Ἀπὸ τὸ βιβλίο
Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου:
«Συναξαριστὴς τοῦ ἐνιαυτοῦ»
Ἐκδόσεις «Δόμος», Ἀθῆναι 2005
Τὸ Σάββατον πρὸ τῆς Ἀπόκρεω
Μνήμην ἐπιτελοῦμεν πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος κεκοιμημένων εὐσεβῶν πατέρων καὶ ἀδελφῶν ἡμῶν.
Ἀμνημόνησον πταισμάτων νεκροῖς, Λόγε,
Τὰ χρηστὰ νεκρὰ σπλάγχνα Σου μὴ δεικνύων.
.
Τὸ Σάββατον αὐτό, ποὺ προηγεῖται τῆς Κυριακῆς τῆς Δευτέρας Παρουσίας,
οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν, νὰ ἐπιτελῶμεν μνήμην ὅλων τῶν ἀπ’
αἰώνων εὐσεβῶς τελευτησάντων ἀνθρώπων, ἀπὸ φιλανθρωπίαν εἰς τοῦτο
κινούμενοι. Ἐπειδὴ γὰρ ἀνάμεσα εἰς τόσων λογιῶν θανάτους, ποὺ
συμβαίνουν εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ἴσως πολλοὶ πένητες καὶ ἄποροι, δὲν
ἠξιώθησαν τῶν ἐκκλησιαστικῶν ψαλμωδιῶν καὶ μνημοσύνων, διὰ τοῦτο οἱ
θεῖοι Πατέρες διέταξαν, νὰ κάμνη ἡ Ὀρθόδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησία
μνημόσυνα κοινὰ διὰ ὅλους, διὰ νὰ περιλαμβάνωνται μέσα εἰς τὰ κοινὰ καὶ
ὅσοι κατὰ μέρος δὲν ἔτυχον τῶν συνήθων μνημοσύνων, ἀπὸ κάποιαν
ἀφορμήν. Ταύτην δὲ τὴν περὶ τῶν μνημοσύνων διάταξιν, ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς
Ἀποστόλους ἔλαβον οἱ Πατέρες, κατὰ παράδοσιν, διδάσκοντες ὅτι τὰ ὑπὲρ
τῶν κεκοιμημένων γινόμενα, μεγάλην εἰς αὐτοὺς προξενοῦν ὠφέλειαν.
. Λοιπόν, κατὰ ἕνα τρόπον, τοῦτον ὁπού εἴπομεν, ἡ τοῦ Θεοῦ
Ἐκκλησία ἐπιτελεῖ σήμερον τὰ κοινὰ μνημόσυνα, κατὰ δεύτερον δέ, ἐπειδὴ
ἔμελλον τὴν αὔριον, δηλαδὴ τὴν Κυριακήν, νὰ βάλουν τὴν Δευτέραν τοῦ
Χριστοῦ Παρουσίαν, ἔτσι ἁρμοδίως, ἐδιώρισαν νὰ γίνωνται σήμερον ὅλων τῶν
ψυχῶν τὰ μνημόσυνα, τρόπον τινὰ δεόμενοι καὶ παρακαλοῦντες τὸν φοβερὸν
καὶ ἀλάνθαστον Κριτὴν νὰ γίνη ἵλεως πρὸς αὐτούς, δείχνοντας πρὸς
αὐτοὺς τὴν φυσικήν του συμπάθειαν, καὶ νὰ τοὺς κατατάξη εἰς ἐκείνην τὴν
τρυφήν, τὴν ὁποίαν ὁ ἴδιος ὑπέσχετο. Καὶ κατὰ ἄλλον τρόπον ἀκόμα,
ἐπειδὴ σκοπὸν ἔχουν οἱ Ἅγιοι εἰς τὴν ἐρχομένην Κυριακὴν νὰ βάλουν καὶ
τὴν ἐξορίαν τοῦ Ἀδάμ, τρόπον τινὰ προεπινοοῦν, ὡσὰν μίαν κατάπαυσιν καὶ
τέλος ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων, μὲ τὴν σημερινὴν κατάπαυσιν, διὰ νὰ
ἀρχίσουν ἐκεῖθεν, ἤτοι ἀπὸ τὴν ἐξορίαν τοῦ Ἀδὰμ ὡσὰν ἀπὸ ἀρχήν, ἐπειδὴ
τὸ πλέον ὁλοϋστερινὸν ἀπὸ ὅλα τοῦ κόσμου τούτου, ἡ ἐξέτασις εἶναι τῶν
ἐδικῶν μας πράξεων, ποὺ μέλλει νὰ γένη ἀπὸ τὸν ἀδέκαστον Κριτήν.
. Ἐν Σαββάτῳ δὲ πάντοτε κοινῶς μνημονεύομεν τῶν ψυχῶν, ἐπειδὴ τὸ Σάββατον ὅπου εἶναι ὄνομα ἑβραϊκόν, θέλει νὰ εἰπῆ κατάπαυσις.
Καὶ λοιπόν, ἐπειδὴ καὶ οἱ ἀπεθαμένοι ἔπαυσαν ἀπὸ τὰ βιωτικά, καὶ ἀπὸ
ὅλα τὰ ἄλλα, δηλαδὴ φροντίδας καὶ περισπασμούς, διὰ τοῦτο καὶ εἰς τὴν
ἡμέραν, ποὺ σημαίνει κατάπαυσιν, κάνομεν ὑπὲρ αὐτῶν τὰς δεήσεις. Καὶ
τοῦτο ἐπεκράτησε νὰ γίνεται, ὡς εἴπομεν, κάθε Σάββατον, ἀλλὰ εἰς τὸ
σημερινὸν Σάββατον κοινῶς καὶ καθόλου μνημονεύομεν δεόμενοι τοῦ Θεοῦ δι᾽
ὅλους τοὺς εὐσεβεῖς. Διατί, μὲ τὸ νὰ ἠξεύρουν καλῶς οἱ θεῖοι Πατέρες
ὅτι τὰ γινόμενα ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων, μνημόσυνα δηλαδή, καὶ ἐλεημοσύναι καὶ λειτουργίαι, μεγάλην ὠφέλειαν προξενοῦν εἰς αὐτούς,
διὰ τοῦτο παρακινοῦν καὶ διδάσκουν, καὶ μερικῶς καθ’ ἕνας νὰ τὰ κάνη
διὰ τοὺς ἐδικούς του, καὶ κοινῶς ἡ Ἐκκλησία καθόλου, καθὼς ἐκ τῶν Ἁγίων
Ἀποστόλων, αὐτὴν τὴν πράξιν παρέλαβον, ὡς προείπομεν, καὶ ὁ μέγας
Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης αὐτὸ τοῦτο παραδίδουν.
. Ὅτι δὲ ὠφελοῦν τὰς ψυχὰς τὰ ὑπὲρ αὐτῶν ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας
γινόμενα, καὶ ἀπὸ ἄλλα μὲν πολλὰ τοῦτο δείχνεται, μάλιστα δὲ καὶ ἐκ τῆς
Ἱστορίας τοῦ Ἁγίου Μακαρίου. Διότι αὐτὸς ὁ πατὴρ εὑρὼν ἕνα ξηρὸν
κρανίον ἀνδρὸς ἀσεβοῦς Ἕλληνος, ἐκεῖ ποὺ ἐπήγαινεν εἰς τὸν δρόμον,
ἠρώτησεν αὐτὸ ἀνίσως καμμίαν φορὰν εἰς τὸν ᾍδην αἰσθάνονται καμμίαν
παραμυθίαν. Καὶ ἀπεκρίθη τὸ κρανίον λέγον, ναί, τίμιε πάτερ, πολλὴν
ἄνεσιν λαμβάνομεν, ὅταν ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων παρακαλῆς τὸν Θεόν,
ἐπειδὴ ἔκανε τοῦτο ὁ μέγας Μακάριος καὶ τὸν Θεὸν ἐπαρακάλει, νὰ τοῦ
ἀποκαλύψη, ἀνίσως ἐκ τῶν προσευχῶν αὐτοῦ, ἐλάμβαναν οἱ προκεκοιμημένοι
καμμίαν ὠφέλειαν. Ἀλλὰ καὶ ὁ Γρηγόριος ὁ Διάλογος διὰ προσευχῆς τὸν
βασιλέα Τραϊανὸν ἔσωσεν, ὅμως ἤκουσεν ἀπὸ τὸν Θεόν: δεύτερον νὰ μὴ
παρακαλέση ὑπὲρ ἀσεβοῦς. Πρὸς τούτοις ἔχομεν ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴν
ἱστορίαν ὅτι καὶ Θεοδώρα ἡ Βασίλισσα ἐξήρπασε τῶν βασάνων τὸν
εἰκονομάχον Θεόφιλον τὸν ἄνδρα της, μὲ τὰς ἐκτενεῖς προσευχὰς καὶ
δεήσεις τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ἁγίων καὶ Ὁμολογητῶν ἀνδρῶν. Βεβαιώνουν
δὲ πολλοὶ μεγάλοι Πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας ὡς καλὰς καὶ
ὠφελίμους τὰς ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων γινομένας ἐλεημοσύνας, ἀπὸ τοὺς
ὁποίους εὐθὺς ἕνας, ὁ Θεολόγος Γρηγόριος, εἰς τὸν ἐπιτάφιον ποὺ κάνει
εἰς τὸν ἀδελφόν του τὸν Καισάριον. Μετὰ τοῦτον ὁ μέγας Χρυσόστομος ἐν
τῇ πρὸς Φιλιππησίους οὕτω λέγει: ἂς ἐπινοήσωμεν διὰ τοὺς κεκοιμημένους
ὠφέλειαν, ἂς δώσωμεν εἰς αὐτοὺς τὴν δυνατὴν βοήθειαν, ἐλεημοσύνας λέγω
καὶ προσφοράς, ὅτι μεγάλην ὠφέλειαν καὶ πολὺ τὸ κέρδος προξενοῦν εἰς αὐτοὺς τὰ παρ’ ἡμῶν γινόμενα.
. Ὅτι ὄχι ἔτσι ἁπλῶς καὶ ματαίως αὐτὰ
ἐνομοθετήθησαν, καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ ὑπὸ τῶν Ἱερῶν Ἀποστόλων
ἐπαραδόθησαν, καὶ ἐπὶ τῶν φρικτῶν Μυστηρίων νὰ μνημονεύη ὁ Ἱερεὺς ὑπὲρ
τῶν κεκοιμημένων. Καὶ πάλιν ὁ αὐτὸς χρυσοῦς Ἅγιος λέγει τέτοιας λογῆς
εἰς τὴν διαθήκην σου, βάνε συγκληρονόμον μαζὶ μὲ τὰ παιδιὰ καὶ μὲ τοὺς
συγγενεῖς καὶ τὸ ὄνομα τοῦ κριτοῦ, καὶ ὁ χάρτης ἂς ἔχει μέσα καὶ τὴν
ἐνθύμησιν τῶν πτωχῶν, καὶ ἐγὼ σοῦ γίνομαι αὐτῶν ἐγγυητής. Καὶ ὁ Μέγας
Ἀθανάσιος, κἂν εἰς τὸν ἀέρα ὁ εὐσεβὴς τελειωθεὶς διελύθη, μὴν ἀποφεύγης
ἀπὸ τὸ νὰ ἀνάπτης εἰς τὸν τάφον του κερὶ καὶ λάδι, παρακαλέσας Χριστὸν τὸν Θεόν, ὅτι δεκτὰ εἶναι αὐτὰ κοντὰ εἰς τὸν Θεόν, καὶ πολλὴν προξενοῦν τὴν ἀντίδοσιν.
. Ἕως νὰ φθάση λοιπὸν ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὅσα ὑπὲρ
τῶν κεκοιμημένων γίνονται, ὠφέλειαν προξενοῦν, κατὰ τοὺς θείους
Πατέρας, καὶ μάλιστα εἰς ἐκείνους ποὺ εἶχαν πράξει ὀλίγα τινὰ καλὰ καὶ
ἐν μετανοίᾳ καὶ ἐξομολογήσει ἐβγῆκαν ἀπὸ τὴν παροῦσαν ζωήν. Εἰ δὲ λέγει
κάποια τινὰ (καθὼς πρέπει) ἡ Θεία Γραφή, πρὸς σωφρονισμὸν τῶν πολλῶν,
ἀλλ’ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ νικᾶ.
. Πρέπει δὲ νὰ ἠξεύρωμεν, ὅτι μετὰ θάνατον, οἱ δίκαιοι ὅλοι θέλει
γνωρίσουν ἀλλήλους, καὶ ὅσους ἤξευραν, καὶ ὅσους πώποτε δὲν εἶδον,
καθὼς λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος, βεβαιώνοντας τὸν λόγον του, ἀπὸ τὴν
παραβολὴν τοῦ Πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου. Ὅμως ὄχι ἀπὸ σωματικὸν σημάδι,
ἐπειδὴ ὅλοι θέλουν ἔχει μίαν ἡλικίαν, καὶ τὰ φυσικὰ γνωρίσματα θέλουν
λείψει, καὶ μὲ μόνον τὸ διορατικὸν χάρισμα τῆς ψυχῆς, θέλουν
γνωρίζονται, καθὼς λέγει καὶ ὁ Θεολόγος ἐν τῷ εἰς Καισάριον τὸν ἀδελφόν
του ἐπιτάφιον, τότε λέγων, Καισάριον ὄψομαι, φαιδρόν, ἔνδοξον, οἷος μοι
κατ’ ὄναρ πολλάκις ἐφάνης, ἀδελφῶν, φίλτατε. Τὰ ἴδια λέγει καὶ ὁ Μέγας
Ἀθανάσιος ἐν τῷ ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων λόγῳ, ὅτι καὶ πρὶν τῆς κοινῆς
ἀναστάσεως, οἱ Ἅγιοι ἔλαβον χάρισμα παρὰ Θεοῦ, νὰ γνωρίζουν ἀλλήλους καὶ
νὰ συνευφραίνωνται, οἱ δὲ ἁμαρτωλοὶ καὶ τούτου ὑστέρηνται. Εἰς δὲ τοὺς
Ἁγίους Μάρτυρας ἐδόθη, λέγει, τὸ νὰ ἐφοροῦν καὶ τὰ παρ’ ἡμῶν
τελούμενα, καὶ νὰ μᾶς ἐπισκέπτωνται εἰς τὰς ἀνάγκας μας. Εἰς δὲ τὴν
ἡμέραν ἐκείνην, ὅλοι θέλουν γνωρίσουν ἀλλήλους, ὅταν καὶ τὰ κεκρυμμένα
ἔχουν νὰ φανερωθοῦν.
. Πρέπει δὲ νὰ ἠξεύρωμεν ὅτι κατὰ τὸ παρόν, ἤτοι πρὸ τῆς κοινῆς
ἀναστάσεως, αἱ ψυχαὶ τῶν δικαίων εἰς κάποιους διορισμένους τόπους
εὑρίσκονται, καὶ πάλιν τῶν ἁμαρτωλῶν εἰς ἄλλο μέρος. Καὶ οἱ μὲν δίκαιοι
μὲ τὴν καλήν τους ἐλπίδα χαίρουν, οἱ δὲ ἁμαρτωλοὶ μὲ τὸ νὰ ἀναμένουν τὰ
δεινὰ λυποῦνται, ἐπειδὴ οἱ Ἅγιοι δὲν ἔλαβον ἀκόμα τὴν ἐπαγγελίαν τῶν
ἀγαθῶν, κατὰ τὸν θεῖον Ἀπόστολον λέγοντα: τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττον τι
προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσιν.
. Ἂς μὴ νομίζη δέ τις ὅτι ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ κρημνίζονται ἢ
πνίγονται εἰς τὴν θάλασσαν ἢ εἰς τὸ πῦρ καίονται καὶ ἀπὸ τὰ λεγόμενα
θανατικὰ ἢ ἀπὸ κρύον καὶ πείναν ἐκτρίβονται, ἂς μὴ νομίζη, λέγω τις, ὅτι
κατὰ προσταγὴν Θεοῦ ταῦτα πάσχουν. Ὅτι τὰ ἔργα τῆς Θείας Προνοίας ἄλλα
γίνονται κατὰ τὸ προηγούμενον θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέγεται εὐδοκία,
καὶ ἄλλα γίνονται κατὰ τὸ δεύτερον, ἤτοι ἑπόμενον, ποὺ λέγεται
παραχώρησις, καὶ ἄλλα γίνονται πρὸς εἴδησιν καὶ σωφρονισμὸν ἄλλων. Καὶ ὁ
μὲν Θεὸς ὡς προγνώστης, πάντα βλέπει καὶ πάντα γινώσκει, ὅσα μέλλουν
νὰ γίνουν, καὶ μὲ τὸ θέλημά του γίνονται, εἴτε τὸ προηγούμενον εἴτε τὸ
ἑπόμενον, καθὼς διὰ τὰ στρουθία λέγει τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον, ὅμως δὲν
ὁρίζει, τουτέστι δὲν ἀποφασίζει ἔτσι ἢ ἔτσι νὰ γίνουν, δηλαδὴ αὐτὸς
φερ’ εἰπεῖν νὰ πνιγῆ, ἐκεῖνος δὲ νὰ ἀποθάνη μὲ τὸν φυσικὸν θάνατον ἢ
οὗτος μὲν γέρων νὰ ἀποθάνη, ἐκεῖνος δὲ νήπιον. Ἀλλὰ μίαν φορὰν
ἀπεφάσισε τὸν καθολικὸν καὶ ἀνθρώπινον χρόνον, καὶ τοὺς διαφόρους
τρόπους τῶν θανάτων, καὶ προορισμὸς δὲν εἶναι ζωῆς. Εἰ δὲ καὶ λέγει ὁ
Μέγας Βασίλειος ζωῆς ὄρον, ἀλλὰ τὸ γῆ εἰ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσει, δηλοὶ ὁ
πατήρ. Διότι ἂν ἦτον διωρισμένη ἡ ζωὴ τοῦ καθενὸς ἀνθρώπου, διατὶ
λέγει πρὸς Κορινθίους ὁ Ἀπόστολος, ὅτι μὲ τὸ νὰ μεταλαμβάνετε ἀναξίως
τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, διὰ τοῦτο ἐν ἡμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ
ἄρρωστοι, καὶ κοιμῶνται ἱκανοί, ἤτοι ἀποθνήσκουν πολλοί; Καὶ διατὶ ὁ
Δαβὶδ λέγει, μὴ ἀναγάγης μὲ ἐν ἠμίσει ἡμερῶν μου; Καὶ παλαιστὰς ἔθου
τὰς ἡμέρας μου. Καὶ ὁ Σολομών, υἱὲ τίμα τὸν πατέρα σου, ὅπως ἔσῃ
πολυχρόνιος. Καὶ πάλιν, ἵνα μὴ ἀποθάνης ἐν οὐ καιρῷ σου. Καὶ ἐν τῷ Ἰώβ,
πρὸς τὸν Ἐλιφὰζ λέγει ὁ Θεός: ἐξωλόθρευσα ἂν ὑμᾶς, εἰ μὴ διὰ Ἰὼβ τὸν
θεράποντά μου. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοῦτο εἶναι φανερόν, πὼς δὲν εἶναι
διωρισμένη ἡ ζωή, διατὶ ἂν ἦτον ὅρος ζωῆς, διὰ ποίαν αἰτίαν
παρακαλοῦμεν τὸν Θεὸν καὶ ἰατροὺς καλοῦμεν, καὶ ὑπὲρ τῶν παιδιῶν
εὐχόμεθα, διὰ νὰ ζήσουν;
. Καὶ τοῦτο δὲ τελευταῖον πρέπει νὰ ἠξεύρωμεν, τὰ βεβαπτισμένα
νήπια, ἀποθνήσκοντα, ἀπολαύουν τῆς τρυφῆς. Τὰ δὲ ἀφώτιστα καὶ τὰ τῶν
ἐθνῶν οὔτε εἰς τρυφὴν οὔτε εἰς τὴν γέενναν ὑπάγουν. Ἀφοῦ λοιπὸν ἡ ψυχὴ
φεύγη ἀπὸ τὸ σῶμα, καμμίαν φροντίδα δὲν ἔχει διὰ τὰ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ
μόνον διὰ τὰ ἐκεῖ φροντίζει. Τρίτα δὲ μνημόσυνα ποιοῦμεν, ὅτι τῇ τρίτῃ
ἡμέρᾳ ὁ ἄνθρωπος ἀλλάζει τὴν ὄψιν καὶ μεταβάλλεται. Ἔνατα δέ, ὅτι τότε
ὅλη ἡ πλάσις φθείρεται καὶ μόνη μένει ἡ καρδία. Τεσσαρακοστὰ δέ, ὅτι καὶ
αὐτὴ ἡ καρδία ἀπόλλυται, καὶ ἡ γέννησις δὲ οὕτω προβαίνει. Τῇ τρίτῃ
ἡμέρα σχεδιάζεται ἡ καρδία. Τῇ ἐνάτῃ πήγνυται καὶ γίνεται σάρκα, τῇ δὲ
τεσσαρακοστῇ εἰς τελείαν ὄψιν καταντᾶ. Διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν κάνομεν τῶν
ψυχῶν τὰ μνημόσυνα, τὰς ὁποίας ἄμποτες νὰ κατατάξη ὁ Δεσπότης Χριστὸς
ἐν ταῖς τῶν δικαίων Αὐτοῦ σκηναῖς, καὶ ἡμᾶς ἐλεῆσαι, ὡς μόνος ἀθάνατος.
Ἀμήν.
ΠΗΓΗ: orp.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου