Η κατάρτιση της παρούσης Εργασίας έγινε μέσα από
ορισμένη οπτική και προοπτική - τουλάχιστον όσον αφορά στα κοσμοθεωρητικά
ζητήματα θεός- κόσμος - άνθρωπος. Αυτή η προοπτική εστιάζεται στη διασάφηση των
προϋποθέσεων και της μεθόδου εργασίας των Αγίων Πατέρων, όταν επιχειρούν να
δώσουν απαντήσεις σε ερωτήματα, τα οποία τους απευθύνει το πολιτισμικό τους
περιβάλλον και με έσχατο στόχο την ανάδειξη της Πίστεως, (ως ζωτικής υπόθεσης
ζωής).
|
Η
Αγιοπατερική παραγωγή, ενώ δεν είναι πρωταρχικά υπόθεση διανοητικής
επεξεργασίας ή εκ-λογίκευσης των προτάσεων της Πίστεως, εν τούτοις απηχεί μία
προσέγγιση διαλεκτική- οπωσδήποτε υπαγορευόμενη από ποιμαντική ευσυνειδησία -
διαλεκτική που δεν αδιαφορεί για τον τρόπο ερμηνείας μιας εικονικής και
παραστατικής γλώσσας, όπως αυτή της βίβλου - προφητικής ή αποστολικής παράδοσης
- όταν μάλιστα αυτή μεταφυτεύεται σε νέο περιβάλλον και ζητεί να το μεταστρέψει
ηθικά και πνευματικά ( ή γνωσιολογικά , αφού είναι δυνατή μια θεολογική γνωσιολογία
), προς την ευαγγελική Αλήθεια.
Αν αυτή η διαπίστωση ανταποκρίνεται στην
πραγματικότητα, τότε δικαιολογείται κάθε απόπειρα μετα-κενώσεως της πατερικής
σκέψεως, προς ευαγγελισμόν του συγχρόνου ανθρώπου, χωρίς να προδίδονται τα
περιεχόμενα της Αποκαλύψεως. Πρωταρχικά εκείνο που έχει σημασία είναι η
εμβάθυνση στο πνεύμα τους , στον τρόπο της ζωής τους και στο στόχο της Ενθέου
δημιουργίας τους.
Εδώ μάλιστα χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή ,
ώστε να μην θεωρηθούν οι συγγραφές τους, ως αντικείμενο μονομερούς
ιστορικο-φιλολογικής προσέγγισης, η οποία αδυνατεί να εισδύση στα εσώτερα του
πνεύματος, (προσέγγιση που ισχύει εξίσου και γιά την ίδια την Αγία Γραφή). Εάν λοιπόν η "κατανοούσα
μέθοδος" ανακαλύπτει κοινωνικά ή
πολιτισμικά στοιχεία - ακόμη δε και φιλοσοφικά, ιδεολογικά ή γλωσσικά ,( τα
οποία αναμφίβολα δεν λείπουν από τα πατερικά κείμενα ), κάτι τέτοιο μόνο ως
υπόθεση εργασίας μπορεί να εκληφθεί, στην πορεία της αφομοίωσης και της
επαναδιατύπωσης της Πατερικής σκέψης.
Ο σύγχρονος άνθρωπος θα ήθελε κυρίως να μάθει
γιά τα ουσιώδη της ζωής του και πρωταρχικά μία δημιουργική θεολογική σκέψις οφείλει να πεί με κάθε
εντιμότητα, ποιά είναι αυτά τα ουσιώδη (ποιά είναι λ.χ. η αξία ή το νόημα της
προσωπικής υπάρξεως, όπως βιώνεται μέσα στο χρόνο ) και κατόπιν να του τα
προσφέρη ενεργοποιώντας την παράδοση ή καλύτερα μεταφέροντάς την σε μία γλώσσα
οικεία για τον σύγχρονο άνθρωπο και στα όρια των σημερινών ( ας το εκφράσουμε
και έτσι) "υπαρξιακών απαιτήσεων".
Διαφορετικά κινδυνεύει κανείς να επαναλαμβάνει τα λόγια των Πατέρων εν
είδει άγονης ρητορικής, αφού δεν λαμβάνει υπ' όψιν του ότι η Νεωτερικότητα (ως
πολιτισμικό περιβάλλον και ως πλαίσιο ζωής), έχει ήδη διαμορφωμένη δική της
γλώσσα ( είναι δηλαδή κάτω από ορισμένη οπτική "γλωσσικό
περιβάλλον"), σε αντιστοιχία με ολόκληρη φιλοσοφία ζωής, οπότε δεν την
εγγίζει ένας λόγος, που φαίνεται να έρχεται αυτούσιος από κάποιο μακρυνό παρελθόν
- η Νεωτερικότητα δεν αγαπάει να προφέρει τη λέξη παράδοση.
Αυτό
δεν σημαίνει ότι αναιρείται η αξία και το κύρος του λόγου, όπως έχει αποτυπωθεί
στα Πατερικά κείμενα , ούτε ότι αμφισβητείται η δύναμη της αλήθειας, που
περικλείει αυτός ο λόγος. Οπωσδήποτε όμως αμφισβητείται η κατάσταση του ατόμου,
προς το οποίο απευθύνεται σήμερα ο Πατερικός λόγος, κατάσταση η οποία σε καμμία
περίπτωση δεν μπορεί να είναι ίδια με αυτήν του ανθρώπου του 4ου ή του 5ου
αιώνος μ. Χ., ο οποίος μόλις απαρνείται τα είδωλά του , γιά να προσέλθει μαζικά
στο ευαγγέλιο.
Για εμάς σήμερα το Δογματικό έργο των πατέρων
και των συνόδων ( το οποίο σχετίζεται άμεσα με την στερέωση του ευαγγελίου),
έχει κλείσει και έχει αποθησαυρισθεί ως πολύτιμη παρακαταθήκη, η οποία μπορεί
να ενεργοποιείται όσες φορές χρειάζεται
να αντιμετωπισθεί κάποια καινούργια πρόκληση. Στο σημείο αυτό η Εκκλησία έχει
στήσει ήδη τα τρόπαιά της, από τις περιφανείς νίκες κατά των ειδώλων και των
αιρέσεων.
Αλλά
ενώ η εκκλησία έχει υπερβεί τις συμπληγάδες της
εποχής των συνόδων (έχει δηλ. να επιδείξη τα κατορθώματα των αγώνων της
κατά της πλάνης), σε ένα άλλο επίπεδο αντιμετωπίζει τεράστιες δυσκολίες,
θέλοντας να εκ-χριστιανίσει την κοσμική πραγματικότητα. Μετά την ανάδυση
μάλιστα της Νεωτερικότητος, σταδιακά
βρίσκεται αντιμέτωπη με νέα κοινωνικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα , μπροστά στα οποία
ναι μεν ορθώνει την ποικιλόμορφη απολογητική της, συγχρόνως όμως δεν παύει να φαντάζει σαν μία θρησκευτική
σέκτα, η οποία κοινωνιολογικά εξεταζόμενη φαίνεται να συντηρεί απλώς κάποια
παράδοση, σε πείσμα της εξέλιξης και της προόδου. Αυτή την πρόοδο τώρα την επαγγέλονται
διάφορες κοσμικές δυνάμεις και σχηματισμοί.
Σε τι λοιπόν μας είναι χρήσιμη η εκκλησία,
αναρωτιέται ο άνθρωπος της Νεωτερικότητας, που αγαπά την καινοτομία και έχει
άλλη σχέση με " την ύπαξη, την κοινωνία και τις αξίες" κατά την
συμπερασματική κρίση του επιφανούς θρησκειολόγου Mircea Eliade; Ο σύγχρονος άνθρωπος , ο
αποκαλούμενος και αισθητικός άνθρωπος- homo aestheticus- "δεν τιμά την παράδοση και τη μονιμότητα, αλλά αφιερώνει
μιά αληθινή λατρεία στην έννοια της καινοτομίας και της αλλαγής" , όπως
εξηγεί ο Bertrant Vergey, σε κείμενό του σχετικό με την Νεωτερικότητα. Ετσι η παράδοση,
που όλοι μας έχομε ανάγκη γιά την σταθερότητα ή ακόμη και την ιερότητά της,
κλονίζεται μέσα μας - και μαζί της ο homo Religiosus, που επίσης όλοι κρύβουμε στο βάθος. Θα πρέπει μάλιστα να αναγνωρίσουμε ως
αδιαμφισβήτητο το γεγονός, πως ο σύγχρονος άνθρωπος χρειάζεται τη Χριστιανική
παράδοση, ως ασφαλιστήριο συμβόλαιο απέναντι στο "ατύχημα" του
θανάτου, αφού η Νεωτερικότητα δεν έχει ανακαλύψει ακόμα αποτελεσματικό αντίδοτο
σ' αυτό το "φυσικό" συμβάν.
Το όλο θέμα έχει αναλυθεί επιτυχώς από
αρκετούς θεολόγους και διανοούμενους της εποχής μας, καθώς και από ποιμένες που
είναι ευσυνείδητοι στο λειτούργημά τους.
Εμείς από την πλευρά μας επισημαίνουμε, πως η ορθόδοξος θεολογία οφείλει
να δεί με κάθε σοβαρότητα το θέμα της Νεωτερικότητας, θεμελιώνοντας και μία
απολογητική πάνω στις βάσεις της
Πατερικής σκέψης, ταυτοχρόνως όμως έχοντας αδιάκοπα πρό οφθαλμών τον σύγχρονο
ψυχισμό, όχι γιά να δικαιολογήση τις όποιες αβασάνιστες επιλογές του μοντέρνου ήθους,
αλλά για να αναγγείλη εκ νέου και με όση δύναμη διαθέτει το " εν
Χριστώ" απολυτρωτικό μήνυμα, εντός
του συγχρόνου περιβάλλοντος.
Δεν θα
πρέπει βασικά να εκτοξεύει κατάρες στους ανθρώπους, γιατί είναι έτσι όπως είναι
σήμερα, (αφού αυτοί αποτελούν το πεδίο αποστολής του ίδιου του Θεού).
Απαραίτητα όμως θα πρέπει ( η Ορθόδοξος Θεολογία ) να αναπτύσσεται με την
συνείδηση ότι προσφέρει στην υπόθεση της πίστης, και όχι μονομερώς ως
φιλοσοφίζουσα Χριστιανική Διανόηση. Εαν χρειάζεται να αντλεί από τους πατέρες,
αυτό το κάνει γιά να γονιμοποιηθεί από το πνεύμα τους, αφού αυτοί αποτελούν γνήσια
υποδείγματα ποιμένων και Διδασκάλων. Αυτό ακριβώς το Πνεύμα επιβάλλει την
άρθρωση μιας Νέας Απολογητικής απέναντι στον Φιλοσοφικό και Επιστημονικό λόγο
της Νεωτερικότητος, η οποία θα πρέπει να οικοδομηθεί για να καταρρίψει τη
λογική των Νεο-γνωστικών, οι οποίοι ανακηρύσσουν τον απόλυτο Σχετικισμό, ως
εναλλακτική πρόταση απέναντι στην Αλήθεια και την Ηθική της Αποκάλυψης, (και
για μία ακόμη φορά μέσα στην ιστορία τίθενται αντιμέτωποι με το λυτρωτικό
μήνυμα του ευαγγελίου.)
Σήμερα η εκκλησία μόνο με το όπλο της Αλήθειας
μπορεί να πείσει τους ανθρώπους να ενστερνιστούν το θείο λόγο. Η ίδια η
Νεωτερικότητα εξ' άλλου έχει αναδείξη το
Δημοκρατικό ιδεώδες , ως κύριο συστατικό των κοινωνιών μας, και αυτό είναι κάτι ουσιωδώς θετικό για το σύγχρονο
άνθρωπο. Απέναντι σε αμαρτίες του παρελθόντος, η εκκλησία πρέπει να φανερωθεί
σήμερα στη σωτηριολογική της διάσταση , αφήνοντας κατά μέρος ανώφελες
επιδιώξεις κοινωνικής επιβολής και εξουσίας.Η απολογητική της μπορεί να πείσει
μόνο όταν εκφέρεται από ανθρώπους, οι οποίοι ενστερνίζονται το ευαγγελικό ήθος,
παρά τις όποιες αδυναμίες τους.
Χρειάζεται, συνεπώς, να
μελετήσουμε την αμφισημία της Νεωτερικότητος,
να αφομοιώσουμε κάποιες εύλογες θετικές της πλευρές (από ορισμένη οπτική και το
ευαγγέλιο ομιλεί με θετικό τρόπο γιά το Νέο : " δεν βάζουν ποτέ καινούργιο
κρασί σε παλαιούς ασκούς", ούτε ακόμη
"προσθέτουν καινούργιο ένδυμα πάνω σε σκισμένο ρούχο" ), και
να καταδείξουμε επίσης την κενότητα, από την οποία διακατέχεται η Νεωτερικότητα
ως τρόπος ζωής, αφού αγνοεί το "οντολογικό βάθος" του προσώπου, (
έτσι όπως φανερώνεται στον άνθρωπο της πίστεως, ο οποίος ριζώνει στην
παράδοση.)
Βέβαια "ο κόσμος
είναι φτιαγμένος για την καινότητα, η ζωή έχει ανάγκη από καινοτομία, στό βαθμό
που αυτή αποτελεί, μαζί με την κτίση, την ανανέωση της εσωτερικής ορμής της
ζωής" (Bertrant Vergely). Η ίδια η Σάρκωση του Θεού, για μας τους Χριστιανούς δίνει
θετική αξία στο χρόνο : ο Χριστός γίνεται άνθρωπος , η αιωνιότητα επιστρέφει
στο χρόνο. Αλλά η Νεωτερικότητα,
αποκόπτει τον άνθρωπο από τις υπαρξιακές του ρίζες, τον εξατομικεύει ( μη
αναγνωρίζοντας τους δεσμούς που τον συνδέουν σαν ιερή αλυσίδα με τους άλλους ,
την κοινωνία και τη φύση ) και ουσιαστικά τον απο-προσωποποιεί και τον απανθρωποποιεί,
την ίδια στιγμή που βρισκεται στην πλάνη, πως του απελευθερώνει τη
δημιουργικότητα και την αέναη αλλαγή, απέναντι στην ορμή του θανάτου, ( την
οποία εντείνει η παραμονή μέσα στον ακίνητο κόσμο της παραδόσεως , νοούμενο
στην αρνητική του όψη, ως θρησκευτικό συντηρητισμό και φαρισαϊσμό ).
Ετσι, είναι πολύ βασικό για τη ορθόδοξο
θεολογία να ερμηνεύει την Παράδοση με όρους αυθεντικής ζωής, που πραγματώνεται
μόνο "εν θεώ", και σε αντιπαραβολή με τη νομιζόμενη αυθεντική ζωή ,
προς την οποία κατατείνει ο άνθρωπος της Νεωτερικότητος, που συνιστά και την
ουσία της θρησκείας του συγχρόνου "ζωο-κεντρικού" πολιτισμού,( κατά
τον π.Alexander Schmemman ), με όλες τις συναφείς λύσεις που κομίζει αυτή η θρησκεία στα
κύρια υπαρξιακά προβλήματα.
Παράδοση και αυθεντική ζωή "εν θεώ"
συνυπάρχουν ( "Εγώ ειμί η Οδός και η Αλήθεια και η Ζωή"), και είναι
ακριβώς οι παραδεδομένοι λόγοι και αυθεντικώς ερμηνευμένοι από τους Πατέρες που
χρειάζονται για να αυξηθεί ο άνθρωπος σε θεανθρώπινη προσωπικότητα, ανοιγόμενος
στη σχέση με Εκείνον , ο οποίος είναι αυτοζωή και αυτοαλήθεια και χορηγός
παντός αγαθού. Εαν, λοιπόν, τα πατερικά κείμενα εκληφθούν σ' αυτή τους τη
λειτουργικότητα, έχουν τη δύναμη να προσεγγίσουν το σύγχρονο άνθρωπο σε μιά
ουσιώδη του ανάγκη, προσφέροντάς του την Ενθεο Φιλοσοφία , ως αντίδοτο στην
κενότητα και τα αδιέξοδα της Νεωτερικότητος. Γιατί μόνο αυτή η Φιλοσοφία
αναδεικνύει το μυστήριο του προσώπου, συνδέοντάς το άμεσα με το μυστήριο του
θεού- του Απείρου Προσώπου, με όλο τον ανεξάντλητο πλούτο της ζωής Του.
Η παρούσα ανθολογία συν τοις άλλοις
καταρτίστηκε και με "μέτωπο" τον σύγχρονο φιλοσοφικό και επιστημονικό
λόγο , προτείνοντας έναν διάλογο με την Νεωτερικότητα και με αφετηρία τα
"καταστατικά κείμενα" των Πατέρων , οι οποίοι έγραψαν και ομίλησαν
στην προοπτική ενός ποιμαντικού στόχου και έχοντας "απέναντί" τους
κάποιους γνωστικούς της εποχής τους, που
αναζητούσαν εξίσου την "αυθεντική ζωή" ή που αμφέβαλλαν για το κύρος
των θείων αληθειών.[ Ηθος - Δόγμα ]. Ετσι το κύριο έργο της θεολογίας
εστιάζεται στην δημιουργική αφομοίωση της πατερικής ερμηνευτικής μεθόδου , η
οποία θα επιτρέψει ενσωμάτωση της σύγχρονης κατάστασης της Γνώσης, στα πλαίσια
της διαπραγμάτευσης των ζωτικών γιά την πίστη θεμάτων : θεός-κόσμος άνθρωπος,
τα οποία έχει σημαδέψει η Νεωτερικότητα με τις δικές της ερμηνείες .
Η Ορθόδοξος Θεολογία, ως αναγγελία της
Αυθεντικής ζωής μέσα στο χρόνο, επωμίζεται το καθήκον μιάς απάντησης, και
πιστεύουμε ότι μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο, αρκετά αποτελεσματικά και πειστικά.
Πρώτα όμως πρέπει να πάρει τα όπλα που της χρειάζονται από το οπλοστάσιο εκείνο
του Πνεύματος, το οποίο έτοιμο προσφέρουν οι θείοι Πατέρες από τα βάθη των
αιώνων. Γι' αυτό και η παρούσα εργασία φιλοδοξεί να συμβάλη, έστω ως ένα απλό
σχεδίασμα, προς την κατεύθυνση αυτή και εν μέσω δύσκολων ηθικοπνευματικά
καιρών. Αν ζούσαν σήμερα οι Αγιοι, είμαστε βέβαιοι ότι θα επιχειρούσαν ένα
τέτοιο έργο, με κριτήριο τα όσα μας άφησαν γραπτώς, ως υποθήκη. Αλλά και τώρα
που πέρασαν στη μακάρια και αμετακίνητη ζωή κοντά στο Θεό, γιά όσους διαθέτουν
τα μάτια της πίστης, ευρίσκονται σε κοινωνία μαζί μας, ευχόμενοι προς Αυτόν για
το πέρασμα όλων στην όντως ζωή, δια της εκκλησίας και των μυστηρίων της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου