Σελίδες

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2014

Ὁδηγεῖται στό θυσιαστήριο. Τόν χειροτονοῦν ἱερέα. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

 
Εἴπαμε ὅτι ὁ Γρηγόριος καί ὁ Βασίλειος δέ χαρήκανε γιά πολύ τή γαλήνια πνἒυματόλουστη ζωή τοῦ ἀσκητηρίου. Ὁ γερο-Γρηγόριος, ὁ ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ, ἔγραφε καί παράγγελνε συνέχεια στό γιό του:
-Ἔλα, παιδί μου, δέν μπορῶ ἄλλο.  Μᾶς βρῆκαν πολλά βάσανα.  Κι ἀπό σένα μόνο περιμένω.  Καμμιά ὥρα θά πεθάνω καί δέ θά σέ δῶ.  Ἡ μητέρα σου κι αὐτή ἀπαρηγόρητη….. Μήν ἀργεῖς… καί θά ’χεις καιρό νά μονάσεις.
Στό τέλος τοῦ 361, Δεκέμβρη μήνα, ὁ Γρηγόριος πῆρε τό δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς.  Ξεπέζεψε στό σπίτι καί βρῆκε τόν πατέρα του σέ βαθιά συλλογή. Ἀγκάλιασε τή μητέρα του Νόννα, κάθησαν. Ὁ γερο- ἐπίσκοπος πατέρας του, κυρτός, ἀσπρογένης, ἀλλά ἐπιβλητικός πατριάρχης, φόρεσε στή φωνή του σταθερότητα καί μίλησε:
-Γρηγόριε, ἡ ὥρα σου ἦρθε.  Μέ ὅρκους εἶσαι ἀφιερωμένος στό Θεό καί –ζωή νά ’χεις- τόν ἀγαπᾶς.  Τώρα πρέπει καί νά τόν ὑπηρετεῖς.  Θά σέ χειροτονήσω πρεσβύτερο, χωρίς ἀναβολή.
Ἀνατρίχιασε ὁ Γρηγόριος καί πῆγε ν’ ἀντιδράσει.  Εἶπε τίς πρῶτες ἀσύνδετες λέξεις –κι ὅλες ἔλεγαν ὄχι- ἀλλά ὁ γέρο – ἐπίσκοπος τόν καθήλωσε μέ ὕφος ἱερό καί πολύ αὐταρχικό, πού δέ σηκώνει ἀντίρρηση:
-Θά ὑπακούσεις.  Εἶναι θέλημα Θεοῦ καί ἀπαγορεύεται νά πᾶς κόντρα στό Θεό.  Γι’ αὐτόν ζοῦμε!
Ὁ ὑποψήφιος ἱερέας μαζεύτηκε νά δεῖ πού βρίσκεται.  Τά μάτια του φανέρωναν πότε τρόμο γιά τό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης καί πότε παράπονο πρός τόν τυραννικό πατέρα του.
Ὁ γέρο-πατέρας κατάλαβε τή συντριβή πού γινόταν στό πνεῦμα τοῦ γιοῦ του, ἀλλά τώρα ἦταν ἀποφασισμένος νά προχωρήσει. Τοῦ πρόσθεσε μόνο, γιά νά τοῦ ἐξηγήση τήν κρισιμότητα τῶν ἡμερῶν:
-Δέ βλέπεις γύρω μας τί κακό γίνεται; Ἡ Ἐκκλησία μας περνάει τῶν παθῶν της τόν τάραχο. Ὁ Χριστός μας κακοποιεῖται.  Κάθε τόσο γίνονται σύνοδοι πού ἀλληλοανατρέπονται. Πρόπερσι εἴχαμε τούς ὁμοιουσιανούς μέ τό Βασίλειο Ἀγκύρας καί τό Γεώργιο Λαοδικείας· ἀπό πέρυσι κάνει ὅ,τι θέλει ὁ Ἀκάκιος, πού κατάφερε τόν αὐτοκράτορα νά συμφωνήσει μαζί του καί πού λέει ὅτι ὁ Υἱός εἶναι ἁπλά ὅμοιος μέ τόν Πατέρα. Ὅλοι τοῦτοι μοῦ φαίνονται μακρινά παρακλάδια τοῦ Ἀρείου. Δέν μπορῶ δυστυχῶς νά τά καταλάβω ὅλα. Γι’ αὐτό σοῦ λέω, πρέπει νά γίνεις ἱερέας καί νά μείνεις ἐδῶ. Νά μελετήσεις καλά καί τά θέματα τοῦτα.  Δέν κάνει νά βαδίζουμε τυφλά!
Ἐγώ δέν μπορῶ. Οὔτε βλέπω κι οὔτε καταλαβαίνω τά βάθη τῆς διδασκαλίας μας. Ὅ,τι πιά εἶχα νά κάνω, τό ἔκανα.  Τώρα ἐσύ…
Ὁ γιός Γρηγόριος συνῆλθε λίγο καί διέκοψε τόν πατέρα του:
-Μά καί ἐγώ δέν εἶμαι θεολόγος….. Δέν ἔχω ὅλα τά κείμενά τους νά κρίνω. Ὁ Ἀθανάσιος μόνο, ὁ Ἀθανάσιος τῆς Ἀλεξανδρείας …. αὐτός θά μᾶς πεῖ.
-Αὐτό τό ξέρω καί γώ -ἔκανε ὁ γερο –πατέρας. Ἀλλά πού εἶναι ὁ Ἀθανάσιος; Δέν ξέρεις πώς τόν ἔχουν πάλι ἐξορία; Ἀρειανοί καί αὐτοκράτορας τόν κυνηγοῦν.  Τώρα νά δοῦμε τί θά κάνει ὁ δικός σου, λέω γιά τόν Ἰουλιανό, πού τόν γνώρισες στήν Ἀθήνα καί πού τοῦτες τίς μέρες μάθαμε ὅτι στέφθηκε αὐτοκράτορας. Ἦταν καίσαρας τῆς Δύσης, τώρα ἔγινε καί τῆς Ἀνατολῆς.  Μονοκράτορας.  Καταλαβαίνεις τί σημαίνει αὐτό;
Ἀκούγοντας ὁ γιός – Γρηγόριος τίς κουβέντες γιά τόν Ἰουλιανό σφίχτηκε ἡ καρδιά του. Τί ἆραγε θά ’φερνε στήν Ἐκκλησία ὁ προβληματικός τοῦτος ἄνθρωπος; Θ’ ἄφηνε τούς ἐξόριστους ὀρθόδοξους νά γυρίσουν στίς ἐπισκοπές τους; Θά συνέχιζε τήν ἀρειανόφιλη τακτική τοῦ προκατόχου του Κωνσταντίνου; Ποιός ξέρει; Ἐκεῖνο πού εἶχε σημασία εἶναι ὅτι τίς κρίσιμες τοῦτες ὧρες ἡ Ἐκκλησία χρειαζότανε μεγάλο θεολόγο.
Καί ὁ Γρηγόριος ἔπρεπε ἀκριβῶς τώρα ν’ ἀρχίσει. Ποῦ θά ἔφτανε; Πόσο μεγάλη θεολογία θά ἔκανε; Κανείς δέν ἤξερε, οὔτε ὁ ἴδιος. Ὁ Θεός μόνο, πού τήν ὥρα τούτη ἔβαλε καί τή μητέρα του, τή Νόννα, στό ἱερό παιχνίδι. Ἔσπρωξε κι αὐτή τό Γρηγόριο νά δεχτεῖ τήν ἱερωσύνη. Ὄχι μέ αὐστηρό λόγο καί ὕφος βαρύ σάν τοῦ γεροπατέρα. Ἐκείνη, μέ ἱλαρή φωνή, τοῦ πῆρε τό χέρι στό χέρι της, τοῦ εἶπε:
-Καλό καί ἱερό παιδί, σέ χάρισε ὁ Θεός στή χωρίς γιό Νόννα καί γώ σέ ὑποσχέθηκα στό ναό του, νά τόν ὑπηρετεῖς· τί θά τοῦ πῶ, τί θά τοῦ πεῖς καί σύ, ἄν δέν γίνεις ἱερέας;
Σιγά-σιγά ὁ Γρηγόριος γαλήνεψε. Θά δεχότανε τή χειροτονία.  Τό εἶπε στούς γονεῖς, νά ἡσυχάσουν. Ἀποτραβήχτηκαν γιά τά δωμάτιά τους.  Δέν εἶχε κανείς ὄρεξη γιά φαΐ. Οἱ γέροι, διότι χορτάσανε μέ τή συγκατάθεση τοῦ γιοῦ τους. Ὁ Γρηγόριος, διότι πλημμύρισε μέ τήν ἰδέα τῆς ἱερωρύνης καί τό μόνο πού δέν μποροῦσε νά σκεφτεῖ τώρα ἦταν τό φαΐ.
Ὅλη τή νύχτα ἔμεινε ἄγρυπνος. Ὅπως κάθε βράδυ ἄρχισε τίς μετάνοιές του.
Ἑκατοντάδες μετάνοιες. Ἐξαντλήθηκε.  Γονατιστός ἔγειρε γιά λίγο τό κεφάλι στό κρεββάτι.  Μετά σηκώθηκε ὄρθιος καί μπῆκε στό σύννεφο τῆς προσευχῆς. Στά ρηχά πρῶτα, πιό βαθιά μετά, ἀκόμα πιό βαθιά… ἔγινε θεόληπτος.  Ξημερώνοντας, τό σύννεφο ἀνεπαίσθητα ὑποχώρησε.
Προσεκτικά γονάτισε καί ξάπλωσε χάμω, δίπλα στό κρεβάτι, πάνω σέ μιά κουρελοῦ.  Σέ μιά ὥρα ἦταν ὄρθιος. Πλύθηκε, προσευχήθηκε καί ὁ νοῦς του συνδέθηκε μέ τό Βασίλειο. Τόν ἀναζήτησε σ’ ἕνα μικρό ἀπό καλό ξύλο τραπέζι. Ἑτοίμασε τό φετρό καί τό μελάνι, τράβηξε τό συρτάρι γιά νά πάρει ἕνα φτηνό κομμάτι περγαμηνή κι ἔγραψε γράμμα στό Βασίλειο. Τό εἶχε ἀπόλυτη ἀνάγκη νά παρηγορηθεῖ ἀπό τή φιλία τους, ἀπό τήν κοινή τους ἄσκηση.
Τοῦ ἔγραψε πόσο παρήγορα θυμόταν ὅλα ὅσα θαυμαστά καί κοπιαστικά ἔζησαν μαζί στό ἀσκητήριο τοῦ Ἴρη….  Καί περίμενε τήν ἡμέρα πού θά ὅριζε ὁ πατέρας του γιά χειροτονία.  Τήν ἀκριβή ἡμερομηνία τῆς χειροτονίας του δέν τήν γνωρίζουμε.  Πάντως ἔγινε ἀπό τά Χριστούγεννα τοῦ 361 μέχρι τά Θεοφάνεια τοῦ 362.  Στίς δέκα αὐτές ἡμέρες ἔσκυψε τό κεφάλι σάν ἄλλος Ἰσαάκ καί μέ τόν πατέρα του θύτη θυσιάστηκε στό θεῖο καί στό πατρικό θέλημα.


 Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)

(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)

 σελ.61-64

Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου

Ἔκδοση Δ΄

Ἀποστολική διακονία


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου