Σελίδες

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2015

Ἡ μνημόνευση τῶν κεκοιμημένων


Μιά καλή καί εὐλαβής ἐπίσης συνήθεια εἶναι ἡ τέλεση σαρανταλείτουργου γιά τόν κεκοιμημένο, ἡ προσφορά δηλαδή τῆς ἀναίμακτης θυσίας, τῆς Θείας Λειτουργίας, ἡ ὁποία σκοπό ἔχει νά προκαλέσει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἀπελθόντα καί τήν ἀνάπαυσή του. Συνήθως στούς Ἐνοριακούς Ναούς σαρανταλείτουργο τελεῖται μόνον κατά τήν πρό τῶν Χριστουγέννων τεσσαρακονθήμερη νηστεία, δηλαδή ἀπό τήν 15η Νοεμβρίου καί ἑξῆς μέχρι τήν 25η Δεκεμβρίου. Ἀρκετές ὅμως εἶναι οἱ Ἱερές Μονές –κυρίως οἱ ἀνδρικές– ὅπου τελεῖται καθημερινῶς ἡ Θεία Εὐχαριστία καί στίς ὁποῖες δύνανται νά προσφεύγουν ὅσοι ἐπιθυμοῦν νά τελέσουν σαρανταλείτουργο γιά τήν ψυχή τοῦ κεκοιμημένου προσφιλοῦς συγγενῆ τους. Οὕτως ἤ ἄλλως ὅμως δέν θά πρέπει ποτέ νά ξεχνοῦμε τούς κεκοιμημένους μας κατά τίς Θεῖες Λειτουργίες. Ἐκεῖνοι ἔχουν μεγαλύτερη καί περισσότερη ἀνάγκη ἀπό τούς ζῶντες καθ’ ὅσον «ἐν τῷ Ἅδῃ οὔκ ἐστι μετάνοια».

Θά πρέπει νά γνωρίζουμε πώς κάθε φορά πού τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία ἐξάγονται ἀπό τό πρόσφορο μερίδες (μικρά ψιχουλάκια) ὅταν ὁ Ἱερέας μνημονεύει τά ὀνόματα πού προσάγουν οἱ χριστιανοί μέ τό πρόσφορο. Οἱ μερίδες αὐτές τῶν ζωντανῶν καί τῶν κεκοιμημένων μπαίνουν μπροστά ἀπό τόν ἅγιο Ἄρτο καί τίς μερίδες τῆς Θεοτόκου καί τῶν Ἁγίων καί ἐξάγονται «ὑπέρ ἱλασμοῦ καί ἀφέσεως τῶν ἑαυτῶν ἁμαρτιῶν» διά τῆς μεσιτείας τῆς Θεοτόκου καί πάντων τῶν ἁγίων, τῶν ὑπηρετῶν τοῦ Θεοῦ καί γι’ αὐτό τοποθετοῦνται σ’ αὐτή τή θέση.

Γιατί ἐξάγονται οἱ μερίδες τῶν ζώντων καί τῶν κεκοιμημένων; Ὁ Ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης λέγει ὅτι ἡ μερίδα, τήν ὁποία ἐξάγει ὁ λειτουργός Ἱερέας ὑπέρ ἑνός ζῶντος ἀδελφοῦ «ἐγγύς τοῦ θείου Ἄρτου κειμένη, ἐν τῷ Ἐκεῖνον ἱερουργηθῆναι καί σῶμα γενέσθαι Χριστοῦ, εὐθύς ἁγιασμοῦ καί αὕτη μετέχει». Καί συνεχίζει: «ἡ μερίδα αὐτή τοποθετεῖται στό ἅγιο Ποτήριο, ἑνώνεται μέ τό ἅγιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί μεταδίδει τήν χάρη στήν ψυχή ἐκείνου γιά τόν ὁποῖο προσφέρθηκε. Γίνεται ἔτσι μιά νοερά κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Χριστό».

Τόν ἁγιασμό, πού μεταδίδει ἡ θεία Κοινωνία στούς ζῶντες δέν τόν στεροῦνται οἱ κοιμηθέντες. Γι’ αὐτόν τόν λόγο ὁ λειτουργός, ἀφοῦ μνημονεύσει ὅσους ζῶντας ἀδελφούς ἐπιθυμεῖ, συνεχίζει μέ τήν μνημόνευση τῶν κοιμηθέντων ἀδελφῶν.

Ἡ Χάρις, πού δέχονται ἀπό τόν Κύριο οἱ κοιμηθέντες ἀδελφοί μας, δέν εἶναι λιγότερη ἀπό ἐκείνην πού δεχόμαστε οἱ ζῶντες. Διότι ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός μεταδίδει τόν ἑαυτόν Του καί στούς κοιμηθέντας «κατά τρόπο πού μόνον Αὐτός γνωρίζει».

Στόν βίο τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου ἀναφέρεται ὅτι, ὅταν ὁ Ἅγιος συνάντησε μέσα στήν ἔρημο τό κρανίο ἑνός ἱερέως τῶν εἰδώλων, ἄκουσε φωνή πού τοῦ εἶπε ὅτι «ὅποια ὥρα σπλαγχνισθεῖς αὐτούς, πού εἶναι στήν κόλαση καί προσευχηθεῖς γι’ αὐτούς, παρηγοροῦνται λίγο».

Οἱ Ἅγιοι γνώριζαν καί γνωρίζουν τήν παρηγοριά πού δέχεται ἡ ψυχή, ἰδιαίτερα μέ τήν λειτουργική προσφορά. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει ὅτι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι νομοθέτησαν τήν μνημόνευση τῶν κεκοιμημένων κατά τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας ἐπειδή γνώριζαν ὅτι οἱ ψυχές τους «θά ἔχουν πολύ κέρδος καί μεγάλη ὠφέλεια». Ἀλλοῦ προτρέπει: «ἄς μήν κουρασθοῦμε βοηθῶντας ἐκείνους πού ἔφυγαν ἀπό τήν παροῦσα ζωή προσφέροντας ὑπέρ αὐτῶν καί ζητοῦντες νά γίνουν δεήσεις ὑπέρ αὐτῶν. Τοῦτο διότι ἐνώπιόν μας εὑρίσκεται ἡ κοινή ἐξιλέωση τῆς οἰκουμένης, δηλαδή ὁ Χριστός».

Μνημονεύονται οἱ κεκοιμημένοι γιατί ἡ Ἐκκλη­σία ζεῖ καί ἐλπίζει στήν ἀνάσταση. Ἡ προσευχή της προσφέρει ὠφέλεια στούς νεκρούς. Ἄλλωστε ἀπό τή φύση της ἀγκαλιάζει καί τούς κεκοιμημένους καί τούς ζωντανούς.

Καί ὄχι μόνο μποροῦμε, ἀλλά ἔχουμε ὑπο­χρέωση νά φροντίζουμε γιά ὅλους μέ αὐτόν τόν τρόπο, ἰδιαιτέρως γιά τούς κεκοιμημένους. Ἡ Ἐκκλησία δέεται πρός τό Θεό γιά τά μέλη της αὐτά, τίς κεκοιμημένες δηλαδή ψυχές πού ἴσως βρίσκονται στή δύσκολη περίσταση καί ὀδυνῶνται. Δέεται νά ἀμβλύνει τόν πόνο τους καί νά τίς παρηγορήσει. Κατά πόσο αὐτό πραγματοποιεῖται ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά γνωρίζουμε. Αὐτό θά ἐξαρτηθεῖ ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί κατά πόσο συντρέχουν οἱ κατάλληλες πρός τοῦτο ὑποκειμενικές συνθῆκες ἀπό μέρους τῶν ψυχῶν αὐτῶν.

Θά πρέπει νά ἀναφερθεῖ πώς ἡ Ἐκκλησία μνημονεύει ὅλα ἀνεξαιρέτως τά μέλη της, ἀκόμη κι αὐτούς τούς διαβόητους ἁμαρτωλούς, διότι δέν εἶναι σέ θέση νά γνωρίζει ἄν λίγο πρίν τό θάνατό τους οἱ ἄνθρωποι αὐτοί μετάνοιωσαν καί ὁ Θεός δέχθηκε αὐτήν τήν μετάνοια.

Συνοψίζουμε λοιπόν λέγοντας ὅτι οἱ μερίδες τῆς προθέσεως ἐξάγονται καί προσφέρονται πρός ἱλασμόν ζώντων καί τεθνεώτων. Μέ τήν ὅλη τελεσιουργία ἁγιάζονται καί μεταβιβάζουν τόν ἁγιασμό σ’ ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, στούς ἁγίους δηλαδή καί τούς ἁμαρτωλούς πιστούς, ὑπέρ τῶν ὁποίων προσφέρεται ἡ μυστική θυσία. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ φράση πού λέγεται ὅταν μεταφέρονται οἱ μερίδες στό Ἅγιο Ποτήριο: «ἀπόπλυνον Κύριε, τά ἁμαρτήματα τῶν ἐνθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τῷ αἵματί σου τῷ τιμίῳ».

Στέρηση Ἐκκλησιαστικῆς Κήδευσης

Δυστυχῶς κάποιοι ἀπό τούς κεκοιμημένους στε­ροῦνται ἐκκλησιαστικῆς κήδευσης σύμφωνα μέ τούς Ἱερούς Κανόνες καί αὐτοί εἶναι:

• Οἱ μή βαπτισμένοι (ἐσχάτως ἐξαιροῦνται τά νήπια χριστιανῶν γονέων τά ὁποῖα ἐπρόκειτο νά βαπτισθοῦν καί γιά τά ὁποῖα προβλέπεται εἰδική Ἀκολουθία). • Οἱ μή χριστιανοί, αἱρετικοί κλπ. • Ἐκεῖνοι πού φονεύονται σέ μονομαχία ἤ ἀπό τραύματα πού προκλήθηκαν σέ μονομαχία. • Οἱ αὐτόχειρες ἤ αὐτοκτονοῦντες (ἐξαιροῦνται ὅσοι ἀπό ἐκείνους δέν εἶχαν σώας τάς φρένας, οἱ ψυχικά ἀσθενεῖς, γιά ὅσους ἔγινε ἐξ ἀμελείας δηλαδή ἐπρόκειτο γιά ἀτύχημα καί τέλος γιά ὅσους αὐτόχειρες πρίν πεθάνουν μετενόησαν γιά τήν πράξη τους). • Οἱ ἀφορισμένοι.

Τά Ἱερά Μνημόσυνα

Μετά τήν Νεκρώσιμο Ἀκολουθία καί τήν ταφή ἕπονται κάποιες ἰδιαίτερες ἀκολουθίες, οἱ ὁποῖες τελοῦνται σέ καθορισμένες ἡμέρες ὑπέρ τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας καί τοῦτο διότι οἱ ἡμέρες αὐτές ἔχουν ἕναν ἰδιαίτερο συμβολισμό.

Καί πρῶτα τελοῦνται τά λεγόμενα τρίτα ἤ τριήμερα μνημόσυνα τά ὁποῖα λαμβάνουν χῶρα τήν τρίτη ἀπό τήν κοίμηση ἡμέρα. Συμβολίζουν τήν τριήμερο παραμονή τοῦ Κυρίου στόν Τάφο «διά τριῶν ἡμερῶν ἐγερθέντα» ἤ πρός τιμήν τῆς Ἁγ. Τριάδος, κατά τίς ἀποστολικές διαταγές καί τόν Ἅγιο Ἰσίδωρο τόν Πηλουσιώτη.

Τά ἐννιάμερα ἤ ἔνατα πάλι γιά τό ἱερό τοῦ ἀριθμοῦ (3x3) ἤ διότι μᾶς ὑπενθυμίζουν τά ἐννέα τάγματα τῶν ἁγίων Ἀγγέλων, στά ὁποία ζητᾶμε νά συναριθμηθεῖ ὁ κεκοιμημένος, ὡς ἄυλος πιά καί αὐτός. Τά σαράντα ἤ τεσσαρακοστά τελοῦνται «διά τήν τοῦ Σωτῆρος Ἀνάληψιν», ἡ ὁποία ἔλαβε χῶρα σαράντα ἡμέρες μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Κατά τήν ἡμέρα αὐτή ἔχει ἤδη καί αὐτός ὅπως ὁ Κύριος «ἁρπαγεῖ ἐν νεφέλαις» γιά νά συναντήσει τόν Κριτή καί νά κριθεῖ, κατά τόν Ἅγ. Συμεών Θεσσαλονίκης. Κατά τίς Ἀποστολικές Διαταγές τελοῦνται «κατά τόν παλαιόν τύπον», διότι ἔτσι πένθησε καί ὁ Ἰσραηλιτικός λαός τόν Μωυσῆ.

Τά τρίμηνα, ἑξάμηνα, ἐννιάμηνα καί τρίχρονα, πολλαπλάσια τῆς τριάδος, συμβολίζουν τήν «Τριάδα, τόν τῶν ὅλων Θεόν» καί γίνονται «εἰς δόξαν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ὑπέρ τοῦ μεταστάντος».

Τό ἐτήσιο τέλος Μνημόσυνο, τό ὁποῖο τελεῖται κατά τήν ἐπέτειο τῆς κοιμήσεως, κατά τήν πίστη δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας, τήν ἡμέρα τῆς ἀληθινῆς γεν­νήσεώς τους, τῆς μεταστάσεως.

Κατ’ αὐτές τίς ἡμέρες συνηθίζεται οἱ συγγενεῖς νά προσάγουν κόλλυβα εἴτε στόν Ναό, εἴτε στόν τάφο τοῦ κεκοιμημένου ὥστε νά τελεσθεῖ Τρισάγιο (στά τριήμερα, ἐννιάμερα, τρίμηνα, ἑξάμηνα, ἐννιάμηνα καί τρίχρονα) ἤ Μνημόσυνο (στά σαράντα ἤ τόν χρόνο) ὑπέρ ἀναπαύσεώς του. Κανονικά αὐτό πρέπει νά λαμβάνει χῶρα κατά τήν τέλεση Θείας Λειτουργίας γιά τούς λόγους πού ἤδη ἔχουν ἀναφερθεῖ, συνήθεια πού ἐξακολουθεῖ σέ ἀρκετές ἀκόμη περιοχές, κυρίως ἐπαρχιακές. Συνοδεύονται δέ τά κόλλυβα, ὅταν θά τελεσθεῖ τό Μνημόσυνο ἤ τό Τρισάγιο κατά τήν Θεία Λειτουργία, μέ ὅλα τά ἀπαραίτητα γιά τήν τέλεση τῆς ἀναίμακτης θυσίας, τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἐφ’ ὅσον εἰς μνήμην τοῦ κεκοιμημένου τελεῖται αὐτή, συνοδεύονται δηλαδη μέ τό πρόσφορο, τό νᾶμα, τό λάδι γιά τά κανδήλια, τά κεριά, καί τό θυμίαμα.

Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἐπίσης καθιερώσει κάποιες συγκεκριμένες ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες πρέπει νά τελοῦνται τά Ἱερά Μνημόσυνα.

Κατά πρῶτον τά Σάββατα. Κάθε Σάββατο εἶναι ἀφιερωμένο σύν τοῖς ἄλλοις καί στούς κεκοιμημένους, μέσα στόν ἑβδομαδιαῖο κύκλο ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Κατ’ αὐτήν τήν ἡμέρα θά ἔπρεπε νά τελοῦνται καί τά μνημόσυνα καί ὄχι τήν Κυριακή, ἡ ὁποία εἶναι ἡμέρα ἀφιερωμένη στήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Γιά διαφόρους λόγους ὅμως ἡ Ἐκκλησία ἀνέχεται καί ἐπιτρέπει τήν τέλεσή τους ἀκόμη καί Κυριακή.

Γιά μιά ἀκόμη φορά θά πρέπει νά τονισθεῖ πώς ἡ ἐπιδειξιομανία δέν ἔχει τόπο στά Ἱερά Μνημόσυνα. Οἱ ἀμέτρητοι καί ἀτελείωτοι στολισμοί καθώς καί οἱ φωτογραφίες ἐπάνω στούς δίσκους τῶν κολλύβων μόνον κομπασμό καί ἐγωισμό ὑποδεικνύουν. Δυό βάζα μέ μερικά λουλούδια καί φυσικά ὁ δίσκος μέ τά κόλλυβα ἀρκοῦν. Πολλοί γνωρίζουν ὅτι θά σχολιασθοῦν καί θά κατακριθοῦν ἀπό συγγενεῖς, γνωστούς καί φίλους ἐάν πράξουν μέ σύνεση καί χωρίς ἐξεζητημένους στολισμούς καί δυστυχῶς παρασύρονται. Δέν θά πρέπει ὅμως νά συμβαίνει κάτι τέτοιο. Δέκα ἀντί δυό βάζα μέ λουλούδια, ἐκεῖνο τό πανί ἤ τό ἄλλο στό τραπέζι, δέν προσθέτουν τίποτε παραπάνω στήν ψυχή ἤ στήν μνήμη τοῦ κεκοιμημένου. Ἀντιθέτως προσθέτουν οἱ ἐλεημοσύνες, οἱ Θεῖες Λειτουργίες, τά Μνημόσυνα καί οἱ ἀγαθοεργίες.

Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἐπίσης ὁρίσει δυό φορές τόν χρόνο νά γίνονται κοινά Μνημόσυνα. Αὐτά γίνονται τό Σάββατο πρίν τήν Κυριακή τῶν Ἀπόκρεω καί τό Σάββατο πρίν ἀπό τήν Πεντηκοστῆ καί τά ὁποῖα ὀνομάζονται Ψυχοσάββατα.

Ὁ λόγος πού καθιερώθηκε τό πρῶτο εἶναι ὁ ἑξῆς: Ἐπειδή πολλοί κατά καιρούς κοιμήθηκαν στήν ξενιτειά ἤ στή θάλασσα ἤ στά ὄρη καί στούς γκρεμούς ἤ καί ἐπειδή μερικοί δέν εἶχαν συγγενεῖς ἤ λόγῳ πτωχείας δέν ἀξιώθηκαν τῶν διατεταγμένων μνημοσύνων, «οἱ θεῖοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι ἐθέσπισαν τό μνημόσυνο αὐτό ὑπέρ πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος εὐσεβῶς τελευτησάντων Χριστιανῶν». Ἐπειδή δέ τήν Κυριακή τῶν Ἀπόκρεω θυμόμαστε τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί οἱ κεκοιμημένοι μας ἀκόμη δέν κρίθηκαν ὁλοκληρωτικά, τούς μνημονεύουμε αὐτή τήν ἡμέρα καί, ἐπικαλούμενοι τό ἄπειρο ἔλεός Του, Τόν παρακαλοῦμε μέ τό Μνημόσυνο πού κάνουμε, νά τούς ἀναπαύσει.

Εἶναι ὅμως ταυτόχρονα καί μία εὐκαιρία γιά ἐμᾶς νά θυμηθοῦμε τόν θάνατο, «νά ξυπνήσουμε» τρόπον τινά, τήν συνείδησή μας καί νά τραποῦμε σέ μετάνοια.

Τό δεύτερο Ψυχοσάββατο τοῦ ἔτους, πού εἶναι τήν παραμονή τῆς Πεντηκοστῆς, εἶναι μιά ἀκόμη εὐκαιρία λόγῳ τῆς ἐπελεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά ἐπικαλεσθοῦμε τόν φωτισμό Του ἀλλά καί νά παρακαλέσουμε γιά τήν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν.

Τά Μνημόσυνα τελοῦνται ἀπαραιτήτως σέ συνάρτηση μέ τή Θεία Λειτουργία καί μέ τή συνοδεία κολλύβων καί αὐτό γιατί τά κόλλυβα ἔχουν ἕνα ἰδιαίτερο συμβολισμό. Ὅπως δηλαδή ὁ κόκκος τοῦ σιταριοῦ πέφτει στή γῆ καί θάπτεται καί χωνεύεται καί σαπίζει σ’ αὐτή χωρίς νά φθείρεται καί φυτρώνουν ἀπό τήν ὕλη τοῦ νέοι κόκκοι πλουσιότεροι καί ὡραιότεροι, χωρίς νά ὑπολείπονται σέ τίποτε ἀπό τήν οὐσία ἐκείνου πού θάφτηκε καί χωνεύτηκε, κατά τόν ἴδιο τρόπο καί τό νεκρό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου θάπτεται στή γῆ καί σαπίζει, ἔπειτα ἀπό τήν ἴδια οὐσία θά ἀναστηθεῖ ἄλλο σῶμα, τό ὁποῖο, παρ’ ὅλο πού δέν θά εἶναι φθαρτό καί σαπέν, σέ τίποτε δέν θά ὑπολείπεται ἀπό τήν ὕλη του. Ἀλλά καί ὁ Κύριος μίλησε γιά τήν ἀνάστασή Του μέ τήν παραβολή τοῦ κόκκου καί τοῦ σίτου (Ἰωάν. 12,24).

Γιά ὅλον αὐτό τόν ἰδιαίτερο συμβολισμό θά πρέπει νά διατηρηθεῖ ἡ τέλεση τῶν Ἱερῶν Μνημοσύνων μέ κόλλυβα καί μόνον κόλλυβα. Δυστυχῶς ὑπάρχει ἡ καινοφανής συνήθεια νά προσάγονται γιά τήν τέλεση Τρισαγίων διάφορα εἴδη, ὅπως κουλουράκια κτλ. Γιά τούς λόγους πού ἀναφέρθηκαν θά πρέπει νά θεωρηθεῖ ἀπορριπτέα αὐτή ἡ συνήθεια.

Ὑπάρχουν ὅμως καί κάποιες ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες δέν τελοῦνται μνημόσυνα.

Ἐν πρώτοις ἡ περίοδος ἀπό τό Σάββατο τοῦ Ἁγ. Λαζάρου μέχρι καί τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ. Τοῦτο «διά νά δεσπόζη τό Πάθος τοῦ Κυρίου καί Αὐτός μόνον νά λατρεύεται ἐξ ὅλης τῆς καρδίας τῶν πιστῶν, ἐν τελείᾳ μεταρσιώσει καί κατανύξει, ἐντός τοῦ κλίματος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, νά ὑποχωροῦν δ’ οἱ πάντες καί τά πάντα ἐνώπιον Αὐτοῦ, οὕτω παραγγέλει ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία, ὅπως τήν κοινήν Ἀνάστασιν πρό τοῦ θείου Πάθους πιστούμενοι καί τά βάϊα τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ φέροντες ἀνά χείρας καί πολλῷ μᾶλλον Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι μνημονεύωμεν ἀποκλειστικῶς καί μόνον τοῦ Χριστοῦ καταργήσαντος μέν τόν θάνατον, φωτίσαντος δέ ζωήν καί ἀφθαρσίαν, περιορίζωμεν δέ τάς πενθίμους καί τελετικάς ἐκδηλώσεις». Κατά συνεκδοχῆν δέ καί σέ ὅλες τίς ἑορτές τοῦ Κυρίου, τίς Δεσποτικές δηλαδή. Ἐπίσης στίς Θεομητορικές ἑορτές, δηλαδή τῆς Παναγίας καί τήν 14η Σεπτεμβρίου.

Σέ περίπτωση δέ πού συμπίπτει τό μνημόσυνο προσφιλοῦς μας προσώπου κατά τίς ἡμέρες ἤ περιόδους αὐτές, καλόν εἶναι νά ἐρχόμαστε σέ συνεννόηση μέ τόν Ἱερέα τοῦ Ναοῦ ὅπου θά τό τελέσουμε (καί μάλιστα ἀρκετές ἡμέρες πρωτύτερα), ὥστε νά μᾶς ἐνημερώσει γιά τήν καλύτερη καί σωστότερη ἡμερομηνία τελέσεώς του.

Ἀνακομιδή λειψάνων

Συνηθίζεται σήμερα ἡ ἀνακομιδή τῶν κεκοιμημένων νά λαμβάνει χῶρα τρία χρόνια μετά τήν κοίμησή τους, ἰδίως στίς μεγαλουπόλεις ἐξαιτίας τῆς ἐλλείψεως χώρου. Σέ ἀρκετές ὅμως περιοχές, ὅπου δέν ἀντιμετωπίζεται τέτοιο πρόβλημα, γίνεται καί ἀργότερα.

Κατά τόν Μέγα Βασίλειο ἐπειδή ὅλα τά σώματα δέν εἶναι τῆς αὐτῆς κράσεως ἐπιβάλλεται καί ὁ δια­χωρισμός, ἀνάλογα μέ αὐτήν (τήν κράση), γιά τήν ἀνακομιδή τῶν τεθνεώτων. Σ’ αὐτό συμβάλλουν καί οἱ καιρικές συνθῆκες, οἱ ὁποῖες ἐπικρατοῦν σέ μία χῶρα, σέ μία περιοχή, ὅπως ἐπίσης καί ἡ ποιότητα τοῦ χώματος στό ὁποῖο θάπτεται κάποιος.

Ὑπάρχουν ὅμως καί ἄλλα αἴτια τῆς μή διαλύσεως ἑνός σώματος ἐκτός ἀπό τά προαναφερθέντα, γιά παράδειγμα ὁ ἀφορισμός ἀπό κάποιον Ἱερέα ἤ Ἐπίσκοπο ἤ ἡ ἀδικία ἐκ μέρους τοῦ νεκροῦ σέ κάποιον ὅσο ζοῦσε. Τότε οἱ συγγενεῖς θά πρέπει νά μεταθέσουν τό σῶμα σέ ἄλλο τόπο, ἄλλη γῆ, καί νά προσκαλέσουν τόν Ἀρχιερέα ὁ ὁποῖος θά ἀναγνώσει ἐπί τοῦ λειψάνου τίς κεκανονισμένες εὐχές, ὥστε νά συγχωρηθεῖ. Πρέπει ἀκόμη, ἐάν εἶναι γνωστή ἀπό τούς συγγενεῖς, ἡ ἀδικία καί ὁ ἀδικηθείς νά κληθεῖ καί ἐκεῖνος νά τόν συγχωρήσει, γιά νά διαλυθεῖ ὁ δεσμός.

Ἡ ὅλη διαδικασία ὅμως δέν συμβιβάζεται μέ τήν γνωστή ματαιοδοξία ὁρισμένων, οἱ ὁποῖοι γιά λόγους ἐπιδείξεως καί κομπασμοῦ καί ὄχι λόγῳ εὐλαβείας, καλοῦν Ἀρχιερέα κατά τήν Νεκρώσιμο Ἀκολουθία ἤ τό Μνημόσυνο. Ἐφ’ ὅσον ὁ Ἱερέας πρεσβύτερος τελεῖ τό μυστήριο τῶν μυστηρίων, τήν Θεία Εὐχαριστία, πόσο μᾶλλον αὐτές τίς Ἀκολουθίες.

Ὅλα αὐτά γράφθηκαν μέ πόνο ψυχῆς καθ’ ὅσον ἐπικρατεῖ ἀγνωσία ἐπί τοῦ θέματος καί πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι πού ἐξαιτίας της πολλές φορές σκανδαλίζονται διερωτώμενοι γιά ὅσα καί γιατί συμβαίνουν. Σκοπός λοιπόν ὅσων προαναφέρθηκαν δέν εἶναι ἡ ἐπιστημονική κάλυψη τοῦ θέματος ἀλλά ἡ ποιμαντική, ἡ ἐνημέρωση γιά ὅσα δέν εἶναι εὐρέως γνωστά ἤ ἔχουν ἑκουσίως καί ἀκουσίως παραποιηθεῖ. Ἐλπίζουμε πώς ὠφέλησαν καί δέν ἔβλαψαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου