Ο ΣΕΒ. ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ (ΚΑΨΑΝΗ) “Η ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΙΕΡΟΥΣ ΚΑΝΟΝΑΣ”
==========
Στις
αρχές της δεκαετίας του 1970 ετοίμαζε την μελέτη του για να την υποβολή
στην Θεολογική Σχολή ως υφηγεσία, όπως λεγόταν τότε, με τίτλο «Η ποιμαντική διακονία κατά τους ιερούς Κανόνες».
Ανοιγόταν γι' αυτόν ο δρόμος για λαμπρό μέλλον στην ακαδημαϊκή
κοινότητα και ήταν βέβαιη η εξέλιξή του στην καθηγητική έδρα. Εκείνος,
όμως, απεφάσισε να μήν υποβάλη την μελέτη αυτή για υφηγεσία και να
αποσυρθή σε Ιερά Μονή, πρώτα στην Ιερά Μητρόπολη Χαλκίδος και έπειτα
στην Ιερά Μονή του Οσίου Γρηγορίου του Αγίου Όρους.
Την
δημοσίευσε αργότερα, το 1976, ως ηγούμενος της Ιεράς Μονής του Οσίου
Γρηγορίου. Η μελέτη αυτή ασχολείται με την σχέση μεταξύ της ποιμαντικής
και των ιερών Κανόνων, και αναπτύσσει τα σχετικά με την ποιμαντική
θεολογία και την μέθοδο της ποιμαντικής, όπως μας παραδόθηκε από τους
Κανόνες των Οικουμενικών, Τοπικών Συνόδων, τους οποίους εθέσπισαν οι
άγιοι Πατέρες.
Ο
καθηγητής του Κωνσταντίνος Μουρατίδης, προλογίζοντας την μελέτη αυτή,
αφού κάνει λόγο για την έκπτωση στις ημέρες μας του ποιμαντικού
λειτουργήματος, που στερείται της Χριστοκεντρικότητος και γίνεται
ανθρωποκεντρικό, την χαρακτηρίζει ως «σπουδαίαν συμβολήν εις την
υπέρβασιν ακριβώς της τοιαύτης εκπτώσεως της ποιμαντικής διακονίας και
επανόδου αυτής εις το πνεύμα, τάς αρχάς και τάς μεθόδους της αρχαίας και
αδιαιρέτου Εκκλησίας». Ακόμη, την εργασία αυτή την χαρακτηρίζει ως «τήν
πρώτην σημαντική προσπάθειαν των νεωτέρων χρόνων αμέσου συνδέσεως της
ποιμαντικής επιστήμης προς το Πηδάλιον της Εκκλησίας, τους θείους δηλαδή
και Ιερούς Κανόνας αυτής», οι οποίοι «συνιστούν την θεόπνευστον πηγήν», από την οποία «οι αληθείς ποιμένες της Εκκλησίας αντλούν το ύδωρ το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον των τε ποιμένων και ποιμαινομένων», την θεωρεί «ώριμον πνευματικόν καρπόν» και «σπουδαίαν προσφοράν προς την στρατευομένην Εκκλησίαν».
Τόν δε π. Γεώργιο αποκαλεί «πολύτιμον συνεργάτην της έδρας του Κανονικού Δικαίου και της ποιμαντικής εν τώ Πανεπιστημίω Αθηνών», «λίαν προσφιλή» και «σεβαστόν Αρχιμανδρίτην», για τον οποίον «η πράξις είναι θεωρίας επίβασις», και του οποίου «η
μακρά ποιμαντική διακονία και η εν μετανοία και ταπεινώσει αφιέρωσις
εις την Αγάπην του Εσταυρωμένου Κυρίου μας και των εν τώ κόσμω
αγωνιζομένων αδελφών του, στοιχεία άτινα συνιστούν το ιερόν πλαίσιον
εντός του οποίου το Πνεύμα το Άγιον αναδεικνύει τους αξίους της
αποστολής των ποιμένας της Εκκλησίας» συνέβαλαν στην συγγραφή του βιβλίου αυτού.
Το
έργο αυτό ήταν το ώριμο αποκορύφωμα της ακαδημαϊκής εργασίας του π.
Γεωργίου, το οποίο διάβασα με επιμέλεια όταν εξεδόθη και στο οποίο
ανατρέχω πάντοτε οσάκις πρέπει να αντιμετωπίσω ποιμαντικά και κανονικά
ζητήματα. Όταν το διαβάζη κανείς εκπλήσσεται από την θεολογική,
εκκλησιολογική και ποιμαντική ερμηνεία των ιερών Κανόνων και διακρίνει
την πίστη του συγγραφέως, αλλά και την άριστη γνώση του θέματός του.
Μέ
το διακριτικό χάρισμα που διέθετε ο π. Γεώργιος υπερβαίνει τους
κινδύνους του αντινομισμού και της εκνομίκευσης της εκκλησιαστικής ζωής
και παρουσιάζει την θεολογική πείρα της Εκκλησίας. Το όλο έργο
αποτελείται από δύο μέρη, το πρώτο παρουσιάζει τις εκκλησιολογικές και
κανονικές προϋποθέσεις ασκήσεως της ποιμαντικής, το δεύτερο μέρος
εκθέτει την υπό των ιερών Κανόνων ρύθμιση της ποιμαντικής διακονίας.
Έτσι, αφού εκτίθενται οι εκκλησιολογικές και κανονικές προϋποθέσεις
ασκήσεως της ποιμαντικής, προχωρεί στην ανάλυση της ιερωσύνης, της
συνοδικής δομής της Εκκλησίας, της ποιμαντικής καθοδήγησης για την
υπέρβαση της αμαρτίας, της αίρεσης και του σχίσματος, του μοναχισμού και
του γάμου. Όλα αντιμετωπίζονται με ασφαλή γνώση, με διάκριση και πνεύμα
σοφίας.
Η
σημαντική αυτή εργασία δεν κατατέθηκε μεν στην Θεολογική Σχολή Αθηνών
για την κατάληψη της έδρας του υφηγητού και αργότερα του καθηγητού, αλλά
επρόκειτο να τεθή σε εφαρμογή στον χώρο του κοινοβιακού Μοναστηριού, να
γίνη ο ίδιος καθηγητής των Μοναχών, εκεί που βιώνεται η ποιμαντική της
Εκκλησίας και να προετοιμάση εκατοντάδες μοναχούς για την Βασιλεία του
Θεού, αλλά και χιλιάδες λαϊκούς για να ζήσουν την εν Χριστώ ζωή. Μέ άλλα
λόγια, τον έχασε η ακαδημαϊκή επιστήμη, αλλά τελικά τον κέρδισε η
Εκκλησία, την οποία αγάπησε και τον αξιοποίησε στο έπακρον, τον κέρδισε ο
αγιορειτικός Μοναχισμός, στον οποίο προσέφερε πολλά.
Είναι χαρακτηριστικό το που αφιερώνει το έργο αυτό, που δείχνει τον βαθύ σεβασμό του: «Εις
την σεπτήν χορείαν των οσίων Πατέρων ημών των εν τώ αγίω Όρει του Άθω
αγωνισθέντων και αγωνιζομένων τον καλόν της μετανοίας αγώνα και την
ισάγγελον πολιτείαν μετελθόντων την παρούσαν εργασίαν ευλαβώς και
ευγνωμόνως ανατίθημι, εξαιτούμενος τάς αγίας των ευχάς».
ΠΗΓΗ:
Dogma.gr
ΠΗΓΗ:
Dogma.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου