εἰκόνας τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ μέ τό σκοτεινό σπήλαιο καί τό Χριστό τοποθετημένο μέσα σέ λάρνακα καί τυλιγμένο ὅπως οἱ νεκροί, συνεχίζεται μέχρι τό βαθύ σκοτάδι τοῦ Ἅδη ὥστε νά πραγματοποιηθεῖ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ παράσταση ἔχει σάν πλαίσιο βουνά, ὡς νά εἶναι ἀνοιγμένα τά σπλάχνα τῆς γῆς. Ὁ Ἅδης παρουσιάζεται μέ τή μορφή ἀβύσσου. Τά σκοτάδια τοῦ Ἅδη γεμίζουν ἀπό φῶς, ἀπό ἀκτινοβολία τῆς δόξης τοῦ Θεανθρώπου πού κατέβηκε μέχρι τά βάθη του. Οἱ πόρτες τοῦ Ἅδη βρίσκονται σπασμένες καί σταυροειδῶς τοποθετημένες. Μέσα στό σκοτάδι αὐτό ὑπάρχουν σκορπισμένα κλειδιά, μοχλοί, ἁλυσίδες, κλειδωνιές, ἄδειες μαρμάρινες λάρνακες. Ἐκεῖ βρίσκεται ἁλυσοδεμένος ἕνας ἤ πολλές φορές, δυό ἡλικιωμένοι ἄνδρες. Εἶναι ἡ προσωποποίηση τοῦ Ἅδη καί τοῦ θανάτου ἀντίστοιχα πού ἔχασαν τή δύναμη καί τήν ἀξία τους. " Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον; ποῦ σου Άδη τὸ νῖκος; "(Α΄ Κορ. ιε΄55). Τώρα ὁ Θεός ἄνοιξε γέφυρα ἐπικοινωνίας μέ τόν ἄνθρωπο. Τόν τραβά καί τόν ξυπνά ἀπό τό λήθαργό του θανάτου μεταφέροντας τόν στό φῶς καί τή ζωή.
Ἡ εἰκόνα μιλᾶ γιά δυναμική κάθοδο τοῦ Χριστοῦ στόν Ἅδη. Ὁ χιτώνας Του εἶναι ἀνασηκωμένος γιά νά δηλωθεῖ ἡ καθοδική κίνηση. Τό δοξασμένο σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἐγγράφεται συνήθως μέσα σέ ἕνα σύνολο τριῶν ἤ τεσσάρων ὁμόκεντρων κύκλων πού συμβολίζουν τό θεῖο φῶς. Ἔτσι κάθε κύκλος παίρνει μία πιό σκοτεινή ἀπόχρωση βαίνοντας πρός τό μπλέ. Ὁ Χριστός φορεῖ ἱμάτιο μέ χρυσοκονδυλιά, ἀστραφτερό, καί καθώς εἶναι εὐρύπτυχο καί ἀνεμιζόμενο πάνω ἀπό τήν κεφαλή, φέρει τόν ἀέρα τῆς νίκης. Ἡ ὄψη στό προσώπου Του εἶναι αὐστηρή ἀλλά μέ ἔκφραση φιλάνθρωπη. Τά χέρια Του καί τά πόδια Του φέρουν ἀκόμα "τόν τύπον τῶν ἥλων".
Μέ τό ἀριστερό Του χέρι ὁ Χριστός κρατεῖ εἰλητάριο σύμβολο τοῦ κηρύγματος τῆς Ἀναστάσεως σέ ἐκείνους πού ἦταν στόν Ἅδη. Ἄλλες φορές ἀντί γιά εἰλητάριο κρατεῖ σταυρό. Εἶναι τό σύμβολο τῆς νίκης, τό ὄργανο μέ τό ὁποῖο ἀπελευθέρωσε καί ἐξαγόρασε τόν ἄνθρωπο ἀπό τό θάνατο (Γαλ. γ΄13).
Μέ τήν ὅλη ζωντάνια τῆς κίνησης καί μέ θεοπρεπή μεγαλοπρέπεια παρασύρει τούς πρωτοπλάστους πρός τήν οὐράνια βασιλεία. Παίρνει τόν Ἀδάμ καί τήν Εὕα, ὄχι ἀπό τό χέρι ἀλλά ἀπό τό καρπό τοῦ χεριοῦ καί μέ ὁρμή καί δύναμη τούς τραβά κυριολεκτικά ἔξω ἀπό τούς τάφους. Ὁ Ἀδάμ φαίνεται κουρασμένος ἀπό τό θάνατο. Τό χέρι τοῦ Ἀδάμ ἀδύνατο μοιάζει νά ξεκουράζεται ἀπό τό χέρι τοῦ Χριστοῦ. Ἡ κίνηση τοῦ δεξιοῦ χεριοῦ τοῦ Ἀδάμ, κίνηση αὐτόνομη, ἐκφράζει τήν προσωπική θέλησή του καί τείνει πρός τό Χριστό σάν προσευχή. Μέ αὐτή τήν ἀντιθετική κίνηση τῶν χεριῶν τοῦ Ἀδάμ ἀνοίγεται μυστικά ἡ ἀναζωογόνηση τοῦ ἀνθρώπου πού πηγάζει ἀπό τήν Ἀνάσταση, ἡ πλήρης κατάργηση τοῦ θανάτου, ἡ ἐσωτερική δύναμη τῆς ψυχῆς πού τείνει πρός τό Θεό. Ἡ Εὕα σέ μερικές ἁγιογραφίες βρίσκεται ὄρθια δίπλα ἀπό τόν Ἀδάμ καί τείνει καί αὐτή τά χέρια της πρός τόν Κύριο. Ἄλλοτε εἶναι γονατιστή καί ἀνασηκώνει μέ σεμνότητα τά καλυμμένα χέρια της σέ στάση προσευχῆς καί ὑποδοχῆς, ἑλκυόμενη πρός τό Θεό της. Ἐδῶ εἶναι μία συμβολική παράσταση πού δηλώνει ὅτι ὁ Χριστός τραβώντας τόν Ἀδάμ ἀπό τόν Ἅδη, τραβᾶ κι ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τό θάνατο. Ἀκόμη καί στίς εἰκόνες πού ἡ Εὕα εἶναι πίσω σώζεται ὅπως καί κάθε γυναίκα, ἀφοῦ πλάσθηκε ἰσότιμη ἀπό τό σῶμα τοῦ Ἀδάμ. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀπαρχή τῆς λυτρώσεως ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας.
Δεξιά καί ἀριστερά τοῦ Χριστοῦ βρίσκονται δυό ὁμάδες δικαίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ξεχωρίζουν οἱ βασιλεῖς Δαβίδ καί Σολομώντας. Εἶναι ντυμένοι μέ βασιλικά ἐνδύματα καί στό κεφάλι φοροῦν στέμμα. Οἱ προφῆτες Ἰεζεκιήλ καί Ἠσαΐας ἐπειδή προφήτεψαν τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν βρίσκονται στήν εἰκόνα. Μεταξύ τῶν δικαίων ζωγραφίζεται κι ὁ Ἄβελ. Εἶναι νέος, ἀμούστακος καί ξεχωρίζει διότι κρατᾶ ποιμαντική ράβδο. Ἦταν ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πού γνώρισε τήν πίκρα τοῦ Ἅδη ἀπό τήν ἄδικη ἀδελφική δολοφονία του. Μπροστά τους στέκεται ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ὁ τελευταῖος προφήτης πού ἄνοιξε τό δρόμο γιά τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ στή γῆ. Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος μέ τόν ἀποκεφαλισμό του ἀπό τόν Ἡρώδη κατέβηκε στόν Ἅδη γιά νά κηρύξει καί στούς νεκρούς τόν ἐρχομό Αὐτοῦ πού ἀνέμεναν γιά λυτρωτή καί σωτήρα τους. Αὐτόν πού ὑποσχέθηκε ὁ Θεός στούς πρωτοπλάστους. Μέ τήν κίνηση τοῦ χεριοῦ του βεβαιώνει ὅτι γιά αὐτό μιλοῦσε τόσες χιλιάδες χρόνια ἡ ἀνθρωπότητα. Δίκαια λοιπόν καί ἡ ὑμνογραφία μας χαρακτηρίζει τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο ως "καί τοῖς ἐν Ἅδῃ, Χριστοῦ Προάγγελον".
Ὁ πιστός βλέποντας τήν εἰκόνα καί ζώντας αὐτή τήν ἀλήθεια, ἀποβάλλει τό ἄγχος τοῦ θανάτου. Γιά νά καταργηθεῖ ὁ θάνατος πρέπει νά καταργηθεῖ καί ἡ ἁμαρτία ἡ ὁποία εἶναι τό κέντρο τοῦ θανάτου(Α΄Κολοσ. ιε΄56). Χρειάζεται λοιπόν ἀπό κάθε ἄνθρωπο ἡ συσταύρωσή του μέ τό Χριστό ὥστε νά μπορέσει νά συναναστηθεῖ μαζί Του. Ὅποιος νικᾶ ἐν Χριστῷ τήν ἁμαρτία μετέχει καί τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ πάνω στό θάνατο . Οἱ ἐν Χριστῷ νικητές τοῦ θανάτου εἶναι οἱ Ἅγιοι. Ὅποιος βλέπει τά ἅγια λείψανα ἄφθαρτα καί θαυματουργά, καταλαβαίνει τί σημαίνει νίκη πάνω στό θάνατο καί τή φθορά. Τό ἁπλό βιολογικό γεγονός τοῦ θανάτου δέν εἶναι πιά ὁ θάνατος μέ τήν ὀντολογική σημασία τοῦ ὄρου, ἀλλά σπορά τοῦ φθαρτοῦ σώματος στή γῆ γιά νά βλαστήσει, ὅπως τό σιτάρι (Ἰω. ιβ΄24), ὅταν τό ἀποφασίσει ὁ Κύριος, μέ ἄφθαρτο καί ἀθάνατο σῶμα (Α΄ Κορ. ιε΄ 42).Τότε καί μόνο ὁ ἄνθρωπος θά ζήσει στόν παράδεισο ὅπως ἦταν νά ζήσει καί πρίν τήν πτώση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου