Οι κανόνες της ζωής δεν ακολουθούν πάντα τον ορθό δρόμο της σκέψης. Περνάνε μέσα από την ύλη και φθάνουν στην υπέρβαση της αγάπης. Ο ορθός λόγος που τις χαρακτηρίζει, χρησιμοποιείται μόνο για να δηλώσει την αδυναμία του ανθρώπου να εκφραστεί με σαφήνεια και να αποδώσει την αλήθεια των όσων αισθάνεται και πιστεύει. Κάπως έτσι νιώθει κανείς, όταν τολμάει να γράψει για τον Απόστολο και Ευαγγελιστή, φίλο, παρθένο, επιστήθιο και αγαπημένο του Κυρίου, Ιωάννη τον Θεολόγο.
Ο Ιωάννης ο Ιερός και Θείος Απόστολος, καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας. Υιός του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης.
Η μητέρα του ήταν κόρη του Ιωσήφ του Μνήστορος της Θεοτόκου. Ο Ιωσήφ είχε τέσσερις υιούς. Τον Ιάκωβο, τον Ιωσή, τον Ιούδα και τον Σίμωνα ή Συμεών και τρεις κόρες την Εσθήρ, τη Μάρθα και τη Σαλώμη. Η Σαλώμη ήταν η μητέρα του Ιωάννη του Θεολόγου.
Ο Μεσσίας τον κάλεσε μαζί με τον αδελφό του, Ιάκωβο, να τον ακολουθήσουν στα βήματα της ενσαρκωμένης ζωής Του. Άφησαν τον πατέρα τους και το μικρό ψαράδικο σκάφος τους και από αλιείς των άφωνων ιχθύων έγιναν ψαράδες της ψυχής.
Ο Ιωάννης ήταν εγκρατής σε κάθε πράξη που μπορεί να έχει αντίκτυπο στο σώμα και στην ψυχή. Γι' αυτό αγαπήθηκε περισσότερο από κάθε άλλο μαθητή, από τον Ιησού.
Είδε τον Βασιλέα Χριστό να βαπτίζεται στον Ιορδάνη και άκουσε τη φωνή του Θεού: «Ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ηυδόκησα αυτού ακούετε». Δηλαδή: «Αυτός είναι ο υιός μου ο αγαπητός. Αυτόν θέλησα και σας έστειλα. Να τον ακούτε!».
Και στον Μυστικό Δείπνο, ο Ιωάννης κάθισε πλάι στο Δάσκαλο. Κι αυτός έγειρε πάνω στο στήθος του Ναζωραίου, με θεία αγάπη και τον ρώτησε: «Κύριε, τις εστίν ο παραδιδούς σε;». (Δηλαδή, «Κύριε, ποιος είναι εκείνος που θα σε παραδώσει;»).
Ήταν μαζί με τον Σωτήρα και στην αυλή του Αρχιερέα - που τον γνώριζε. Αλλά μαζί βρέθηκε και στην κορύφωση του δράματος.
Κοιτούσε την Αγάπη κρεμασμένη στο Σταυρό. Ο πόνος και η θλίψη του τον άφηναν άφωνο. Ο Κύριος έσκυψε από τον Σταυρό και τον είδε. Κρατούσε αγκαλιά την Παναγία Αειπάρθενο Θεοτόκο μητέρα Του. Ο πόνος που τον προξενούσαν τα καρφιά, που ήταν καρφωμένα στο Άγιο Του σώμα, ήταν ελάχιστος, μπροστά στον πόνο και τη λύπη της ψυχής του. Τη λύπη που ένιωθε, για τα δυο αυτά πλάσματα που τον αγάπησαν με όλη τη δύναμη της ψυχής τους. Η καρδιά του Θεανθρώπου έγειρε περισσότερο προς την ανθρώπινη πλευρά της. Έσκυψε και τους κοίταξε με αγάπη.
Με αυτή την τέλεια διανοητική και ψυχική επαφή, που μόνο Εκείνος ήξερε να χαρίζει. Και τον άκουσαν να λέει στη Θεοτόκο: «Γύναι, ίδε ο Υιός σου», και στη συνέχεια να απευθύνεται στον Ιωάννη «Ιδού η μήτηρ σου». Αλήθεια, τι άλλο σπουδαιότερο μπορεί να συμβεί στη ζωή ενός ανθρώπου από το περιστατικό εκείνης της στιγμής; Τι άλλο μακαριότερο;
Το αθάνατο Πνεύμα αποτύπωσε πάνω στον μαθητή Του, τη δύναμη, την παραδοχή και τη σοφία Του. Αυτή που θα ευαγγελιζόταν και θα αποκάλυπτε, λίγα χρόνια αργότερα, ο Θεολόγος, στο (Κατά Ιωάννη) Ευαγγέλιο και στην Αποκάλυψη (Ιωάννου του Θεολόγου) του.
Μετά τη Σταύρωση, πήρε για πάντα στο σπίτι του, την Παρθένο Μαρία, ο παρθένος, ψυχή και σώμα, Ιωάννης.
Πρώτος και από τον Κορυφαίο Πέτρο, είδε τον κενόν τάφο του Κυρίου. Και πήρε πρώτος το εμφύσημα όλης της Οικουμένης να προβάλλεται ως Απόστολος,
Αξιώθηκε να μιλήσει με τον Αναστημένο Χριστό, στη λίμνη της Τιβεριάδας και να πει «ο Κύριος εστίν». Και την ώρα της Ανάληψης του Κυρίου, στο Όρος Θαβώρ, πάλι ήταν εκεί. Και ποιος μπορεί να του αρνηθεί τη μεγάλη μύηση της στιγμής της Πεντηκοστής. Τότε που πάνω στα γήινα. σώματα των Απόστολων αποτυπώθηκε το ΦΩΣ, έγινε η επιφοίτηση, μέσα από πύρινες γλώσσες και όλο το πνεύμα τους φορτίστηκε όχι από το δανεικό φως του Διδασκάλου, αλλά από το δικό τους Φως, που τους το προσέφερε η Θεία Ευεργεσία και Πρόνοια. Έγιναν και οι ίδιοι ήλιοι για να φωτίσουν με τη σειρά του την Οικουμένη και να χρίσουν νέους Αποστόλους, βαπτίζοντας τους στο όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Αλλά ο Ιωάννης ήταν κοντά και στις τελευταίες στιγμές της Παναγίας.
Μετά την Ανάληψη του Κυρίου Υιού του Θεού, οι Απόστολοι αποφάσισαν να διατρέξουν την Οικουμένη για να μεταδώσουν τα λόγια του Χρίστου και να αποκαλύψουν το βίο Του. Μοίρασαν τις χώρες της Αποστολής τους. Στον αγαπημένο Ιωάννη έπεσε ο πιο βαρύς κλήρος. Του ανέθεσαν την Αποστολή της Ασίας.
Αναστέναξε - γράφουν οι συναξαριστές - έπεσε «πρηνής» στο έδαφος, δάκρυσε και προσκύνησε έναν έναν τους αδελφούς του. Όταν έφτασε η σειρά του Πέτρου, δεν τον άφησε να του φιλήσει το χέρι. Έπιασε το δικό του, τον σήκωσε και είπε στον Ιωάννη: «Ημείς πάντες ως πατέρα σε έχομεν, και στηριγμόν μας είχομεν την ιδικήν σου υπομονήν και διατί έπραξας τούτο και ετάραξα, κλονίσας ημών τας καρδίας». («Εμείς σε είχαμε στήριγμα και πατέρα μας. Παράδειγμα μας ήταν η υπομονή σου. Γιατί μας το έκανες αυτό και μας πίκρανες»). Και ο Ιωάννης αποκρίθηκε: «Ημαρτον, αδελφοί!» . Συνεχίζει: («Αμάρτησα, αδέλφια μου, την ώρα αυτή. Και γι' αυτό θα κινδυνεύσω πολύ στη θάλασσα. Γιατί μου έπεσε βαρύς ο κλήρος της Αραβίας. Αλλά ξέχασα τον Κύριο μας, που μας είπε ότι «και αι τρίχες της κεφαλής σας είναι αριθμημένες. Ούτε μια δεν χάνεται από μόνη της, χωρίς τη θέληση του Θεού. Παρακαλέσατε, λοιπόν, αδελφοί μου, για μένα τον θείον, να μου συγχωρέσει αυτή την αμαρτία μου»). Τότε όλοι οι Απόστολοι στράφηκαν ανατολικά και ζήτησαν από τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Κυρίου, να κάνει μια ευχή. Μετά την ευχή, ασπάστηκαν ο ένας τον άλλον - καθένας με τη σειρά και το βαθμό του - και αναχώρησαν με ειρήνη, στο δικό τους κλήρο. Καθένας από του εβδομήντα Αποστόλους πήρε μαζί του και από έναν υπηρέτη.
Ο Ιωάννης άρχισε τις περιοδείες του. Οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μαρτυρούν για τον Ιωάννη πολλά και θαυμαστά. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος στηρίζει πολλά από την ύπαρξη της Χριστιανοσύνης, χάρη στο έργο των Ευαγγελιστών, αλλά ιδιαίτερα χάρη στο έργο του Ιωάννη του Θεολόγου.
Μετά τη σύνοδο στα Ιεροσόλυμα πήγε στην Ασία, για να οργανώσει τις εκκλησίες.
Τα θαύματα του διαδέχονταν το ένα το άλλο. Ανασταίνε νεκρούς και γιάτρευε κάθε ανίατη αρρώστια της ψυχής και του σώματος. Βάπτισε εκατοντάδες, Χριστιανούς. Τα χρονιά της βασιλείας του Δομετιανού (93-96), κατηχούσε, δίδασκε και θεράπευε στην Έφεσο. Ο Δομετιανός τον εξόρισε στην Πάτμο. Εκεί έγραψε το Ευαγγέλιο του και το περιφημότερο σύγγραμμα όλων των αιώνων, την Αποκάλυψη. Κανείς ώς σήμερα δεν μπόρεσε να δώσει το πραγματικό νόημα και την πραγματική του ερμηνεία. Αλλά και η δράση των θαυμάτων του στο νησί ήταν αντάξια του πονήματος της Αποκάλυψης. Κατέστρεψε ειδωλολατρικούς ναούς, ανάστησε νεκρούς και πνιγμένους, σήκωσε από το κρεβάτι παράλυτους. Δίκαια η Πάτμος, έχει τα πρωτεία στη ζωή και στο έργο του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου.
Το 97 γύρισε στην Έφεσο. Λέγεται ότι ταξίδεψε και στα Κύθηρα και έγραψε και 'κεί ένα κομμάτι της Αποκάλυψης.
Πέθανε στην Έφεσο, μεταξύ του (105-106), σε ηλικία εκατό χρόνων και επτά μηνών, όπως αναγράφεται στο Αλεξανδρινό Πασχάλιο Χρονικό. Αλλά τη ζωή και το έργο του Ευαγγελιστού το περιγράφει ο Πρόχορος, που ταξίδεψε μαζί του, από την ώρα της Ιερουσαλήμ, ώς τη Θεία στιγμή της μετάστασης του Ιωάννη στους Ουρανούς.
Στις 8 Μαΐου γιορτάζεται ο ροδισμός και η τρύγηση του μάννα. Λέγεται ότι ο τάφος του στις 8 Μαΐου ανέδιδε μύρα και ανέβλυζε νερό. Όποιος έπινε από κείνη την πηγή γιατρευόταν από τα πάθη του σώματος και της ψυχής.
Στις 10 Ιουλίου γιορτάζεται η σύναξη στις Βεάτου και στις 2 Αυγούστου τα εγκαίνια της εκκλησίας προς τιμήν του ονόματος Του.
Αυτή ήταν η ζωή και το έργο Του. Και ο ίδιο; ήταν ο Άξιος της ζωής. Πατήρ, Υιος και Άγιο Πνεύμα, Σύμπαν, Μακρόκοσμος και Μικρόκοσμος, Διάστημα, Ελπίδα, Αρετή, Σκέψη, Ανάγκη, Επιθυμία, Κόλαση και Παράδεισος της σκέψης, όλα πέρασαν μέσα στην Αποκάλυψη και έφτασαν σαν ροδισμός στις δυσκολίες της σύγχρονης ζωής μας.
Αν η ψυχή πλανιέται στην έννοια της αγάπης, αν η σκέψη αγγίζει τη δύναμη της αρετής και της εγκράτειας κι αν η Τριαδική Θεότητα θέλει να δημιουργήσει την αληθινή εικόνα και ομοίωση της, τότε, σίγουρα, όλα αυτά μας άφησε να τα αντικρίσουμε στο πρόσωπο του Ιωάννη. Του ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΥ του Κυρίου μας.
Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2009/05/blog-post_08.html#ixzz3JQMjbA5D
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου