Σελίδες

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2016

Ο «εύσημος λόγος και οι «εις αέρα λαλούντες» του Καθ. Γεωργίου Γαλίτη


από το περιοδικό «Ανάπλασις», Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2004

" Ἄν ἀδελφοί μου, τώρα σᾶς ἐπισκεφθῶ λαλώντας γλῶσσες, σέ τί θά ὠφελήσω; ἐκτός ἄν σᾶς μεταδώσω μέ τά λόγια μου κάποια ἀποκάλυψη ἤ κάποια γνώση ἤ ἕνα μήνυμα ἀπό τό Θεό ἤ κάποια διδασκαλία. Πάρτε γιά παράδειγμα τά μουσικά ὄργανα, ὅπως μιά φλογέρα ἤ μιά ἅρπα. Ἄν οἱ ἦχοι τους δέν ξεχωρίζουν ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο, πῶς θά καταλάβει κανείς ποιά μελωδία παίζει τό καθένα; Καί ἄν ἡ σάλπιγγα δέν ἠχήσει τό γνωστό σέ ὅλους προσκλητήριο, ποιός θά ξεσηκωθεῖ γιά πόλεμο; Παρόμοια καί σεῖς, ἄν δέν μιλήσετε μέ λόγια κατανοητά ("εὔσημον λόγον"), πῶς θά καταλάβουν οἱ ἄλλοι αὐτό πού λέτε; Θά εἶναι σάν νά μιλᾶτε στόν ἀέρα ("εἰς ἀέρα λαλοῦντες"). Ὑπάρχουν στόν κόσμο τόσες γλῶσσες ὅσα καί τά ἔθνη τῶν ἀνθρώπων, καί δέν ὑπάρχει ἔθνος χωρίς τή γλώσσα του· ὅταν ὅμως δέν ξέρω τή σημασία τῆς γλώσσας, γι' αὐτόν πού μοῦ μιλάει ἐγώ εἶμαι βάρβαρος τό ἴδιο καί ἐκεῖνος γιά μένα [...] Ἀλλά στήν ἐκκλησία προτιμῶ νά λέω πέντε λόγια κατανοητά γιά νά καθοδηγήσω καί ἄλλους στήν πίστη, παρά μύρια λόγια πού κανείς δέν θά καταλάβει"(Α΄ Κορ. 14, 6-11. 19)

Αὐτά εἶναι λόγια, ὄχι δικά μου, άλλά τοῦ Πρώτου μετά τόν Ἕνα, τοῦ θείου ἀποστόλου Παύλου. Ἄρα θεόπνευστα.

Γράφτηκαν γιά νά συνετίσουν τούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου, πού ἔθεταν τήν ἄσκηση τοῦ θείου χαρίσματος τῆς γλωσσολαλίας πάνω ἀπό τήν ποιμαντική ἀνάγκη νά εἶναι κατανοητός ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ στήν ἐκκλησία.

Καί ἐπειδή ὁ λόγος τῆς Γραφῆς εἶναι διαχρονικός καί αἰώνιος, γράφτηκαν καί γιά τούς Χριστιανούς κάθε ἐποχῆς, πού βρίσκονται μπροστά στό δίλημμα, νά ἐπιλέξουν ἀνάμεσα στό προνόμιο τῆς ὁποιασδήποτε "γλωσσολαλίας" καί στίς ποιμαντικές ἀνάγκες τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

Συνεπῶς γράφτηκε καί γιά τούς ὀρθοδόξους Ἕλληνες τοῦ 2004, πού ἀνήκουν στήν μοναδική ἐκκλησία πού ἔχει τό μέγα καί ζηλευτό προνόμιο νά ἀναγιγνώσκει τό εὐαγγέλιο στό πρωτότυπο κείμενο, καί στή μοναδική ἐπίσης ἐκκλησία πού ἔχει τό θλιβερό προνόμιο, οἱ πιστοί της στή μέγιστη πλειοψηφία τους νά καταλαβαίνουν τά ἀναγνώσματα τῆς ἐκκλησίας ἐλάχιστα, ἐν πάσῃ περιπτώσει λιγότερο ἀπό ὁποιοδήποτε ἄλλο ἔθνος πού ἔχει τήν ἁγία Γραφή μεταφρασμένη στήν γλώσσα του.

Πρός Θεοῦ, μή νομίσει κανείς ὅτι μέ ὅλα αὐτά ὑποτιμῶ τή μεγίστη δωρεά πρός τό ἑλληνικό ἔθνος καί τήν ἑλληνική ἐκκλησία, νά ἔχουν τό θεῖο καί πανίερο αὐτό Δῶρο στή γλώσσα τους. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει, ὅτι ὁ προορισμός τοῦ κειμηλίου αὐτοῦ εἶναι ἡ λατρεία καί ἡ τιμή. Ὄχι, ὁ προορισμός του εἶναι νά γίνεται ἀέναος πηγή ζωῆς, μάννα οὐράνιο, ὁδηγός καί πύρινη στήλη καί νεφέλη γιά τούς διά μέσου τῆς ἐρήμου πορευόμενους πρός τήν ἄνω Ἰερουσαλήμ. Ὅταν ὁ χαλκοῦς ὄφις πού ὕψωσε ὀ Μωυσῆς στήν ἔρημο, τό ἱερότατο αὐτό σύμβολο τῶν Ἑβραίων, ἔγινε ἀντικείμενο λατρείας, ὁ εὐσεβής βασιλιάς Ἐζεκίας, "ποιῶν τό εὐθές ἐν ὀφθαλμοῖς Κυρίου κατά πάντα" (Γ' Βασ. 18,3), διέταξε τήν καταστροφή του, γιά νά μήν εἶναι ἐμπόδιο στήν ἀληθινή λατρεία τοῦ μόνου Θεοῦ. Δέν ἐννοῶ νά καταστρέψουμε κάτι στή λατρεία, ἄπαγε! Ἀλλά ὁ Θεός ζητεῖ νά παραμερίσουμε κάθε ἐμπόδιο πού ὑπάρχει κίνδυνος νά εἰδωλοποιήσουμε, γιά νά ἐξομαλύνουμε τήν πρόσβασή μας στή λατρεία τοῦ Θεοῦ "ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ". Τί ὡραιότερο, ἀπό τό νά μήν ἔχουμε ἀνάγκη βοηθημάτων στήν κατανόηση τοῦ θείου λόγου! Ὅμως, ἡ ἀσύνετη τακτική ἀνεύθυνων πολιτικῶν, πού ἀπομάκρυνε τήν παιδεία ἀπό τό πνεῦμα, καί θεοποίησε τήν τεχνολογία, ἔφερε τά δυσάρεστα ἀποτελέσματά της, πού τά γεύονται ἑκατομμύρια συνελλήνων σήμερα. Ἄν μείνουμε προσκολ-λημένοι στό ἰδανικό καί ἀγνοήσουμε τό πραγματικό, θά δοῦμε σύντομα τίς ἀπώλειες, ὄχι μόνο στόν ἀριθμό τῶν πιστῶν, ἀλλά καί κυρίως στήν ποιότητα τῆς πίστεως τους.

Ἄς εἴμαστε τίμιοι μέ τόν ἑαυτό μας, καί εἰλικρινεῖς ἀπέναντι στόν Θεό! Ἄς βάλει ὁ καθένας τό χέρι στήν καρδιά καί ἄς ἀπαντήσει χωρίς ὑπεκφυγές στό ἐρώτημα: Ἀπό τόν ἀπόστολο τῆς τελευταίας Κυριακῆς, τῆς οἰασδήποτε Κυριακῆς, πόσο ποσοστό κατάλαβε; καί μή μοῦ πεῖς, φταίει ὁ ψάλτης, πού τά διάβαζε ἀκατανόητα. Φταίει, ναί, κι αὐτός. Ἀλλά καί μόνος σου ὅταν τό διαβάζεις, πόσο καταλαβαίνεις;

Συλλαμβάνουμε, ναί, τό νόημα. Δέν μᾶς εἶναι ξένη ἡ γλώσσα, εἶναι ἡ δική μας, οἰκεία καί ὄχι ξένη. Δέν εἶναι ὅμως αὐτή, πού ἑκατό τοῖς ἑκατό κατανοοῦμε. Καί ἡ γνώση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἕνα ἀσήμαντο πράγμα, πού μποροῦμε νά ἀρκεστοῦμε σέ ἀτελεῖς κατανοήσεις τοῦ τύπου "μέσες-ἄκρες". Γιά νά ἐννοήσουμε "τί τό πλάτος καί μῆκος καί βάθος καί ὕψος"τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας (Ἐφ. 3, 18), χρειάζεται νά προηγηθεῖ ἡ κατανόηση.


Ἡ λογικἠ λατρεία

Γιά ὅλους αὐτούς καί πολλούς ἄλλους λόγους εἶναι σημαντική ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ἡ πρωτοβουλία τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Χριστοδούλου νά διαβάζονται τά ἀναγνώσματα καί στήν ὁμιλουμένη γλώσσα, μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ πρωτοτύπου κειμένου.

Ἔτσι ἡ ἀπόφαση αὐτή ἔρχεται νά ἀντιμετωπίσει ἄμεσες καί ἐπιτακτικές ἀνάγκες τοῦ ποιμνίου, πού ἀνέμενε τήν ἱκανοποίησή τους. Ἤδη πρό 18 ἐτῶν εἶχε ἀσχοληθεῖ μέ τό θέμα ἡ Δ΄ Σύναξη Ὀρθοδόξων Βιβλικῶν Θεολόγων στό συνέδριο της στή Θεσσα-λονίκη (25-28.10.1986), πού εἶχε ὡς θέμα τή "Μετάφραση τῆς ἁγίας Γραφῆς στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία". Συνοψίζοντας τά συμπεράσ-ματα τῶν συζητήσεων τοῦ Σεμιναρίου πού εἶχε γίνει στό πλαίσιο τῆς Σύναξης ὁ ἐκλεκτός συνάδελφος καί διαπρεπής λειτουργιολόγος κ. Ἰ. Φουντούλης, γράφει μεταξύ ἄλλων (Πρακτικά, στόν ὁμώνυμο τόμο, σελ. 243): "....ἐν ὄψει τῶν δυσκολιῶν πού παρουσιάζει ἡ κατανόηση τῆς γλώσσας τῶν βιβλικῶν ἀναγνωσμάτων πού διαβάζονται ἀπό τό κείμενο τῶν βιβλίων τῆς Καινῆς Διαθήκης, σάν μία ἐνδιάμεση λύση θά μποροῦσε νά δοκιμασθεῖ ἡ παράλληλη ἀνάγνωση τῶν περικοπῶν, πρό τοῦ κηρύγματος ἤ ἀντί τοῦ κηρύγματος καί ἀπό μιά δόκιμη νεοελληνική μετάφραση".

Νά, λοιπόν, πού ἐπί τέλους ἔγινε αὐτό. Πολλούς χαροποίησε, ἄλλους προβλημάτισε, πάντως ἐτάραξε τά νερά. Καί τίς συνει-δήσεις πολλῶν, πού ἀγωνιοῦν γιά τήν ἀκεραιότητα τῆς πίστεως καί τή διατήρηση τῶν παραδόσεων. Καί εἶναι γι' αὐτό ἀξιέπαινοι! Εἶναι ὅμως θέμα πίστεως ἤ ἀνάγνωση τῶν ἱερῶν κειμένων καί στήν ὁμιλουμένη γλώσσα; Ναί, βέβαια, εἶναι θέμα πίστεως! ὄχι ὅμως ὅπως τό ἐννοοῦν οἱ ἀνησυχοῦντες. Ἡ πίστη ἑδράζεται στήν κατανόηση τῶν ἀκουομένων, εἶναι προϋπόθεση τῆς ἐπικλήσεως τοῦ Θεοῦ στή λειτουργική πράξη : "πῶς οὖν ἐπικαλέσονται εἰς ὅν οὐκ ἐπίστευσαν; πῶς δέ πιστεύσουσιν, οὗ οὐκ ἤκουσαν;" (Ρωμ. 10, 14). Καί, φυσικά, πῶς θά ἀποδεχθοῦν κάτι πού ἄκουσαν, ἄν δέν τό κατανοήσουν; Στή θεία λειτουργία, πού εἶναι τό μυστήριο τῆς δομήσεως τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ διά τῆς μετοχῆς τῶν πιστῶν στήν κοινωνία τοῦ σαρκωθέντος Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐκκλησία ἔθεσε πρό τοῦ μυστηρίου τῆς μεταβολῆς τῶν Τιμίων Δώρων καί τῆς θείας κοινωνίας τῶν πιστῶν τήν ἀκρόαση τοῦ θείου λόγου. Γιατί ἡ θεία λειτουργία εἶναι ὁ εὐχαριστιακός λόγος τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό, ἀλλά καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Στό πρῶτο μέρος τῆς θείας λειτουργίας ὁμιλεῖ ὁ Θεός πρός τόν λαό Του διά τῶν ἀναγνωσμάτων, στό δεύτερο ὁμιλεῖ ὁ λαός Του πρός τόν Θεό διά τῆς Ἀναφορᾶς. Κι ἐνῶ τό δεύτερο μέρος τῆς θείας λειτουργίας ἀπευθύνεται στήν καρδιά, τό πρῶτο ἀναφέρεται στόν νοῦ. Τό δεύτερο τό βιώνεις. Τό πρῶτο τό προσλαμβάνεις μέ τόν νοῦ, μέ τόν λόγο. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπευθύνεται στόν λόγο τοῦ ἀνθρώπου, γι' αὐτό ἐξ ἄλλου ἡ λατρεία μας ὀνομάζεται "λογική" συνδυάζουσα τά δύο μέρη σέ μία ἁρμονική σύνθεση, τοῦ ἑνός μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας. Σ' αὐτήν ὁ πιστός κοινωνεῖ τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ διά τῶν ὤτων πρῶτα, γιά νά ἀξιωθεῖ νά κοινωνήσει καί διά τοῦ στόματος ὕστερα. Πρίν ἀπό τό "....Προσέλθετε!" τελεῖται ὁ καθαγιασμός τῶν τιμίων Δώρων στό πλαίσιο τῆς Ἀναφορᾶς. Ἀμέσως πρίν ἀπό αὐτήν ὅμως καλεῖται ὁ λαός νά ἀπαγγείλει τό Σύμβολο τῆς πίστεως, νά ὁμολογήσει τί πιστεύει.

Γιά νά πιστέψει ὅμως, πρέπει νά κατηχηθεῖ, νά ἀκούσει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀτόφιος λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τά ἱερά ἀναγνώσματα, στά ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία αὐθεντικῶς καί ἀλαθήτως κατέγραψε καί τυποποίησε τό κήρυγμά της. Αὐτός εἶναι ὁ ζωντανός λόγος τῆς Ἐκκλησίας. " Ζῶν γάρ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί ἐνεργής καί τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καί διϊκνούμενος ἄχρι μερισμοῦ ψυχῆς τε καί πνεύματος ἁρμῶν τε καί μυελῶν, καί κριτικός ἐνθυμήσεων καί ἐννοιῶν καρδίας"· Καί σέ μετάφραση : "ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ζωντανός καί δραστικός, πιό κοφτερός κι ἀπό κάθε δίστομο σπαθί· εἰσχωρεῖ βαθιά, ὥς ἐκεῖ πού χωρίζει τήν ψυχή ἀπ' τό πνεῦμα, τό κόκκαλο ἀπ' τό μεδούλι, καί κρίνει τούς διαλογισμούς καί τίς προθέσεις τῆς καρδιᾶς" (Ἑβρ. 4, 12). Πῶς θά εἶναι ὅλα αὐτά ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἄν δέν εἶναι κατανοητός;

Καί μήν πεῖ κανείς, ὅτι αὐτά ὅλα τά πετυχαίνει τό πρωτότυπο κείμενο μόνο, γιατί ἔτσι θά περιορίσει τήν ἐνέργεια τοῦ θείου λόγου σέ μερικά ἑκατομμύρια καί θά ἀποκλείσει τά δισεκατομμύρια τῶν Χριστιανῶν, πού ἀκοῦν τό Εὐαγγέλιο σέ μετάφραση· οὔτε νά ἀντιτείνει κανείς, ὅτι τά παραπάνω κείμενα, πού παρέθεσα στό πρωτότυπο, εἶναι κατανοητά. Δέν ὁμιλοῦμε γιά μερικά χωρία οὔτε γιά τή μερική κατανόηση, οὔτε γιά τούς συστηματικούς μελετητές τῆς Γραφῆς, οὔτε γιά τούς μορφωμένους ἀναγνώστες. Ἀναφερόμαστε στό μέγιστο μέρος τῆς Καινῆς Διαθήκης καί στή συντριπτική πλειονότητα τῶν συμπατριωτῶν μας, γιά τούς ὁποίους ἡ γνώση τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἀλλά καί τῆς βιβλικῆς γλώσσας, εἶναι ἀπελπιστικά ἐλλιπής. Τί θά κάνουμε μ' αὐτούς; Θά τούς καταδικάσουμε νά περιορισθοῦν στήν ἀκρόαση τῶν ἐνίοτε ἐπιδεικτικῶν καί ἀκατανόητων μινυρισμάτων τῶν ψαλτῶν; Ὡραῖα, οἱ ἱερεῖς τά λένε πιό στρωτά, πιό φυσικά, καί ἐξ ἄλλου τά εὐαγγελικά ἀναγνώσματα εἶναι στήν πλειονότητα τους πιό κατανοητά, γιατί στό μεγαλύτερο μέρος τους πρόκειται γιά ἀφηγήσεις, πού εἶναι λίγο-πολύ γνωστές. Τί θά γίνει ὅμως μέ τόν Ἀπόστολο; Δέν ξέρω τί συμβαίνει μέ τούς ἄλλους, ἐγώ ὅμως κάθε φορά πού ἀκούω τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, αἰσθάνομαι μιά μαχαιριά νά μέ πληγώνει κατάστηθα καί μιά σκέψη νά καταδυναστεύει τόν νοῦ μου: αὐτά τά ὑπέροχα νοήματα, αὐτό τό ἀνεπανάληπτο μεγαλεῖο· αὐτές τίς ἀπαραίτητες γιά τή σωτηρία μας ἀλήθειες, πόσοι ἀπό τίς ἑκατοντάδες ἤ χιλιάδες πού τίς ἀκοῦν, κι ἔτσι ὅπως τίς ἀκοῦν, τίς ἐννοοῦν; Κι ἄν ὑπάρχουν αὐτοί πού τίς ἐννοοῦν, πόσοι εἶναι; στά δάχτυλα πόσων χειρῶν μετροῦνται; καί σέ ποιό βαθμό φθάνει ἡ κατανόηση; ἐρωτήματα, πού μέ βασανίζουν, γιατί παράλληλα ἀκούω τή φωνή τοῦ Θεοῦ: ἐσύ, τί κάνεις γι' αὐτό; Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγινε "τά πάντα τοῖς πάσιν, ἵνα πάντως τινάς σώσει". Ἐσύ τί κάνεις;


Καυτά ἐρωτήματα

- Ἐγώ.... Ἐγώ φοβοῦμαι τίς ἀντιδράσεις ἐκείνων, πού ἀπό ἀξιέπαινο ζῆλο βέβαια, θεωροῦν νεωτερισμό τήν εἰσαγωγή τῆς ἀναγνώσεως καί ἀπό μετάφραση.

- Μά δέν εἶναι νεωτερισμός! Εἴπαμε! μετά τά ἀναγνώσματα, ἕπεται τό κήρυγμα, ἔστω ὅταν καί ὅπως γίνεται. Τί βλάπτει, ἄν προηγηθεῖ ἡ ἀπόδοση τῶν ἀκουσθέντων στή σύγχρονη γλώσσα, γιά νά γίνει τό κείμενο οἰκεῖο στόν ἀκροατή; Ἄν δώσουμε λίγο παραπάνω Λόγο Θεοῦ, θά ζημιώσουμε τό ἐκκλησίασμα; Ἐξ ἄλλου, τό κήρυγμα ποτέ σχεδόν δέν ἀφορᾶ καί στά δύο ἀναγνώσματα, καί συνήθως περιορίζεται σέ ἕνα μόνο νόημα καί σέ λίγους στίχους. Ἀντί κηρύγματος ἤ πρό τοῦ κηρύγματος, δέν εἶναι ὠφέλιμο νά ἀναγιγνώσκεται ἡ μετάφραση;

- Ἄς δημοσιεύεται ἡ μετάφραση στή "Φωνή Κυρίου"!

- Καί τώρα δημοσιεύεται ἡ μετάφραση, ἀλλά μόνον γιά ἕνα ἀνάγνωσμα. Καί ὕστερα, πόσοι διαβάζουν τή Φωνή Κυρίου ἀπό αὐτούς πού τήν παίρνουν;! ἔγινε κάποια στατιστική, κάποια δημοσκόπηση; Κι ἀκόμη, τί πειράζει κι ἄν ἀκούγεται ὁ ζωντανός λόγος στήν Ἐκκλησία; ἄλλο ἡ ἀνάγνωση καί ἄλλο ἡ ἀκρόαση.

- Μήπως ὅμως ἔτσι ἀνοίγουμε τόν ἀσκό τοῦ Αἰόλου, καί σέ λίγο θά ἐπακολουθήσουν ἄλλα, πού θά ἀλλοιώσουν τή μορφή καί τήν ὑφή τῆς θείας λατρείας;

- Μή γένοιτο! Σέ μιά τέτοια ὑποθετική ἐρώτηση, ἡ ἀπάντηση εἶναι, ὅτι καί χωρίς αὐτό τό βῆμα καί ἀνεξάρτητα ἀπό αὐτό, θά μποροῦν νά γίνουν πολλά ἀνεπίτρεπτα. Δέν ἔχουμε ὅμως καμία ἔνδειξη ὅτι θά γίνει κάτι τέτοιο. Ἐξ ἄλλου, δέν πρόκειται γιά ἀλλοίωση, προσθήκη ἤ ἀφαίρεση στή δομή, τή μορφή ἤ τήν ὑφή τῆς θείας λειτουργίας. Πρόκειται ἁπλῶς γιά ἐπεξήγηση τοῦ ἀποστο-λικοῦ καί εὐαγγελικοῦ μηνύματος, στή θέση τοῦ κηρύγματος, ἤ εἰσαγωγικά σ' αὐτό.

- Ναί, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία ἔχει χρέος νά διαφυλάξει τή γλώσσα μας, τίς ρίζες μας, τόν "ἕλληνα λόγον".

- Ἀσφαλῶς! ὄχι ὅμως εἰς βάρος τῆς διαποιμάνσεως. Τό χρέος τῆς διαποιμάνσεως ὑπερτερεῖ τοῦ χρέους πρός τή γλώσσα καί τό ἔθνος. Πρῶτα εἴμαστε πολίτες τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν καί ὕστερα τῆς ἐπίγειας πατρίδας μας. Ἡ Ἐκκλησία, γιά νά διαφυλάτει τίς ρίζες καί τίς παραδόσεις μας πρέπει νά εἶναι ζωντανή, νά ἔχει συνειδητά μέλη, πού νά τρέφονται πνευματικά ἀπό τόν θεῖο λόγο. Προηγεῖται ἡ ζωή μέσα στήν Παράδοση, γιά νά ἀκολουθήσει ἡ διαφύλαξη τῶν παραδόσεων. Μήν τό κάνουμε ὅπως ἡ καλή ἐκείνη ἐφημερίδα, ἡ ὁποία, ὅταν, ἐπί ἀρχιεπισκοπίας τοῦ μακαριστοῦ Ἱερωνύμου, ἡ ἑλληνική ἀντιπροσωπεία ἐψήφιζε, σέ διορθόδοξη συνάντηση, ὑπὲρ ὁρισμένων ἀπόψεων τῆς ρωσικῆς ἐκκλησίας, ἔγραφε περίπου τὰ ἑξῆς: "Εἶναι ἀντεθνικό, οἱ Ἕλληνες ἀντιπρόσωποι νὰ ψηφίζουν ὑπὲρ τῶν ρωσικῶν ἀπόψεων. Τὴν Ὀρθοδοξία τὴν θέλουμε γιὰ νὰ στηρίζει τὸ ἔθνος. Κι ἂν δὲν τὸ κάνει αὐτό, τότε ἐρρέτω ἡ Ὀρθοδοξία"!! Ἐρρέτω, ἔ; ὁποία διαστροφή! Ποιός εἶναι θεράπων τίνος; Ποιό ἀγαθὸ προηγεῖται; Ποῦ βρίσκονται οἱ ρίζες τοῦ ἔθνους μας;

Ἂν δὲν καλλιεργήσουμε τὴν πίστη μας, τότε θὰ χάσουμε τὶς ρίζες μας, ὄχι τὸ ἀντίθετο. Οἱ "καραμανλῆδες" τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἔχασαν τὴ γλώσσα τους, μετέφρασαν τὴ Γραφὴ (καὶ τὴ θεία λειτουργία!) στὰ "καραμανλίδικα" κι ἔσωσαν τὸν ἑλληνισμό τους. Ἂν ἔχαναν τὴν ἐπαφὴ μὲ τὴν πίστη τους, θὰ εἶχαν γίνει Τοῦρκοι. Παρέμειναν Ἕλληνες γιατὶ διδάχτηκαν τὴν πίστη τους καὶ προσεύχονταν στὸ Θεό τους στὴ γλώσσα τους. Ἀντίθετα, ἡ ἐλλιπὴς γνώση τῆς πίστεως καὶ ἡ προσκόλληση στοὺς τύπους, ποὺ ἀμαύρωσε τὴν "ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας", ἐξηγεῖ ἐν πολλοῖς καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἐξισλαμισμῶν, τὶς στρατιὲς τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀπαρνήθηκαν τὴν πίστη τους. Τὸ λεγόμενο Βυζάντιο εἶχε, ἐπὶ συνολικοῦ παγκοσμίου πληθυσμοῦ 600 ἑκατομμυρίων, 45 ἑκατομμύρια κατοίκους. Τί ἀπέγιναν ὅλες αὐτὲς οἱ ψυχές;

Ἡ ἐνίσχυση τῆς πίστεως ἀποτρέπει τὶς ἀποσκιρτήσεις ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Γιὰ νὰ ἐνισχυθεῖ ὅμως ἡ πίστη, χρειάζεται διδασκαλία, μὲ ἀλφαβητάρι τὴν Ἁγία Γραφή˚ ἂν δὲν κατανοῶ τὰ νοήματά της, γίνεται ἡ πορεία μου πρὸς τὴν πίστη, στὴν καλλίτερη περίπτωση, δρόμος μετ' ἐμποδίων. Τότε, οἱ αἱρέσεις ὀργιάζουν, ὁ λαὸς ἀδιαφορεῖ, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνενεργός.

- Ὑποτιμῶ ἔτσι τὴ συμβολὴ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας στὴ διάδοση τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τὴ σημασία καὶ θέση της στὴ χριστιανικὴ παράδοση;

- Καθόλου! αὐτὸ ὅμως εἶναι ἄλλο ζήτημα καὶ ἄλλο οἱ ἀδήριτες ποιμαντικὲς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ μας. Ἡ γλώσσα εἶναι τὸ ὄχημα γιὰ νὰ μεταφερθεῖ τὸ θεῖο μήνυμα. Εἶναι τὸ κέλυφος, τὸ περίβλημα, ποὺ περιέχει τὸ θεῖο λόγο. Κάθε ἄλλη θεώρησή της εἶναι εἰδωλολατρία. Μὲ τὴ στροφὴ πρὸς τὸ περιεχόμενο μήνυμα, ἐπιστρέφουμε στὴν παράδοση. Οἱ Ἀπόστολοι, ἐνῶ ἡ "ἐπίσημη" ἑλληνικὴ γλώσσα ἦταν ἄλλη, αὐτοὶ μίλησαν καὶ ἔγραψαν στὴ γλώσσα ποὺ μιλοῦσε ὁ λαός. Οἱ αἰῶνες κατέστησαν τὴν ἀνάγνωση τοῦ πρωτοτύπου κειμένου ἱερὴ καὶ ἀξιοσέβαστη, ἡ ἐμμονὴ ὅμως στὴν ἀνάγνωση τοῦ πρωτοτύπου μόνον, ἔστω καὶ ἂν αὐτὴ ζημιώνει τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τῶν πιστῶν, θυμίζει ἐκείνους, ποὺ ἔθεταν παλιὰ τὸ Εὐαγγέλιο στὸ εἰκονοστάσι, ἀπὸ βαθύτατο σεβασμὸ βεβαίως, ἀλλὰ διαπράττοντας ἔτσι τρομερὸ λάθος μὲ φοβερὲς γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωὴ συνέπειες.

Κι αὐτοὶ ἀκόμη οἱ Δυτικοί, ποὺ θεωροῦσαν τὸ ἱερὸ κείμενο ἀπαραβίαστο στὴ λατινική του μετάφραση καὶ διάβαζαν στὶς ἀκολουθίες (κι αὐτὲς στὴ λατινική!) λατινικὰ τὸ κείμενο, ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὴν "παράδοση", γιατὶ κατάλαβαν τὴ βλάβη ποὺ προερχόταν ἀπὸ τὴν ἐμμονὴ σὲ αὐτήν. Δὲν εἶναι μουσειακὸ ἀντικείμενο τὸ ἱερὸ κείμενο. Δὲν εἶναι ὄργανο διαφυλάξεως ἐθνικῶν ἢ γλωσσικῶν ἢ ἄλλων ἐγκόσμιων ἀξιῶν. Εἶναι ζωντανὸς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὅσο κι ἂν θέλουμε νὰ τὸν θέσουμε σὲ καλούπια. Εἶναι οἶνος νέος, ὅσο κι ἂν ἐμεῖς τὸν θέτουμε σὲ ἀσκοὺς παλαιούς. Οἱ ἀσκοὶ διαρρηγνύονται, ἂν εἶναι παλαιοί, καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ χάνεται, εἶναι ἀνίσχυρος νὰ δράσει. Καὶ τότε, πῶς θὰ ἐμφανισθοῦμε στὸ κριτήριο τοῦ Θεοῦ; τί ἀπολογία θὰ δώσουμε; ὅτι φροντίσαμε νὰ διατηρήσουμε ἀμώμητο τὴ γλώσσα καὶ καταστήσαμε μωμητὴ τὴν πίστη; Πῶς ἡσυχάζουμε, ἔχοντας ἀφήσει τὸν λαὸ ἀκατήχητο; οἱ ψυχὲς τῶν ἀπολεσθέντων λόγῳ τῆς προσκολλήσεώς μας σὲ ἰδεολογήματα θὰ εἶναι οἱ κατήγοροί μας.

- Δηλαδή, ἡ ἀνάγνωση τοῦ ἱεροῦ κειμένου ἀπὸ μετάφραση λύνει αὐτομάτως τὸ πρόβλημα τῆς προσπέλασης στὰ νοήματα;

- Ὄχι, βέβαια! Ἡ μετάφραση ἀναφέρεται μόνο στὴν κατανόηση τοῦ κειμένου. Δὲν ὑποκαθιστᾶ τὴν ἑρμηνεία, τὴν ἐμβάθυνση στὸ κείμενο. Γι' αὐτὸ χρειάζεται τὸ κήρυγμα, ἡ συνεχὴς κατήχηση, ἡ ἐργώδης προσωπικὴ προσπάθεια, καὶ πάνω ἀπ' ὅλα ὁ φωτισμὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ δίνεται μόνο διὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Ὅμως, κλειδὶ γιὰ νὰ ἔχεις πρόσβαση στὰ νοήματα εἶναι ἡ κατανόηση. Ὅλα τὰ ἄλλα ἕπονται. Βέβαια ὁ Θεὸς δίνει τὴ χάρη καὶ τὸν φωτισμό Του σὲ ἐκλεκτὲς ψυχές, μπορεῖ "ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τοῦ Ἀβραάμ" (Ματθ. 3,9), ἡ Ἐκκλησία ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ ἀρκεσθεῖ στὶς ἔκτακτες ἐπενέργειες τοῦ Πνεύματος, ἀλλὰ ὀφείλει νὰ παρέχει τὴν πρόσβαση στὰ ἱερὰ κείμενα σὲ ὅλους, χωρὶς περιορισμοὺς καὶ ἀναστολές. Ἡ προσπέλαση σ' ἕνα ἔργο τοῦ Σεφέρη ἢ τοῦ Ἐλύτη, τοῦ Πλάτωνος ἢ τοῦ Κίρκεγκωρ δὲν εἶναι εὔκολη, δὲν μπορεῖς ὅμως νὰ προχωρήσεις στὰ ἐνδότερα, ἂν δὲν κατανοήσεις τὸ κείμενο πρῶτα γλωσσικά.

- Ἀλλὰ ἡ μετάφραση δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει λάθη;

- Καμία μετάφραση δὲν εἶναι τέλεια. Ὅπως, καμία μετάφραση δὲν μπορεῖ νὰ ὑποκαταστήσει τὸ πρωτότυπο κείμενο. Γι' αὐτό, τὸ ἔργο τῆς μεταφράσεως δὲν εἶναι εὔκολο. Πρέπει νὰ γίνει μὲ φόβο Θεοῦ, μὲ προσοχὴ καὶ μὲ ἀγάπη πρὸς τὴν Ἐκκλησία. Ὅμως χρειάζεται ὁ μεταφραστὴς νὰ ἔχει καὶ εἰδικὲς γνώσεις, τῆς γλώσσας, τοῦ περιβάλλοντος, τῶν κοινωνικῶν καὶ ἱστορικῶν συνθηκῶν, τῶν περιστατικῶν τῆς συγγραφῆς καὶ πολλῶν ἄλλων παραμέτρων. Μὲ ἄλλα λόγια, εἶναι ἔργο τῶν εἰδικῶν. Ἕνας μὴ εἰδικὸς μπορεῖ νὰ ἔχει ἀντιρρήσεις γιὰ τὴν ἀπόδοση ἑνὸς χωρίου ἢ μιᾶς λέξεως, τελικὰ ὅμως ὁ εἰδικὸς θὰ κρίνει, ἂν ἔχει δίκιο στὶς παρατηρήσεις αὐτές. Καί, πάνω ἀπ' ὅλα, ἡ Ἐκκλησία θὰ κρίνει, ἂν ἡ μετάφραση ἔχει ὀρθῶς ἀπὸ πλευρᾶς πίστεως.


Ἡ Ἐκκλησία, ζωντανὸς ὀργανισμός


Ἀνύστακτοι φρουροὶ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ φρυκτωροὶ τῆς πίστεως, ὅλοι ἐσεῖς ποὺ ἀγωνιᾶτε μήπως ἀλλοιωθεῖ ἡ παραδεδομένη τάξη στὴν Ἐκκλησία! Κατανοῶ τὶς ἀνησυχίες καὶ τοὺς φόβους σας. Εἶναι ὅμως ὄντως διατηρητέα ἡ παραδεδομένη αὐτὴ "τάξη"; Ὅταν οἱ Κολλυβάδες θέλησαν νὰ ἀνατρέψουν τὴν παραδεδομένη "τάξη" τοῦ νὰ κοινωνοῦν οἱ Χριστιανοὶ τρεῖς ἢ τέσσερις φορὲς τὸ χρόνο, γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν ἱστορία τί ἀντιδράσεις συνήντησαν. Ὅταν, παλαιότερα, ἡ Ἐκκλησία εἰσήγαγε τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἆσμα στὴ λατρεία, οἱ μοναχοὶ ἀντέδρασαν δυναμικὰ καὶ ἀνυποχώρητα. Ὅταν... ὅταν..., περιττὸ νὰ ἀναφέρω πράγματα γνωστά. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ζωντανὸς ὀργανισμός, ἡ πίστη δὲν εἶναι σύνολο κανόνων, συνονθύλευμα ἰδεολογημάτων, δὲν εἶναι συλλογὴ προσκυνουμένων εἰδώλων, δὲν εἶναι κωνωποβριθὴς βάλτος. Καμία δύναμη δὲν μπορεῖ νὰ τιθασεύσει τὰ κύματα τοῦ ὠκεανοῦ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ὅταν τὰ ριπίζει ἡ βιαία Πνοὴ ποὺ κυβερνᾶ τὴν Ἐκκλησία. Ἀφῆστε, σεβαστοὶ καὶ φίλτατοι ἀνησυχοῦντες, τὸ ἅγιο Πνεῦμα νὰ δράσει στὶς ψυχές, ἄφετε τὸν κόσμο νὰ ἀκούσει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ κατανοώντας τον πλήρως "καὶ μὴ κωλύετε αὐτόν". Οἱ Ἀπόστολοι δὲν μιλοῦσαν στὴν καθαρεύουσα τῆς ἐποχῆς. Ὁ Χριστὸς δὲν μιλοῦσε στοὺς Ἑβραίους ἄλλη γλώσσα ἀπὸ τὴ μητρική τους. Ἡ Καινὴ Διαθήκη δὲν γράφτηκε στὴ λόγια γλώσσα τῆς ἐποχῆς. Τί πειράζει, ἄν, μετὰ τὸ πρωτότυπο κείμενο ἀκούσει ὁ σημερινὸς Ἕλληνας, ἀντὶ γιὰ ἕνα, πολλάκις ἀνούσιο καί τετριμμένο, κήρυγμα ἤ πρίν ἀπό αὐτό, τόν αὐθεντικό λόγο τῆς Γραφῆς μέ τρόπο πού νά τόν καταλαβαίνεις; Κι ἄν ὅλοι ἐννοοῦν τό πρωτότυπο καί ἕνας μόνος δέν τό καταλαβαίνει, δέν ἀξίζει, γιά μιά ψυχή, γιά τήν ὁποία πέθανε ὁ Χριστός, νά γίνουν τά πάντα; ἡ γλώσσα εἶναι κάτι τό μαγικό; ἡ γλώσσα ἤ τό πνεῦμα ὑπερέχει; οἱ τύποι ἤ ἡ οὐσία; ἡ διαφύλαξη ἀξιῶν ἤ ἡ κτήση τῆς ὑπέρτατης Ἀξίας;


Ποιμαντική εὐαισθησία

Πατέρες καί διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, ὑποκλίνομαι ἐνώπιον τῆς ποιμαντικῆς εὐαισθησίας σας, πού σᾶς ὁδηγεῖ νά ἀναλίσκεσθε γιά τό πνευματικό συμφέρον τοῦ ποιμνίου σας. Ἄν, στό πλαίσιο τῆς εὐαισθησίας αὐτῆς, περικλείεται καί ἡ ἀγωνία σας νά παραμείνει τό κείμενο τῆς Γραφῆς ἀναλλοίωτο, ὑποκλίνομαι ἀκόμη μία φορά. Ἄν ὅμως, νομίζετε ὅτι ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ὁδηγεῖ σέ ἀλλοίωση τοῦ κειμένου, τότε συγχωρέστε με, πρόκειται γιά παρανόηση. Δέν ἀλλοιώνεται τό κείμενο, δέν ὑποκαθίσταται ἀπό τή μετάφραση, δέν ἀφαιρεῖται τίποτε ἀπό τή θεία λειτουργία, ἀπό τήν ὁποία βεβαίως σήμερα πολλοί πολλά παραλείπουν καί ἡ ὁποία βεβαίως, ὅπως γνωρίζετε ἀπό τίς λειτουργικές σπουδές σας, ἔχει ὑποστεῖ ὄχι μικρή ἐξέλιξη. Αὐτό πού γίνεται, μέ τήν εἰσαγόμενη ἀνάγνωση ἀπό μετάφραση, δέν εἶναι κἄν ἐξέλιξη εἶναι ἡ ἐλάχιστη συμβολή τῆς Ἐκκλησίας στήν κατανόηση τοῦ ἱεροῦ κειμένου. Εἶναι ἁμαρτία αὐτό, εἶναι παρέκκλιση; Ἄν ἀπαντήσετε "ναί", θά σᾶς παραπέμψω σέ ὅσα, κι' ἐσεῖς οἱ ἴδιοι, ὡς ἀνέκδοτα ἀφηγεῖσθε, πού δείχνουν τόν βαθμό τῆς παρανόησης ἐκ μέρους τῶν ἀκροωμένων τά ἱερά κείμενα τῆς λατρείας μας. Θά μποροῦσα νά προσθέσω κι ἐγώ πολλά, πλουτίζοντας τό ρεπερτόριό σας καί ἀπό τή δική μου ἐμπειρία, ἐκ τοῦ φυσικοῦ, κήδομαι ὅμως τῆς σοβαρότητος τοῦ θέματος. Ἄς ἀφήσουμε, λοιπόν τά φαιδρά. Ἡ κατάσταση εἶναι πολύ σοβαρή. Τά ἀνέκδοτα μπορεῖ νά εἶναι κάποια ἀπάντηση στά λεγόμενα περί παππούδων καί γιαγιάδων καί ραγιάδων πού τά καταλάβαιναν δῆθεν μή λησμονοῦμε ὅμως, ὅτι ὅσοι παλιά μάθαιναν γράμματα, ἤξεραν γράμματα, τουλάχιστον ὅσον ἀφορᾶ στό γλωσσικό ἐπίπεδο. Ὅσο γιά τούς λοιπούς, ἡ ἔντονη λειτουργική ζωή καί ἡ συνεχής ἀνατροφή τους μέ τά ἱερά κείμενα καθιστοῦσαν οἰκεία τήν ἐκκλησιαστική γλώσσα, ὅπως ἕνας μετανάστης μαθαίνει τή γλώσσα τοῦ τόπου ὅπου ζεῖ.

Ἄς ἀφήσουμε λοιπόν τό παρελθόν, πού ἡ χρονική ἀπόσταση μοιραῖα τό ὡραιοποιεῖ, κι ἄς κοιτάξουμε τό παρόν. Σήμερα, τί γίνεται;

Σήμερα ὁ λαός λιμοκτονεῖ ἀπό ἔλλειψη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, καί ἐμεῖς ἀσχολούμεθα μέ τό ἄνηθο καί τό κύμινο. Ἄν δέν τούς δώσουμε ἐμεῖς τήν τροφή, θά τούς τήν δώσουν ἄλλοι, σέ ἑλκυστική συσκευασία. Κι ἐμεῖς θά ἀγωνιζόμαστε, μέ ἀντιαιρετικές ἐκστρατεῖες, νά συμμαζέψουμε τά ράκη τῆς ἀβελτηρίας μας καί τῶν φοβιῶν μας. Τότε ὅμως θά εἶναι ἀργά, τουλάχιστον γιά τίς ψυχές πού θά τίς ἔχουν ἀγρεύσει ἄλλοι.


Οἱ καιροί οὐ μενετοί

Κοντολογίς: Οἱ καιροί οὐ μενετοί. Ὡραῖα, πολύ ὡραῖα θά ἦταν, ἄν ὅλοι ἐννοοῦσαν τά ἀναγνώσματα τῆς λατρείας. Κι ἀκόμη πιό ὡραῖα θά ἦταν, ἄν μιλούσαμε κι ὅλας τή γλώσσα τῶν προγόνων μας. Τότε, δέν θά εἴχαμε ἀνάγκη ἀπό ἄλλα μέσα προσβάσεως στήν προγονική σοφία καί ἀρετή. Ὅμως ἡ πραγματικότητα δέν γνωρίζει οὐτοπίες. Τό ποτάμι τῆς ἱστορίας ρέει, πολλά πράγματα παρέρχονται ἀνεπιστρεπτί. Κι ἄν, πράγμα σοφό καί ἐνθουσιωδῶς ἐπικροτήσιμο, ἡ ἐκκλησία ἀνελάμβανε σταυροφορία γιά τήν ἐκμάθηση τῆς γλώσσας τῶν λειτουργικῶν, πάλι ἡ ἀναπόφευκτα περιορισμένη σέ ἔκταση καί χρονοβόρος διαδικασία δέν θά ἀκύρωνε τήν ἀναγκαιότητα τῆς ἀναληφθείσης προσπάθειας. Μακάρι νά γίνει ἡ σταυροφορία, κι ἐμεῖς ἀνεπιφύλακτα στό πλευρό τῶν σταυρο- φόρων. Μέχρι τότε ὅμως; μέχρι νά ἀποδώσει καρπούς; Θά ἀφήσουμε ἀνερμάτιστο τόν λαό, ἀναμένοντας τά ἀμφίβολα ἀποτέλεσμα τῶν τιτάνιων ἀγώνων; Ἄς μήν κρυβόμαστε πίσω ἀπό τό δάχτυλό μας. Ὁ "ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου" εἶναι ἱκανός νά ἀξιοποιήσει πρός ὄφελός του καί τίς ἀγαθότατες τῶν προθέσεών μας ἀκόμη, μετασχηματιζόμενος "εἰς ἄγγέλον φωτός" (Β Κορ. 11,14), "ὥστε πλανῆσαι, εἰ, δυνατόν, καί τούς ἐκλεκτούς" ( Ματθ. 24,24), Ἐμεῖς ὅμως, δέν πέφτουμε στήν παγίδα. "Οὐ γάρ τά νοήματα αὐτοῦ ἀγνοοῦμεν" (Β Κορ. 2,11). Δέν ἀφήνουμε νά εἶναι "οἱ υἱοί τοῦ αἰῶνος τούτου φρονιμώτεροι ὑπέρ τούς υἱούς τοῦ φωτός εἰς τήν γενεάν τήν ἑαυτῶν" ( Λουκ. 16,8). Αἱρέσεις καί ἰδεολογίες ἀντιχριστιανικές διαδόθηκαν καί ἐπιβλήθηκαν γιατί κατάλαβαν τό αὐτονόητο ὅτι, ἄν θέλεις νά κερδίσεις τόν ἄλλον, μίλησέ του στήν ἁπλή καί κατανοητή γλώσσα τῆς καθημερινότητάς του. Αὐτό ἔκανε καί ὁ Χριστός, αὐτό καί οἱ ἀπόστολοι καί οἱ πρῶτοι κήρυκες τοῦ Χριστιανισμοῦ. Γι'αὐτό καί ἀκούστηκαν στά "πέρατα τῆς οἰκουμένης τά ρήματα αὐτῶν". Γι'αὐτό καί ἡ Ἱερά Σύνοδος, ἐκφράζουσα τό φιλόστοργο καί φιλάνθρωπο πνεῦμα τῆς πάντοτε ζωντανῆς, καί μητέρας τοῦ λαοῦ Ἐκκλησίας, ἔκρινε ὀρθό νά ὑπερβεῖ τήν ἕως τώρα πράξη καί νά εἰσαγάγει τό μέτρο αὐτό τῆς ὑποβοηθήσεως τῆς κατανοήσεως τῶν ἀναγνωσμάτων τῆς θείας λειτουργίας.

Σχετικά μέ τό θέμα μπορεῖ νά ὑπάρχουν πολλά ἐπιχειρήματα, κατά: σεβαστά κατά πάντα καί ἀξιάκουστα, ὅταν ἐκφέρονται χωρίς φανατισμούς, φωνασκίες καί ἀπολυτότητες. Καί ὑπάρχουν ἐπίσης ἄλλα ἐπιχειρήματα ὑπέρ: αὐτά προσπαθήσαμε νά ἐκθέσουμε, μέ τήν πεποίθηση, ὅτι ὑπερτεροῦν τῶν ἀντιθέτων ἀπόψεων.

Κατά τά ἄλλα, ἡ σημασία καί ἡ σπουδαιότητα τοῦ ἐγχειρήματος θά φανοῦν στήν πράξη. Τό εὐχόμεθα ὁλόψυχα, καί μαζί μέ μᾶς ὅλος ὁ ὑποσιτιζόμενος ἀπό τόν ζωντανό Λόγο λαός τοῦ Θεοῦ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου